Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

30 Μαΐ 2012

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΥΠΟΥ (για τις δηλώσεις Τσίπρα)

Το «δόγμα» της εξάρτησης δεν ανανεώνεται!
Ανατρέπεται από τη μαζική λαϊκή πάλη!
Οι δηλώσεις του Α. Τσίπρα με τις οποίες χαρακτηρίζει «πεπαλαιωμένο δόγμα ότι η Ελλάδα ανήκει στη Δύση» και υποστηρίζει «δραστήρια και πολύπλευρη εξωτερική πολιτική» αποτελούν κακή αντιγραφή των διακηρύξεων για «πολυδιάστατη πολιτική» που εφάρμοσαν – με το γνωστό τρόπο- οι κυβερνήσεις του Α. Παπανδρέου τη δεκαετία του ’80. Αλλά επιπλέον - και καθώς το διεθνές τοπίο σήμερα είναι εντελώς διαφορετικό από τις συνθήκες εκείνης της περιόδου - οι δηλώσεις αυτές όχι μόνο δεν αμβλύνουν, αλλά υπογραμμίζουν τα ερωτηματικά για την πολιτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο καθεστώς της διπλής ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της χώρας από ΗΠΑ-ΕΕ.

Πρώτο, γιατί επαναδιατυπώνουν την απάτη των «ισότιμων σχέσεων» της Ελλάδας με τις χώρες της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, σε συνθήκες που κορυφώνεται η καταλήστευση του λαού και το ξεπούλημα κάθε πλουτοπαραγωγικής δυνατότητας της χώρας μας, ακριβώς από τους ιμπεριαλιστικούς πυλώνες του συνασπισμού της ΕΕ!
Δεύτερο, γιατί στις δηλώσεις αυτές-που επιχειρούν να δώσουν το στίγμα της εξωτερικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ- «αγνοείται» παντελώς η καθοριστική παρουσία και δράση του αμερικάνικου παράγοντα στη χώρα και στην περιοχή. Άραγε η «ειρηνική εξωτερική πολιτική» που εξαγγέλλει ο Α. Τσίπρας, θα προωθηθεί με αδιατάρακτη τη συμμετοχή της χώρας στο ΝΑΤΟ; Με τη συμμετοχή της Ελλάδας στην αντιπυραυλική ασπίδα που προωθούν οι ΗΠΑ; Με συνέχιση της «στρατηγικής σχέσης» της Ελλάδας με το κράτος - δολοφόνο του Ισραήλ που κατ’ απαίτηση των Αμερικάνων συγκροτήθηκε από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και ανανεώθηκε με το πρόσφατο ταξίδι Σαμαρά στο Τελ Αβίβ;
Η υπόθεση της μαζικής πάλης δεν μπορεί να αποσπάται από την ανάγκη να καταχτήσει ο λαός τα δικαιώματα του στη δουλειά, την ειρήνη, τη δημοκρατία. Αυτή η πάλη στη χώρα μας, είναι άρρηκτα δεμένη με την ενίσχυση της αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης του κινήματος. Αυτή τη βασική αλήθεια πρέπει να τη γνωρίζει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Αν δεν θέλει να τη γνωρίζει, θα υποχρεώνεται ολοένα και περισσότερο να συμμορφώνεται με τη γραμμή, το πλαίσιο και τις απαιτήσεις των μεγάλων φονιάδων και ληστών του πλανήτη. Και ταυτόχρονα – για τις εκλογικές της ανάγκες και μόνο - θα επιχειρεί να προτείνει σχέδια «ανανέωσης» των σχέσεων υποταγής και υποτέλειας του λαού και της χώρας!
29/5/2012

«…Kι αν αλλάξαμε λόγια βαριά»
ΕΝ ΟΨΕΙ ΕΚΛΟΓΩΝ, ΚΕΝΤΡΟΔΕΞΙΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΣ ΠΟΛΟΣ

