Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

20 Ιουλ 2012

Κάτω τα χέρια από την απεργία στη Χαλυβουργία

ΟΛΟΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΙΣ 5:00 μ.μ. ΣΤΗ ΓΕΦΥΡΑ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ
(ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟ ΑΘΗΝΩΝ - ΚΟΡΙΝΘΟΥ)
Τα ξημερώματα δυνάμεις των ΜΑΤ με εισαγγελική απόφαση επιτέθηκαν στους απεργούς της Χαλυβουργίας, προχώρησαν σε συλλήψεις και έμπασαν στο εργοστάσιο δεκάδες απεργοσπάστες. Η τρικομματική συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και των «αριστερών» πρόθυμων μαϊντανών της ΔΗΜΑΡ προσπαθεί με αυτόν τον τρόπο να καταφέρει αυτό που δεν κατάφεραν οι στημένοι από την εργοδοσία του Μάνεση απεργοσπαστικοί μηχανισμοί, αυτό που δεν κατάφερε η οικονομική πίεση που δημιούργησε στους ηρωικούς απεργούς η πολύμηνη απεργία τους: Να καταφέρει να σπάσει την απεργία.
Η κυβέρνηση του κεφάλαιου και του ιμπεριαλισμού θέλει να δώσει το πρώτο έμπρακτο μήνυμα σε όλους τους εργαζόμενους για το τι εννοούσε με την «επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου»: Το τσάκισμα κάθε αγώνα, την ωμή βία στους «εχθρούς εργάτες», στον «εχθρό λαό». Και την κυνική και απροσχημάτιστη χρησιμοποίηση όλων των κρατικών μηχανισμών στην υπηρεσία του κεφαλαίου και της αντιλαϊκής επίθεσης.
Από την άποψη αυτή η καταστολή της απεργίας στη Χαλυβουργία δεν αφορά μόνο τους Χαλυβουργούς. Αφορά κάθε εργαζόμενο, κάθε εργάτη, κάθε άνεργο που θα συναντήσει την ίδια καταστολή όταν σηκώσει το κεφάλι και τη γροθιά του ενάντια στη βαρβαρότητα.
•    Συμπαράσταση στους απεργούς της Χαλυβουργίας – ΟΛΟΙ στην πύλη του εργοστασίου
•    Εξω τα ΜΑΤ από τη Χαλυβουργία – κάτω τα χέρια από την απεργία
•    Να απελευθερωθούν άμεσα οι συλληφθέντες
•    Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, του απεργού του άνεργου και του μετανάστη
•    ΝΙΚΗ στην απεργία των Χαλυβουργών
•    Ενότητα και κοινή δράση των εργαζομένων για την υπεράσπιση της ζωής μας – κόντρα στην αντιλαϊκή επίθεση ΔΝΤ – ΕΕ και της τρικομματικής συμμαχίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ

20 Ιούλη 2012

18 Ιουλ 2012

Ο λαός δεν θα προσαρμόσει προς τα κάτω τις ανάγκες του!

Η βάρβαρη πολιτική της επίθεσης των δυνάμεων του συστήματος οδηγεί μεγάλα τμήματα του λαού σε απόλυτη εξαθλίωση. Σε μια κατάσταση δηλαδή που δεν μπορούν να καλύψουν στοιχειώδεις ανθρώπινες ανάγκες και δικαιώματα, όπως της τροφής, του ηλεκτρικού, του νερού, της υγείας, της εκπαίδευσης, της στέγης.  Η νέα κυβέρνηση της αστικής ολιγαρχίας της ΝΔ με την ενίσχυση ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ υποτίθεται ότι θα «ασχοληθεί» ιδιαίτερα με τον κόσμο αυτόν που έχει οδηγηθεί στην καταστροφή και θα τον «στηρίξει» με την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής. Από κοντά, ακόμα και οι φασίστες της ΧΑ «φροντίζουν» και αυτοί για το λαό με «κοινωνικά παντοπωλεία» και «τράπεζες αίματος» μόνο για Ελληνες (!), αποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό ότι όλες οι συστημικές δυνάμεις αυτό που πραγματικά επιζητούν είναι να έχουν το λαό στη θέση του επαίτη και όλοι αυτοί να καλύπτουν τη θέση του ελεήμονα. Αυτό που επιδιώκουν με την καθημερινή προπαγάνδα αλλά και την ωμή βία και τρομοκρατία είναι ο λαός να αποδεχτεί αυτή του την κατάσταση, να τη θεωρήσει ένα «αναγκαίο κακό» που πρέπει να υπομείνει για να «σωθεί η χώρα». Ο αδίστακτος κυνισμός της αστικής ολιγαρχίας και του πολιτικού της προσωπικού απροκάλυπτος και ωμός. Από την άλλη μεριά, η «υπεύθυνη» αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ ορίζει σαν βασικό πεδίο της πολιτικής της την «κοινωνική αλληλεγγύη», όπως ιατρεία, φαρμακεία, παντοπωλεία κ.λπ., και ζητάει από την κυβέρνηση να κηρύξει τη χώρα σε «ανθρωπιστική κρίση» έτσι ώστε να υπάρξει άμεση υλική βοήθεια από χώρες, οργανισμούς και ΜΚΟ. Προαναγγέλλοντας έτσι και το περιεχόμενο της βασικής κινηματικής της κατεύθυνσης. Είναι αναγκαίο να ξαναπούμε ότι «αυτό» που έχει βρει το λαό δεν είναι μια «έκτακτη» κατάσταση, αποτέλεσμα μιας φυσικής καταστροφής, ενός λιμού ή άλλου ανάλογου χαρακτήρα γεγονότος. Η έκτακτη κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο λαός είναι αποτέλεσμα της πολιτικής των δυνάμεων του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα. Είναι αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού που για να «γειάνει» καταστρέφει την πιο παραγωγική δύναμη, τη ζωντανή εργασία, απλώνοντας έτσι την εξαθλίωση στην πλειοψηφία του λαού. Τα νούμερα της φτώχειας που δίνει η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην τρίμηνη έκθεσή της για την Ελλάδα αποκαλύπτουν την τεράστια έκταση του ζητήματος η οποία δεν παίρνει «γιατρειά» με κοινωνικές δήθεν πολιτικές αλλά αποτελεί ζήτημα διεκδίκησης και αναμέτρησης του λαού απέναντι στις δυνάμεις του συστήματος. Η «ανθρωπιστική κρίση» που λέει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ταξική κρίση, προϊόν της επίθεσης, αποτέλεσμα των δυσμενών πολιτικών συσχετισμών και του χαμηλού, ακόμη, επιπέδου συγκρότησης του λαϊκού παράγοντα απέναντι στους εχθρούς του. Την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές.  Η αγωνία όλων των αγωνιστών να ανταποκριθούν στις ανάγκες του λαού και κυρίως στα μεγάλα του βάσανα δεν μπορεί να γίνει «διαβατήριο» απόσυρσης από την ταξική πάλη και τα πιεστικά καθήκοντα που αυτή βάζει. Πολύ περισσότερο δεν μπορούν να υποκατασταθούν τα ζητήματα της αναμέτρησης με τον αντίπαλο από «εναλλακτικές προτάσεις» για μια «ευτυχισμένη ζωή» με «λίγα και καλά», μακριά από «αδιέξοδα καταναλωτικά μοντέλα». Κάποιοι, κυρίως χορτάτοι, είναι φανερό ότι παίζουν με τη ζωή του λαού και τον αντιμετωπίζουν σαν πειραματόζωο για την ικανοποίηση των δικών τους φαντασιώσεων και αυταπατών. Η πιο σοβαρή πλευρά όμως είναι η πολιτική αντιμετώπιση τόσο από οργανώσεις και κόμματα όσο και από αγωνιστές της Αριστεράς γιατί το ειδικό βάρος της στάσης τους μπορεί να καθορίσει και το χαρακτήρα των «κοινωνικών» εγχειρημάτων και τη σχέση τους με το κίνημα. Το πολιτικό άλλοθι που κατασκευάζει ο ΣΥΡΙΖΑ για να αποσυρθεί «υπεύθυνα» και «μαχητικά» από το κίνημα και να οικοδομήσει την κυβερνητική του προοπτική δεν μπορεί να μείνει χωρίς αντιπαράθεση, ανεξάρτητα από την πρακτική στάση των αγωνιστών σε ζητήματα έμπρακτης κοινωνικής αλληλεγγύης. Εξάλλου, και η ιστορία του κινήματος έχει δείξει ότι όσο ανεβαίνει η πολιτική συγκρότηση, όσο μαζικοποιείται η μαχητική κατεύθυνση του κινήματος, όσο επικρατεί η επαναστατική λογική της ασυμβίβαστης αντιπαράθεσης με το σύστημα και τις αντιδραστικές δυνάμεις τόσο γεννιούνται αυθεντικές λαϊκές μορφές οργάνωσης που αντιμετωπίζουν τις πιο οξυμένες πλευρές των λαϊκών αναγκών.  Σήμερα, σε μια περίοδο όπου η κινηματική άπνοια της προεκλογικής και εκλογικής περιόδου έχει δημιουργήσει άσχημο κλίμα ανάμεσα στους εργαζόμενους, η αλληλεγγύη και η στήριξη των εργατικών αγώνων εκεί όπου έχουν ξεσπάσει και εκεί που μπορούν άμεσα να αναπτυχθούν είναι η πιο σημαντική συνεισφορά που μπορεί να έχει ένα ευρύτατο αγωνιστικό δυναμικό.  Η αγωνιστική αλληλεγγύη για να είναι ουσιαστική και αποτελεσματική έχει να δουλέψει προς πολλές κατευθύνσεις και να καλύψει σημαντικές ανάγκες των εργαζόμενων που αγωνίζονται. Η ενίσχυση της αγωνιστικής αλληλεγγύης μέσα στο λαό διαμορφώνει όρους και συσχετισμούς πάλης, μπορεί να φέρει στο προσκήνιο του αγώνα νέους αγωνιστές, να ξεσκεπάσει αντιδραστικές και φασιστικές δυνάμεις που πίσω από το προσωπείο της «κοινωνικής προσφοράς» καλύπτουν τη σαπίλα του συστήματος που υπηρετούν.  Αυτό σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε όσους από το λαό δεν μπορούν να αγωνιστούν και στεκόμαστε μόνο δίπλα στους αγώνες; Κάθε άλλο!  Οι αγώνες για να μην κλείσουν νοσοκομεία και σχολεία, για να μη μείνει καμία οικογένεια χωρίς ρεύμα, νερό και το χειμώνα θέρμανση είναι στόχοι πάλης που συνδέονται άρρηκτα με την πάλη για μεροκάματο και μισθό, για ανθρώπινες συνθήκες δουλειάς, με την πάλη για επίδομα ανεργίας σε όλους τους ανέργους.  Επιμένουμε ότι μέσα στο κίνημα πρέπει να κυριαρχήσει η εργατική-λαϊκή κατεύθυνση της οικοδόμησης μιας έμπρακτης αγωνιστικής αλληλεγγύης στη βάση της πολιτικής και κοινωνικής αναμέτρησης με τους αντιπάλους και όχι οι «αξίες» και τα «θέλω» των μεσο-στρωμάτων που πανικόβλητα από την καταβύθισή τους θέλουν να ηγεμονεύσουν πολιτικά και ιδεολογικά. Γιατί οι ιδέες περί «κοινωνικής προσφοράς» που κυριαρχούν στα μεσοστρώματα και βοήθειας στους «αδύνατους» και «ανήμπορους» είναι προϊόν της αντίληψης ότι μπορεί να υπάρχει η κοινωνία της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης χωρίς τις «ακραίες» της εκφράσεις της πείνας, της δυστυχίας και της εξαθλίωσης.  Η μικροαστική ουτοπία της «συνεργασίας» και του «θετικού κοινωνικού αθροίσματος» επιζητεί να γίνει η ελεήμων δύναμη που θα «σώσει» το λαό από τα σημερινά δεινά του, «αρκεί» και αυτός να προσαρμόσει, προς τα κάτω, τις ανάγκες του. Είναι φανερό ότι ο εργαζόμενος λαός δεν μπορεί να βολευτεί με τα ψίχουλα των ελεημόνων κάθε απόχρωσης, όχι μόνο γιατί αυτά δεν φτάνουν για να τον σώσουν πραγματικά αλλά και γιατί η σωτηρία του είναι σε άμεση συνάρτηση με τη δική του ανεξάρτητη συγκρότηση και δράση για την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής της επίθεσης.

Ιδιωτικοποιήσεις: Το μεγάλο πλιάτσικο ξεκινά

Η επέκταση του κεφαλαίου σε τομείς που κατείχε το κράτος ξεκινά στη χώρα μας από την αρχή της δεκαετίας του '90, όπου με βάση και το Μάαστριχτ, άλλοτε με την αγαρμποσύνη του Μητσοτάκη και άλλοτε με τη μεθοδικότητα των μετοχοποιήσεων του ΠΑΣΟΚ, το πάρτι εξελίσσεται συστηματικά και ασταμάτητα μέχρι τις μέρες μας.
Ο πλούτος που διακυβεύεται όλα αυτά τα χρόνια είναι τεράστιος, ιδιαίτερα αν αποτιμηθεί στη βάση των γεωπολιτικών δεδομένων. Τόσο τα λιμάνια, οι δρόμοι, οι σιδηρόδρομοι και τα αεροδρόμια της χώρας, όσο και τα δίκτυα μεταφοράς ενέργειας αλλά και οι κάθε λογής πηγές της, είναι χρόνια τώρα επίδικα ενός σκληρού ανταγωνισμού με άμεσες και σοβαρές πολιτικές παρενέργειες κάθε φορά. Ο Σαμαράς έριξε τον Μητσοτάκη στην πρώτη φάση ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ, ενώ ο Καραμανλής μπήκε στο χρονοντούλαπο γιατί επέμενε υπέρ των ρώσικων αγωγών που ήταν γεωπολιτικά μη επιτρεπτοί από τις ΗΠΑ.
Σήμερα, με βάση τον εκβιασμό του χρέους, τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά μέσω της τρόικας απαιτούν την άμεση εκποίηση του δημόσιου πλούτου της χώρας. Το ξεπούλημα όσο όσο αυτού του πλούτου ήταν πολύ συγκεκριμένος στόχος για την τρόικα από την αρχή της κρίσης χρέους και των μνημονίων σωτηρίας! Η κυβέρνηση Σαμαρά είναι έτοιμη από καιρό να τα βγάλει όλα αυτά στο σφυρί. Ο Σαμαράς σε κάθε Ζάππειο  τόνιζε (σαν βασικό στοιχείο του μίγματος της αντιλαϊκής πολιτικής του) το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου. Στο Ζάππειο 1 μιλούσε για 50 δισ. από ιδιωτικοποιήσεις. Αυτό το ποσό πέρασε στο μεσοπρόθεσμο ( Μ.Π.Δ.Σ.) του 2011 αλλά ήδη με την εξειδίκευση του μνημονίου 2 ξεχνιούνται τα 50 δισ. και μπαίνουν στόχοι εκποίησης συγκεκριμένων φιλέτων με αυστηρό χρονοδιάγραμμα μέχρι το 2015 και στόχο την εκποίηση όλης της δημόσιας περιουσίας. Σήμερα όχι μόνο δε γίνεται συζήτηση για τα 50 δισ., μα αντίθετα η τρόικα απαιτεί ν’ αρχίσει το πάρτι άμεσα και χωρίς άλλη καθυστέρηση. Απαιτούν μετ’ επιτάσεως να βρεθεί  πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ ( Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου) έτσι ώστε  να ολοκληρώνονται άμεσα οι πωλήσεις. Ο άνθρωπός τους, υπουργός Οικονομικών Στουρνάρας, φρόντισε τη βδομάδα που πέρασε να υπογράψει την πώληση 4 αεροσκαφών  Αirbus που καθυστερούσε εδώ και μήνες, κατανοώντας ότι το μόνο πλέον που ικανοποιεί τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά είναι συγκεκριμένες κινήσεις στην κατεύθυνση λεηλασίας του πλούτου της χώρας και φυσικά των δικαιωμάτων του λαού.

Το πάρτι των λύκων ρημάζει τα λαϊκά δικαιώματα
Δε θα σταθούμε σ’ αυτό το άρθρο σε ενδεχόμενες και πολύ σοβαρές περιπλοκές που  υπάρχουν από συγκρούσεις που ήδη εξελίσσονται στο παρασκήνιο και μπορεί να ενταθούν άγρια μπροστά στο μοίρασμα της λείας. Συγκρούσεις που, όπως είδαμε, δεν θα έχουν μόνο οικονομική διάσταση. Αυτά άλλωστε θα φανούν στην ώρα τους. Αυτή την ώρα θα λέγαμε πως το πόσο ομαλά θα εξελιχθεί το πλιάτσικο θα κριθεί από το πόσο έχει σταθεροποιηθεί, έστω σχετικά και προσωρινά, το νέο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, το νέο συμβόλαιο μεταξύ ΗΠΑ και ευρωπαίων ιμπεριαλιστών για τον έλεγχο της χώρας. Και λέμε σχετικά και προσωρινά γιατί είναι δοσμένο το ρευστό και εξαιρετικά πυρακτωμένο  γεωπολιτικό πεδίο στην περιοχή γύρω μας και αυτό επιδρά άμεσα και στις εξελίξεις στη χώρα μας. Ίδωμεν… Κρίσιμος επίσης παράγοντας είναι η εξέλιξη των λαϊκών αντιστάσεων…
Έχει αξία και σημασία όμως άμεσα να αναφερθούμε στο αντιλαϊκό πλαίσιο που στήνεται χρόνια τώρα με άξονα την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πλούτου. Και από την πλευρά μας τοποθετιόμαστε ακριβώς με βάση τα συμφέροντα των εργαζομένων, χωρίς να έχουμε αταξικές συνδιαχειριστικές αυταπάτες με άξονα το δημόσιο τομέα και άλλα χαρούμενα που ανθούν στην αριστερά μας. Στη βάση αυτή, η αντίθεσή μας στις ιδιωτικοποιήσεις και στη λεηλασία του δημόσιου πλούτου δε συναντιέται με εναλλακτικά προγράμματα διαχείρισης της κρίσης και του εκμεταλλευτικού συστήματος, αλλά εντάσσεται σ’ ένα πλαίσιο πάλης για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής.
     Οι μαζικές λαϊκές αντιστάσεις χρόνια τώρα και ιδιαίτερα τα δύο τελευταία έχουν συγκρουστεί με την πολιτική των πανάκριβων λογαριασμών της ΔΕΗ και των επίσης πανάκριβων εισιτηρίων στις μεταφορές, με το εισιτήριο και την ταυτόχρονη υποβάθμιση στα νοσοκομεία, παρότι η ΔΕΗ, ο ΟΣΕ και τα νοσοκομεία είναι ακόμη κρατικά. Από την πλευρά μας έχουμε καταγγείλει την επιβολή ιδιωτικοοικονομικών όρων λειτουργίας σε μια σειρά ΔΕΚΟ και κρατικές υπηρεσίες και ποτέ δεν αρκεστήκαμε στο να μείνουν κρατικές. Όμως χρόνια τώρα μια σειρά κρατικές υπηρεσίες μπαίνουν σε καθεστώς εξυγίανσης ακριβώς για να ξεζουμιστούν οι εργαζόμενοι και να πάψουν να παρέχουν δωρεάν ή έστω φτηνές υπηρεσίες στο λαό.
Η Τραινοσέ, π.χ., μείωσε τελευταία το προσωπικό της κατά 55%, τους μισθούς κατά 45%, κόπηκαν μια σειρά γραμμές, τα εισιτήρια έγιναν πανάκριβα και έτσι οι εργαζόμενοι των σιδηροδρόμων έχουν ξεχάσει αυτά που ήξεραν, όπως επίσης και οι εργαζόμενοι χρήστες των υπηρεσιών της. Γίνεται μ’ αυτόν τον τρόπο μια χαρά φιλέτο προς ιδιωτικοποίηση.
Για να αγοραστούν οι δημόσιες επιχειρήσεις πρέπει να πάψουν να έχουν δικαιώματα οι εργαζόμενοι σ’ αυτές και ταυτόχρονα να πάψουν να παρέχουν ποιοτικές, ασφαλείς και δωρεάν ή έστω φτηνές υπηρεσίες στο λαό. Και βέβαια στις ιδιωτικοποιημένες πλέον επιχειρήσεις δε γίνεται λόγος ούτε για φτηνές ούτε για ασφαλείς υπηρεσίες, ούτε βέβαια για δικαιώματα εργαζομένων σ’ αυτές. Να γιατί οι ιδιωτικοποιήσεις παρά την αποπροσανατολιστική προπαγάνδα του συστήματος περί αντικρατισμού, ανάπτυξης και αντιμετώπισης του χρέους δεν είναι τίποτε άλλο παρά ωμή υπηρέτηση της πολιτικής “όλα στο κεφάλαιο, όλα για το κεφάλαιο”. Κάθε άλλο παρά θα περισωθούν οι μισθοί και τα λαϊκά εισοδήματα με τις ιδιωτικοποιήσεις όπως ξεδιάντροπα αποπροσανατολίζουν. Αντίθετα, η σφοδρή αντιλαϊκή επίθεση, όταν εξασθενούν οι αντιστάσεις του λαού, αναζωπυρώνεται σαν λαίλαπα, όπως ήδη συμβαίνει κατακαλόκαιρο.
 Αφού ρήμαξαν τα νοσοκομεία της περιφέρειας θέλουν, λέει, τώρα να τα αξιοποιήσει ο ιδιωτικός τομέας για προσέλκυση ιατρικού τουρισμού. Ήδη έξι ξεπουλήματα (κρατικά λαχεία, ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ, ΙΒΕ, Ελληνικό, Κασσιόπη Κέρκυρας, Άφαντου Ρόδου) είναι σ’ εξέλιξη. Εννέα βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας και δεκατρία υπό διαμόρφωση. Όμως δε θα μείνουν εκεί. Οι εξελίξεις στο χώρο της υγείας και της ασφάλισης είναι ήδη ανησυχητικές. Πλέον είναι απόλυτα φανερό πως δεν έχουν σκοπό ν’ αφήσουν τίποτε όρθιο. Αλίμονο, λοιπόν, αν ο λαός σταματήσει ν’ αντιστέκεται με όρους υπεράσπισης των δικαιωμάτων του και πειστεί από συνδιαχειριστικές αυταπάτες. Αλίμονο αν αργήσει η παραπέρα πολιτικοποίηση των σοβαρών αντιστάσεων του λαού μας προκειμένου να συνεχιστούν πιο αποτελεσματικά.
Ο λαός μας θα λέγαμε πως κατανοεί ήδη ότι στόχος των Αμερικάνων και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών και της ντόπιας αστικής τάξης είναι η λεηλασία του πλούτου της χώρας και ταυτόχρονα κάθε δικαιώματος του κόσμου της δουλειάς. Υπάρχουν αντικειμενικοί όροι, παρά τη σφοδρότητα της επίθεσης, να δυναμώσουν οι μαζικές αντιστάσεις για να υπερασπιστεί ο λαός τη ζωή και το δίκιο του. Έστω και αν η υπεύθυνη αριστερά των εκλογικών ποσοστών που ετοιμάζεται για κυβερνητικούς ρόλους τον καλεί να αρκεστεί στα συσσίτια και στη φιλανθρωπία των γιατρών χωρίς σύνορα και άλλων ΜΚΟ.
Ο λαός μας μπορεί και πρέπει να κινείται διαφορετικά. Οι αριστεροί που δε θαμπώνονται με τα καθρεφτάκια του συστήματος αλλά συνεχίζουν να οργίζονται με τη βαρβαρότητά του μπορούν να συμβάλουν ώστε να μπουν στόχοι μαζικής διεκδίκησης και ανατροπής της αντιλαϊκής πολιτικής. Ο λαός δεν πρέπει να χαρίσει κανένα δικαίωμά του. Να συμβάλουμε ακόμη πιο αποφασιστικά για να δυναμώσουν οι αντιστάσεις σ’ όλο το πλαίσιο της εξάρτησης, που, πέρα από κινδύνους για την ειρήνη και τη δημοκρατία, λεηλατεί ανοιχτά πλέον τον πλούτο της χώρας, το σύνολο των λαϊκών δικαιωμάτων και κατακτήσεων και υποθηκεύει επικίνδυνα το μέλλον του λαού.

