Η βάρβαρη πολιτική της επίθεσης των δυνάμεων του συστήματος οδηγεί μεγάλα τμήματα του λαού σε απόλυτη εξαθλίωση. Σε μια κατάσταση δηλαδή που δεν μπορούν να καλύψουν στοιχειώδεις ανθρώπινες ανάγκες και δικαιώματα, όπως της τροφής, του ηλεκτρικού, του νερού, της υγείας, της εκπαίδευσης, της στέγης. Η νέα κυβέρνηση της αστικής ολιγαρχίας της ΝΔ με την ενίσχυση ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ υποτίθεται ότι θα «ασχοληθεί» ιδιαίτερα με τον κόσμο αυτόν που έχει οδηγηθεί στην καταστροφή και θα τον «στηρίξει» με την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής. Από κοντά, ακόμα και οι φασίστες της ΧΑ «φροντίζουν» και αυτοί για το λαό με «κοινωνικά παντοπωλεία» και «τράπεζες αίματος» μόνο για Ελληνες (!), αποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό ότι όλες οι συστημικές δυνάμεις αυτό που πραγματικά επιζητούν είναι να έχουν το λαό στη θέση του επαίτη και όλοι αυτοί να καλύπτουν τη θέση του ελεήμονα. Αυτό που επιδιώκουν με την καθημερινή προπαγάνδα αλλά και την ωμή βία και τρομοκρατία είναι ο λαός να αποδεχτεί αυτή του την κατάσταση, να τη θεωρήσει ένα «αναγκαίο κακό» που πρέπει να υπομείνει για να «σωθεί η χώρα». Ο αδίστακτος κυνισμός της αστικής ολιγαρχίας και του πολιτικού της προσωπικού απροκάλυπτος και ωμός. Από την άλλη μεριά, η «υπεύθυνη» αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ ορίζει σαν βασικό πεδίο της πολιτικής της την «κοινωνική αλληλεγγύη», όπως ιατρεία, φαρμακεία, παντοπωλεία κ.λπ., και ζητάει από την κυβέρνηση να κηρύξει τη χώρα σε «ανθρωπιστική κρίση» έτσι ώστε να υπάρξει άμεση υλική βοήθεια από χώρες, οργανισμούς και ΜΚΟ. Προαναγγέλλοντας έτσι και το περιεχόμενο της βασικής κινηματικής της κατεύθυνσης. Είναι αναγκαίο να ξαναπούμε ότι «αυτό» που έχει βρει το λαό δεν είναι μια «έκτακτη» κατάσταση, αποτέλεσμα μιας φυσικής καταστροφής, ενός λιμού ή άλλου ανάλογου χαρακτήρα γεγονότος. Η έκτακτη κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο λαός είναι αποτέλεσμα της πολιτικής των δυνάμεων του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα. Είναι αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού που για να «γειάνει» καταστρέφει την πιο παραγωγική δύναμη, τη ζωντανή εργασία, απλώνοντας έτσι την εξαθλίωση στην πλειοψηφία του λαού. Τα νούμερα της φτώχειας που δίνει η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην τρίμηνη έκθεσή της για την Ελλάδα αποκαλύπτουν την τεράστια έκταση του ζητήματος η οποία δεν παίρνει «γιατρειά» με κοινωνικές δήθεν πολιτικές αλλά αποτελεί ζήτημα διεκδίκησης και αναμέτρησης του λαού απέναντι στις δυνάμεις του συστήματος. Η «ανθρωπιστική κρίση» που λέει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ταξική κρίση, προϊόν της επίθεσης, αποτέλεσμα των δυσμενών πολιτικών συσχετισμών και του χαμηλού, ακόμη, επιπέδου συγκρότησης του λαϊκού παράγοντα απέναντι στους εχθρούς του. Την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές. Η αγωνία όλων των αγωνιστών να ανταποκριθούν στις ανάγκες του λαού και κυρίως στα μεγάλα του βάσανα δεν μπορεί να γίνει «διαβατήριο» απόσυρσης από την ταξική πάλη και τα πιεστικά καθήκοντα που αυτή βάζει. Πολύ περισσότερο δεν μπορούν να υποκατασταθούν τα ζητήματα της αναμέτρησης με τον αντίπαλο από «εναλλακτικές προτάσεις» για μια «ευτυχισμένη ζωή» με «λίγα και καλά», μακριά από «αδιέξοδα καταναλωτικά μοντέλα». Κάποιοι, κυρίως χορτάτοι, είναι φανερό ότι παίζουν με τη ζωή του λαού και τον αντιμετωπίζουν σαν πειραματόζωο για την ικανοποίηση των δικών τους