Η «δεξιά πολυκατοικία» αναστηλώνεται. Μετά τη σεισμική δόνηση της 6ης Μάη, αν και μίκρυνε το μπόι της και της λείπουν «όροφοι» ή και «διαμερίσματα», ο κύριος κορμός της ανασυστήνεται. Η Ντόρα ξανά με τη Νέα Δημοκρατία και από κοντά στελέχη-πρώην βουλευτές του ΛΑΟΣ που άκουσαν το «γαλάζιο συναγερμό» του Σαμαρά, αποσκιρτούν και εντάσσονται στο «ευρωπαϊκό πατριωτικό μέτωπο».
Οι εξελίξεις αυτές αποτελούν ένα επεισόδιο (μπορεί να ακολουθήσουν και άλλα) στην επιχείρηση ανασύνταξης του «κεντροδεξιού» χώρου ώστε με αρκετό σπρώξιμο (και απ’ έξω και από μέσα) να ενισχυθεί εκλογικά στις 17 Ιούνη και να σχηματίσει κυβέρνηση αυτοδύναμη ή με το ΠΑΣΟΚ ή με το «Συνασπισμό Δημιουργία ξανά» των Τζήμερου–Μάνου, αν τελικά μπουν στη Βουλή.

Δεδομένα και ζητούμενα
    Δεδομένη είναι η υποβάθμιση της ντόπιας άρχουσας τάξης, δεδομένες οι αντιθέσεις των αμερικανών και ευρωπαίων ιμπεριαλιστών και ο άγριος ανταγωνισμός τους στο έδαφος της χώρας μας. Δεδομένη και η συνέχιση του πολέμου με όλα τα μέσα ενάντια στον εχθρό λαό και τα δικαιώματά του. Δεδομένη και εκφρασμένη και στις εκλογές της 6ης Μαΐου η αντίθεση και η οργή των από κάτω, η αποστοίχισή τους από τα δύο κόμματα εξουσίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, η απόρριψη της πολιτικής που ακολούθησαν, η απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος.
    Στη βάση αυτών των δεδομένων σημειώνονται οι προαναφερθείσες ανακατατάξεις και αναδιαμορφώσεις στο αστικό πολιτικό προσωπικό. Σχεδιαστές τους το Βερολίνο και η Ουάσιγκτον μαζί με ντόπιους επιχειρηματικούς παράγοντες που επιδιώκουν να απαντήσουν το επείγον ζήτημα της διακυβέρνησης. Ετσι προέκυψε το σύμφωνο συμβίωσης του «αδιόρθωτου» και «αυτοδύναμου» Αντώνη με το «δεξί εξαπτέρυγο του μνημονίου». Μια συμφωνία που δεν δίνει ολοκληρωμένη και μόνιμη απάντηση στην αναγκαιότητα ανασύστασης του πολιτικού συστήματος, αλλά έχει όλα τα στοιχεία του προσωρινού συμβιβασμού με χρονικό ορίζοντα τις εκλογές και μετά βλέπουμε. Αλλωστε εξακολουθούν να υπάρχουν όλοι οι παράγοντες που έφραξαν το δρόμο στην Ντόρα για την ηγεσία της ΝΔ, κάνοντας την «έκπληξη» με το Σαμαρά. Επιλογή που δεν δικαιώθηκε καθώς ο τρόπος που αυτός πολιτεύθηκε και ειδικά η επιμονή του για εκλογές πρόσθεσαν και τη μετεκλογική ακυβερνησία στα αδιέξοδα του συστήματος.
    Ζητούμενο, η εκλογική νίκη και η συγκρότηση κυβέρνησης. Πόσο πείθει και ελκύει όμως το λαό μας η ανασύσταση της κεντροδεξιάς όταν γίνεται με παλιά υλικά και με «αγοραπωλησίες στελεχών»; Περισσότερο απωθεί η στάση του πολιτικού κόσμου να γλείφει εκεί που πριν έφτυνε, να συμφωνεί σήμερα εκεί που χθες διαφωνούσε, να αποστασιοποιείται για να επιστρέψει ξανά, να σηκώνει λάβαρα για να τα υποστείλει, να συγκροτεί κόμματα-λύση για το λαό για να αναστείλει τη λειτουργία τους μετά. Αυτοί είναι οι πολιτικοί τού καθεστώτος, χωρίς έρμα και ηθικό ανάστημα να προσπαθούν πάση θυσία να επιβιώσουν πολιτικά.