Κανένας διάλογος μ’ αυτούς που μας ληστεύουν

Οι  λεγόμενοι κοινωνικοί εταίροι (εργοδοτικές οργανώσεις, ΓΣΕΕ, κυβέρνηση) ετοιμάζουν ένα νέο γύρο «κοινωνικού διαλόγου». Κεντρικό ζήτημα του αποκαλούμενου κοινωνικού διαλόγου αποτελεί ο εφαρμοστικός νόμος του μνημονίου του περασμένου Φλεβάρη που μείωσε τον κατώτατο μισθό και το  μεροκάματο κατά 22% και για τους νέους κατά 32%.
Ανάλογες συζητήσεις πραγματοποιήθηκαν για το ίδιο θέμα και στην προεκλογική περίοδο από τα κόμματα του κεφαλαίου και από εκείνα της κοινοβουλευτικής αριστεράς. Όλοι τους λίγο πολύ εμφανίζονταν να διαφωνούν με το συγκεκριμένο εφαρμοστικό νόμο και δήλωναν τις προθέσεις τους να «διορθώσουν ορισμένες αδικίες». Να σημειώσουμε επίσης ότι εκείνη την περίοδο, την προεκλογική, ο Ευ. Βενιζέλος θεώρησε σαν υπεύθυνους του εφαρμοστικού νόμου τους «κουκουλοφόρους του ΣΕΒ». Σχετικά με το θέμα ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται να καταθέσει σχετικό νόμο κατάργησης των εφαρμοστικών νόμων του μνημονίου.
Με τη μορφή του κοινωνικού διαλόγου επανέρχονται οι εκλογικές αυταπάτες, τη στιγμή που η κυβέρνηση και οι τροϊκανοί εφαρμόζουν όλο το αντεργατικό οπλοστάσιο που ψηφίστηκε το τελευταίο διάστημα και ταυτόχρονα ετοιμάζουν και νέα αντεργατικά μέτρα που θα μειώσουν ακόμη περισσότερο τους μισθούς και τις συντάξεις και θα καταργήσουν ό,τι έχει απομείνει από κατακτήσεις και δικαιώματα.
Παράλληλα η ΓΣΕΕ, αυτοί οι υποταγμένοι στις δυνάμεις του κεφαλαίου εργατοπατέρες, πρωταγωνιστούν στο λεγόμενο κοινωνικό διάλογο και καλούν τους «εταίρους» τους, κυβέρνηση και εργοδότες, να εγγυηθούν το διάλογο και να προσέλθουν σε αυτόν με επιχειρήματα. Οι δυνάμεις του κεφαλαίου και αυτές της συγκυβέρνησης το μόνο που μπορούν να εγγυηθούν στον εργαζόμενο λαό και στη νεολαία είναι μεγαλύτερη φτώχεια, ανεργία και εξαθλίωση.
Η κυβέρνηση με τις προγραμματικές της δηλώσεις και οι τροϊκανοί με τις καθημερινές επεμβάσεις τους έχουν κάνει και συνεχίζουν να κάνουν φανερές τις προθέσεις τους. Η επίθεση στο λαό γι’ αυτές τις δυνάμεις θα είναι πιο άγρια και βάναυση. Τίποτα δε θα είναι όπως πριν. Η ανεργία θα συνεχίσει ν’ αγκαλιάζει όλο και περισσότερο κόσμο της δουλειάς και κυρίως τη νεολαία, που θα αποτελεί τον εφιάλτη της. Το βιοτικό επίπεδο των εργατικών και λαϊκών οικογενειών καθημερινά θα χειροτερεύει. Το ίδιο επίσης θα χειροτερεύει η υγεία και η περίθαλψη του λαού. Οι δυνάμεις της αντίδρασης και του κεφαλαίου, ξένες και ντόπιες, χωρίς περιστροφές έχουν στόχο τη μεγαλύτερη φτωχοποίηση του λαού με βαλκανοποίηση των μισθών, όπως καθημερινά κραυγάζουν.
Η μείωση τον περασμένο Φλεβάρη κατά 22% του κατώτατου μισθού και 10% επιπλέον για τους νέους καθώς και η ουσιαστική κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, όπως  και της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, αποσυγκροτούν  την εργατική τάξη και αποσαθρώνουν το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Ο σταθερός χρόνος εργασίας έχει χτυπηθεί βάναυσα και  αντικαθίσταται από μερική ή προσωρινή απασχόληση. Παράδειγμα οι εργαζόμενοι στα ναυπηγεία που έχουν  αναγκαστεί να εργάζονται -αν αυτό θεωρείται εργασία- μία ημέρα τη βδομάδα, δηλαδή τέσσερις μέρες το μήνα. Αυτό που πραγματικά έχει επιβληθεί στους χώρους δουλειάς είναι η εργασιακή ζούγκλα. Και τα χειρότερα βρίσκονται μπροστά μας. Την ίδια στιγμή που η επίθεση στον εργαζόμενο λαό γίνεται πιο άγρια και η ζωή του όλο και πιο εφιαλτική,  η υποταγμένη συνδικαλιστική ηγεσία της ΓΣΕΕ αποφασίζει να κηρύξει γενική απεργία χωρίς να ορίσει ημερομηνία. Στόχος της να χρησιμοποιήσει το ενδεχόμενο της απεργίας σαν μέσο πίεσης στο διάλογο με τους εταίρους της για να κερδίσει κάποια ψίχουλα και να βγει από την υποχρέωση.

Να αντισταθούμε και να διεκδικήσουμε

Ας γίνει καθαρό σε κάθε εργαζόμενο και σε κάθε νεολαίο ότι όλα αυτά που μας ετοιμάζουν, όλα αυτά που επιχειρούν να μας επιβάλουν οι δυνάμεις της συγκυβέρνησης ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ και οι δυνάμεις της τρόικας θα θέσουν στις πλατιές λαϊκές μάζες πρόβλημα επιβίωσης. Αυτό είναι το κορυφαίο ζήτημα που η εργατική τάξη και ο λαός οφείλουν να αντιπαλέψουν και να αντιμετωπίσουν. Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα που πρέπει να μπει στην ημερήσια διάταξη για να δοθούν λύσεις. Και αυτές θα τις δώσουν αυτοί που έχουν το πρόβλημα και η ζωή τους γίνεται όλο και πιο δυσβάστακτη και βασανιστική. Όλα τα εκατομμύρια των ανέργων που δεν έχουν ούτε το ελάχιστο εισόδημα, όλες οι εκατοντάδες χιλιάδες που είναι μισο-άνεργοι και αμείβονται μ’ έναν ελάχιστο μισθό. Και ακόμη περισσότεροι αυτοί που το εισόδημά τους δε φτάνει τα 400 ευρώ το μήνα. Όλοι αυτοί που φτωχοποιούνται με ταχύτητα. Αυτοί θα πρέπει να γίνουν οι πρωταγωνιστές της εργατικής και λαϊκής αντίστασης και διεκδίκησης. Αυτοί που μπορούν, όταν πάρουν την υπόθεση της πάλης στα χέρια τους, να δώσουν τις αναγκαίες λύσεις. Όλοι οι αγωνιστές της Αριστεράς, όλες οι λαϊκές και ταξικές οργανώσεις οφείλουν να πρωτοστατήσουν σ’ αυτή την πάλη, να συντονίσουν τη δράση τους και να πάρουν τις αναγκαίες πρωτοβουλίες.
Δεν είναι ζήτημα διαλόγου με αυτούς που εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν το λαό και τη νεολαία. Δεν είναι ζήτημα «προτάσεων νόμων» στη Βουλή, που στην ουσία προβάλλονται και προωθούνται για να υπονομεύσουν και να αποπροσανατολίσουν την πάλη των λαϊκών μαζών. Είναι ζήτημα πάλης από αυτούς που έχουν το πρόβλημα, από αυτούς που έχουν ανάγκη να δοθούν λύσεις που να βελτιώνουν τη ζωή του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας. Λύσεις που να ανοίγουν δρόμους προοπτικής της λαϊκής πάλης για οριστικές και κορυφαίες λύσεις που θα δίνουν πραγματικές απαντήσεις στα εργατικά και λαϊκά προβλήματα. Μόνο μαζικοί και ταξικοί αγώνες μπορούν να διαμορφώσουν τους αναγκαίους συσχετισμούς δύναμης, γιατί από ισχυρούς συσχετισμούς έρχονται οι λύσεις και από αυτούς παραμένουν σε ισχύ και διάρκεια.
Ο καθένας που έχει τη δυνατότητα και τη θέληση να σκέφτεται σοβαρά δε μπορεί να πιστεύει πως τα βάρβαρα μνημόνια και οι εφαρμοστικοί νόμοι που τα συνοδεύουν, όπως η μείωση  του κατώτατου μισθού κατά 22% και η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, μπορούν να επανέλθουν όπως ήταν πριν, μέσα από το διάλογο με αυτούς που τα επιβάλλουν στο λαό. Ο λεγόμενος κοινωνικός διάλογος το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αποπροσανατολίσει το λαό από την πάλη και να διευκολύνει το δρόμο της αντεργατικής και αντιλαϊκής επίθεσης.
Κανένας διάλογος με αυτούς που μας ληστεύουν. Τις λύσεις τις αναζητάμε στους δρόμους και στην οργάνωση της πάλης.

Στη φοροεπιδρομή και στη φοροληστεία
Μόνη απάντηση οι αγώνες μας

Πραγματική φοροκαταιγίδα και χαρατσοθύελλα μες στο κατακαλόκαιρο έχει ξεσπάσει αυτή τη περίοδο πάνω στο λαό και στους εργαζόμενους. Την στιγμή που στη χώρα μας οι άνεργοι πλησιάζουν το 1,5 εκατομμύριο («επίσημα στοιχεία» ΕΛΣΤΑΤ), που το 68% των νοικοκυριών ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας (έκθεση Κομισιόν), που τα καθημερινά λουκέτα σε επιχειρήσεις και μικρομάγαζα αποκτούν μορφή χιονοστιβάδας, που η εργοδοσία κήρυξε «στάση πληρωμών» και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι παραμένουν για μήνες απλήρωτοι, που οι λαϊκές οικογένειες αδυνατούν  να ανταπεξέλθουν στις στοιχειώδεις καθημερινές τους ανάγκες και η πλειοψηφία του λαού μας έχει ξεγράψει τις καλοκαιρινές διακοπές…, την ίδια στιγμή από την κυβέρνηση προωθείται μια πρωτοφανής φορολογική λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος. Σχεδόν πενταπλάσιοι (!) από πέρυσι είναι οι φόροι που έβαλε στόχο να μαζέψει φέτος η κυβέρνηση. 5,1 δισ. έσοδα από φόρους προβλέπουν για φέτος οι δημοσιονομικοί στόχοι του Μνημονίου από 1,1 δισ.  που ήταν πέρυσι!  Δηλαδή πολύ περισσότεροι φόροι για πολύ λιγότερα εισοδήματα!  Δεν διστάζουν να φορολογήσουν ακόμα και τη φτώχεια. Με τα κόλπα των τεκμηρίων θα κληθούν φέτος να πληρώσουν ακόμα και οι χωρίς εισόδημα άνεργοι που τυχαίνει νά ΄χουν ένα σπίτι!  Από 1 μέχρι 2 μηνιάτικα υπολογίζεται ο μέσος φόρος που θα πληρώσει κάθε μισθωτός ή συνταξιούχος. Στα ίδια επίπεδα είναι και η φορολογική επιβάρυνση για μικροεπαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους. Από τα μέχρι στιγμής στοιχεία, τα 2 στα 3 εκκαθαριστικά βγαίνουν χρεωστικά (πληρώνουν) όταν στις περσινές δηλώσεις η αναλογία ήταν 2 στους 10 (!), ενώ ο μέσος φόρος που προκύπτει ανέρχεται στα 1.540 ευρώ! Και μιλάμε μόνο για τους άμεσους φόρους, χωρίς δηλαδή να υπολογίζουμε την αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος από την έμμεση φορολογία (ΦΠΑ, ΕΦΚ κλπ).
Φοροεπιδρομή και φοροληστεία λοιπόν άνευ προηγουμένου. Το αφορολόγητο μειώθηκε στα 5.000 ευρώ από 12.000 που ήταν το 2011, η έκπτωση φόρου για τη δαπάνη των ενοικίων μειώθηκε  στα 100 ευρώ από 240 ευρώ που ήταν πέρυσι, μείωση από τα 240 στα 100 ευρώ έχουμε και στις φοροαπαλλαγές για τα φροντιστήρια, από 20% σε 10% μειώθηκε η έκπτωση φόρου για τους τόκους των στεγαστικών δανείων κλπ. Με τους αλλεπάλληλους φορολογικούς νόμους που ψηφίστηκαν καθ’ υπαγόρευση του μνημονίου, οι οποίοι κατάργησαν ουσιαστικά το αφορολόγητο, πετσόκοψαν τις φοροαπαλλαγές και εκτόξευσαν τα «τεκμήρια διαβίωσης» έχουμε μια βίαιη αφαίρεση εισοδήματος από τις τσέπες των εργαζομένων. Μια βίαιη μεταφορά τεράστιου πλούτου από «τους κάτω» προς «τους πάνω».
Και δεν είναι μόνο αυτά. Σαν να μην έφταναν οι δυσβάσταχτοι φόροι έχουμε τα παλιά και νέα χαράτσια που έρχονται να αποτελειώσουν το λαϊκό εισόδημα:
-    Το «τέλος αλληλεγγύης» για το 2011 (1% για 12.000 έως 20.000 ευρώ εισόδημα και 2% από 20.000 έως 50.000 ευρώ) που θα κληθούμε να το πληρώσουμε μαζί με το φετινό εκκαθαριστικό ενώ ήδη πληρώσαμε ή ακόμα πληρώνουμε τις δόσεις για το 2010. Ταυτόχρονα από 1 Γενάρη έχουμε και την παρακράτηση που γίνεται κάθε μήνα από τις μισθοδοσίες για τα τρέχοντα εισοδήματα του 2012. Με δυο λόγια, τριπλό χαράτσωμα.
-    Το «τέλος επιτηδεύματος» που θα πληρώσουν αυτοαπασχολούμενοι και  μικροεπαγγελματίες και που για το 2012 αυξήθηκε και αυτό στα 500 ευρώ (για πόλεις με πληθυσμό πάνω από 200 χιλιάδες) και στα 400 ευρώ (για πόλεις με μικρότερο πληθυσμό) από 300 ευρώ που ήταν στο 2011.
Αυτά όσον αφορά «μόνο» στα εκκαθαριστικά της Εφορίας. Όμως η φοροεπιδρομή στα λαϊκά εισοδήματα δεν τελειώνει εδώ. Από πίσω έρχεται το νέο χαράτσι της ΔΕΗ (τα πρώτα ειδοποιητήρια θα αρχίσουν νά 'ρχονται από τις 24 Ιούλη), η εξίσωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης από το φθινόπωρο του 2012 κλπ. Και από κοντά φορολογικό σαφάρι για πάνω από 900.000 φορολογούμενους με κατασχέσεις κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων, ακόμα και με κατασχέσεις μισθών και συντάξεων (!) για ληξιπρόθεσμα χρέη από 300 ευρώ και πάνω! Φορομπηξία χωρίς τελειωμό.
Η συγκυβέρνηση της «επαναδιαπραγμάτευσης», της «επιμήκυνσης» και της «απαγκίστρωσης»  αποδεικνύεται γερά αγκιστρωμένη στο μνημόνιο, δουλικά υποτακτική στα ξένα αφεντικά της και αδιαπραγμάτευτη μόνο απέναντι στο λαό,  εφαρμόζοντας «κατά γράμμα», απαρέγκλιτα, χωρίς καθυστερήσεις και χωρίς λοξοδρομήσεις όλα τα μέτρα εξαθλίωσης των εργαζομένων. Χιλιάδες νοικοκυριά βρίσκονται ήδη με την πλάτη στον τοίχο αδυνατώντας να πληρώσουν τους δυσβάσταχτους φόρους. Τα «κροκοδείλια» δάκρυα της κυβέρνησης δεν πείθουν κανέναν. Όσο και να παραταθούν οι προθεσμίες των δηλώσεων, όσο και να αυξηθούν οι δόσεις, όσες ευκολίες πληρωμής και αν γίνουν, επί της ουσίας τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει, η φοροαφαίμαξη θα παραμείνει.
Λαός και εργαζόμενοι τίποτα δεν έχουν να περιμένουν από τις κυβερνητικές ρυθμίσεις, τίποτα δεν έχουν να περιμένουν από το κοινοβουλευτικό θέατρο των «επερωτήσεων» και των «νομοθετικών πρωτοβουλιών», τίποτα δεν έχουν να περιμένουν από τον διαγκωνισμό προτάσεων και εντυπωσιασμού της «αντιμνημονιακής» αντιπολίτευσης. Μπορούν να ελπίζουν μόνο στο δικό τους κίνημα, μόνο στους δικούς τους αγώνες. Κάθε αναμονή, κάθε αυταπάτη, κάθε πίστωση χρόνου στην κυβέρνηση, κάθε ανάθεση στη «μαχητική και υπεύθυνη» αξιωματική αντιπολίτευση, κάθε υποστολή των κινηματικών διαδικασιών οδηγεί σε ακόμα χειρότερες μέρες. Λαός και εργαζόμενοι μπορούν και πρέπει να αντισταθούν. Συνεχίζοντας στα βήματα των μεγάλων λαϊκών και εργατικών κινητοποιήσεων των προηγούμενων χρόνων. Απαιτώντας τη δραστική μείωση των άμεσων και έμμεσων φόρων. Να μην ισχύσει η μείωση-κατάργηση του αφορολόγητου και των φοροαπαλλαγών. Απαιτώντας την κατάργηση των χαρατσιών. Διεκδικώντας δουλειά, εισόδημα, πραγματικές αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις. Αγωνιζόμενοι ενάντια στην κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων. Συλλογικά και όχι ατομικά, μαζικά και οργανωμένα, με όρους κινήματος μπορεί και πρέπει να αντισταθούμε στη φοροεπιδρομή και στα χαράτσια, να ανατρέψουμε τη φορομπηχτική πολιτική, να διεκδικήσουμε τη ζωή που μας κλέβουν. Είναι πλέον ζήτημα επιβίωσης!

