Τον τελευταίο χρόνο, με πρόσχημα την κρίση, βιώνουμε μια άνευ προηγουμένου επίθεση στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα που έχουν κατακτήσει οι εργαζόμενοι μέσα από δεκαετίες αγώνων, σε μια προσπάθεια του συστήματος να ισοπεδώσει κάθε εργατικό δικαίωμα προς όφελος του κεφαλαίου και της αστικής τάξης. Στον ιδιωτικό τομέα, το πακέτο των μέτρων που προωθείται είναι κυριολεκτικά σαρωτικό και τα αποτελέσματα που αναμένεται να έχει στο αμέσως επόμενο διάστημα είναι ανατριχιαστικά: μισθοί πείνας, εκτόξευση της ανεργίας, επέκταση της ανασφάλειας, διάλυση κάθε έννοιας συλλογικής διεκδίκησης.
Πρώτος στόχος είναι το χτύπημα της συλλογικής σύμβασης στην κατεύθυνση της κατάργησής της, αφού, σύμφωνα με τα νέα μέτρα, η Γενική Συλλογική Σύμβαση (ΕΓΣΣΕ) παύει να αποτελεί τη μίνιμουμ βάση από την οποία ξεκινούσαν όλες οι κλαδικές και επιχειρησιακές συμβάσεις. Από εδώ και στο εξής, οι συμβάσεις αυτές θα μπορούν να κινούνται και κάτω από την ΕΓΣΣΕ! Αυτό σημαίνει ότι πλέον καταργείται κάθε βάση ενιαίας συζήτησης και προωθείται ο κατακερματισμός και η ατομική διαπραγμάτευση. Η κυβέρνηση μάλιστα θεσπίζει και την καταπάτηση της ΕΓΣΣΕ για τους νέους εργαζόμενους κάτω των 24 ετών, οι οποίοι προβλέπεται να αμείβονται με το 80% του κατώτερου μισθού της ΕΓΣΣΕ, δηλαδή με λιγότερο από 600 ευρώ μεικτά το μήνα! Αλλά και για τις κλαδικές συμβάσεις, όπως οι συλλογικές συμβάσεις των εργαζομένων στα φροντιστήρια, η διεκδίκηση γίνεται ακόμη δυσκολότερη, επειδή πλέον καταργείται το δικαίωμα της μονομερούς προσφυγής στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), τον κρατικό οργανισμό που μεσολαβούσε για να υπογραφούν συμβάσεις όταν δεν το επιθυμούσε η μία πλευρά, με το κράτος να διώχνει από πάνω του αυτήν την ευθύνη.
Στο χώρο των φροντιστηρίων, ένα χώρο που αφορά τους νέους εργαζόμενους, αλλά και ένα χώρο που οι συλλογικές συμβάσεις και τα εργασιακά δικαιώματα πάγια καταστρατηγούνται, τα μέτρα αυτά έχουν μια εξέχουσα βαρύτητα. Η ατομική διαπραγμάτευση ήδη αποτελεί γεγονός, ενώ η κατάργηση του ΟΜΕΔ και άρα η αδυναμία υπογραφής συλλογικής σύμβασης έρχεται να σημάνει ακόμα χειρότερους όρους εργασίας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες όλοι οι εργαζόμενοι στα φροντιστήρια θα έπρεπε να οργανωθούν στα σωματεία τους και με μαζικούς και κινηματικούς όρους να αντιταχθούν στα μέτρα που έρχονται να πάρουν πίσω όλα όσα έχουν κερδηθεί με αυτόν τον τρόπο, που είναι και ο μοναδικός. Δυστυχώς όμως, στο χώρο αυτό δρουν πλέον διάφορα σωματεία που καπελώνουν τους εργαζομένους, δημιουργώντας συνθήκες κατακερματισμού και αποδυνάμωσης των συλλογικών διεκδικήσεων. Συγκεκριμένα, στη Θεσσαλονίκη και ενώ ήδη υπήρχε ο Σύλλογος Εργαζομένων στα Φροντιστήρια Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών (ΣΕΦΙΕ), δημιουργήθηκε το Σωματείο Μισθωτών Εκπαιδευτικών Θεσσαλονίκης (ΣΜΕΘ), που καλύπτει όλους τους εργαζομένους στην ιδιωτική εκπαίδευση. Η πολιτική αυτή επιλογή, εκτός από το ότι είναι διασπαστική, εφόσον κατακερματίζει εργαζόμενους από τον ίδιο χώρο σε διαφορετικά σωματεία, έχει και ακόμα ένα χαρακτηριστικό: ακολουθεί τη λογική της δημιουργίας μονοκομματικών σωματείων για την εξυπηρέτηση μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και όχι τη λογική των μαζικών αγώνων που είναι αναγκαίοι στη λαϊκή πάλη.