Αντιδράσεις και προβληματισμός
Στο εσωτερικό της ΝΔ αρκετούς δυσαρέστησε η συμμαχία με την Μπακογιάννη, τόσο αυτούς που μάλλον χάνουν την εκλόγιμη βουλευτική τους θέση λόγω τοποθέτησης στελεχών της ΔΗΣΥ αντ’ αυτών όσο και αυτούς που αναγνωρίζουν στην κίνηση αυτή την ολοκλήρωση της «στροφής» προς τις νεοφιλελεύθερες, μνημονιακές θέσεις. Αντίστοιχα δεν είδαν με θετικό μάτι την εξέλιξη αυτή και στελέχη του ΔΗΣΥ, (ο ευρωβουλευτής Σκυλακάκης ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τη ΔΗΣΥ) αλλά και ο πολύς Ανδριανόπουλος που δήλωσε «…αντί για την αναμενόμενη και επιθυμητή σύσταση ενός καινούργιου φορέα - ομπρέλα που θα αναλάμβανε την ευθύνη ανανέωσης του χώρου και της ανοιχτής αντιπαράθεσης με παλιούς και νέους κήρυκες του κρατισμού διαπιστώνουμε τη… νεκρανάσταση παλιών πολιτικών τακτικών και την επανασυγκόλληση τελειωμένων στα μάτια της κοινωνίας πολιτικών φορέων».

Το πολιτικό πλαίσιο της συμφωνίας
    Σαμαράς και Ντόρα έδωσαν… όρκους, όχι πίστης, αλλά συμμαχίας που έχει στόχο «τη δημιουργία μιας ισχυρής φιλοευρωπαϊκής κοινοβουλευτικής δύναμης στη νέα Βουλή, κόντρα στο λαϊκισμό και όσους εκμεταλλεύονται (βλ. ΣΥΡΙΖΑ) τη δυσαρέσκεια των πολιτών για να σύρουν τον τόπο στη δραχμή». Η συμφωνία των δύο βασίστηκε σε ένα κείμενο αρχών με τους εξής κεντρικούς πυλώνες:
● Η προώθηση σαρωτικών αλλαγών στο κράτος, με έμφαση στις αποκρατικοποιήσεις, και ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων στην οικονομία, με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
● Η προσπάθεια για επαναδιαπραγμάτευση όρων του Μνημονίου, με φερεγγυότητα, αξιοπιστία και ρεαλισμό.
● Η προώθηση θεσμικών μεταρρυθμίσεων, με αιχμή τη συνταγματική αναθεώρηση και τις προτάσεις για μείωση των πολιτικών δαπανών, κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, διαχωρισμό της Εκτελεστικής από τη Νομοθετική Εξουσία και μείωση του αριθμού των βουλευτών.
● Ο εκσυγχρονισμός των δομών στην παιδεία με άμεση εφαρμογή του τελευταίου νόμου, στην υγεία και στην ασφάλεια του πολίτη, για να υπάρξει μια θετική αλλαγή στην καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής των Ελλήνων.
● Η αποκατάσταση του κύρους και της διεθνούς εικόνας της χώρας.
Συμπερασματικά, αν προκύψει «κεντροδεξιά» κυβέρνηση, θα κινηθεί στις ράγες του Μνημονίου. Οσο για τη διαπραγμάτευση των όρων του, η διατύπωση παραπάνω είναι αποκαλυπτική. Θα προσπαθήσουν… Αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά ότι οι ιδεολογικές πλατφόρμες, οι αντιμνημονιακές κορόνες και οι δήθεν αγεφύρωτες διαφορές εξαφανίζονται μπροστά στα συμφέροντα και την ανάγκη εξυπηρέτησης των ξένων και ντόπιων αφεντικών και βρίσκουν τον κοινό τους τόπο στο τσάκισμα των εργαζομένων, στο μονόδρομο της βαρβαρότητας που χαράζουν ΕΕ, ΔΝΤ και ΕΚΤ.
   