17 Ιουλ 2012

Υπάρχει ζωή μετά το ευρώ;

Εκτός από τα καθιερωμένα ελλείμματα του προϋπολογισμού και τις άλλες «υποχρεώσεις μας» προς τους πιστωτές, αυτό που αναμφίβολα κυριάρχησε στη συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις στη βουλή αλλά και γενικότερα στη δημόσια πολιτική συζήτηση είναι ένα έλλειμμα λογικής και ορθολογικής σκέψης που παραμένει ασχολίαστο από τους λαλίστατους, κατά τα άλλα, πολιτικούς αναλυτές. Ο «παραλογισμός» αυτός -που στην πραγματικότητα είναι συνειδητός και μεγάλο κόλπο- πήρε μορφή με τις «προγραμματικές δηλώσεις» μιας κυβέρνησης που σέβεται τις δεσμεύσεις απέναντι στους δανειστές αλλά προχωρά (;) στην «επαναδιαπραγμάτευση» με στόχο την επιμήκυνση παροχής της «θανατηφόρας δόσης». Και, βεβαίως, με στόχο να μη περικοπούν τα ειδικά μισθολόγια στους ένστολους (γιατί με κακοπληρωμένους πραιτοριανούς δεν συγκρατείται η λαϊκή οργή, όσο κι αν ενισχύθηκε εκλογικά η Χρυσή Αυγή).
Ο βιασμός κάθε λογικής, που αποτελεί πλέον την κυβερνητική γραμμή, διατυπώθηκε περιεκτικά και συμπυκνωμένα από τον υπουργό Οικονομικών Γ. Στουρνάρα: για να επαναδιαπραγματευθούμε το μνημόνιο πρέπει πρώτα να το εφαρμόσουμε! Βγαίνει κάποιο νόημα σε αυτό; Δηλαδή, πρώτα σκοτώνουμε τον ασθενή και μετά τον θεραπεύουμε (οι νεκροί, άλλωστε, δεν έχουν καμία ή έχουν μόνο μια «αρρώστια») .
Ποιο είναι, λοιπόν, το νόημα της κυβερνητικής γραμμής; Το νόημα είναι ότι το ψέμα μονάχα με περισσότερα ψέματα κρύβεται. Ή, πιο πολιτικά, η εξαπάτηση του λαού είναι η βασική πολιτική γραμμή και τακτική μιας κυβέρνησης υποτακτικών στο ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο. Με αυτόν τον τρόπο (την εξαπάτηση) και «επαναδιαπραγματεύονται», όπως είχαν υποσχεθεί προεκλογικά, και εφαρμόζουν τα μνημόνια, τηρώντας τις δεσμεύσεις τους απέναντι στα μεγάλα αφεντικά. Και επειδή είναι αδύνατον να έχεις και τους ιμπεριαλιστές «χορτάτους» και την «πίτα» των μισθών, των συντάξεων και της δημόσιας περιουσίας ολόκληρη, συστάθηκε ολόκληρη... εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης μήπως και πειστούμε .
Αντίστοιχης «ποιότητας» είναι βέβαια και τα επιχειρήματα υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων. Οι ιδιωτικοποιήσεις και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας οδηγούν στην... εθνική ανεξαρτησία (!), σύμφωνα με τις ασυναρτησίες του Βενιζέλου. Ενας πραγματικός θρίαμβος της... «πατριωτικής» υποτέλειας.
Οι προγραμματικές συμφωνίες μεταξύ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ συγκλίνουν σε ένα πράγμα, ανεξάρτητα αν έχουν την όψη του τσαμπουκαλεμένου Σαμαρά που νιώθει πλέον τη «δύναμη ενός έθνους», τη μορφή του «εθνοσωτήρα» Βενιζέλου που ξέρει τα «όρια της πατρίδας» ή του «συνετού και υπεύθυνου» Κουβέλη που «τρέμει την ακυβερνησία» (χωρίς καν να υπάρχει τέτοιος κίνδυνος). Συγκλίνουν στο δόγμα ότι: δεν υπάρχει ζωή «έξω από το ευρώ», δεν μπορούμε χωρίς ισχυρούς «προστάτες-δανειστές-εταίρους». Το ίδιο, επί της ουσίας, πιστεύει και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. Μονάχα οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές δεν περιορίζονται από τέτοια δόγματα. Έχουν την ευρωζώνη και το ευρώ «για πρωινό» αν είναι να εξυπηρετηθούν τα ξεχωριστά ιμπεριαλιστικά συμφέροντά τους. Ξεχνάμε, όμως, ότι για τη σημερινή Αριστερά δεν υπάρχει ιμπεριαλισμός. Υπάρχει μονάχα Μέρκελ (...και μερκελιστές), Ολάν, Ομπάμα και... η παγκοσμιοποίηση. Κι ας φαίνεται ότι η πολιτική κατάσχεσης της χώρας και του λαού προς όφελος των νεοαποικιοκρατών είναι το ανώτατο στάδιο του εξαρτημένου ελληνικού καπιταλισμού. Είναι η μόνη διέξοδος για να διασφαλιστούν τα προνόμια της πλουτοκρατίας και του εγχώριου πολιτικού και οικονομικού κατεστημένο.
Στα διάφορα προβλήματα... υγείας που πέρασε η κυβέρνηση, στις παραιτήσεις και αποχωρήσεις δοκιμασμένων στην υποτέλεια στελεχών της κυβέρνησης από τη «σκληρή δουλεία και το δύσκολο δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα» απεικονίζεται τι ακριβώς ζητούν οι «δανειστές»: Την «αφρικανοποίηση» της χώρας, αν θέλουμε να παραμείνουμε στην... Ευρώπη.
Ικέτες απέναντι στην τρόικα και αυστηροί με το λαό. Τα προεκλογικά «φιλολαϊκά χαϊδέματα» για την απόσπαση της ψήφου (δεν αντέχουν άλλο οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι και οι συνταξιούχοι) διαδέχτηκε το κλασικό «μαζί τα φάγαμε» και «έχουμε ευθύνη όλοι». Ανάλογες και οι μεταστροφές στην πολιτική ορολογία της κυβέρνησης και όχι μόνο. «Ακύρωση, επαναδιαπραγμάτευση, επικαιροποίηση, σταδιακή απαγκίστρωση, επαναφορά του προγράμματος στη σωστή τροχιά και πιστή εφαρμογή του μνημονίου… για να γίνει επαναδιαπραγμάτευση. Έχει... δίκιο να χάνει την υπομονή του με την Ελλάδα ο λακές των Γερμανών βιομηχάνων και υπουργός Οικονομίας Ρέσλερ. Δεν ανέχεται ταλαντεύσεις από τους «ιθαγενείς της αποικίας».
Εν τω μεταξύ, την υπομονή τους δεν επιτρέπεται να χάνουν οι άνεργοι που φτάνουν το 23% του πληθυσμού (ανεπίσημα το 30%), οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχου που έχουν σαν «διέξοδο» τη ζητιανιά και τη φιλανθρωπία. Στην τελική, υπάρχει πάντα και η... επιλογή της αυτοκτονίας. Αρκεί να δοξάζουμε το ευρώ και την ΕΕ που εγγυώνται ότι θα παραμείνουμε στον αναπτυγμένο κόσμο.
Ζωή έξω από το ευρώ και την ΕΕ δεν βλέπει ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αδυνατεί να κατανοήσει ότι μόνο στα ερείπια του σφαγείου της ιμπεριαλιστικής ΕΕ μπορεί να οικοδομηθεί η Ευρώπη των λαών. Ενώ το ΚΚΕ καταθέτει πρόταση νόμου για την κατάργηση των μνημονίων. Γιατί όχι και «πρόταση νόμου» για έξοδο από την ΕΕ, την κατάργηση της εκμετάλλευσης, τη λαϊκή εξουσία και το σοσιαλισμό; Δεν είναι όλα αυτά... κατεξοχήν νομοθετικά ζητήματα;
Ο δρόμος της ρήξης, της αντίστασης και του αγώνα εμφανίζεται σαν μη ρεαλιστικός από τους κυρίαρχους κύκλους. Ωστόσο, εμφανίζεται σαν ρεαλιστικό από τους ίδιους κύκλους ότι «μπορούμε» να πείσουμε την τρόικα ότι το μνημόνιο είναι λάθος (αλήθεια, για ποιον;), ότι έχει αποτύχει (μπα, δεν έγινε η Γερμανία πιο ανταγωνιστική;) και ότι πρέπει να ακυρωθεί, τροποποιηθεί, αναθεωρηθεί, επιμηκυνθεί. «Ρεαλιστικό» είναι να βρούμε ισοδύναμα μέτρα 3, 15, 100 δισ. ευρώ που δεν θα πλήττουν τους εργαζόμενους και το λαό. Γιατί εκτός από τον καπιταλισμό υπάρχει και ο ανθρωπισμός (οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη!).
Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, η τακτική της εκλογικής Αριστεράς είναι αναμονή και... ψήφο παρά πόδα. Γνωρίζει ότι έχει να κάνει με μια κυβέρνηση που ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί. Η «αριστερή» κυβέρνηση θα έρθει με τη γνωστή πασοκική θεωρία του «ώριμου φρούτου» και της «καμένης γης». Μόνο που όταν «καεί ο τόπος» δεν θα υπάρχουν πια «φρούτα για να ωριμάσουν».

ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ: ΕΝΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΟΜΜΑ

«Σήμερα δεν ξεκινάμε την πορεία προς το λαό, όπως κοινότοπα πολλοί επαναλαμβάνουν, αλλά από μια νέα αφετηρία συνεχίζουμε μαζί με το λαό την κοινή πορεία μας. Και να αναλάβουμε τη διακυβέρνηση του τόπου για να φέρουμε τον ίδιο το λαό στην εξουσία. Με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ως το θεσμικό και πολιτικό υποκείμενο του λαού στην εξουσία. Ξεκινάμε σήμερα μια συγκεκριμένη πορεία διαδοχικών βημάτων για τη συγκρότηση του ενιαίου πολιτικού φορέα που θα εκφράσει αξιόπιστα και αποτελεσματικά το ιστορικό αίτημα για κοινωνική και πολιτική αλλαγή και ανατροπή. Με τη συμμετοχή μας στις πολιτικές και οργανωτικές διαδικασίες μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ στη μεγάλη Αριστερά του 21ου αιώνα, συμβάλλουμε, όλες και όλοι, εξίσου, εξ αδιαιρέτου, χωρίς εξαιρέσεις και αποκλεισμούς και ανεξάρτητα από τη θέση μάχης, σ’ ένα πρωτότυπο πολιτικό σχήμα χωρίς ιστορικό προηγούμενο...»
    Το απόσπασμα είναι από την εισηγητική ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη συνέντευξη Τύπου τη Δευτέρα 9/7, ξεκινώντας έτσι τη διαδικασία για να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ενιαίο κόμμα. Το πράσινο φως είχαν ανάψει μια βδομάδα πριν η Πανελλαδική Συντονιστική Επιτροπή του σχήματος και η ΚΠΕ του ΣΥΝ, αποφασίζοντας τη «διοργάνωση ανοιχτών λαϊκών συνελεύσεων του ΣΥΡΙΖΑ παντού και οι οποίες με τη σειρά τους θα μετατραπούν μέσα από την καμπάνια εγγραφής νέων μελών στα κύτταρα του υπό διαμόρφωση φορέα». Επόμενος σταθμός είναι η Εθνική Συνδιάσκεψη που θα πραγματοποιηθεί το φθινόπωρο.

Το οργανωτικό είναι πολιτικό ζήτημα

        Ετσι ήταν και θα είναι πάντα. Γιατί πίσω από τις λέξεις του Αλέξη δεν μπορεί να κρυφτεί η πορεία -με γοργούς μάλιστα ρυθμούς- μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ σε μια υπεύθυνη αντιπολιτευτική δύναμη του 27% και όχι του 4%, που ξεφορτώνεται σ’ αυτή του τη διαδρομή -με περίτεχνο βέβαια τρόπο- ό,τι τον συνέδεε με το λαό και το κίνημα, αντικαθιστώντας το με διαπιστευτήρια νομιμότητας προς το σύστημα.
     Ετσι, η Αριστερά του 21ου αιώνα βρίσκει τα αντίστοιχά της στα πρόσωπα των σκληρών διαπραγματευτών Μόντι και Ραχόι «…Το όχι στο Μνημόνιο του κεντροδεξιού Ραχόι στην Ισπανία είναι το όχι στο Μνημόνιο του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ στην Ελλάδα...» (Τσίπρας 3/6), την ώρα που αυτοί, σπέρνοντας ανέμους (κατά πού φυσάει ο αέρας στην Ευρώπη;) ξεριζώνουν δικαιώματα και κατακτήσεις των εργαζομένων των χωρών τους. Η Αριστερά του 21ου αιώνα θέλει να κάνουμε όπως ο Ομπάμα στην οικονομία, συναντά τους πρεσβευτές των G20 προεκλογικά και μετεκλογικά πάει στο συνέδριο του Economist αντιγράφοντας τις προτάσεις του ΓΑΠ! Η Αριστερά του 21ου τιμάει την ανάδειξή της σε αξιωματική αντιπολίτευση μετά την ΕΔΑ του ’58 ψηφίζοντας τον Μεϊμαράκη για πρόεδρο της Βουλής.
    Ο ΣΥΡΙΖΑ προχωράει για να αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου (τώρα, αν θα έρθει ο λαός στην εξουσία μάλλον το ’χουμε ξανακούσει), επιχειρώντας με το «νέο» ενιαίο κόμμα να λύσει το ζήτημα ποιος και πώς αποφασίζει. Εχοντας μάλιστα το κακό προηγούμενο με τις διασπάσεις (Μέτωπο-Αλαβάνος, ΔΗΜΑΡ-Κουβέλης) στοχεύει στην ομογενοποίηση του χώρου, στην αποφυγή αντιφατικών δηλώσεων, πρακτικών και στάσεων, βάζοντας τέλος στην πολυφωνία των συνιστωσών. Ετσι, δεν θα είναι απαραίτητο να σβήνεται από το πρωτοσέλιδο της «Αυγής» το σφυροδρέπανο και δεν θα χρειάζονται διευκρινίσεις επί διευκρινίσεων για το τι λέει και θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ στο πρόγραμμά του. Ετσι, με κομματική πια νομιμοποίηση, από την πλειοψηφία, της γραμμής Τσίπρα, που έφερε άλλωστε το 27%, δεν θα υπάρχουν φαινόμενα να δηλώνουν προεκλογικά οι συνιστώσες «καμιά θυσία για το ευρώ» και μετά να βγαίνουν οι Τσίπρας, Σταθάκης και Δραγασάκης να δηλώνουν ότι «θα κάνουμε τα πάντα για να μείνουμε στο ευρώ». Και φυσικά θα υπάρξει μια διαφορετική διαχείριση των άλλων απόψεων που θα παραμένουν στη γωνία –με την απειλή της επιστροφής στο 4%- για να αποτελούν το «αριστερό» άλλοθι μιας δεξιάς πολιτικής και θα είναι χρήσιμες στις εκλογές για την αλίευση ψήφων από διάφορες δεξαμενές. Κι εδώ το μοντέλο δεν είναι πρωτότυπο, το ’χουμε ξαναδεί.
    Πάμε λοιπόν για νέο κόμμα με τη σφραγίδα όχι του λαού αλλά του Τσίπρα και της ομάδας του. Με τη σφραγίδα της υπευθυνότητας που απαιτεί ο κυβερνητισμός, με την περιθωριοποίση ή και εξαφάνιση των κινηματικών προσεγγίσεων. Οπως είπε και ο Αλ. Μητρόπουλος, «να φτιάξουμε μια ενιαία πολιτική οργάνωση εξ υπαρχής, χωρίς βαρίδια».

Κι αποχαιρέτα τον τον ΣΥΡΙΖΑ που χάνεις…
    Οι συνιστώσες φεύγουν και πια ένα μέλος θα είναι μία ψήφος. Φαντάζει αμεσοδημοκρατικό -άλλωστε το συγκεκριμένο οργανωτικό καθεστώς τούς έχει απασχολήσει στον ΣΥΡΙΖΑ ιδιαίτερα- μόνο που, όπως αναφέραμε, αποτελεί το φερετζέ της πολιτικής προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ στις απαιτήσεις των παραγόντων του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα. Ο μετασχηματισμός φαίνεται να μη συναντά εμπόδια από τις οργανωμένες δυνάμεις. Βέβαια, υπάρχουν μικροενστάσεις, προβληματισμοί αλλά και διαφωνίες, που όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα φράξουν την πορεία στο ενιαίο κόμμα. Αλλωστε, έχουν συνηθίσει το τελευταίο διάστημα συνιστώσες και παράγοντες να προσαρμόζονται γρήγορα και αυτοί στις επιλογές της ηγεσίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε πόσο γρήγορα έγινε αποδεκτός ο ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ «σκιώδες κόμμα» πριν από τις 17/6 με δήλωση στον Αρειο Πάγο για να εισπραχθεί το μπόνους των 50 εδρών και οι δηλώσεις νομιμοφροσύνης για τις όποιες αντι-Ε.Ε. απόψεις είχαν εκφραστεί στο παρελθόν.
    Το Αριστερό Ρεύμα του ΣΥΝ εκφράζει την αγωνία του για την περιθωριοποίησή του, με τον Π. Λαφαζάνη να δηλώνει: «Να κάνουμε το μεγάλο άλμα, αλλά όχι στο κενό (…), να διαψεύσουμε την παράδοση που θέλει τα κόμματα που προχωράνε σε μετασχηματισμούς να οδηγούνται σε συντηρητικές μετατοπίσεις (…), να μη βάλουμε το κάρο πριν από το άλογο: η συζήτηση πάει πακέτο, δεν μπορεί πρώτα να αποφασίσουμε νέο κόμμα και ύστερα την οργανωτική δομή, την ιδεολογία, τις αρχές κ.ο.κ.». Η ΚΟΕ τάσσεται υπέρ με ανακοίνωσή της: «Ολα όσα συνέβησαν τους τελευταίους δυο μήνες άλλαξαν τα πάντα. Πρέπει να αλλάξουμε και εμείς. Ο ‘‘ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών’’ είναι αντικειμενικά η προϊστορία του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να περάσουμε όχι απλώς στον ΣΥΡΙΖΑ των μελών, αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ του λαού...». Ναι λένε ΑΚΟΑ, Ρόζα, ΑΠΟ, Οικοσοσιαλιστές, Νέος Αγωνιστής και οι πασοκογενείς του ΕΚΜ, ενώ οι οι Ενεργοί Πολίτες (Γλέζος – Δρίτσας), η ΚΕΔΑ (Θεωνάς) και η ΕΔΗΚ (!) διαφωνούν με τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο φορέα, εκφράζοντας την άποψη ότι η εξέλιξη θα πλήξει την ιδεολογική οντότητα της εκάστοτε συνιστώσας και θα λειτουργήσει σε βάρος της περαιτέρω συσπείρωσης στο χώρο της Αριστεράς. Την αποφυγή μιας διοικητικού τύπου διάλυσης των συνιστωσών εκφράζουν το Κόκκινο και η ΔΕΑ.
    Ομως το ζήτημα της διοικητικής διάλυσης δεν μπορεί να αποτελέσει γραμμή άμυνας καθώς ισχύουν όσα έχει γράψει ο Μ. Μπαλαούρας στην «Εποχή»: «…Οι συνιστώσες δεν θα έχουν πια λόγο ύπαρξης ως τέτοιες. Προφανώς ο νέος ΣΥΡΙΖΑ θα προχωρήσει έστω και με συνύπαρξη κάποιων συνιστωσών και πέραν ενός βραχύβιου μεταβατικού διαστήματος, γιατί δεν είναι δυνατόν διοικητικά να διαλυθούν οι συνιστώσες που δεν το επιθυμούν. Είναι όμως προφανές ότι θα αφυδατωθούν όταν ο νέος δημοκρατικός, λαϊκός, συμμετοχικός ΣΥΡΙΖΑ υπάρξει».

Αλαζονεία και πιέσεις
    Δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει στα κείμενα που αναφέρονται στη συγκρότηση του ενιαίου φορέα την ιδιοκτησιακή λογική τόσο στην έννοια της Αριστεράς όσο και του λαού. Βαφτίζονται λαϊκές συνελεύσεις (και σ’ αυτό άλλοι είναι πρωτοπόροι και το πλήρωσαν) οι κομματικές συγκεντρώσεις του νέου φορέα και αυτοοργάνωση η απόκτηση κάρτας μέλους. Η κομματική ανάγκη ανάγεται σε ανάγκη του λαού. Ετσι πιέζεται ένα δυναμικό το επόμενο διάστημα να ασχοληθεί με το «νέο» φορέα και όχι με τη συγκρότηση και την οργάνωση του αγώνα και της πάλης του ώστε η όποια κίνηση να επενδύεται σ’ αυτή την κομματική συγκρότηση και όχι στην κινηματική.
Πιέσεις βέβαια θα δεχτεί και ένα δυναμικό ενταγμένο σε οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και κύρια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Καθόλου τυχαία ο Τσίπρας στη συνέντευξή του την ξεχώρισε για τη στάση της απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με την εχθρική των ΚΚΕ-ΔΗΜΑΡ. Ηδη διάφορες πρωτοβουλίες που παίρνονται, όπως και να ονοματίζονται, ουσιαστικά κινούνται δορυφορικά γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ (σαν ριζοσπαστικός όμιλος κριτικής – αντιΕΕ think tank).
    Ο ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ έχει χαράξει την πορεία του δίνοντας καθημερινά διαπιστευτήρια στο σύστημα, ολοκληρώνοντας μέσα από το μετασχηματισμό του τη δεξιά μετατόπισή του. Κόντρα στις (αυτ)απάτες που πλασάρει, απαιτείται η αντιπαράθεση να πάρει πρακτικά κινηματικά χαρακτηριστικά, βάζοντας τέλος στην παύση αγώνων. Και όταν ο λαός ξαναβγεί στο δρόμο θα πάρει απουσίες και παρουσίες και θα φανεί ποιος και τι…

ΥΓ.: Δεν αναφέρθηκε καθόλου ένα βασικό… ιδεολογικό ζήτημα στην πορεία για το ενιαίο κόμμα, αυτό της κρατικής χρηματοδότησης. Θυμόμαστε μεγάλες αντιπαραθέσεις μεταξύ των συνιστωσών που «ξεχνιόντουσαν» με την επιχορήγηση. Τώρα, όμως, είναι πολλά τα λεφτά…

ΑΝΤΑΡΣΥΑ: «Συνεχίζουμε», αλλά με ποια γραμμή;