φαντασιώσεων και αυταπατών. Η πιο σοβαρή πλευρά όμως είναι η πολιτική αντιμετώπιση τόσο από οργανώσεις και κόμματα όσο και από αγωνιστές της Αριστεράς γιατί το ειδικό βάρος της στάσης τους μπορεί να καθορίσει και το χαρακτήρα των «κοινωνικών» εγχειρημάτων και τη σχέση τους με το κίνημα. Το πολιτικό άλλοθι που κατασκευάζει ο ΣΥΡΙΖΑ για να αποσυρθεί «υπεύθυνα» και «μαχητικά» από το κίνημα και να οικοδομήσει την κυβερνητική του προοπτική δεν μπορεί να μείνει χωρίς αντιπαράθεση, ανεξάρτητα από την πρακτική στάση των αγωνιστών σε ζητήματα έμπρακτης κοινωνικής αλληλεγγύης. Εξάλλου, και η ιστορία του κινήματος έχει δείξει ότι όσο ανεβαίνει η πολιτική συγκρότηση, όσο μαζικοποιείται η μαχητική κατεύθυνση του κινήματος, όσο επικρατεί η επαναστατική λογική της ασυμβίβαστης αντιπαράθεσης με το σύστημα και τις αντιδραστικές δυνάμεις τόσο γεννιούνται αυθεντικές λαϊκές μορφές οργάνωσης που αντιμετωπίζουν τις πιο οξυμένες πλευρές των λαϊκών αναγκών. Σήμερα, σε μια περίοδο όπου η κινηματική άπνοια της προεκλογικής και εκλογικής περιόδου έχει δημιουργήσει άσχημο κλίμα ανάμεσα στους εργαζόμενους, η αλληλεγγύη και η στήριξη των εργατικών αγώνων εκεί όπου έχουν ξεσπάσει και εκεί που μπορούν άμεσα να αναπτυχθούν είναι η πιο σημαντική συνεισφορά που μπορεί να έχει ένα ευρύτατο αγωνιστικό δυναμικό. Η αγωνιστική αλληλεγγύη για να είναι ουσιαστική και αποτελεσματική έχει να δουλέψει προς πολλές κατευθύνσεις και να καλύψει σημαντικές ανάγκες των εργαζόμενων που αγωνίζονται. Η ενίσχυση της αγωνιστικής αλληλεγγύης μέσα στο λαό διαμορφώνει όρους και συσχετισμούς πάλης, μπορεί να φέρει στο προσκήνιο του αγώνα νέους αγωνιστές, να ξεσκεπάσει αντιδραστικές και φασιστικές δυνάμεις που πίσω από το προσωπείο της «κοινωνικής προσφοράς» καλύπτουν τη σαπίλα του συστήματος που υπηρετούν. Αυτό σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε όσους από το λαό δεν μπορούν να αγωνιστούν και στεκόμαστε μόνο δίπλα στους αγώνες; Κάθε άλλο! Οι αγώνες για να μην κλείσουν νοσοκομεία και σχολεία, για να μη μείνει καμία οικογένεια χωρίς ρεύμα, νερό και το χειμώνα θέρμανση είναι στόχοι πάλης που συνδέονται άρρηκτα με την πάλη για μεροκάματο και μισθό, για ανθρώπινες συνθήκες δουλειάς, με την πάλη για επίδομα ανεργίας σε όλους τους ανέργους. Επιμένουμε ότι μέσα στο κίνημα πρέπει να κυριαρχήσει η εργατική-λαϊκή κατεύθυνση της οικοδόμησης μιας έμπρακτης αγωνιστικής αλληλεγγύης στη βάση της πολιτικής και κοινωνικής αναμέτρησης με τους αντιπάλους και όχι οι «αξίες» και τα «θέλω» των μεσο-στρωμάτων που πανικόβλητα από την καταβύθισή τους θέλουν να ηγεμονεύσουν πολιτικά και ιδεολογικά. Γιατί οι ιδέες περί «κοινωνικής προσφοράς» που κυριαρχούν στα μεσοστρώματα και βοήθειας στους «αδύνατους» και «ανήμπορους» είναι προϊόν της αντίληψης ότι μπορεί να υπάρχει η κοινωνία της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης χωρίς τις «ακραίες» της εκφράσεις της πείνας, της δυστυχίας και της εξαθλίωσης. Η μικροαστική ουτοπία της «συνεργασίας» και του «θετικού κοινωνικού αθροίσματος» επιζητεί να γίνει η ελεήμων δύναμη που θα «σώσει» το λαό από τα σημερινά δεινά του, «αρκεί» και αυτός να προσαρμόσει, προς τα κάτω, τις ανάγκες του. Είναι φανερό ότι ο εργαζόμενος λαός δεν μπορεί να βολευτεί με τα ψίχουλα των ελεημόνων κάθε απόχρωσης, όχι μόνο γιατί αυτά δεν φτάνουν για να τον σώσουν πραγματικά αλλά και γιατί η σωτηρία του είναι σε άμεση συνάρτηση με τη δική του ανεξάρτητη συγκρότηση και δράση για την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής της επίθεσης.