Αντικομμουνισμός ξανά!
    Απαραίτητο συμπλήρωμα της πολιτικής κατεύθυνσης αυτής η επίθεση στην Αριστερά. Η δήλωση Σαμαρά «να τελειώσει η ηγεμονία των αριστερών ιδεών στην Ελλάδα» δεν έχει αποδέκτη τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΚΕ. Μέσω αυτών στο στόχαστρο βρίσκεται ό,τι εκφράζει και εξέφραζε ιστορικά η Αριστερά και οι κομμουνιστές στον τόπο μας. Είναι εμφανές ότι αυτό που επιδιώκεται δεν είναι μόνο η εκλογική επικράτηση. Η επιδίωξη να στρέψει κατά της Αριστεράς όχι μόνο τους οπαδούς του αλλά και προοδευτικούς πολίτες που συνδέονται με την Αριστερά κινηματικά (σε σωματεία, επιτροπές, κινήσεις) σημαίνει να τελειώσουν οι εργατικές και λαϊκές κατακτήσεις και δικαιώματα. Να κηρυχθεί παράνομη η αντίσταση, ο αγώνας, η απεργία και η διαδήλωση.
    Γιατί και ο Αντώνης και η Ντόρα γνωρίζουν ότι, ακόμα και αν κερδίσουν τις εκλογές, η αναμέτρηση με τον κόσμο της δουλειάς είναι μπροστά και θα είναι σκληρή. Και εμπνευστής-οδηγός της αναμέτρησης θα (πρέπει να) είναι η Αριστερά. Αυτό φοβούνται, αυτό προσπαθούν να συκοφαντήσουν. Η αντιδραστική θωράκιση του συστήματος, ο συνεχιζόμενος εκφασισμός, η άνοδος των ναζιστών, η δημιουργία ενός εμφυλιοπολεμικού κλίματος, όλα αυτά και άλλα αντίστοιχα που δεν αναφέρθηκαν ένα στόχο έχουν, τη διάσωση ενός συστήματος που το μόνο που φέρνει είναι πείνα, εξαθλίωση, βαρβαρότητα από αυτούς που πραγματικά κινδυνεύει. Το λαό και την Αριστερά.

Αναλώσιμοι και εφεδρείες    
Από τον κεντροδεξιό χάρτη μετεκλογικά φαίνεται να σβήνει το ΛΑΟΣ. Ο Καρατζαφέρης αποδεικνύεται αναλώσιμος μπροστά στο σχέδιο να απαντηθεί το πρόβλημα ύπαρξης κυβέρνησης στις 18 Ιούνη. Πάντως έχουν ενδιαφέρον οι αποκαλύψεις του για τους «αρουραίους και Εφιάλτες» που είχε στο κόμμα του και τις σχέσεις τους με το οργανωμένο έγκλημα. Πραγματικά μπουμπούκια!
Από την άλλη, ο χώρος του νεοφιλελευθερισμού, του αντικρατισμού κ.λπ. βρίσκει στέγη στο συνασπισμό Τζήμερου-Μάνου. Οι αγαπημένοι του ΣΚΑΪ και του επιχειρηματικού κόσμου αποτελούν την άλλη όψη της υποτέλειας στην ΕΕ και το ΔΝΤ, εκφραζόμενοι με μίσος για τον κόσμο της εργασίας και κυρίως για τους δημόσιους υπαλλήλους, αλλά και για την Αριστερά που είναι αδιανόητο «να έχει στο πρόγραμμά της την ανατροπή του συστήματος και την κατάληψη της εξουσίας». Στις 6 Μάη πολλοί νέοι άνθρωποι αλλά και ελεύθεροι επαγγελματίες «τσίμπησαν» από το λόγο του Τζήμερου. Οι μάσκες έπεσαν όμως, αποκαλύπτοντας το πραγματικό του πρόσωπο.
Τέλος, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες του Καμμένου μάλλον θα είναι ο επόμενος χώρος άντλησης δυνάμεων για ενίσχυση της κεντροδεξιάς πολυκατοικίας -αν τα κέντρα αποφασίσουν ότι χρειάζεται- είτε «εθελοντικά» είτε αλά ΛΑΟΣ. Το γεγονός του κειμένου με την προεδρία την περίοδο των διερευνητικών εντολών αποδεικνύει ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια.