Αντιμέτωπη με τον εαυτό της, δηλαδή με το περίφημο «μεταβατικό της πρόγραμμα», που είναι η πολιτική της ταυτότητα, βρίσκεται μετεκλογικά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με αυτό είναι που όρισε μια σειρά προγραμματικούς στόχους (από τη φορολογία του κεφαλαίου ως την εθνικοποίηση τραπεζών και επιχειρήσεων…) που με τη σειρά τους «της όρισαν» την αναζήτηση μιας κυβερνητικής λύσης που θα τους υλοποιήσει. Πάνω σε αυτό το πρόγραμμα χτίστηκαν –αν μη τι άλλο αντικειμενικά- οι εκλογικές και πολιτικές γέφυρες υπαγωγής της στην κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο πρόγραμμα, υπό μία άλλη, κάπως διαφορετική ανάγνωσή του και κυρίως σε διαφορετικές πολιτικές συνθήκες, θα μπορούσε να είναι η βάση της πολιτικής υπαγωγής της στην υποτιθέμενη πρόταση της «λαϊκής εξουσίας» του ΚΚΕ.
Αυτό το πρόγραμμα είναι και η βάση της απόσπασής της από τις σημερινές ανάγκες και δυνατότητες του κινήματος, τις ανάγκες για τη συγκρότηση μαζικής πάλης αντίστασης και ανατροπής των Μνημονίων και των αντιλαϊκών μέτρων. Και βέβαια αυτό το πρόγραμμα αποτελεί και άρνηση της ανάγκης να ανοίξει αλλά και να «περιγραφεί» ο επαναστατικός δρόμος του λαού. Αρνηση στο κινηματικό πεδίο, στο ζήτημα της πάλης που σήμερα πρέπει και μπορεί να αναπτυχθεί, που είναι το πρωτεύον για να ανοίξει ο δρόμος. Αλλά και άρνηση πολιτική στο ζήτημα της κατεύθυνσης της πάλης, που είναι το καθοριστικό για την πάλη σήμερα και για το δρόμο που αυτή έχει να περπατήσει. Γιατί προφανώς το μεταβατικό πρόγραμμα δεν ακυρώνει μόνο τη διαρκή, εδώ και τώρα, ανάγκη αγωνιστικής συγκρότησης και πολιτικής χειραφέτησης από το σύστημα του λαού και της νεολαίας. Αλλά ταυτόχρονα, και στη βάση της ανάγνωσης της πραγματικότητας με την οποία αυτό το πρόγραμμα έχει συγκροτηθεί, «καταργεί» τόσο την ιμπεριαλιστική εξάρτηση της χώρας όσο και τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και το ταξικό κράτος-εξουσία που επιβάλλει και αναπαράγει όλα τα προηγούμενα. Αρα τελικά «καταργεί» και το ζήτημα χάραξης επαναστατικού δρόμου για το λαό. Αυτός περίπου εξαντλείται ή ίσως συμπυκνώνεται στην εκλογή «αντικαπιταλιστών βουλευτών» και στην –κάθε φορά- επόμενη εκλογική αναμέτρηση όπου όλα «μπορούν» να συμβούν! Κάπως έτσι έφτασε να αναζητείται η διαφοροποίηση από το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ στο ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ «απαιτεί» μέσω του δικού της προγράμματος την εδώ και τώρα έξοδο από ευρώ/ΕΕ!
Στο μετεκλογικό τοπίο, λοιπόν, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν αντιμετωπίζει μόνο ούτε και κυρίως την ανάγκη της εξήγησης της εκλογικής της αποτυχίας που μάλιστα μεγεθύνεται στη βάση των στόχων και των όρων με τους οποίους η ίδια αντιμετώπισε το εκλογικό πεδίο. Κυρίως αντιμετωπίζει το ερώτημα της πολιτικής της υπόστασης και αφήγησης που ηττήθηκε βροντωδώς όχι μόνο εκλογικά, αλλά βαθύτερα πολιτικά. Είναι, δηλαδή, αντιμέτωπη με την ανάγκη επαναπροσδιορισμού -απέναντι στο αγωνιστικό δυναμικό που βρίσκεται στις γραμμές της αλλά και συνολικά απέναντι στο κίνημα και στο λαό- της πολιτικής κατεύθυνσης με την οποία θα κινηθεί. Θα ξαναβάλει στην προμετωπίδα της δράσης της το περιβόητο μεταβατικό πρόγραμμα, έχοντας πλέον από πάνω της τον ΣΥΡΙΖΑ του 27% να υπερκαλύπτει κάθε «ελπίδα»-αυταπάτη που αυτό καλλιέργησε και καλλιεργεί; Θα απαιτεί πάλι την πλήρη και συνολική συνυπογραφή του ως αναγκαία προϋπόθεση για τον οποιοδήποτε συντονισμό και κοινή δράση δυνάμεων στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, στη νεολαία;
Οι –πρώτες- απαντήσεις που δόθηκαν στα ερωτήματα αυτά στη μετεκλογική εκδήλωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις 2 Ιουλίου στην Αθήνα αλλά και γενικότερα από τις ανακοινώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των συνιστωσών της βρίσκονται στην κατεύθυνση της συνέχισης, ακόμα και του βαθέματος, της γραμμής αναζήτησης «αριστερής κυβέρνησης». Δηλαδή στη γραμμή που επιμένει σκόπιμα να συγχέει την πραγματική ανάγκη συγκρότησης αριστερής μετωπικής πάλης με την εκχώρηση της λαϊκής οργής και αντίστασης στο σύστημα μέσω των κατασκευών για «κυβερνητική λύση» στο πρόβλημα της ιμπεριαλιστικής επέλασης και της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Αυτή η γραμμή όχι μόνο δεν μπορεί να δώσει έδαφος πάλης στους εργαζόμενους και στη νεολαία αλλά αντίθετα οδηγεί και στην πολιτική αφομοίωση ενός αγωνιστικού δυναμικού στα κυβερνητικά σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ, στην υποταγή του κοινοβουλευτικού δρόμου. Οι ενστάσεις απέναντι σε αυτή τη γραμμή που τέθηκαν από τη μεριά του ΝΑΡ που ανακάλυψε το «κεντρικό ζήτημα του κράτους, της κυβέρνησης και της εξουσίας» είναι αυτοπαγιδευμένες σε αυτό που αντιπαλεύουν (κυβερνητισμός), στο βαθμό που εκκινούν από την αποδοχή του μεταβατικού προγράμματος.
Το κύριο καθήκον που θέτει σήμερα η ταξική πάλη σε κάθε αριστερή αγωνιστική δύναμη είναι αυτό της διαμόρφωσης των πολιτικών, ιδεολογικών, οργανωτικών όρων για τη μαζική αντίσταση και πάλη του λαού και της νεολαίας. Αυτό είναι το πεδίο για να οικοδομηθεί και να κατακτηθεί πλατιά στο λαό η κατεύθυνση της σύγκρουσης με τον ιμπεριαλισμό και το κεφάλαιο, η κατεύθυνση της επαναστατικής προοπτικής. Σε αυτό το πεδίο, με τη λογική και την πρακτική της κοινής δράσης, καλούμε εμείς να συναντηθούν και να αγωνιστούν όλες οι δυνάμεις που αναφέρονται στο λαό και στην υπόθεση της εργατικής τάξης.

ΣΥΡΙΑ: Ενισχύονται οι στρατιωτικές παράμετροι της κρίσης.

Ενα τμήμα του «δεύτερου στόλου» της Ρωσίας κατευθύνεται στη Συρία και πιο συγκεκριμένα στο λιμάνι της Ταρτούς, όπου και η μοναδική βάση της Ρωσίας στη Μεσόγειο.
Σύμφωνα με το πρακτορείο ΡΙΑ-Νόβαστι, ο «στολίσκος» που θα σχηματιστεί στη Μεσόγειο θα αποτελείται από πλοία των ρωσικών Στόλων του Βόρειου Παγωμένου Ωκεανού, της Βαλτικής θάλασσας και της Μαύρης θάλασσας, τα οποία κατά τη διαδρομή τους προς τη Συρία θα πραγματοποιήσουν ασκήσεις στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Σε διπλωματικό επίπεδο η υπηρεσία Τύπου του Βόρειου Στόλου ανακοινώνει πως η αποστολή των πλοίων στη Συρία δεν σχετίζεται με την κατάσταση στη χώρα, αλλά πρόκειται για προγραμματισμένη άσκηση!
Στο πραγματικό επίπεδο είναι φανερό πως η αποστολή των πλοίων αυτών σηματοδοτεί ένα νέο στάδιο στη διαμορφωμένη κατάσταση, μια και αποτελεί κλιμάκωση της ρωσικής εμπλοκής στη συριακή κρίση.
Από την άλλη, την ίδια στιγμή πλέουν προς τις ακτές της Συρίας δύο δυτικά πυρηνοκίνητα αεροπλανοφόρα, το αμερικανικό «Αϊζενχάουερ» και το γαλλικό «Σαρλ Ντε Γκολ», ενισχύοντας την ήδη ενισχυμένη ναυτική παρουσία της Δύσης σε όλη την περιοχή. Επίσης συνεχίζεται η συσσώρευση χερσαίων δυνάμεων της Τουρκίας στα σύνορα με τη Συρία. Ολα δείχνουν πως η κλιμάκωση της κατάστασης και η εξέλιξή της σε πολεμική αναμέτρηση στην περιοχή με άξονα τη Συρία δεν είναι απλώς ένα πολύ μελλοντικό σενάριο.
Οι Δυτικοί δείχνουν και σε αυτή την περίπτωση ενοποιημένοι στον κοινό στόχο της ανατροπής του καθεστώτος Ασαντ, παρά το γεγονός ότι έχουν αναδειχτεί κάποιες αποκλίσεις στην τακτική. Αποκλίσεις που στη φάση αυτή μπορεί να μη σημαίνουν ουσιαστική διάσταση απόψεων (συμφερόντων) τόσο μεταξύ των δυτικών ιμπεριαλιστών όσο και σε αυτό καθαυτό το πολιτικό–στρατιωτικό κατεστημένο της Αμερικής, δείχνουν ωστόσο την αγωνία τους για τη κατεύθυνση που μπορεί να πάρει η συριακή κρίση. Από διάφορες πλευρές εκτιμάται πως αυτή δεν είναι ικανοποιητικά προβλέψιμη και προπάντων συμβατή με τους στόχους που θα έπρεπε να εξυπηρετήσει στο σημερινό στάδιο. Κάποιοι αντιλαμβάνονται ενδεχομένως πως είναι σημαντική η απόκλιση των όρων και των μέσων που διαθέτουν σε σχέση με τους στόχους που επιθυμούν.
Και αυτός είναι ο λόγος που βλέπουμε να εναλλάσσονται αντιφατικές δηλώσεις αξιωματούχων της Δύσης οι οποίες σε γενικές γραμμές συνοψίζονται στις φράσεις: «Δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική λύση για την κρίση στη Συρία» (εννοείται με την παρουσία του Μπασάρ αλ Ασαντ στην εξουσία). «Δεν μπορεί να υπάρξει στρατιωτική λύση για την κρίση στη Συρία» (εννοείται με την παρουσία του ρωσικού στόλου στην Ταρτούς). Από την άλλη, εδώ και καιρό μάλλον έχει απορριφθεί και το «λιβυκό σενάριο». Τελικά το σταδιακό βάθεμα της συριακής κρίσης είναι πλέον αναπόφευκτο να συνδυαστεί με την επέκτασή της, εμπλέκοντας μια σειρά χώρες της περιοχής στη ολέθρια δίνη της.
Μια κρίση που αναδεικνύει το πόσο στενά συνδέονται, για την οπτική των δυτικών ιμπεριαλιστών και βασικά των Αμερικανών, τα καθεστώτα Συρίας και Ιράν. Η ανατροπή τους αποτελεί κρίσιμο ζήτημα. Ζήτημα στρατηγικού πλεονεκτήματος γι’ αυτούς απέναντι στους βασικούς ανταγωνιστές τους σήμερα: τη Ρωσία και την Κίνα. Από την άλλη, ωστόσο, η μη έγκαιρη απάντηση σε αυτό το πρόβλημα ενέχει τον προφανή κίνδυνο επηρεασμού των εξελίξεων σε αντίθετη κατεύθυνση και ακύρωσης των όποιων ωφελειών προέκυψαν για αυτούς με τις ανατροπές των καθεστώτων που συντελέστηκαν στο πλαίσιο της «αραβικής άνοιξης» σε Τυνησία, Λιβύη και Αίγυπτο.
Η συσσωρευμένη ένταση των τελευταίων μηνών γύρω και πάνω από το «συριακό ζήτημα» και η ολοένα και αυξανόμενη εμπλοκή όχι μόνο των ιμπεριαλιστών αλλά και περιφερειακών δυνάμεων (Τουρκία) διαμορφώνει μια νέα δυναμική των πραγμάτων σε ολόκληρη την περιοχή, η οποία και ενισχύει καθημερινά το ενδεχόμενο επιτάχυνσης των εξελίξεων και τη μετατροπή τους σε γενικότερη στρατιωτική αναμέτρηση.
Ωστόσο, αν κρίνουμε από τις τελευταίες δηλώσεις της υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ , Χίλαρι Κλίντον, αλλά και ευρωπαίων ηγετών, τα πράγματα όπως διαμορφώνονται είναι μάλλον σε βάρος τους. Ο Ολάντ ξεπέρασε εαυτόν δικαιολογώντας το μένος της Χίλαρι ενάντια σε Ρωσία και Κίνα και, απευθυνόμενος προς τη Ρωσία, δήλωσε: «Σε εκείνους που υποστηρίζουν ότι το καθεστώς Ασαντ, όσο απεχθές και να είναι, μπορεί να επιτρέψει την αποφυγή του χάους, θέλω να τους πω ότι (με τη στάση αυτή) θα εξασφαλίσουν και το πλέον απεχθές καθεστώς και το χάος».
Η σημερινή «κινητικότητα» αντανακλά κατά βάση το μπλοκάρισμα της Δύσης για μια, όπως διαφαινόταν αρχικά, εύκολη ανατροπή του συριακού καθεστώτος με βασικό μοχλό την εσωτερική αντιπολίτευση. Τα πέρα δώθε του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, οι διάφορες διεθνείς συσκέψεις και διασκέψεις, τα συμβούλια και διαβούλια σε ΟΗΕ και ΝΑΤΟ περιγράφουν στην ουσία την πραγματική ακινησία στην οποία έχουν περιέλθει οι ιμπεριαλιστές της Δύσης σε σχέση με τις πρωτοβουλίες που χρειάζεται να πάρουν για να ξεμπλοκάρουν, προς όφελός τους, την κατάσταση.
Ομως για το συριακό λαό αυτή η «ακινησία» συνεχίζει να προσθέτει καθημερινά εκατόμβες θυμάτων. Και απειλεί να συνεχίσει το ολέθριο έργο της με ακόμη πιο άγριο τρόπο όταν οι «μυλόπετρες» του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού πάρουν εκ νέου κίνηση και επιτάχυνση. Εκτός και αν…
Χ.Β.

16 Ιουλ 2012

Ερχονται νέα αντιλαϊκά μέτρα, φόροι, ξεπούλημα του Δημοσίου
Ανεβαίνει η θερμοκρασία στην κοινωνία
Καμία περίοδος χάριτος στην πιο δεξιά κυβέρνηση

Αν ο Παπανδρέου χρειάστηκε έξι μήνες για να απεμπολήσει το προεκλογικό του πυροτέχνημα «λεφτά υπάρχουν», η κυβέρνηση Σαμαρά μαζί με τους δυο πρόθυμους συνεργαζόμενούς της χρειάστηκαν μόλις μια βδομάδα για να ομολογήσουν ότι ο πραγματικός στόχος αυτής της αντιλαϊκής κυβέρνησης της ΝΔ είναι όχι να «επαναδιαπραγματευτεί» το μνημόνιο αλλά να το εφαρμόσει μέχρι κεραίας. Πρόκειται για μια κυβέρνηση που από το ξεκίνημά της ανέδειξε τις αντιφάσεις που τη συγκροτούν. Αντιφάσεις που έχουν να κάνουν με την κεντρική επιλογή της ως κυβέρνηση, που καλείται να υλοποιήσει τα μέτρα και το μνημόνιο που έχουν απαιτήσει οι ιμπεριαλιστές βάζοντας φραγμό σε μια περίοδο έντονης αμφισβήτησης του αστικού πολιτικού συστήματος αλλά ταυτόχρονα -και με βάση αυτή την καταγεγραμμένη από τις κάλπες αμφισβήτηση- να μπορέσουν να ξαναστηθούν εναλλακτικές λύσεις που θα αποκαταταστήσουν όσο είναι δυνατόν μια σταθερότητα για τον ντόπιο καπιταλισμό. Παράλληλα, να ανακοπεί η προς τα αριστερά κλίση του εκλογικού σώματος με την ταυτόχρονη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε υπεύθυνο εγγυητή της νέας πραγματικότητας, χωρίς ακτιβισμούς και «άκαμπτη» φρασεολογία.  Αυτό προκάλεσε και θα συνεχίσει να προκαλεί αλυσιδωτές αναταράξεις τόσο στο εσωτερικό της τρικομματικής κυβέρνησης όσο και στα κόμματα που την απαρτίζουν αλλά και πολλαπλές... διορθωτικές μετατοπίσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης.  Δεν είναι λοιπόν και τόσο... παράδοξο όσο φαίνεται η εναλλαγή στους ρόλους που παρατηρούμε από τις πρώτες μέρες της συγκρότησής της. Ετσι το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ, για να μπορέσει να σταθεί ξανά στα πόδια του -όσο του επιτρέπει το χαστούκι που έφαγε από τις εκλογές- βγαίνει... αντιμνημονιακά και θέτει πρόβλημα Στουρνάρα και κατ’ επέκταση Σαμαρά για το ότι θάφτηκε η επαναδιαπραγμάτευση και η επιμήκυνση του μνημονίου. Η αντιμνημονιακή ΝΔ έγινε ο υπέρμαχος της υλοποίησης των μέτρων και υπόσχεται διορθώσεις στα τρία τέρμινα και αφού εφαρμοστούν και νέα αντιλαϊκά μέτρα 3 τρισ. με βάση τις καθυστερήσεις. Η ΔΗΜΑΡ, ενώ καταψήφισε το μνημόνιο ως βαθιά αντιλαϊκό, τώρα συμμετέχει σε μια κυβέρνηση που ανέλαβε κόντρα στις προεκλογικές της υποσχέσεις να υλοποιήσει αυτό το μνημόνιο διά πυρός και σιδήρου. Ακόμη και οι παραιτήσεις ανόρκιστων υπουργών ή και των ορκισμένων μόλις έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης εμπλέκονται σε αυτήν την παραδοξότητα που, ανεξαρτήτως της προσωπικής σκοπιμότητας του Νικολόπουλου ή των επιστολών διαμαρτυρίας βουλευτών της ΔΗΜΑΡ για ολιγωρία σε υποσχέσεις, εδράζονται στο άγχος να αποκατασταθεί μια κάποια σταθερότητα την ίδια στιγμή που ο λαός βράζει για τα χαράτσια και τις απολύσεις που του έρχονται. Η κατάληξη στο κυγήγι ανεύρεσης νέου τσάρου φαίνεται ότι δεν είναι άσχετη με αυτήν την προσαρμοστικότητα στις εντολές της τρόικας. Ο Στουρνάρας, ως άνθρωπος των Βρυξελλών, φρόντισε να δώσει ακόμη και πριν από τις προγραμματικές εξαγγελίες της νέας κυβέρνησης το στίγμα της: Δεν πρόκειται να θέσει ζήτημα επαναδιαπραγμάτευσης πριν υλοποιηθούν τα συμφωνηθέντα με το τελευταίο μνημόνιο. 

Κυβέρνηση ξεπουλήματος  
Εχουμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση σκληρής Δεξιάς που ίσως ούτε τα προδικτατορικά παραδείγματα δεν προϊδεάζουν για όσα θα επακολουθήσουν. Οι προγραμματικές της δηλώσεις δεν αφήνουν καμία αμφιβολία. Θα εφαρμόσει στο ακέραιο τις συμφωνίες της προηγούμενης τρικομματικής κυβέρνησης για τις οποίες έσκιζε τα ιμάτιά του προεκλογικά ο νυν πρωθυπουργός ότι θα ακυρώσει και θα ξεπουλήσει όσο όσο όποια δημόσια περιουσία έχει απομείνει. Μοναδικός τρόπος υλοποίησης αυτής της πολιτικής απέναντι σε έναν λαό που κατέγραψε την αντίθεσή του με αυτήν την αντιλαϊκή επίθεση δεν είναι άλλος από την επιβολή της «τάξης και του νόμου» που προανήγγειλε ξανά από το βήμα της Βουλής. Η σύνοδος του Eurogroup έδειξε τα όρια της κυβέρνησης αλλά και το τι απαιτούν οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές από αυτήν. Αμεση εφαρμογή επιπλέον μέτρων 3 δισ. ευρώ ζητούν από τους πολιτικούς τους διαχειριστές που με ανοικτούς εκβιασμούς διόρισαν στη χώρα χωρίς να τους αφήνουν κανένα περιθώριο συζήτησης. Οι νέοι φόροι και τα χαράτσια στα ακίνητα αλλά και στα καύσιμα έχουν ήδη δρομολογηθεί, ενώ η προσπάθεια να περιοριστεί η μείωση των ειδικών μισθολογίων των ένστολων και δικαστικών οργάνων θα οδηγήσει σε νέες περικοπές του Δημοσίου. Και οι εργαζόμενοι καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι αυτό σημαίνει νέες απολύσεις, χειροτέρευση της κατάστασης στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στα ασφαλιστικά ταμεία και σε ό,τι έχει απομείνει από το λεγόμενο κράτος πρόνοιας. Ηδη ανακοινώνονται μειωμένες προσλήψεις εκπαιδευτικών που με βάση και τις ανάλογες μειώσεις προηγούμενων ετών οδηγούν το οικοδόμημα της δημόσιας παιδείας σε παράλυση. Παράλληλα η πρόσφατη συνάντηση του Αβραμόπουλου με τον αμερικάνο πρέσβη επιβεβαίωσε την ευθυγράμμιση της νέας κυβέρνησης στις απαιτήσεις των αμερικάνων ιμπεριαλιστών σε μια περιοχή που κυριολεκτικά βράζει. Ενώ η συνάντηση του πρέσβη με τον ΥΕΘΑ Παναγιωτόπουλο με τη συμφωνία για νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα με μεταχειρισμένα αμερικανικά άρματα αποκαλύπτει τα σχέδια των ΗΠΑ για την περιοχή και το ρόλο που επιφυλάσσουν σε χώρες σαν τη δικιά μας.  Σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί περνούν σε ολοένα και πιο αναβαθμισμένο επίπεδο είναι αναγκαίο σε όποια πολιτική δύναμη θέλει να υπερασπίζεται τα λαϊκά συμφέροντα να μην αποσιωπά τα αντιιμπεριαλιστικά ζητήματα που εγείρονται μένοντας μόνο στο μνημόνιο και στο ρόλο της ΕΕ. Ο ρόλος των αμερικάνων ιμπεριαλιστών γίνεται ολοένα και πιο επιθετικός είτε αφορά οικονομικά ζητήματα (ΑΟΖ και «οικόπεδα» εκμετάλλευσης, ξεπούλημα ενεργειακών τομέων, έλεγχο οδών μεταφοράς ενέργειας) είτε γεωπολιτικά (ελληνοτουρκικές σχέσεις σε συνάρτηση με σχεδιαζόμενες εξελίξεις στη Συρία ή και στην Αίγυπτο, αλλά ακόμη και στο Ιράν).

Να μη μείνει ο λαός στο περιθώριο
Απέναντι σε αυτό το μπαράζ επίθεσης των αμερικάνων και ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, οι εργαζόμενοι βρίσκονται μετά από μια διετία σκληρών και πρωτόγνωρων αγώνων και μετά τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα αφοπλισμένοι, αδρανοποιημένοι να παρακολουθούν ξανά το ίδιο έργο ως θεατές.  Η εξαθλίωση έχει πάρει χαρακτηριστικά τσουνάμι, ακολουθώντας μια πρωτοφανή έκρηξη της ανεργίας που δεν δείχνει να μπορεί να ανακοπεί στο άμεσο μέλλον. Η ύφεση που οι ίδιοι οι τροϊκανοί είχαν προϋπολογίσει έχει ξεφύγει από κάθε πρόβλεψη, αφήνοντας στο πέρασμά της εκατοντάδες χιλιάδες λαϊκές οικογένειες σε απόγνωση. Και μόνο το ποσοστό μη κατάθεσης φορολογικών δηλώσεων προϊδεάζει για το πόσοι θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στο φοροληστρικό τυφώνα που πλήττει ήδη όσους άνεργους ή μισθωτούς πήραν τα πρώτα ραβασάκια της εφορίας. Ενώ είναι σίγουρο ότι η θεατρική παράσταση του κοινωνικού διαλόγου της ΓΣΣΕ που πάει να ξανασερβιριστεί μόνο κακά μαντάτα προμηνύει για τον εργατόκοσμο.