Το τελευταίο διάστημα, ο ΣΜΕΘ κινήθηκε για την υπογραφή τοπικής ενιαίας συλλογικής σύμβασης για τη Θεσσαλονίκη, στη συγκεκριμένη συγκυρία που αναφέρθηκε παραπάνω. Με δεδομένο ωστόσο ότι τα σωματεία του κλάδου δεν έχουν κατορθώσει προς το παρόν να μαζικοποιηθούν και να ενδυναμωθούν πολιτικά τόσο, ώστε να διεκδικήσουν με κινηματικούς όρους τις νέες ΣΣΕ αλλά και την εφαρμογή των υπαρχόντων, καταλήγουν να διαπραγματεύονται τις ΣΣΕ στο τραπέζι του ΟΜΕΔ. Με βάση τις εξελίξεις και την κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ, η καταγγελία των ΣΣΕ, με στόχο μία τοπική ενιαία ΣΣΕ, εγκυμονεί τον κίνδυνο εξίσωσης των συμβάσεων προς τα κάτω, γεγονός που αποδείχτηκε από το αποτέλεσμα της μεσολάβησης στη διαπραγμάτευση του ΣΜΕΘ, από την οποία προέκυψε μια σύμβαση με μηδενικές αυξήσεις για 3 χρόνια!
Στο πεδίο της ταξικής πάλης, οι λογικές υπογραφής συλλογικών συμβάσεων με μηδενικές αυξήσεις και μάλιστα σε κρατικό γήπεδο δεν έχουν χώρο. Χώρο έχουν οι συλλογικές διεκδικήσεις και η λογική της κοινής δράσης των εργαζομένων και των σωματείων που δρουν στον ίδιο χώρο. Ο ΣΜΕΘ όφειλε να έχει προχωρήσει σε συνεννόηση με το ΣΕΦΙΕ και σε μια από κοινού διεκδίκηση με κατεύθυνση κινηματική και αγωνιστική.
Στην ίδια λογική, οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ που αποτελούν την πλειοψηφούσα παράταξη στο ΣΕΦΙΕ μετά τις τελευταίες εκλογές, προχώρησαν στην υπογραφή τοπικής ενιαίας συλλογικής σύμβασης για τη Θεσσαλονίκη, παρά τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω. Εκτός από αυτό και χωρίς να συζητηθεί στο διοικητικό συμβούλιο, προχώρησαν σε εξώδικο εναντίον του ΣΜΕΘ για την αντιπροσωπευτικότητα των σωματείων και τη δυνατότητα υπογραφής συλλογικής σύμβασης.
Στην περίοδο που όλοι οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να είναι ενωμένοι και να διεκδικούν από κοινού τα κεκτημένα και τα δικαιώματά τους με μαζικούς και κινηματικούς όρους, δυνάμεις που διατείνονται ότι δρουν υπέρ του εργατικού και λαϊκού κινήματος, έχουν επιδοθεί σε ένα παιχνίδι που παίζεται σε ξένο γήπεδο για την ταξική πάλη και ερήμην των εργαζομένων, με εξώδικα και καταγγελίες, υπηρετώντας μικροπολιτικές σκοπιμότητες και αποδυναμώνοντας τις εργατικές διεκδικήσεις. Σε αντίθεση με τις ανάγκες των καιρών, που επιβάλλουν την κοινή δράση όλων των δυνάμεων και όλων των εργαζομένων και όχι την περιχαράκωση του καθενός, τέτοιες λογικές όχι μόνο αποδυναμώνουν το κίνημα, αλλά και αφήνουν χώρο στην κυβέρνηση και το κεφάλαιο να δρουν ανενόχλητοι ενάντια στις λαϊκές και εργατικές διεκδικήσεις. Στόχος του συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος πρέπει να είναι η μαζικοποίηση των σωματείων, η ανασυγκρότηση της εργατικής τάξης και η ανάληψη πρωτοβουλιών και αγώνων με μαζικούς και αγωνιστικούς όρους.
Μαρία Ματσούκα – μέλος Δ. Σ. του ΣΕΦΙΕ