Μαυρίζουμε ξανά τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και όλα τα αναχώματα του συστήματος
Η συμφωνία ΝΔ-ΔΗΣΥ επιχειρεί να απαντήσει στο πρόβλημα του συστήματος να έχει κυβέρνηση που να συνεχίσει την ίδια πολιτική. Με υποστήριξη από έξω και από μέσα, με εκβιασμούς και τρομοκρατία επιχειρεί να «διορθώσει» από την ανάποδη τη λαϊκή ψήφο. Επιμένουμε στην καταδίκη τους στην κάλπη στις 17 Ιούνη, αψηφώντας την τρομοκρατία και τον αντικομμουνισμό τους. Αρνούμαστε να υποταχτούμε στους εκβιασμούς τους, οικοδομώντας τους όρους να πάμε παραπέρα την αντίθεσή μας ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση (ΝΑΤΟ, ΕΕ, ΔΝΤ) και το κεφάλαιο, με καθημερινή έκφραση στο δρόμο της μαζικής αντίστασης και του αγώνα.

Καπιταλισμός με αριστερό, ανθρώπινο πρόσωπο

Φαίνεται τελικά ότι η άμεση καταγγελία, ακύρωση και ανατροπή των μνημονίων, η μονομερής διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών επιχειρήσεων αποδείχθηκε, μετά τις εκλογές της 6ης Μάη, πιο δύσκολη υπόθεση απ’ ό,τι προεκλογικά υπόσχονταν οι «κατασκευαστές» της αριστερής κυβέρνησης. Σταδιακά, αλλά ταχύτατα, οι «άμεσοι και βασικοί αντιμνημονιακοί στόχοι» των προεκλογικών διακηρύξεων προσέκρουσαν στον «ρεαλισμό» ενός κόσμου που κινείται με καύσιμα την άγρια εκμετάλλευση και καταπίεση. Η καταγγελία και ακύρωση των μνημονίων έγιναν διαπραγμάτευση και σταδιακή αποδέσμευση σε συνεννόηση με την ΕΕ, η μονομερής διαγραφή του χρέους και η κατάργηση των δανειακών συμβάσεων μετατράπηκαν σε αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή τριετή αναστολή ή διαπραγματευτικό χαρτί (ή ό,τι άλλο) για να επιτευχθεί η «ανάπτυξη», η εθνικοποίηση των τραπεζών και των επιχειρήσεων «εναρμονίστηκε» με τη φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων και την προώθηση της υγιούς επιχειρηματικότητας, χωρίς διαφθορά και διαπλοκή. Ενώ το αλησμόνητο «θυσίες με αντίκρισμα» του Μητσοτάκη όλο και πιο συχνά ακούγεται στον «αναπτυξιακό» λόγο του ΣΥΡΙΖΑ. Επιστέγασμα της όλης πορείας η πρόταση για Αρσένη στη θέση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού για να δοθούν τα αναγκαία διαπιστευτήρια στο σύστημα ότι η «Αριστερά» είναι σε θέση να κυβερνήσει... καπιταλιστικά.