Οι κωλοτούμπες του ακροβάτη  
Αν η ανάδειξη στην αντιπολίτευση έχει προκαλέσει τόσες μεταλλαγές στον ΣΥΡΙΖΑ, γίνεται κατανοητό τι θα σήμαινε αν κατόρθωνε να γίνει η αριστερή κυβέρνηση-δεκανίκι που θα αναλάμβανε να ανακόψει τη λαϊκή οργή. Γιατί, όσο κι αν οι βερμπαλισμοί για λαϊκά δικαστήρια και φυλακίσεις μπορούν να λέγονται χωρίς κόστος, ο ρόλος της «υπεύθυνης αντιπολίτευσης» που πριν ακόμη ανακοινωθούν τα τελικά αποτελέσματα επιλέχτηκε απαιτεί συμμόρφωση με τους κανόνες του παιχνιδιού. Και αυτό είναι στην πραγματικότητα η υιοθέτηση εκ μέρους του του μέχρι πρότινος προεκλογικού αιτήματος του κυβερνητικού συνασπισμού για «επαναδιαπραγμάτευση». Οταν, ξεκινώντας από την κατάργηση του μνημονίου, καταλήγεις να επιπλήξεις τον Στουρνάρα γιατί δεν έθεσε το ζήτημα της επιμήκυνσης στη σύνοδο, κάτι που έκανε πρώτος ο πρώην τσάρος Βενιζέλος για εσωτερική αντιπολίτευση στον Σαμαρά, τότε καταλαβαίνει ο καθείς πόσες ακροβασίες έχει να περάσει. Και πριν αλέκτωρ φωνήσαι, ο ανένδοτος κατά των ιδιωτικοποιήσεων μετεξελίχθηκε σε αξιοποίηση με διεθνείς κοινοπραξίες: «Δεν λέω, μπορεί να υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η συνέργεια μπορεί να δώσει καρπούς και αποτελέσματα. Κι αυτό σας το λέω γιατί δεν έχουμε δογματική αντιμετώπιση. Θα μπορούσε αυτή τη στιγμή, ιδιαίτερα στο χώρο της ενέργειας, να υπάρξουν διεθνείς κοινοπραξίες με ισχυρό δημόσιο πυλώνα και διακρατικές συμφωνίες οι οποίες να είναι ανταποδοτικές για το ελληνικό Δημόσιο, για τον ελληνικό λαό» (Τσίπρας στη ΝΕΤ). Αλλωστε ο χώρος του Τσίπρα αλλά και οι συνιστώσες του διακρίνονται για αντιδογματισμό ως «κανονική» Αριστερά. Τα παχιά λόγια εκ του ασφαλούς, όπως η πρόσφατη πρόταση για επαναφορά των 751 ευρώ ως κατώτατου μισθού και η επαναφορά των συλλογικών συμβάσων με αδρανοποιημένο το εργατικό κίνημα, αποτελούν κανόνα για μια υπεύθυνη αξιωματική αντιπολίτευση που διεκδικεί να εκφράσει τα μικρομεσαία στρώματα, διεκδικώντας μερίδιο του παλιότερου ΠΑΣΟΚ. Θα ’ναι στην ημερήσια διάταξη από εδώ και πέρα. Εκεί άλλωστε αποβλέπει και η μετάβασή του σε ενιαίο κόμμα, όπου ο ΣΥΝ αλλά και οι συνιστώσες του, αφού ολοκληρώσουν την αποκομμουνιστικοίησή τους, θα συμβάλουν στο προφίλ ενός σοσιαλδημοκρατικών χαρακτηριστικών κόμματος.

Δεν υπάρχει περίοδος «χάριτος»   
Οι λαΐκές μάζες χώνονται ολοταχώς βαθύτερα σε ένα τούνελ φτωχοποίησης και εξαθλίωσης που σε ορισμένα κομμάτια του, τα πιο φτωχά, έχει ήδη πάρει χαρακτηριστικά άμεσης επιβίωσης. Οι όποιες αυταπάτες ότι το αυξημένο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελέσει φραγμό στην αντιλαϊκή έφοδο της νέας κυβέρνησης θα καταρρεύσουν σύντομα, αποκαλύπτοντας την ανάγκη για επάνοδο στο προσκήνο των μαζών και την απαίτηση για άμεση και πολύπλευρη οργάνωση των λαϊκών αντιστάσεων. Οπως πολύ γρήγορα αποκαλύφθηκε ότι η άνοδος του Ολάντ όχι μόνο δεν άλλαξε την κυρίαρχη πολιτική που το σύνολο των ιμπεριαλιστών ακολουθεί προκειμένου να βγει με καλύτερους όρους από την κρίση, αλλά, όπως φάνηκε και στην περίπτωση της Ισπανίας, η λιτότητα και τα μνημόνια, έστω και με διαφορετικούς όρους, λόγω προφανώς του ρόλου που έχουν αυτές οι χώρες, θα εφαρμοστούν σε κάθε εργαζόμενο, σε κάθε λαό. Ο αγώνας των ισπανών ανθρακωρύχων, οι πρόσφατες συγκρούσεις των ισπανών εργατών δείχνουν το δρόμο που αναγκαστικά θα περάσουν οι εργαζόμενοι αν δεν θέλουν να σκύψουν το κεφάλι στην εξαθλίωσή τους. Καμία περίοδος χάριτος λοιπόν δεν μπορεί να δοθεί στη νέα κυβέρνηση και καμιά αυταπάτη δεν πρέπει να οικοδομηθεί πίσω από τους βερμπαλισμούς του Τσίπρα ή τον κοινωνικό διάλογο ΣΕΒ-ΓΣΕΕ που πάει να αναστηθεί. Διεκδικούμε την ίδια τη ζωή μας άμεσα και μαζικά, απαιτώντας να σταματήσει η φορομπηχτική πολιτική, να μην πληρωθούν τα παλιά και νέα χαράτσια, διεκδικώντας μισθούς και συντάξεις για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Αντιστεκόμενοι στη φασιστικοποίηση που φέρνει πρώτα απ όλα η «τάξη και η ασφάλεια» της κυβέρνησης και του κράτους χέρι χέρι με τη Χρυσή Αυγή αλλά και το παρακράτος που πίσω από προτάσεις αποστράτων όπως στη Θεσ/κη επιζητούν να αναλάβουν ρόλο ταγμάτων εφόδου σε λαϊκές συνοικίες.
 Ας νιώσουν τον λαϊκό καύσωνα στα αντιλαϊκά τους σχέδια.

Πρώτη εμφάνιση της Χρυσής Αυγής στη Βουλή
Υποτέλεια ντυμένη με χρώματα εθνικής υπερηφάνειας

Αποκαλυπτικοί οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής στις πρώτες εμφανίσεις τους στο κοινοβούλιο. Ακόμα περισσότερο αποκαλυπτική όμως η τακτική του αντισυστημικού προσωπείου με το οποίο απευθύνεται στο λαό. Αν κάποιος απομονώσει μέρος του λόγου των εθνικιστών (όπως οι ίδιοι αυτοπροσδιορίζονται) βουλευτών, μπορεί να σχηματίσει την εντύπωση ότι πρόκειται πραγματικά για μια αντισυστημική δύναμη “ούτε δεξιά, ούτε αριστερά” όπως διακηρύσσουν. Η τεχνική της “κάλυψης και απόκρυψης” μεταφερμένη από το στρατιωτικό στο πολιτικό πεδίο, έδωσε ρεσιτάλ ερμηνείας από τα έδρανα της βουλής. Για να είμαστε πάντως δίκαιοι, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι αυτή τη μέθοδο του πολιτεύεσθαι την εισήγαγε ο Καρατζαφέρης, γνωστός κωλοτούμπας της πολιτικής. Και πολύ πριν από αυτόν ο μέγας διδάξας Γκέμπελς.
Ο πολιτικός λόγος της Χρυσής Αυγής αποτελεί ένα μείγμα που περιέχει μέρος του καταγγελτικού λόγου της αριστεράς απέναντι στον ιμπεριαλισμό και το κεφάλαιο, διαστρεβλωμένου όμως και ανακατεμένου με εθνικισμό, ρατσισμό και θεωρίες “συνωμοσίας κατά του έθνους”. Το μείγμα αυτό αποτελεί το προκάλυμμα για τον πραγματικό χαρακτήρα της Χρυσής Αυγής, που αποκαλύπτεται στην αναστροφή του “αντισυστημικού” λόγου της. Και ενώ οι πρόλογοι είναι εντυπωσιακά “αντισυστημικοί” στο πρώτο άκουσμα, η ουσία των απόψεων και των προτάσεων είναι εντελώς συστημική και μάλιστα συμβιβασμένη με τις πραγματικές δυνατότητες του ελληνικού κεφαλαίου.
Σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου η Χρυσή Αυγή χαρακτηριζόταν από τα ΜΜΕ σαν αντιμνημονιακό κόμμα. Η “αμφισβήτηση” του μνημονίου τράβηξε ψηφοφόρους και ενίσχυσε το “πατριωτικό” προφίλ. Οι πρώτες αναφορές των βουλευτών της Χρυσής Αυγής στο μνημόνιο δείχνουν τα όρια αυτής της “αμφισβήτησης”. Σύμφωνα με τον Μιχαλολιάκο στην πρώτη του ομιλία στη βουλή: “η Χρυσή Αυγή είναι ενάντια στο μνημόνιο, μόνο και μόνο για τρεις λέξεις: Εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας. Η λύση την οποία προτείνει ο πρωθυπουργός με αποκρατικοποιήσεις, περισσότερες μάλιστα και από όσες απαιτεί η τρόικα, δεν είναι λύση. Η ιδιωτικοποίηση ακόμα και στρατηγικών τομέων της εθνικής οικονομίας, όπως ο ΟΣΕ, η ΔΕΗ, οι υδάτινοι πόροι, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια είναι για εμάς θέματα απαράδεκτα. Δεν πιστεύουμε σε καμία περίπτωση ότι πρέπει να πουληθεί στους ξένους ούτε ένα μέτρο ελληνικής γης, όσο κι αν αυτό μας κοστίσει οικονομικά. Γιατί για εμάς πάνω από την οικονομία είναι η εθνική ανεξαρτησία. Και εθνική ανεξαρτησία δεν υπάρχει όταν βρίσκεται η γη μας, η ενέργεια και η συγκοινωνία στα χέρια ξένων.”

Η βασική αντίθεση με το μνημόνιο λοιπόν είναι η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας, που για τον Μιχαλολιάκο ταυτίζεται με το ξεπούλημα στρατηγικών τομέων στους ξένους. Και για “εθνικούς λόγους” διαφωνεί, ενώ αναγνωρίζει ότι η διατήρηση των περιουσιών του δημοσίου είναι “οικονομικά επιζήμια”. Και πραγματικά είναι, αλλά για το κεφάλαιο και όχι για το λαό. Όσο για τις άλλες πλευρές του μνημονίου, τα εργασιακά, η πείνα και η φτώχεια είναι δευτερεύοντα και η “διοίκηση” των υπουργείων από τα κλιμάκια της τρόικας δεν αποτελεί εκχώρηση κυριαρχίας!
Αλλά και το ξεπούλημα, αν αυτό γίνει σε Έλληνες είναι αποδεκτό. Όπως διευκρινίζει αργότερα στο λόγο του ο Χρήστος Παπάς: “Φαστ-τρακ δεν θέλουμε για τους ξένους επενδυτές. Φαστ-τρακ θέλουμε για τους Έλληνες ξενιτεμένους. Όλους αυτούς που κατάφεραν να φτιάξουν περιουσίες στις τέσσερις άκρες του κόσμου και θέλουν να επενδύσουν στην πατρίδα. Θέλουμε επενδυτές Έλληνες και για Έλληνες.”

Το γεγονός ότι στις μπίζνες του ελληνικού κεφαλαίου συμμετέχει το ξένο, σε πολλές περιπτώσεις με συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό, είναι γνωστό στη Χρυσή Αυγή, όπως και σε όλο τον κόσμο. Οι εθνικιστές δεν έχουν κανένα συνολικό πρόβλημα με το ξεπούλημα του συσσωρευμένου εθνικού πλούτου. Τι κι αν προέρχεται από τον ιδρώτα του εργαζόμενου λαού. Αρκεί να διασφαλιστεί το μερτικό του ελληνικού κεφάλαιου στη μοιρασιά της λείας. Σε απόλυτη ταύτιση με το ρόλο που αναζητά το ντόπιο κεφάλαιο και στα πλαίσια πάντα της εξάρτησης.
Στη δευτερομιλία του ο Μιχαλολιάκος κάνει ακόμα πιο σαφή τη θέση της Χρυσής Αυγής για το μνημόνιο: “Το μνημόνιο δεν έφερε την κρίση. Αλλά δεν θεράπευσε και την κρίση. Την έκανε ακόμα εντονότερη. Αυτό είναι γεγονός. Επί δύο χρόνια που εφαρμόστηκε η πολιτική αυτή του μνημονίου, τα πράγματα γίνανε χειρότερα. Είχαμε τις αυτοκτονίες, είχαμε τις χρεοκοπίες, τα μαγαζιά που κλείνανε. Το τσεκούρωμα κυριολεκτικά των συντάξεων και των μισθών. Όλα αυτά έγιναν γιατί; Τα έκανε η ελληνική κυβέρνηση. Κατ' εντολήν ποίου; Της τρόικας. Ε, αυτοί δεν έχουν ευθύνη επιτέλους για το κατάντημα της πατρίδος μας σε αυτό το σημείο; Δεν θα πρέπει να τους ζητήσουμε το λόγο; Απλά θα πρέπει είπατε, να περιμένουμε να δεχθούν κι αυτοί να διαπραγματευτούν. Δεν είναι έτσι, θα μπορούσαμε κι εμείς να πιέσουμε προς αυτή την κατεύθυνση.”

Έτσι, ακριβώς όπως κατηγορούσε το ΣΥΡΙΖΑ, με το που πάτησε το πόδι της στη βουλή η Χρυσή Αυγή άρχισε να εγκαταλείπει την “καταγγελία” του μνημονίου και να το γυρίζει στη “διαπραγμάτευση”. Την αμέσως προηγούμενη ημέρα στη διάρκεια της πρώτης του ομιλίας ο Μιχαλολιάκος είχε πει: “Καταρχάς πρέπει να καταγγελθεί το μνημόνιο... Το μνημόνιο το θεωρούμε εμείς... ως καταστροφή του έθνους”. Μπορεί λοιπόν το μνημόνιο να είναι “καταστροφή του έθνους”, αλλά να μην ξεχνάμε ότι είναι και επιλογή της αστικής τάξης της οποίας φερέφωνο, όσο είναι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, άλλο τόσο είναι και η Χρυσή Αυγή. Και για την ντόπια αστική τάξη η διαπραγμάτευση με τους ιμπεριαλιστές είναι το όριο της “εθνικής” της “κυριαρχίας” το οποίο ούτε μπορεί ούτε θέλει να ξεπεράσει.
Στη συνέχεια της δευτερομιλίας του μπορούμε να πάρουμε μια ιδέα για τη διαπραγμάτευση αυτή και πώς την αντιλαμβάνεται ο Μιχαλολιάκος: “Ναι, εμείς δεν είμαστε υπέρ της εξόδου από το ευρώ. Και ξέρετε γιατί; Γιατί το έχουμε πληρώσει, όλος ο ελληνικός λαός, πολύ ακριβά το ευρώ. Έχουν κλείσει εργοστάσια, έχουν μείνει χέρσα χωράφια, έχουν καταστραφεί τομείς της ελληνικής οικονομίας, προκειμένου να καταστεί η πατρίδα μας μια χώρα παροχής υπηρεσιών και όχι μια χώρα παραγωγής. Αυτό πρέπει να διορθωθεί. Και νομίζω ότι η κρίση είναι ευκαιρία. Υπό την εξής έννοια. Ότι θα πρέπει να πάμε τώρα στην Ευρώπη και να τους πούμε: Κύριοι, εσείς που μας ζητάτε τα λεφτά πίσω, αφήστε μας να παράγουμε. Αφήστε τις ποσοστώσεις, να βγάλουμε γάλα για τα παιδιά μας, κρέας. Το συνάλλαγμα που φεύγει για την εισαγωγή τροφίμων από όλες αυτές τις χώρες είναι τεράστιο."

Όλα τα παραπάνω είναι για τον Μιχαλολιάκο λόγοι για να παραμείνουμε στην ΕΕ και στο ευρώ! Και για να δούμε το μέγεθος της υποτέλειας που χαρακτηρίζει και αυτό το ανάχωμα του συστήματος, η δυστυχία και η ανέχεια του ελληνικού λαού θεωρείται ως ευκαιρία για να παρακαλέσουμε τους Ευρωπαίους να μας “αφήσουν να παράγουμε”! Για να μπορέσουμε να ταΐσουμε τα παιδιά μας αλλά και να “δώσουμε πίσω τα λεφτά” στους δανειστές.
Τι είδους κρίση είναι λοιπόν αυτή που ταλανίζει τη χώρα και ποια η αιτία της, αφού το μνημόνιο, σύμφωνα με τη Χρυσή Αυγή, δεν φταίει; Στο λόγο του ο Μιχαλολιάκος ταυτίζει την κρίση με τη “συσσώρευση του τεράστιου χρέους των 360 δισεκατομμυρίων”. Απαριθμεί μάλιστα και τις αιτίες που συνετέλεσαν. Σκάνδαλο χρηματιστηρίου, υπερβάσεις στα δημόσια έργα και εξοπλιστικά, σπατάλη στα έξοδα της Ολυμπιάδας. Από πάνω ως κάτω είμαστε μια χώρα της σπατάλης και της διασπάθισης δημοσίου χρήματος. Όπως χαρακτηριστικά είπε: “Είμαστε μια χώρα με νεκρούς συνταξιούχους. Είμαστε μια χώρα με συντάξεις τυφλών που οι τυφλοί βρίσκονται στη φυλακή επειδή έκαναν ληστείες με αυτοκίνητα.”
Η “αντισυστημική” Χρυσή Αυγή ταυτίζεται πλήρως με την κυρίαρχη συστημική άποψη για το χαρακτήρα και τις αιτίες της κρίσης. Όπως ακριβώς και τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ τη χαρακτηρίζει κρίση χρέους που οφείλεται στο σπάταλο κράτος και την ατιμωρησία. Απάντηση είναι ο περιορισμός της βουλευτικής ασυλίας, η τιμωρία των ενόχων και όλων “όσων έκλεψαν”. Ούτε ως συστημική βλέπουν την κρίση, ούτε τον κυρίαρχο ρόλο του ιμπεριαλισμού στην “εισαγωγή” της στη χώρα μας. Το μόνο που βλέπουν είναι σπατάλες. Και φυσικά σε αυτή την κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος θα πρέπει να μπει φρένο με κάθε τρόπο. Από τη μία λοιπόν ο Μιχαλολιάκος καταφέρθηκε ενάντια στην υπερφορολόγηση και στις διακοπές ρεύματος λόγω χαρατσιών, αλλά από την άλλη απευθυνόμενος στην κυβέρνηση είπε: “...παρά το γεγονός ότι έχουμε εντελώς διαφορετική εκτίμηση των πραγμάτων, ευχόμαστε στη συγκυβέρνηση, πράγματι, να επιτύχει τουλάχιστον εις ότι αφορά το οικονομικό ζήτημα...”

Δεύτερος ομιλητής ο Κασιδιάρης, αναφέρθηκε αποκλειστικά και μόνο στο μεταναστευτικό, το οποίο συνέδεσε απόλυτα με την εγκληματικότητα. Τόσο σοβαρό είναι για τον Κασιδιάρη το ζήτημα αυτό που δεν έκανε καμία αναφορά σε κανένα άλλο. Ούτε μνημόνιο, ούτε ανεργία, ούτε φτώχεια, ούτε άστεγοι, ούτε υγεία, ούτε παιδεία. Αυτά δεν αποτελούν απειλή για το λαό μας. Αντίθετα οι “ανεξέλεγκτες ροές εκατομμυρίων λαθρομεταναστών συνιστούν ασύμμετρη απειλή για το ελληνικό κράτος.” Μετά από ένα παραλήρημα ξενοφοβίας και ρατσιστικού μίσους κατέληξε: “Κάποιοι σκοτεινοί κύκλοι έχουν θέσει πράγματι ως στόχο, και αυτό το δηλώνω μετά λόγου γνώσεως, να μετατρέψουν τη χώρα μας σε ένα άθλιο προτεκτοράτο κατοικούμενο από υπανθρώπους. Χωρίς συνείδηση, χωρίς πατρίδα, χωρίς πολιτισμό. Χωρίς ψυχή στην ουσία, διότι άνθρωποι χωρίς ψυχή, δηλαδή χωρίς τη φυλή, ορωμένη εκ των έσω, είναι το έρμα στο αιώνιο ταξίδι της ιστορίας. Επαφίεται στο δικό μας πατριωτισμό η σωτηρία του μέλλοντός μας.”

Στην ποιητική κατακλείδα του Κασιδιάρη βλέπουμε να εκφράζεται η αντίληψη των χρυσαυγιτών ότι το έθνος “είναι αυτόματο πνευματικό γεγονός που ξεπηδά από την ύπαρξη του λαού,... Ο λαός γεννιέται μέσα από τα φύλα, τους τύπους μιας φυλής και η ύπαρξή του γεννά το έθνος σαν ανώτερη πνευματική της εκδήλωση (ηθική, πολιτιστική, θρησκευτική)” όπως αναφέρουν στην ιστοσελίδα τους. Το έθνος λοιπόν δεν αποτελεί υλική οντότητα που συγκροτείται στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία στη βάση υλικών όρων αλλά αποτελεί “πνευματικό γεγονός” που βασίζεται στην καθαρότητα της φυλής. Και όσοι δεν το αντιλαμβάνονται αυτό, σύμφωνα με τον Κασιδιάρη, αποτελούν βάρος στην ιστορική πορεία του έθνους. Αυτή ακριβώς την καθαρότητα της φυλής θέλει να “υπερασπιστεί” όταν καταφέρεται κατά των μεταναστών, αλλά βέβαια δεν το κάνει ανοιχτά παρά μόνο το υπονοεί στο τέλος της ομιλίας του. Σύμφωνα με την προσφιλή τακτική των φασιστών, κρύβει το ρατσιστικό του μένος απέναντι στους αλλοδαπούς κάτω από την εγκληματικότητα, ενώ το πραγματικό τους πρόβλημα είναι η “μόλυνση” του “καθαρού αίματος” της φυλής. Οι μετανάστες αντιμετωπίζονται σαν καμουφλαρισμένος στρατός “κάποιων σκοτεινών κύκλων” που εξαπολύθηκε για να μας μολύνει και να μας μετατρέψει σε “υπανθρώπους”. Αυτό που καθιστά μια χώρα προτεκτοράτο είναι το αδυνατισμένο “αίμα” των “υπανθρώπων”. Η χιτλερική “ιδεολογία” ξεδιπλώνεται σε όλο της το “μεγαλείο” μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο. Είναι η ίδια “ιδεολογία” που στοχοποίησε μια οικογένεια Αιγύπτιων, νόμιμων μεταναστών, ψαράδων, στις 12 Ιούνη 2012 στο Πέραμα. Είναι η ίδια “ιδεολογία” που όπλισε το χέρι των Γερμανών νεοναζί, όταν στις 15 Ιουνίου 2005 σκότωσαν τον Θεόδωρο Βουλγαρίδη, καταστηματάρχη στο Μόναχο.

Αρκετά αποκαλυπτικός ήταν στην ομιλία του και ο Χρήστος Παπάς. Ξεκίνησε χειμαρρώδης με λόγο που θα ζήλευε και ο πιο λαύρος αριστερός. Και τι δεν είπε. Κατήγγειλε τη μνημονιακή κυβέρνηση, το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Καταφέρθηκε ενάντια στην “εξάρτηση από τον ξένο παράγοντα” και τους Αμερικάνους, με αναφορές στον Κανελλόπουλο (“στρατηγέ ιδού ο στρατός σας”) και στον Καραμανλή (“ανήκωμεν εις την Δύσιν”), για να καταλήξει: “Ε όχι λοιπόν. Επιτέλους ας ειπωθεί για πρώτη φορά σε αυτή την αίθουσα. Δεν ανήκωμεν σε καμίαν Δύσιν. Ανήκωμεν εις την Ελλάδα και για την Ελλάδα θέλουμε να αγωνιστούμε.”

Κατήγγειλε την ξενοκρατεία, κλεπτοκρατεία, ξενοδουλεία. Την “απόλυτη εξάρτηση από τα αμερικανικά και νΑΤΟϊκά συμφέροντα”. Την υποδούλωση του ελληνικού λαού. Τη μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο. Μίλησε για το κατοχικό δάνειο και τις πολεμικές αποζημιώσεις. Κατήγγειλε τους “υπερατλαντικούς γκάνγκστερς”. Τόσο που ακόμα και το ίδιο το σύστημα παραλίγο να τον περάσει για “αντισυστημικό”. Οπότε ήρθε και η διευκρίνηση: “Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, εμείς στη Χρυσή Αυγή είμεθα υπέρ της Ευρώπης. Αλλά ποίας Ευρώπης; Μίας Ευρώπης των πατρίδων. Με ισοτιμία και αλληλοσεβασμό. Με ανυστερόβουλη, πραγματική αλληλεγγύη. Η Ευρώπη χρωστάει στην Ελλάδα και όχι η Ελλάδα στην Ευρώπη. Εμείς ήμασταν και πρέπει να ξαναγίνουμε οι ταγοί της Ευρώπης και όχι οι ουραγοί.”

Καταγγέλλει τον ένα πυλώνα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης αλλά όχι τον άλλο. Η εξάρτηση από την ΕΕ είναι αποδεκτή παρά τη διαπίστωση ότι “είμαστε ουραγοί της Ευρώπης”. Αρκεί να αλλάξει η ΕΕ από “Ευρώπη των ιμπεριαλιστών” σε “Ευρώπη των εθνών” όπως έλεγαν και προεκλογικά. Για να πάρει το ελληνικό έθνος τη θέση που του αρμόζει μέσα σε αυτή. Και πώς θα γίνει όλο αυτό; Με τις δυνάμεις του ελληνικού κεφαλαίου και την “αλληλεγγύη” των Ευρωπαίων; Μάλλον όχι. Αλλά ας μην ανησυχούμε. Η Χρυσή Αυγή έχει πρόταση: “Σε ό,τι αφορά τους υπόλοιπους συμμάχους μας, θυμίζω ότι υπάρχει ένα μεγάλο ορθόδοξο έθνος στο οποίο μπορούμε να στηριχτούμε τόσο οικονομικά όσο και στις γεωστρατηγικές και ενεργειακές μας πολιτικές. Και όχι μόνο στον τουρισμό και στο εμπόριο, όπως προανέφερε ο υπουργός εξωτερικών κύριος Αβραμόπουλος. Υπάρχει και η ορθόδοξη Ρωσία. Δεν είναι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες οι αφέντες αυτού του κόσμου. Δεν είναι παντοδύναμοι οι Αμερικανοί. Παντοδύναμος είναι μόνο ο Θεός.”

Ο “άρειος” λαός δεν είναι αρκετά δυνατός σύμφωνα με τους εθνικιστές για να αναζητήσει την τύχη του σε μια πραγματικά ανεξάρτητη πορεία. Παρά τις φανφάρες τους για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία. Το πολύ πολύ να αναζητήσει έναν άλλο προστάτη στη θέση του τωρινού. Αλλά αν αυτό δεν βγαίνει, μπορεί πάντα να παραμείνει στους ίδιους. Το μόνο που δεν φαίνεται να μπορεί να κάνει, είναι να ζήσει χωρίς προστάτες. Όσο για την εμμονή στη Ρωσία υπάρχουν δύο πλευρές. Από τη μία πρόκειται για πραγματικές αναζητήσεις στα πλαίσια της αστικής τάξης αλλά και του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου. Να θυμίσουμε την πολιτική Καραμανλή και τον αγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη. Σχέδιο που μπορεί μεν να ναυάγησε αλλά έδειξε διαθέσεις. Από τη άλλη ο μαύρος πρόεδρος των ΗΠΑ που δύσκολα “χωνεύεται” από τους “άρειους” της Χρυσής Αυγής. Γιατί με τα καθεστώτα εξάρτησης από τους Αμερικάνους δεν έχουν γενικά πρόβλημα. Όπως δήλωσε ο Μιχαλολιάκος στη συγκέντρωση στα Μέγαρα στις 6 Ιούνη “...ας με πούνε χουντικό. Ο τόπος αυτός γνώρισε προκοπή επί Γεωργίου Παπαδοπούλου και 21ης Απριλίου.”


Η κεντρική ιδέα της πρώτης παρέμβασης της Χρυσής Αυγής στη βουλή;
Οι εθνικιστές βουλευτές θέλουν έναν λαό φοβισμένο, τρομοκρατημένο, να επιδοθεί σε ένα πόλεμο εντός της χώρας ενάντια στην “ασύμμετρη απειλή της λαθρομετανάστευσης”, την ίδια στιγμή που στο εξωτερικό θα αναζητά προστάτες και θα αποδέχεται την ιμπεριαλιστική κυριαρχία και τα μνημόνια. Τέτοια εθνική πλειοδοσία! Ξεκινάν με φανφάρες εθνικής υπερηφάνειας για να καταλήξουν στο ρεαλισμό της υποταγής. Με αντίστοιχες μεθόδους οι φασίστες προσεγγίζουν νέους ανθρώπους για να τους οδηγήσουν από τον πατριωτισμό στην εξύμνηση του Χίτλερ και τον απόλυτο ραγιαδισμό απέναντι στο ξένο και ντόπιο κεφάλαιο!
Και στα απέναντι έδρανα μια αριστερά που αμήχανη πολιτικά παρακολουθεί το φίδι καθώς ξεδιπλώνεται και βγαίνει από το αυγό του. Που έχει εγκαταλείψει η ίδια από καιρό τα εθνικοαπελευθερωτικά και αντιιμπεριαλιστικά μονοπάτια, αφήνοντας το έδαφος αυτό στους πατριδοκάπηλους που, αντίθετα με εκείνην, καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι ο λαός μας αντιλαμβάνεται την εξάρτηση της χώρας και τον ξεπουληματικό χαρακτήρα του ντόπιου κεφαλαίου.

«Αστυνομική βία στην Ελλάδα: Οχι, μόνο μεμονωμένα Περιστατικά» (sic)

Αυτό είναι το όνομα έκθεσης που παρουσιάστηκε στις 3/7 από τη Διεθνή Αμνηστία σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε στην ΕΣΗΕΑ. Η έκθεση αναφέρεται στην… «υπερβολική» (sic) χρήση αστυνομικής βίας τα τελευταία δέκα χρόνια στη χώρα μας με θύματα πολίτες –ειδικά απ’ τις πιο «ευάλωτες» κατηγορίες, όπως οι μετανάστες– στη χρήση χημικών αερίων και χειροβομβίδων «κρότου–λάμψης» κατά τις διαδηλώσεις, στην κακομεταχείριση των συλληφθέντων και των κρατούμενων απ΄ την αστυνομία, στην ατιμωρησία των υπευθύνων για τα παραπάνω.
Κι έτσι είναι!
Αυτός είναι ο κανόνας της πολιτικής της ωμής βίας και της κρατικής τρομοκρατίας σε βάρος του λαού μας -των εργαζόμενων, των ανέργων, των απεργών, της νεολαίας- και της καταστολής των αγώνων τους, πολιτική που τη ζήσαμε ιδιαίτερα έντονα το τελευταίο δίχρονο και που πρόκειται να ενταθεί και να αναβαθμιστεί περισσότερο στο μέλλον. Σαν απαραίτητο συμπλήρωμα της πολιτικής της εκμετάλλευσης, της εξαθλίωσης, της ανεργίας, των μνημονίων και της αφαίρεσης δικαιωμάτων. Πολιτική που ασκείται απ΄ τις δυνάμεις καταστολής σύμφωνα πάντα με τις εντολές και τις συνειδητές κατευθύνσεις των πολιτικών τους προϊσταμένων, της εκάστοτε κυβέρνησης. Και βέβαια δεν περιμέναμε τη Διεθνή Αμνηστία, το διεθνή αυτό φορέα του συστήματος, για ν’ αποκαλυφθεί μια κατάσταση που δεν μπορεί πλέον να «αποκρυφτεί». Ενα φορέα που προσπαθεί μάλιστα να συσκοτίσει τις αιτίες γέννησης, ύπαρξης και τους στόχους της κρατικής τρομοκρατίας, καλώντας την «ελληνική πολιτεία να αναγνωρίσει την έκταση του προβλήματος και να λάβει μέτρα για την αυτοσυγκράτηση των αστυνομικών», εστιάζοντας έτσι μόνο στα ενεργούμενα και απενοχοποιώντας τους υπαίτιους, την ίδια την «ελληνική πολιτεία», δηλαδή, το σύστημα της καταπίεσης, της εκμετάλλευσης, της εξάρτησης, και τις κυβερνήσεις του.
Κυβερνήσεις, μάλιστα, οι οποίες καλούνται επίσης να δημιουργήσουν «ανεξάρτητους» μηχανισμούς –τύπου… «Συνηγόρου του πολίτη»- που θα αναφέρονται στο Κοινοβούλιο…
Οσο όμως ο ίδιος ο λαός, μέσα απ’ τους αγώνες και τις αντιστάσεις του, θα καταλαβαίνει «με ποιον έχει να κάνει» τόσο θα συνειδητοποιεί πως μόνο ο ίδιος και με τη δική του μαζική και ανειρήνευτη πάλη θα μπορεί να βάζει φραγμό και σ΄ αυτή την πλευρά της εφιαλτικής πολιτικής του συστήματος.

Ισπανία
Οργή για την κυβέρνηση, αλληλεγγύη στους ανθρακωρύχους

Συγκλονιστικές και συγκινητικές ήταν οι εικόνες που εκτυλίχθηκαν στους δρόμους της Μαδρίτης κατά την υποδοχή των διακοσίων περίπου απεργών ανθρακωρύχων από την Αστούριας και την Αραγονία. Δεκάδες χιλιάδες Μαδριλένοι βγήκαν στους δρόμους και ενώθηκαν στην Πουέρτα ντε Σολ, διαδηλώνοντας την αλληλεγγύη τους αλλά και την οργή τους για τα νέα σκληρά μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση του δεξιού Μαριάνο Ραχόι. Η μαύρη πορεία των ανθρακωρύχων, που διήρκεσε 19 ημέρες, έφτασε στην ισπανική πρωτεύουσα σε μια κρίσιμη στιγμή για τις κοινωνικές εξελίξεις στην Ισπανία, αφού διήνυσε μια απόσταση πάνω από τετρακόσια χιλιόμετρα. Εκατοντάδες απεργοί ανθρακωρύχοι, που πήραν μέρος στη «μαύρη πορεία» φορώντας κόκκινα φουλάρια και κράνη, έφτασαν από τη βόρεια Ισπανία στη Μαδρίτη προκειμένου να συμμετάσχουν στη μεγάλη διαδήλωση του κλάδου στην οποία συμμετείχαν και πολλοί ανθρακωρύχοι από όλη τη χώρα. Μαζί τους πάνω από πενήντα χιλιάδες Μαδριλένοι εργαζόμενοι, άνεργοι και νέοι ενώθηκαν σε ένα οργισμένο μαζικό ποτάμι. Υπό τα συνθήματα «Νάτοι, είναι οι ανθρακωρύχοι!» και «Η Μαδρίτη καίγεται», η πορεία που έφτασε από την Αραγονία στη βορειοανατολική Ισπανία διέσχισε με επευφημίες τα τελευταία χιλιόμετρα μέχρι την ισπανική πρωτεύουσα και συναντήθηκε με μια άλλη πορεία που προερχόταν από τις περιοχές της Αστούριας και της Λεόν, στη βορειοδυτική Ισπανία.
Οι ανθρακωρύχοι απεργούν εδώ και δύο μήνες διαμαρτυρόμενοι για τη μείωση των δημοσίων επιδοτήσεων του τομέα που αποφάσισε η δεξιά κυβέρνηση της χώρας, υποστηρίζοντας πως καταδικάζει το επάγγελμα. Οι Βρυξέλλες έχουν αποφασίσει ότι οι κρατικές επιδοτήσεις του τομέα των ανθρακωρυχείων πρέπει να σταματήσουν στο τέλος του 2018. Σύμφωνα όμως με τα συνδικάτα, η μείωση των επιχορηγήσεων κατά 63% που προβλέπεται για φέτος απειλεί περίπου 30.000 θέσεις εργασίας. Εδώ και πολλές εβδομάδες διαμαρτύρονται και αντιστέκονται στα σχέδια για κλείσιμο των ορυχείων και για τις νέες περικοπές των μισθών τους που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση Ραχόι και αφορούν περισσότερα από 40 ορυχεία. "Διαδηλώνουμε για να υπερασπιστούμε τις δουλειές μας", δηλώνουν, βλέποντας το μέλλον τους να είναι αβέβαιο, καθώς ο τομέας που κάποτε απασχολούσε χιλιάδες Ισπανούς σήμερα μοιάζει καταδικασμένος να σβήσει εξαιτίας της ακολουθούμενης πολιτικής λιτότητας. Πιο συγκεκριμένα, η κυβέρνηση Ραχόι έχει προχωρήσει σε μείωση κατά 65% της κρατικής χρηματοδότησης στον τομέα των ανθρακωρυχείων, την ίδια στιγμή που περικόπτονται οι μισθοί των εργαζομένων και απολύονται πολλοί από αυτούς. Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί: από τους σχεδόν 53.000 εργαζόμενους τη δεκαετία του 1980, σήμερα απασχολούνται 7.900 σε 47 σημεία.
Κάπως έτσι οι Ισπανοί ανθρακωρύχοι αναγκάστηκαν να βγουν στους δρόμους και να παλέψουν για τα δικαιώματά τους με απεργιακές κινητοποιήσεις, μαζικότατες διαδηλώσεις και πορείες σε μεγάλες ισπανικές πόλεις, με αποκλεισμούς αυτοκινητόδρομων. Απέναντί τους η κυβέρνηση και οι αστυνομικές δυνάμεις προσπαθούν να αναχαιτίσουν το δίκαιο αγώνα τους με καταστολή, δακρυγόνα, καπνογόνα και πλαστικές σφαίρες. Όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, η κυβέρνηση απάντησε με το μόνο όπλο που της απομένει σε μια στιγμή που βρίσκεται κάτω από ισχυρή κοινωνική κατακραυγή: Η αστυνομία επιτέθηκε στη διαδήλωση μπροστά στο υπουργείο Βιομηχανίας αλλά και στην Πουέρτα ντε Σολ, τραυματίζοντας πάνω από εβδομήντα ανθρώπους, δυο εκ των οποίων νοσηλεύονται με κατάγματα στο κεφάλι. Σχεδόν όλο το κέντρο της Μαδρίτης το βράδυ της 11 του Ιούλη μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, με τις ειδικές αστυνομικές δυνάμεις να επιτίθενται με λύσσα στους διαδηλωτές και σε όσους Μαδριλένους έσπευσαν να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους. Ολοφάνερα η ισπανική κυβέρνηση προσπαθεί να σταματήσει μια επικίνδυνη σπίθα που μπορεί να ανάψει τη φωτιά, την ώρα που το νέο πακέτο βάρβαρης λιτότητας και περικοπών δοκιμάζει τις έσχατες αντοχές των Ισπανών εργαζόμενων και ανέργων. Και το ερώτημα πολλών παρατηρητών είναι μήπως τελικά η Μαύρη Πορεία των εκατοντάδων ανθρακωρύχων αποδειχθεί ιστορική, μιας και -υπό προϋποθέσεις- μπορεί να αποτελέσει τη θρυαλλίδα για μια ευρύτερη κοινωνική αναταραχή στη χώρα.
Το πακέτο περικοπών ύψους 65 δισ. Ευρώ (!) μέχρι το 2014 είναι η χαριστική βολή για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία και δοκιμάζει τις ελάχιστες αντοχές τους. Περιλαμβάνει κατάργηση του δώρου Χριστουγέννων των δημοσίων υπαλλήλων, αύξηση του ΦΠΑ από 18% σε 21% και από 8% σε 10%, περικοπές στην τοπική αυτοδιοίκηση κατά 3,5 δισ. ευρώ και μείωση των δημοτικών συμβούλων κατά 30% ανά περιοχή, περιορισμό των δαπανών της κυβέρνησης κατά 600 εκ. ευρώ και μείωση του επιδόματος ανεργίας από τον 6ο μήνα και μετά κατά 50%-60%. Όλα αυτά για να πάρουν οι ισπανικές τράπεζες τη βοήθεια για τη διάσωσή τους, όπως προβλέπει η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η επιχειρηματολογία του Ραχόι κατά τη διάρκεια της ανακοίνωσης των σκληρών μέτρων δεν είχε καμία πρωτοτυπία. Ήταν ακριβώς ίδια με αυτά που ακούν οι Έλληνες εδώ και δύο χρόνια, κάθε φορά που ανακοινώνονται τα μνημόνια της κοινωνικής καταστροφής αλλά και μ' αυτά που ακούν οι υπόλοιποι λαοί της Ευρώπης.
Την ίδια ώρα που η Ισπανία έμπαινε σε μια πολύ θερμή περίοδο κοινωνικής αναταραχής, στη γειτονική Πορτογαλία οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες υγείας στα δημόσια νοσοκομεία πραγματοποιούσαν δυναμική απεργία αντιδρώντας στη μείωση των μισθών τους και στην περικοπή κατά 10% των κρατικών δαπανών για την υγεία μόνο για φέτος, μέτρα τα οποία εντάσσονται στο πρόγραμμα λιτότητας του συντηρητικού πρωθυπουργού Πέδρο Πάσους Κοέλιο. Οι συνδικαλιστικές ενώσεις των γιατρών εκτίμησαν ότι η συμμετοχή στην απεργία ξεπέρασε το 90%. Οι γιατροί διαδήλωσαν στη Λισαβόνα φορώντας τις λευκές ιατρικές μπλούζες τους. Η διαδήλωση των Πορτογάλων γιατρών ήταν η πρώτη σε εθνικό επίπεδο από το 1987.
Αν συνυπολογίσουμε, επίσης, πως και οι Ιταλοί αντιμετώπισαν με οργή το νέο πρόγραμμα λιτότητας που ανακοίνωσε η κυβέρνηση Μόντι πριν λίγες ημέρες, μπορεί αυτό το καλοκαίρι στον ευρωπαϊκό νότο να αποδειχθεί πολύ πιο καυτό από όσο προβλέπουν τα δελτία καιρού.

Συζήτηση και προβολή ταινίας στο Καματερό 12/07/2012

Πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 12/07/2012, στην Πλατεία Δημοκρατίας στο Καματερό, συζήτηση και προβολή της ταινίας. Την ευθύνη σης διοργάνωσης είχαν οι ανοιχτές λαϊκές συνελεύσεις του Καματερού που κατά τη διάρκεια του χειμώνα πάλεψαν ενάντια στο χαράτσι της ΔΕΗ. Παρότι οι συνθήκες καύσωνα δεν επέτρεψαν την καλύτερη δυνατή προπαγάνδιση της συζήτησης, αρκετοί εργαζόμενοι παρακολούθησαν τη συζήτηση αλλά και την προβολή της ταινίας “Καταστρόικα”
Έγινε ένας σύντομος απολογισμός της χρονιάς και τέθηκαν τα νέα δεδομένα μετά τις εκλογές και με τους νέους τρόπους που θα συνεχίσει την επίθεση  η νέα συγκυβέρνηση.  Κοινή ήταν η διαπίστωση ότι  είναι αναγκαία η συνέχιση της λειτουργίας και το πλάτεμα των συνελεύσεων στις γειτονιές του Καματερού. Αποφασίστηκε η συμμετοχή στη διαδήλωση της 19/7 στο υπουργείο Οικονομικών.