Ο λόγος για αυτήν τη «μεταστροφή» του ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαια προφανής. Ούτε προδοσία υπήρξε ούτε πραγματική πολιτική μεταστροφή. Απλώς οι προεκλογικές επιθυμίες συγκρούστηκαν με την ιμπεριαλιστική-καπιταλιστική πραγματικότητα. Απλώς το σχέδιο σχηματισμού «Αριστερής κυβέρνησης» ως εργαλείο ρήξης και ανατροπής του μνημονίου με αστικά-κοινοβουλευτικά μέσα και χωρίς ανατροπή των βάρβαρών μέτρων στο πεδίο της ταξικής πάλης αποδείχθηκε μια μεγάλη απάτη (και αυταπάτη).
Οι «σύμμαχοι» του Παρισιού και του Βερολίνου δεν συμμερίστηκαν το όραμα του ήπιου καπιταλισμού του κ. Τσίπρα και απαίτησαν την τήρηση των βάρβαρων δεσμεύσεων, αν θέλουν να παραμείνουν στην... πολιτισμένη Ευρώπη. Ενώ ο... μεγάλος φιλέλληνας Κον Μπετίτ, που τόσο κατέκρινε τις «πολιτικές εξόντωσης των Ελλήνων» αποφάνθηκε ότι είναι καθαρή τρέλα, ψευδές και ηλίθιο το αντιμνημονιακό πρόγραμμα της Αριστεράς. Αφού, λοιπόν, απέτυχαν οι πολυπόθητες συμμαχίες με τους ομοϊδεάτες «Ευρωπαϊκούς εταίρους», αφού απέτυχε η πολυπόθητη συμμαχία με τον αντιμνημονιακό αχταρμά για τον σχηματισμό κυβέρνησης, αφού απέτυχε η «απεύθυνση στην κοινωνία», δηλαδή, στις υποταγμένες γραφειοκρατικές ηγεσίες της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ-ΟΛΜΕ-ΔΟΕ κ.λπ., ολόκληρο το «σχέδιο ΣΥΡΙΖΑ» καταρρέει κάτω από το βάρος των πραγματικών πολιτικών δεδομένων. Μόνη «διέξοδος» η εκ νέου προσφυγή στις κάλπες για να επαναληφθεί η κωμικοτραγωδία.
Το εκπληκτικό σε αυτό το εκλογικό αλαλούμ για τον σχηματισμό «αριστερής κυβέρνησης» (που έγινε «κυβέρνηση ειδικού σκοπού») είναι ότι κανένας αριστερός συνδυασμός που διεκδικεί βουλευτική καρέκλα δεν θυμήθηκε τους λαϊκούς αγώνες (τουλάχιστον της διετίας), παρά μόνο για λόγους εκλογικής εξαργύρωσης και όχι σαν άμεση δυνατότητα και ανάγκη. Η «απεύθυνση στον λαό» αφορούσε ψηφοφόρους και όχι αγωνιστές που πρέπει να αναμετρηθούν με την επίθεση του συστήματος στους δρόμους, στους χώρους δουλείας, στην εκπαίδευση.
Υπό αυτές τις συνθήκες φαντάζει πραγματικό κάθε τρομοκρατικό και καταστροφολογικό σενάριο του αντιπάλου. Πιάνουν τόπο οι εκβιασμοί και οι απειλές των ιμπεριαλιστών και των ντόπιων υποτακτικών για «επικείμενη καταστροφή», αν δεν τηρηθούν οι «δεσμεύσεις» και «υποχρεώσεις» που έχουμε απέναντι στα αρπακτικά. Οι εκβιασμοί ήταν, άλλωστε, το «ύψιστο επιχείρημα» για να επιβληθούν τα μνημόνια. Μόνο που ο πραγματικός εκβιασμός δεν είναι μνημόνιο ή χρεοκοπία αλλά ότι «δεν έχετε και δεν μπορείτε να αντιτάξετε τίποτα απέναντι στον καπιταλισμό».