15 Ιουλ 2012

Εκδήλωση-συζήτηση
ΤΕΤΑΡΤΗ 18 ΙΟΥΛΗ, 7:30 μμ ΠΕΔΙΟΝ ΑΡΕΩΣ (Θέατρο Οικονομίδη)

Το λαϊκό-εργατικό κίνημα
αντιμέτωπο με το νέο γύρο επίθεσης
ΞΑΝΑ ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ!
Διοργάνωση
ΚΚΕ(μ-λ) • Μ-Λ ΚΚΕ

H εκλογική ανάπαυλα της κούφιας παροχολογίας και των δημαγωγικών υποσχέσεων για την υποτιθέμενη επαναδιαπραγμάτευση με την τρόικα τελείωσε. Eπιστρέφουμε, ολοταχώς, στο γνωστό ασφυκτικό κλίμα του εκβιασμού «νέα, αγριότερα μέτρα ή άτακτη χρεοκοπία της χώρας» ο οποίος είναι διαρκής, με κλιμακούμενη ένταση. Η πειθήνια εφαρμογή του αντιλαϊκού Mνημονίου από τη συγκυβέρνηση είναι δηλωμένη και ο Πρωθυπουργός διαβεβαιώνει τους προστάτες του ότι όχι μόνο αποδέχεται και θα διασφαλίσει, με αποφασιστικότητα, την πλήρη εφαρμογή των αντιλαϊκών μνημονίων υποδούλωσης, αλλά και ότι θα την επιταχύνει, προαναγγέλλοντας έτσι τη συνέχιση και κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης.
H τρόικα και η «ομάδα κρούσης» με επικεφαλής τον X. Pάιχενμπαχ είναι, ήδη, εδώ, ενώ προετοιμάζεται και η μόνιμη εγκατάσταση, στην Eλλάδα, ενός επίτροπου - παντεπόπτη - ανθύπατου της EE. Συντεταγμένα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και η εγχώρια ολιγαρχία, οργανώνουν το επόμενο κύμα της επίθεσης.
Tα σκληρά ιμπεριαλιστικά τελεσίγραφα και τα ευθυγραμμισμένα εγχώρια αναμασήματα περί μνημονιακού μονόδρομου, ο εκβιασμός πως όχι μόνο οι ανειλημμένες δεσμεύσεις πρέπει να υλοποιηθούν ταχύτατα, αλλά και όποια πρόσθετα «οικονομικά προγράμματα» απαιτηθούν, τροφοδοτούν τη λαϊκή οργή και αντίθεση, διευρύνουν το χάσμα ανάμεσα στο λαό, από τη μία πλευρά, και τον ιμπεριαλισμό και την εγχώρια οικονομική και πολιτική ολιγαρχία, από την άλλη.
H κλιμακούμενη αντιλαϊκή έφοδος, η βάναυση προσβολή της εθνικής αξιοπρέπειας και η εθνική ταπείνωση, η καταπάτηση από τους ιμπεριαλιστές και η εκχώρηση από τους εγχώριους δουλόφρονες της εθνικής κυριαρχίας δεν πρόκειται να μείνουν χωρίς απάντηση από τον ελληνικό λαό. Είναι αναπόφευκτο ότι νέοι λαϊκοί αγώνες θα αναπτυχθούν, ο λαός θα διεκδικήσει το δίκιο του και τα δικαιώματά του.
Στο πλαίσιο αυτό οφείλουμε να αντιπαραθέσουμε και να προωθήσουμε την κατεύθυνση της ολόπλευρης (ιδεολογικής, πολιτικής, οργανωτικής) συγκρότησης των λαϊκών δυνάμεων. Επειδή μόνο σε τέτοια βάση μπορεί ο λαός να αντιμετωπίσει την επίθεση και την πολιτική του συστήματος. Επειδή μόνο έτσι μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτής της αναμέτρησης που έτσι ή αλλιώς υπάρχει και εξελίσσεται καθημερινά, διαμορφώνοντας όρους και συσχετισμούς. Μια συγκρότηση που μπορεί να πραγματοποιείται μόνο μέσα στην πάλη, από την πάλη και με όρους πάλης. Μια συγκρότηση που θα ακουμπάει στα προβλήματα του λαού, θα στηρίζεται στο λαό και θα αναπτύσσεται και θα ισχυροποιείται στον αγώνα ενάντια στους εχθρούς του. Τη ντόπια κεφαλαιοκρατική ολιγαρχία και τους επικυρίαρχους ιμπεριαλιστές της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Αποφασιστική σημασία σε μια τέτοια κατεύθυνση έχει η ανάδειξη, υπεράσπιση και διεκδίκηση των λαϊκών δικαιωμάτων και κατακτήσεων. Η προώθηση της κοινής δράσης πάνω στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενες λαϊκές μάζες και η νεολαία και με στόχο την οικοδόμηση ενός ευρύτερου και μαχητικού μετώπου αντίστασης και πάλης.
Aμετάθετος στόχος για το μαζικό κίνημα η αναζωογόνηση και το δυνάμωμα του αγώνα ενάντια στα βάρβαρα μέτρα του Mνημονίου. Ο αγώνας αυτός συνδέεται με ένα νήμα με την αναγκαιότητα της ανασύστασης, ανασυγκρότησης του εργατικού, επαναστατικού, κομμουνιστικού κινήματος ως όρου για τη νικηφόρο έκβαση της λαϊκής πάλης.

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗ ΣΥΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ
(Απόφαση του ΚΟ του ΚΚΕ(μ-λ))

Όταν την περασμένη άνοιξη αποφασίζαμε να προχωρήσουμε το φθινόπωρο του 2012 σε μια πανελλαδική σύσκεψη για να εξετάσουμε ζητήματα γραμμής, κατευθύνσεων, συμμαχιών δεν είχαμε φανταστεί το πόσο χρήσιμη θα ήταν μια τέτοια απόφαση με βάση το τι μεσολάβησε από τότε μέχρι σήμερα.
Η εποχή, θα συμφωνήσουμε όλοι, είναι ιδιαίτερα απαιτητική και μπροστά στους κομμουνιστές, στους αγωνιστές, γενικά στο λαϊκό και κομμουνιστικό κίνημα, όχι μόνο στη χώρα μας, μπαίνουν πιο καθαρά μια σειρά από προκλήσεις. Έχει ανοίξει μια ολόκληρη βεντάλια από ζητήματα που αφορούν τις προοπτικές του συστήματος αλλά και αυτές του κινήματος. Μάλιστα, είναι καινούριο στοιχείο ότι αυτά τα δύο παράλληλα και αλληλένδετα ζητήματα έχουν ανοίξει και σε μια σχέση αντίθεσης και όχι κοινής τύχης, παρ’ όλο που στον κόσμο συνεχίζουν να κυριαρχούν οι ιδεολογίες που υπηρετούν το σύστημα και η μόνη προοπτική που βλέπουν είναι η «πρόοδος» του καπιταλισμού, που συνεχίζουν να βλέπουν το μέλλον της ανθρωπότητας συνυφασμένο με το μέλλον του καπιταλισμού.
Υπάρχει, λοιπόν, ανάγκη απολογισμού; Ναι, απαντάμε. Η οργάνωσή μας, ιδιαίτερα από το 2008 και μετά, έχει αναπτύξει μια πλούσια δράση, έχει πάρει μια σειρά σημαντικές αποφάσεις και πρωτοβουλίες που αφορούν το κίνημα αλλά και την ίδια, στο εσωτερικό της, στις σχέσεις της, στις λειτουργίες. Έχει σίγουρα την ανάγκη να δει με σχετική ηρεμία το σε τι και πώς ανταποκρίθηκε, κυρίως αν και τι χρειάζεται να αναθεωρήσει και να προσαρμόσει, γιατί αρκετά από τη σημερινή οργάνωση φαίνονται ή και είναι καινούρια, χωρίς φυσικά να έχει αποκοπεί από την κόκκινη κλωστή που χαρακτήριζε τη φυσιογνωμία της και τη δράση της. Ο κίνδυνος είναι, χωρίς να το καταλάβουμε, να θεωρήσουμε ότι ο κύριος λόγος που κάνουμε απολογισμό είναι το δεύτερο, ιδιαίτερα κακό, εκλογικό αποτέλεσμα.
Οι δύο απανωτές εκλογές αντιμετωπίστηκαν ως παρεμβάσεις που δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε, αλλά οπωσδήποτε μας ξεστράτισαν μ’ έναν τρόπο. Κυρίως απέσπασαν την προσοχή μας από εκεί που έπρεπε να βρίσκεται, από εκεί που είχε επικεντρωθεί πριν το Φλεβάρη. Δηλαδή στο κίνημα, στις πρωτοβουλίες κοινής δράσης, στην Πρωτοβουλία για Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία.
Μας ξεστράτισαν γιατί μας υποχρέωσαν (χωρίς να είμαστε έτοιμοι, χωρίς να είμαστε αρκούντως συνδεμένοι με τις μάζες) να προσεγγίσουμε με έναν τρόπο που φαινόταν «ακαδημαϊκός» το μεγάλο ζήτημα του ότι «ο λαός πρέπει να ανοίξει το δικό του δρόμο κόντρα στον καπιταλιστικό μονόδρομο». Το ανοίξαμε με έναν τρόπο που στα μάτια πλατιών ανθρώπων, αλλά και «απογειωμένων αριστερών», φάνηκε σαν υπεκφυγή, σαν άρνηση να βγούμε μπροστά και να χαράξουμε προοπτική, όταν από άλλες μεριές υπήρχε υπερπροσφορά «προοπτικής» και «λύσεων εδώ και τώρα».
Συμμετείχαμε σε πολλές εκλογές. Αρνηθήκαμε συμμετοχή σε άλλες τόσες. Οι εκλογές αυτές (οι δεύτερες, της 17ης Ιούνη) και οι εκλογές του 1981 ήταν οι πιο κρίσιμες και οι πιο ζόρικες. Με αναλογίες και διαφορές. Γιατί ήταν οι μόνες που ο κόσμος είχε τόσες πολλές ελπίδες αλλά και τόσες αυταπάτες, στις οποίες μόνο με σωστή αποκάλυψη και προπαγάνδα μπορούσαμε να σταθούμε. Και όταν μάλιστα, με ευθύνη της κυρίαρχης Αριστεράς «μας», ο λαός αισθανόταν σαν να είχε δώσει τα πάντα υπό τη μορφή του κινήματος και τώρα το μόνο δήθεν που έμενε ήταν η κυβέρνηση.
Τέλος πάντων, χωρίς να θέλουμε να προσπεράσουμε το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα, ας δούμε πίσω από τις εντυπώσεις και την όποια πρώτη απογοήτευση.
Το αποτέλεσμα δεν ήταν τόσο προϊόν αδυναμιών των δύο-τριών τελευταίων μηνών ή του τελευταίου χρόνου. Είναι προϊόν χρόνιων αδυναμιών και κυρίως αποτέλεσμα των χαμηλών βαθμών σύνδεσης με τις μάζες, ιδιαίτερα με εκείνα τα τμήματά τους που στα χαρτιά και στα κείμενά μας έχουν ιδιαίτερο ρόλο να παίξουν όχι μόνο στην αντίσταση στην επίθεση αλλά κυρίως στην προοπτική της αναμέτρησης με το σύστημα και τη σύγκρουση. Είναι επίσης δευτερεύον στοιχείο το αν κάναμε καλά ή κακά που κατεβήκαμε τη δεύτερη φορά, διότι, αν περιοριστούμε σ’ αυτό, είναι σαν να δεχόμαστε ότι το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε είναι να κρυφτούμε ή όχι. Ναι, θα μπορούσαμε να «κρύψουμε» το αποτέλεσμά μας. Το πραγματικό μας, όμως, ειδικό βάρος μας μέσα στις μάζες θα παρέμενε.
Μας χρειάζεται ο απολογισμός για να δούμε αν και κατά πόσο, στις πραγματικές διαστάσεις του, μας στοίχισε ή όχι ο τρόπος που προχώρησε και πραγματοποιήθηκε η εκλογική συνεργασία.
Είναι γεγονός, και δεν χρειάζεται να το κρύβουμε, ότι ένα μέρος της επιρροής μας σε κόσμο που είχε κατακτηθεί μέσα στην κίνηση και στο κίνημα μπορεί και να «μπερδεύτηκε» με τη συνεργασία μας με το Μ-Λ ΚΚΕ. Συνεπώς, πρέπει ένα μέρος της επιρροής μας να μην έχει πειστεί, να μην έχει κατανοήσει τους ουσιαστικούς λόγους της συνεργασίας. Σ’ αυτό έχει παίξει ρόλο και η πιεσμένη διαδικασία και ιδιαίτερα η εκλογική συνεργασία που, όπως είπαμε, μπέρδεψε τη συνεργασία στην Πρωτοβουλία και την ξεστράτισε.
Ωστόσο, δεν πρέπει να θεωρούμε ότι αυτός ο κόσμος, ακόμα και αν δεν υποστήριξε την εκλογική συνεργασία, δεν μπορεί να κατανοήσει, αν βρεθούμε μ’ αυτόν και κυρίως αν προχωρήσουμε στην υλοποίηση της Πρωτοβουλίας έτσι όπως απαιτούν οι συνθήκες. Ούτε πρέπει να μας διαφεύγει ότι, ιδιαίτερα με τη συμμετοχή μας στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, αποκοπήκαμε από κόσμο της επιρροής μας που είχε έντονη αντιεκλογική στάση γενικά και ειδικά.
Αν κάτι επίσης επιβεβαιώθηκε, είναι ότι η συνεργασία των δύο οργανώσεων από μόνη της δεν αρκεί για να δημιουργήσει δεδομένα στο κίνημα που δήθεν δεν θα μπορούσε η όχι τόσο κομμουνιστικοφανής Πρωτοβουλία. Αυτό που μετράει είναι το περιεχόμενο, η κατεύθυνση, ο προσανατολισμός. Και όσο αυτά μένουν ακόμη στην αρχή, θολά και αντιφατικά, η Πρωτοβουλία αντί να προχωράει θα υποχωρήσει όσον αφορά τη δυναμική της. Ή θα την αντιμετωπίσουμε σαν κεκτημένο και αρχή που θα πάει παραπέρα, ή θα τη δούμε σαν την «ολοκλήρωση» που θα κλειστεί αυτάρεσκα στον εαυτό της και θα διαφωτίζει. Με τον πρώτο τρόπο (όχι επειδή το λέμε εμείς) μπορεί να έχει αποτελέσματα, με το δεύτερο σίγουρα θα οδηγηθεί στο τέλμα και άμεσα.
Όπως και να ’ναι, το κύριο ενδιαφέρον μας, οι σκέψεις, οι προτάσεις μας, οι επεξεργασίες μας θα πρέπει να έχουν καθαρό ορίζοντα στο άπλωμα, στο πλάτεμα της Πρωτοβουλίας με φρέσκιες δυνάμεις που μπαίνουν στο κίνημα αλλά και με δυνάμεις πολιτικοποιημένες που θα κερδίζονται στη βάση του έργου και των ενεργειών της Πρωτοβουλίας.
Αν θέλουμε, λοιπόν, να μείνουμε γειωμένοι, αλλά και φιλόδοξοι, συμβάλλοντας σε μια ευρύτερη ενίσχυση της κομμουνιστικής προοπτικής στο κίνημα, πρέπει στη σύσκεψη του φθινοπώρου το δεύτερο θέμα της ημερήσιας διάταξης να είναι η Πρωτοβουλία και η πολιτική της ενότητας και της πάλης.
Το βάρος δεν πρέπει να πέσει μόνο στη μορφή, ούτε κυρίως σε οργανωτικά-διαδικαστικά. Πρέπει να μας απασχολήσει το ζήτημα της Πρωτοβουλίας σαν μια ζωντανή διαδικασία απλώματος και ριζώματος. Για να υπάρξει άπλωμα πρέπει η Πρωτοβουλία να «χωθεί». Για να «χωθεί» πρέπει να έχει γραμμή, στόχους, αιτήματα και, κυρίως, να βρίσκει συμμάχους, έστω σε μίνιμουμ πλαίσια. Για να βρίσκει συμμάχους πρέπει να τους αποσπά από τις λαθεμένες επιρροές. Άρα, πρέπει να οργανώνει τη συζήτηση, την αντιπαράθεση, το διάλογο. Όχι μόνο απέναντι σε τρίτους αλλά και στο εσωτερικό της.
Έχει γίνει σαφές (από τη μικρή έστω εμπειρία της Πρωτοβουλίας και τη σχέση μας με το Μ-Λ ΚΚΕ) ότι το εγχείρημα έχει δυσκολίες, χωρίς ακόμη να μπορούμε να πούμε ότι είναι ανυπέρβλητες, αφού και εμείς δεν έχουμε μπει σαν οργάνωση συνολικά στη μάχη.
Η Πρωτοβουλία πρέπει, αφού κάνει τις όποιες δοκιμαστικές «πτήσεις» και βρει καλύτερα το βηματισμό της στο κίνημα (εδώ θα βοηθήσει σίγουρα μια αφύπνιση του κινήματος), να αποκρυσταλλωθεί σε ό,τι είναι ώριμο και δυνατό.
Οπωσδήποτε δεν θα είναι μια «σφραγίδα» που θα έχει ένα-δύο πανό ανά πόλη και επαρχία και θα εμφανίζεται σε κεντρικά συλλαλητήρια, σε στρατιωτικές επεμβάσεις, σε γενικές απεργίες. Σαν κινηματική αντίληψη, σαν κινηματικό εργαλείο, σαν κινηματική «ομπρέλα» πρέπει να την προφυλάξουμε από εκλογικίστικες καταγραφές που θα παραπέμπουν απλώς σε βραχίονα των δύο οργανώσεων. Συνεπώς, θα έχει και κεντρικές εκφράσεις (να τις δούμε) αλλά και επιμέρους εκφράσεις σε νευραλγικά πεδία του κινήματος. Χωρίς να είναι δεσμευτικό το όνομα, ούτε απόλυτα δεσμευτικό το περιεχόμενο, επιδιώκουμε -μέσα στην κίνηση- όλες αυτές οι επιμέρους πρωτοβουλίες να έχουν σαν πολιτική αναφορά την κεντρική προσπάθεια.
Οι επιμέρους απόπειρες που θα στοχεύσουν σε συσπείρωση δυνάμεων, σε κοινές πρωτοβουλίες, σε κοινές δράσεις θα πρέπει με σωστά και μελετημένα βήματα να εκφραστούν στα παρακάτω, όπως είπαμε, νευραλγικά πεδία:
1. Στο εργασιακό (δημόσιο, ιδιωτικό).
2. Στη νεολαία.
3. Στο πεδίο της αντιφασιστικής δράσης.
4. Στην επεξεργασία πλαισίων όσον αφορά την αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση.
5. Στη διαμόρφωση ειδικών σχέσεων με ανένταχτους και άλλες συλλογικότητες.
6. Στις γειτονιές και την επαρχία.
7. Στους άνεργους.
Ας γίνουμε όμως πιο συγκεκριμένοι: Είπαμε ότι σημασία δεν έχει μόνο η μορφή (ωστόσο, ας μην υποτιμιέται) αλλά και το περιεχόμενο. Μ’ αυτή την έννοια, ένα βασικό περιεχόμενο της σύσκεψης θα είναι να διαμορφωθούν και να προταθούν, προς όσους κάθε φορά απευθυνόμαστε και ανάλογα με το πεδίο που επιλέγουμε, τα πολιτικά πλαίσια, τα αιτήματα και οι στόχοι. Κατανοητό, λοιπόν, ότι ζητούμε την προσαρμογή των πλαισίων μέσα από ανάλογες διαδικασίες κατά τόπους, κατά πόλη, κατά επαρχία και κατά χώρους.
Πρέπει, λοιπόν, με αποφάσεις-κατευθύνσεις του Π.Γ. και του Κ.Ο. να διευκολυνθούν οι σύντροφοι να καταθέσουν για συζήτηση και κατάληξη τα βασικά πλαίσια κίνησης και πρωτοβουλιών. Θα ήταν καλό όλο και περισσότεροι σύντροφοι να συμμετέχουν στη διαμόρφωση των προτεινόμενων πλαισίων, σε μια ζωντανή και ανοιχτή διαδικασία.
Α) Με βάση λοιπόν τις αναγκαιότητες, τις δυνατότητες και τις εκτιμήσεις μας πρέπει να παρουσιάσουμε ένα πιο εκτεταμένο πλαίσιο για συζήτηση (και ας μην είναι σήμερα μονομερώς αναδειγμένο) στο επίπεδο του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος στο σύνολό του και επικεντρωμένο στις αιχμές που αναδείχτηκαν και αναδεικνύονται:
- Παρουσία στρατιωτική, πολιτική, στρατηγική, οικονομική των ΗΠΑ.
- Παρουσία στρατιωτική, πολιτική, στρατηγική, οικονομική της ΕΕ.
- Βάσεις, ΝΑΤΟ, εθνικά λεγόμενα θέματα, Κύπρος, ΑΟΖ, ελληνοτουρκικά, σχέσεις Ελλάδας-ΠΓΔΜ, αλληλεγγύη λαών.
Πρέπει να έχουμε και ορισμένες γενικές κατευθύνσεις αρχών (π.χ. απαραβίαστο των συνόρων, άρνηση παραχώρησης εδαφικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας). Το προκρίνουμε όχι μόνο λόγω της αναγκαιότητας, να το αναδείξουμε σε σωστές βάσεις, αλλά και γιατί έχουμε και τις δοσμένες διαφορετικές αντιλήψεις με το Μ-Λ ΚΚΕ στα ζητήματα του πολέμου, των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ορισμένα άλλα. Φυσικά, σε συνδυασμό με τη συζήτηση του πλαισίου μένει προς διαμόρφωση η διαδικασία, «πορεία», κεντρική και επιμέρους, για τις μορφές και τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες θα αντιμετωπίσουμε τις διαφορές μας.
Θέλουμε ιδιαίτερα η διαδικασία διαμόρφωσης του πλαισίου αντιιμπεριαλιστικής πάλης να είναι ανοιχτή και προσπελάσιμη σε όποιον μεμονωμένο ή ομάδα αγωνιστών που ενδιαφέρεται να συμμετέχει σ’ αυτή την προσπάθεια.
Β) Παρ’ όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες που θα μας προκύψουν, η οργάνωση πρέπει να αντιληφθεί (πρώτα και κύρια τα στελέχη της, αλλά και όσοι σύντροφοι νεολαίοι δραστηριοποιούνται στη σπουδάζουσα, ή είναι νέοι εργαζόμενοι και άνεργοι) τη μεγάλη σημασία που έχει μια κοινή προσπάθεια των δύο οργανώσεων μέσα στη νεολαία και φυσικά ενταγμένη στη λογική της κοινής δράσης και της παρέμβασης στο κίνημα.
Να ξεκαθαρίσουμε ότι επιδιώκουμε μια ευρύτερη και μόνιμη συνεργασία που να μην περιορίζεται στους χώρους της εκπαίδευσης, αλλά να απλώνεται και σε τμήματα νεολαίας που πλήττονται ως εργαζόμενοι, ως άνεργοι αλλά και στο ιδεολογικό-πολιτιστικό πεδίο (διασκέδαση κ.λπ.). Συνεπώς, το πλαίσιο και το στίγμα αυτής της κοινής προσπάθειας πρέπει να συμπεριλαμβάνει ένα ευρύτερο σύνολο ιδεολογικών, πολιτικών, πολιτιστικών ζητημάτων (εποικοδόμημα, κράτος, στρατός, δυνάμεις καταστολής, ανεργία στους νέους, θητεία, ναρκωτικά, χώροι και τρόποι διασκέδασης). Φυσικά, θα έχει ως ευρύτερη αναφορά σε διαδηλώσεις, συγκρούσεις, απεργίες την Πρωτοβουλία, αλλά και τη δική της ιδιαίτερη έκφραση (κοινό στέκι, κοινοί θίασοι και συγκροτήματα μουσικής, κοινά κάμπινγκ, κοινές συζητήσεις για ζητήματα ιστορίας του κινήματος, κοινές εκδρομές και εξορμήσεις κ.λπ.)   
Γ) Όπως γίνεται αντιληπτό, εκτός από το μέλλον της Πρωτοβουλίας και της κοινής δράσης μας ενδιαφέρει και η ιδιαίτερη δική μας προσπάθεια για σύνδεση με τις εργαζόμενες μάζες αλλά και τους άνεργους που όλο πληθαίνουν (δυστυχώς) και όλο και κάποιοι από μας μπαίνουμε στο «κλαμπ».
Έχουμε, λοιπόν, μπροστά μας το ζήτημα του περιεχομένου και των μορφών για το τρίπτυχο δουλειά στις γειτονιές, δουλειά στους εργασιακούς χώρους, δουλειά στους άνεργους. Είναι γεγονός ότι, ιδιαίτερα τα τρία τελευταία χρόνια, ακόμα πιο έντονα σε σχέση με προηγούμενα, τίθεται και ξανατίθεται το μεγάλο ζήτημα (με πολλές προεκτάσεις) του περιεχομένου και της προοπτικής των συλλογικών προσπαθειών των εργαζόμενων, της εργατικής τάξης, του προλεταριάτου (από κοντά και οι μετανάστες), αλλά και των ανέργων, όχι μόνο να αποκρούσουν την επίθεση, όχι μόνο να περιφρουρήσουν κατακτήσεις, όχι μόνο να ξαναδιεκδικήσουν όσα έχασαν αλλά και να συγκροτηθούν σαν δύναμη κοινωνικής απελευθέρωσης και χειραφέτησης.
Και φυσικά, έχει τεθεί και το ζήτημα της οργάνωσης (ή αυτοοργάνωσης), απ’ έξω και από μέσα, του όλου υποκειμενικού παράγοντα «σχεδόν εξ υπαρχής», αφού η άγρια επίθεση του συστήματος, η αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης, η ήττα του κομμουνιστικού κινήματος μαζί με την άρνηση της Αριστεράς «μας» να δει τις ευθύνες της και την κατάσταση έχουν «αχρηστεύσει» όλα τα όπλα που μέχρι σήμερα είχε ανακαλύψει η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι για να πολεμήσουν το κεφάλαιο και την εργοδοσία.
Όλη αυτή η κατάσταση κάνει την εργατική τάξη να φαίνεται έρμαιο στις διαθέσεις του κεφαλαίου και το σύστημα να φαίνεται παντοδύναμο.
Μέσα σ’ όλα βάλτε και την πείνα που εξαπλώνεται, τη φτώχεια που τσακίζει κόκκαλα, την ανεργία που οδηγεί αρκετές φορές στην τρέλα και την απόγνωση, για να καταλάβετε γιατί οι «εύκολες λύσεις σωτηρίας» έχουν τόση πέραση, ενώ οι «δικές μας» προτάσεις οικοδόμησης κινήματος φαντάζουν τόσο «άχρηστες προς το παρόν». Ιδιαίτερα όταν οι φορείς αυτών των απόψεών μας μέσα στους εργασιακούς χώρους απειλούνται από την τρομοκρατία και την ανεργία, δυσκολευόμενοι να αποκτήσουν αποφασιστικότητα και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους.
Και όταν, βέβαια, το «κράτος πρόνοιας» όλο και αποσύρεται και αφήνει τις μάζες απροστάτευτες στον αχαλίνωτο καπιταλισμό, τότε καταλαβαίνουμε γιατί η μάχη που δίνουμε είναι διπλή: και απέναντι στον ταξικό αντίπαλο, αλλά και απέναντι στον «εσωτερικό εχθρό» που έχει την ευκαιρία να παρουσιάζεται με διάφορες μορφές και τώρα με τη μορφή της «αλληλεγγύης» την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να κάνει και συνολική αντιπολιτευτική γραμμή.
Σαφώς, λοιπόν, πρέπει να δοκιμάσουμε να διαμορφώσουμε πλαίσιο και μορφές παρέμβασης στις συνοικίες και μπορούμε και να προχωρήσουμε, μόνοι μας ή συνεργαζόμενοι. Ταυτόχρονα, μέσα στις κινήσεις, όχι αφ’ υψηλού και απ’ έξω, πρέπει να οργανώνουμε και να προωθούμε την αντιπαράθεσή μας λαμβάνοντας υπόψη θετικές και αρνητικές εμπειρίες από τις πλατείες αλλά και παλιότερα.
Τα πλαίσια αυτά φυσικά και θα επιμένουν στη διεκδίκηση, στην απόκρουση της επίθεσης, στην περιφρούρηση των όποιων δικαιωμάτων. Θα πρέπει να υπερασπίζονται τους αγώνες και τις απεργίες των εργαζομένων κόντρα στην κρατική, παρακρατική και φασιστική επίθεση.
Θα πρέπει να μην αποκοπούμε από στρώματα των πόλεων (μικρά κυρίως) που ενόψει των χειρότερων και επειδή έχουν ακόμη αυταπάτες ή «ελπίδες» να γλιτώσουν τα χειρότερα, στηρίζουν κινήματα ενάντια στα χαράτσια, στη φορολόγηση έστω και με έναν «υπερταξικό τρόπο». Θα πρέπει να μην αποκοπούμε απ’ αυτό το σχολείο, γιατί μέσα από τέτοιες «μικρές» προσπάθειες μπαίνουν οι αυριανές βάσεις των κοινωνικών συμμαχιών.
Πρέπει όπου μπορούμε (και να πιέζουμε την κοινή δράση) να πρωτοστατούμε στις ιδέες και τις μορφές που αυτά τα στρώματα εκφράζουν την οργή και την αγανάκτησή τους (διαμαρτυρίες μπροστά σε μεγάλα σούπερ-μάρκετ, πικετοφορίες στους σταθμούς του μετρό, παρεμβάσεις αγκιτάτσιας στις ατέλειωτες ουρές στις εφορίες, στον ΟΑΕΔ). Μην ξεχνάμε, δε, ότι όλα αυτά χωρίς αποκρυστάλλωση σε μια μορφή οργάνωσης (επιτροπή, συνέλευση κ.λπ.) είναι ουσιαστικά χωρίς αντίκρισμα.
Να αντιπαρατεθόμαστε αλλά να μην σνομπάρουμε την προσφυγή σε μορφές υπεράσπισης του πολίτη που έχει κατοχυρώσει το σύστημα, γιατί όλο και περισσότερος κόσμος απελπίζεται και δεν βρίσκει «καταφύγιο» στις μορφές και τις δράσεις της Αριστεράς «μας».
Πόσο, όμως, συνδέεται αυτή η μετωπική κοινοδρασιακή ιστορία και εξυπηρετεί την οικοδόμηση και ενίσχυση κομμουνιστικής οργάνωσης που θέλει να κάνει πιο ορατό και φανερό το στίγμα της;
Και στο εσωτερικό μας, αλλά και από την πλευρά της καθοδήγησης του Μ-Λ ΚΚΕ, ακούγονται φωνές ότι μ’ αυτή μας τη στάση «αφήνουμε το γάμο να πάμε για πουρνάρια». «Αντί να κοιτάζουμε να δυναμώσουν οι κομμουνιστές, χαραμιζόμαστε σε αμφίβολης αποτελεσματικότητας κοινές δράσεις και πρωτοβουλίες και ωφελούνται οι ρεφορμιστές και οι αντίπαλοι του κομμουνισμού» (στο «κλαμπ» αυτό έχει προσχωρήσει και η ηγεσία του ΚΚΕ).
Βέβαια, το γεγονός ότι έχουμε πολλές αδυναμίες, ιδιαίτερα στελεχιακές, να υλοποιήσουμε την ιδιαίτερα επιθετική πολιτική που έχουμε, την κάνει να φαίνεται «παθητική», «κακομοίρικη» και «καραμουρτζούνικη». Το χειρότερο είναι ότι, αντί να βελτιώσουμε τις αδυναμίες για να κάνουμε αυτό που επιβάλλει η φυσιογνωμία μας, πέφτουμε στο άλλο άκρο και κλεινόμαστε, κάνοντας ορισμένες φορές «κηρύγματα» καθαρότητας.
Ναι, είναι γεγονός ότι δεν είμαστε αποτελεσματικοί ως οργάνωση να φέρουμε κοντά μας, ιδεολογικά και πολιτικά, μια σειρά αγωνιστές που μας πλησιάζουν μέσα στην πάλη, με αποτέλεσμα ορισμένοι να χάνονται. Σίγουρα πρέπει να βρούμε τρόπους για να το αντιμετωπίσουμε. Για να το κάνουμε πρέπει να φυσήξει αέρας δημιουργίας και αισιοδοξίας μέσα στις γραμμές μας. Και φυσικά, να είμαστε σταθερά προσανατολισμένοι στην υπηρεσία του κινήματος. Για να φυσήξουν αυτοί οι αέρηδες χρειάζεται ο σύντροφος, η επιρροή να βρίσκονται μέσα σε μια διευρυμένη κινηματική πλατύτερη ατμόσφαιρα. Μόνο η ατμόσφαιρα των γραφείων δεν είναι αρκετή για να ζωογονήσει και να γονιμοποιήσει την πρωτοβουλία.
Όταν τα στελέχη μιας οργάνωσης δυναμώνουν, παίρνουν πρωτοβουλίες, αποκτούν κύρος μέσα στους χώρους τους, στις διαδηλώσεις, στις συγκρούσεις, στην αντιπαράθεση, στις μαζώξεις, τότε ισχυροποιείται η οργάνωση συνολικά. Τότε δημιουργεί εμπιστοσύνη στο γύρω κόσμο που καλείται να αφιερώσει μέρος της ζωής του στο κίνημα. Γι’ αυτό μας χρειάζονται οι διαδικασίες κινήματος, τα σχήματα κινήματος και δεν αρκούμαστε μόνο στην οργάνωση. Όσο λείπουν τα πρώτα, στην οργάνωση θα έρχονται αναγκαστικά αγωνιστές που δεν είναι έτοιμοι ακόμα να αφιερώσουν τη ζωή τους. Γι’ αυτό και οι αγωνιστές πρέπει να περνάνε μέρες της ένταξής τους στο κίνημα μέσα σε «δικά» τους όργανα δίπλα στους κομμουνιστές. Γι’ αυτό χρειάζονται τα σχήματα.
Δεν θέλουμε μόνο να δυναμώσει η οργάνωσή μας. Θέλουμε να δυναμώσουν και οι μορφές οργάνωσης του λαού κάθε επιπέδου. Θέλουμε να ισχυροποιούμαστε μέσα από μια διαλεκτική σχέση. Η οικοδόμηση μιας κομμουνιστικής οργάνωσης δεν είναι μόνο δική μας υπόθεση, αλλά και υπόθεση των μαζών, και πρώτα και κύρια της εργατικής τάξης, κατακτώντας βέβαια τη συγκρότησή της κόντρα στην καπιταλιστική επίθεση και διάσπαση.
Θεωρούμε, λοιπόν, ότι τα δύο αυτά θέματα που αφορούν τη σύσκεψη του φθινοπώρου με τις υποκατηγορίες τους μπορούμε να τα απαντήσουμε με ικανοποιητικό τρόπο. Η συμβολή μας πρέπει να εκφραστεί και στο πολιτικό περιεχόμενο των αιτημάτων και της γραμμής, αλλά και στις ανάλογες πολιτικές εκτιμήσεις της φάσης που περνάμε. Συμβολή και μέσω εφημερίδας αλλά και μέσω παρεμβάσεων.