Το μνημόνιο δεν είναι μια πολιτική επιλογή για να αποπληρωθεί το χρέος. Είναι μια πολιτική-μονόδρομος για τη διαχείριση της κρίσης εκ μέρους των ιμπεριαλιστών και του κεφαλαίου, όπου το χρέος χρησιμοποιείται σαν πολιορκητικός κριός για την αλλαγή και διάλυση των εργασιακών σχέσεων, για μισθούς και συντάξεις πείνας, για «επιστροφή στη βαρβαρότητα».
Είναι φανερό στον καθένα που υπερασπίζεται τα λαϊκά δικαιώματα ότι ο ιμπεριαλισμός, το κεφάλαιο και η εξαρτημένη ελληνική αστική τάξη δεν πρόκειται στο ελάχιστο να παραστρατήσουν από τις πολιτικές που, για χρόνια ολόκληρα και ειδικά με τα μνημόνια, εξασφάλιζαν τα πολιτικά προνόμια και την οικονομική τους δύναμη. Ακόμη και αν πρόκειται να θυσιάσουν τα κόμματα και τα πρόσωπα που υπηρετούν αυτές τις πολιτικές. Δεν υπάρχει, δηλαδή, δυνατότητα βελούδινης εξόδου από το μνημόνιο χωρίς να θιγούν οι σχέσεις με την ΕΕ και την ευρωζώνη, χωρίς να θιγούν οι σχέσεις εξάρτησης από τους ιμπεριαλιστές, χωρίς να θιγεί ο καπιταλισμός.
Είναι επίσης φανερό ότι καμία «εξέγερση της κάλπης» δεν πρόκειται να συγκρατήσει την επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού, κανένας... εκλογικός ξεσηκωμός δεν μπορεί να απαλλάξει την εργατική τάξη, τους εργαζόμενους και τους άνεργους από τη βάρβαρη πολιτική του κεφαλαίου. Και όποιος από τους υποψήφιους βουλευτάδες της Αριστεράς το ισχυρίζεται αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά συνειδητός πολιτικός απατεώνας.
Δεν χρειαζόμαστε μια Αριστερά του ευρώ ή της δραχμής. Δεν μας λείπει μια πιο «συνεπής» κοινοβουλευτική... ΑΝΤΑΡΣΥΑ που θα τα καταφέρει καλύτερα από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν περιμένουμε μια «ΚΚ» Αριστερά ξερόλα, που διαρκώς «προειδοποιεί τον λαό» (και όταν αυτός δεν ακούει, καλά να πάθει). Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια Αριστερά επαναστατική, μπροστάρισσα στους αγώνες, που να στηρίζεται και να στηρίζει την τάξη των «κολασμένων». Γιατί καπιταλισμός που να ωφελεί τους «από κάτω» δεν υπάρχει, ενώ σοσιαλισμός που ανακαλύπτεται και ανακοινώνεται στα χαρτιά δεν πρόκειται να υπάρξει.