• Ήδη με τα δύο θέματα που προτείναμε (με κέντρο βάρους μετατοπισμένο προς το δεύτερο) θεωρούμε ότι η διαδικασία της σύσκεψης μπορεί να αποβεί χρήσιμη και ωφέλιμη, για τα ζητήματα που άμεσα αντιμετωπίζουμε. Όμως εκμεταλλευόμαστε την εσωτερική συζήτηση που θα ανοίξει σαν ευκαιρία να θέσουμε ορισμένες σκέψεις και κατευθύνσεις για ένα σοβαρό ζήτημα που έχει αναδειχτεί και που φυσικά έχει και μια σειρά παράπλευρα πολύ σοβαρά θέματα να το συνοδεύουν. Το ζήτημα αυτό είναι η αντίδραση των μαζών απέναντι στον ασφυκτικά επιβεβλημένο καπιταλιστικό «μονόδρομο» και η διαλεκτική σχέση αυτής της αντίδρασης με την παράλληλη απαίτηση της εποχής να διαμορφώσουν οι λαοί το δικό τους δρόμο για μια άλλη κοινωνία, για μια άλλη ζωή.
Έχουμε βέβαια, εδώ και αρκετά χρόνια, ξεκαθαρίσει ότι το κεφάλαιο αυτό είναι άμεσα συνδεδεμένο με την επαναστατική διαδρομή της ανθρωπότητας προς τον κομμουνισμό. Μια πορεία που θα χαραχτεί μέσα από ένα ολόκληρο μεταβατικό στάδιο, το σοσιαλιστικό.
Μία πορεία που οι συσχετισμοί του χθες και του σήμερα την κάνουν να φαντάζει, αν όχι ακατόρθωτη, αν όχι όνειρο θερινής νύχτας, τουλάχιστον μακριά, βασανιστική, γεμάτη θυσίες στη διαδρομή. Άρα, από μια πρώτη ματιά, όχι ιδιαίτερα «ελκυστική» για τις μάζες. Γι’ αυτό και σωστά επισημαίνεται ότι η μεγάλη αυτή διαδρομή είναι προϊόν ανάγκης μπροστά στα πολύ χειρότερα που επιφυλάσσει ο αντιδραστικός καπιταλιστικός «μονόδρομος».
Όταν μας ρωτούν τι πρεσβεύουμε, τι επιδιώκουμε, σε τι συμβάλλουμε και γιατί θέλουμε να υπάρχουμε, να αναπαραγόμαστε και να διδασκόμαστε σαν κομμουνιστές, η απάντησή μας έχει δύο σκέλη χονδρικά. Το ένα σκέλος αφορά τις απαντήσεις και τις οριοθετήσεις που δίνουμε και κάνουμε όσο παραμένουμε στο επίπεδο του καπιταλισμού και δεχόμαστε, μαζί με τον υπόλοιπο λαό, τις συνέπειες της επίθεσης.
Προφανώς, και με τα χρόνια, έχουμε κατακτήσει μια ορισμένη αντίληψη, προσέγγιση και φυσιογνωμία πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού και στο βαθμό της συμμετοχής μας στην ταξική πάλη, στην ταξική αναμέτρηση.
Από την άλλη, έχουμε διευκρινίσει (όσο και αν κάτι τέτοιο είναι στην εποχή μας δυσφημισμένο) ότι για εμάς η δράση στα πλαίσια του καπιταλισμού έχει κυρίως χαρακτήρα προετοιμασίας και συγκέντρωσης δυνάμεων από την πλευρά εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που έχουν κάθε συμφέρον να ανατρέψουν τον καπιταλισμό και να βάλουν μπρος τη μεγάλη πορεία προς τον κομμουνισμό, μέσω μιας μεταβατικής κατάστασης, ενός μεταβατικού σταδίου που κατοχυρώθηκε ιστορικά να είναι ο σοσιαλισμός με βάση και τις εμπειρίες της παλινόρθωσης στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.
Οπωσδήποτε, αναγνωρίζουμε ότι οι αρνητικοί συσχετισμοί των τελευταίων δεκαετιών, έτσι όπως διαμορφώθηκαν και μετά την παλινόρθωση, έχουν υποχρεώσει το κίνημα των μαζών, τις ίδιες τις μάζες, να υφίστανται απανωτές ήττες στα πλαίσια του καπιταλισμού και να εξαναγκάζονται σε πισωγυρίσματα, σε υπαναχωρήσεις, σε εκχωρήσεις δικαιωμάτων στον ταξικό αντίπαλο.
Όλη αυτή η κατάσταση που βιώνεται όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά σε όλο σχεδόν τον πλανήτη, κάνει επιτακτική την ανάγκη της διαμόρφωσης από την πλευρά του αριστερού κινήματος και ιδιαίτερα του ταξικού, εργατικού, κομμουνιστικού, ενός «προγράμματος» «πριν το πρόγραμμα της κατάληψης της εξουσίας», το οποίο θα έχει διπλό στόχο και περιεχόμενο:
α) Να εμπεδώσει στις μάζες, μέσα από τις συγκρούσεις, τις αντιπαραθέσεις και τις όποιες νίκες, την αίσθηση ότι ο καπιταλισμός, ακόμα και στις πιο άγριες εκδοχές και εκφράσεις του δεν είναι ανίκητος. Να διαμορφώσει τις βάσεις των κοινωνικών συμμαχιών των στρωμάτων που μπορούν με ένα σταθερό τρόπο να αμφισβητήσουν τη μονοκρατορία του καπιταλισμού. Και, φυσικά, να αρχίσει να δίνει σάρκα και οστά στη μεγάλη ανάγκη της εποχής, δηλαδή, τη συγκρότηση της εργατικής τάξης σαν τάξη για τον εαυτό της.
β) Είναι, τουλάχιστον για εμάς, φανερό ότι για να έχει νόημα ένα τέτοιο «πρόγραμμα» ανατροπής των συσχετισμών (καταρχάς στο έδαφος του καπιταλισμού και που να έχει προϋποθέσεις προχωρήματος προς τα μπρος και όχι πισωγυρίσματος) θα πρέπει:
1) Να είναι οργανωμένος και κατάλληλα προετοιμασμένος ο λαός από κάθε άποψη
2) Να έχει διαμορφωθεί ένα κομμουνιστικό κίνημα και κόμμα με αναβαθμισμένες διασυνδέσεις με την τάξη και τις μάζες, που φυσικά θα έχει κάνει σαφή βήματα στο προχώρημα των απαντήσεων και των εκτιμήσεων για τα αίτια της παλινόρθωσης και που θα έχει προσεγγίσει ακόμα πιο ουσιαστικά τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της σύγχρονης μεταβατικής σοσιαλιστικής κοινωνίας.
3) Να έχει μπει σε στέρεες βάσεις ο προλεταριακός διεθνισμός, η αλληλεγγύη των λαών των γειτονικών χωρών και παρά πέρα, διότι -έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα- το τοπικό και το διεθνικό έχουν πλέον μια διαφορετική σχέση και διασύνδεση.
Ουσιαστικά, λοιπόν, έχουμε την ανάγκη και εμείς και ο λαός ενός «εκπαιδευτικού προγράμματος», ενός ιδιαίτερου «σχολείου» που θα κάνει φανερή τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα σε μαζική, τοπική και διεθνική κλίμακα να ανατραπούν οι καταθλιπτικοί συσχετισμοί έτσι ώστε να ανοίξει ο δρόμος για το σοσιαλισμό και όχι (όπως ευαγγελίζονται διάφοροι ρεφορμιστές) να αλλάξουν οι συσχετισμοί έτσι ώστε να παραμείνουμε σε έναν καπιταλισμό πιο «εξορθολογισμένο» και πιο «ανθρώπινο». Ένα «πρόγραμμα» που θα μας φωτίσει ακόμα περισσότερο για την ταξική διάρθρωση και προοπτική της χώρας.
Αν, λοιπόν, θέλουμε να κωδικοποιήσουμε αυτές τις ιδιαίτερες επιδιώξεις μας, θα λέγαμε ότι στοχεύουμε, συμβάλλουμε σε ένα ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΜΕΤΩΠΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ, ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ, ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ που θα διαμορφώνεται σε πολιτικό-κοινωνικό επίπεδο διεκδικώντας ΕΙΡΗΝΗ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, ΔΟΥΛΕΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ, ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ. Ένα μέτωπο που σαν αριστερό θα είναι αντιιμπεριαλιστικό, αντικαπιταλιστικό, αντιπολεμικό, αντιφασιστικό, αντιρατσιστικό.
Δικαιολογημένα, έστω και σαν χονδρική περιγραφή, η στόχευση σ’ ένα τέτοιο μέτωπο φαντάζει αρκετά μακρινή, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε τις μικρές μας δυνάμεις, την κατάσταση του κινήματος, της εργατικής τάξης, της αγροτιάς και τον εγκλωβισμό των μικροαστικών στρωμάτων στον καπιταλιστικό μονόδρομο.
Οι εξελίξεις όμως και στη χώρα μας κινήθηκαν τόσο ραγδαία, που έκαναν πρόδηλη την ανάγκη ενός τέτοιου μετώπου που ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε το ΚΚΕ μπόρεσαν και μπορούν να του δώσουν σάρκα και οστά.
Γι’ αυτό οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε και προς τα μέσα και προς τα έξω ότι οι κινήσεις και οι επιλογές μας έχουν σαν στόχευση ένα τέτοιο ΜΕΤΩΠΟ. Η προσπάθεια που θέλουμε να κάνουμε για την Πρωτοβουλία (ιδιαίτερα σε επιμέρους χώρους, αλλά και στο κεντρικό) οφείλει να καθοδηγείται από μια τέτοια στόχευση.
Σ’ ένα από τα επόμενα Κ.Ο., αφού δρομολογήσουμε και αποκρυσταλλώσουμε τα όσα μας προκύπτουν από τις άμεσες αποφάσεις, θα ανοίξουμε πιο ουσιαστικά το ζήτημα με το γενικό τίτλο «ο δικός μας δρόμος».