25η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ:
Εμπλουτισμός και εξειδίκευση του «νέου δόγματος»

Οι πολλές χιλιάδες Αμερικανοί που διαδήλωσαν δυναμικά «ενάντια στην πολεμική μηχανή του ΝΑΤΟ» την περασμένη Κυριακή στο Σικάγο, ημέρα της έναρξης της διήμερης 25ης Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, ήταν το γεγονός που «χρωμάτισε» αυτή τη σύνοδο, άσχετα αν δεν το έπαιξαν τα διεθνή ΜΜΕ. Αλλωστε αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με δημοσκόπηση που έγινε στις αρχές του μήνα, το 66% των αμερικανών πολιτών αντιτίθεται στον πόλεμο.
Από την άλλη, ήταν μια σύνοδος αρκετά διευρυμένη, αφού σε αυτή συμμετείχαν ηγέτες τουλάχιστον από 60 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ηγετών των 28 κρατών-μελών του ΝΑΤΟ. Πάντως, η διεύρυνση του ΝΑΤΟ που απασχόλησε τόσο τα εγχώρια ΜΜΕ δεν έγινε. Ωστόσο η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χίλαρι Κλίντον, δήλωσε στη συνάντησή της με εκπροσώπους των υποψήφιων χωρών (Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Γεωργία, ΠΓΔΜ και Μαυροβούνιο) ότι αυτό θα πρέπει να γίνει στην επόμενη σύνοδό του, η οποία όμως δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί το πότε και πού θα γίνει: «Πιστεύω ότι η σύνοδος αυτή θα πρέπει να είναι η τελευταία στην οποία δεν γίνεται διεύρυνση», είπε η επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας. 
Επί της ουσίας, η σύνοδος στο Σικάγο, σύμφωνα με όσα έχουν γραφτεί στα διεθνή ΜΜΕ, προσπάθησε να συμβιβάσει δύο αντιθετικά μηνύματα: να διαβεβαιώσει την κοινή γνώμη στις ΝΑΤΟϊκές χώρες ότι οι μάχες στο Αφγανιστάν πλησιάζουν στο τέλος τους και παράλληλα να πείσει τους Αφγανούς ότι η Συμμαχία δεν θα τους εγκαταλείψει μετά το 2014, καταληκτική ημερομηνία για την αποχώρηση των αμερικανών στρατιωτών, σύμφωνα με τις «δεσμεύσεις» Ομπάμα.
Το Αφγανιστάν κατά τα φαινόμενα είναι σήμερα ένα από τα πιο σοβαρά αγκάθια των αμερικάνων ιμπεριαλιστών και κατ’ επέκταση της «πολεμικής τους μηχανής». Δεν είναι μόνο η «κοινή γνώμη» των ΗΠΑ που μετρά και εν όψει των εκλογών του Νοεμβρίου. Είναι και τα μηνύματα που έρχονται από την Ευρώπη. Στην απροθυμία πολλών ευρωπαϊκών χωρών να συμβάλλουν για πολύ ακόμα σε αυτή την επιδρομή έρχεται να προστεθεί και η δέσμευση του Ολάντ για πρόωρη αποχώρηση των περίπου 3.000 γάλλων στρατιωτών μέχρι το τέλος του ’12.
Το οξύτερο πρόβλημα ωστόσο εντοπίζει το ΝΑΤΟ στο ίδιο το Αφγανιστάν αλλά και στο συμμαχικό Πακιστάν. Η δοτή κυβέρνηση του Καρζάι δεν θέλει ούτε να σκέφτεται την πιθανή αποχώρηση των Αμερικανονατοϊκών, και οι λόγοι είναι προφανείς. Από την άλλη,
ο πρόεδρος του Πακιστάν Ζαρντάρι ήταν μέχρι τελευταία στιγμή αμφίβολο αν θα παρευρισκόταν στη Σύνοδο. Αιτία, το «περίεργο» γεγονός της «αμέλειας» αμερικανών στρατιωτικών που κατάφεραν αποφασιστικό και πολύνεκρο εναέριο χτύπημα κατά βάσης πακιστανών στρατιωτών, με συνέπεια το Πακιστάν να κλείσει όλους τους διαδρόμους διαμετακόμισης των υλικών για το ΝΑΤΟ μέσα από το έδαφός του.
Το ζήτημα λοιπόν του ανοίγματος των πακιστανικών δρόμων, που είναι στρατηγικής σημασίας για την όποια συνέχεια θελήσουν να δώσουν οι Αμερικάνοι στις εξελίξεις, έχει περιέλθει σε αδιέξοδο και για έναν ακόμη λόγο: το κόστος των «διοδίων» που απαιτούνται από το Πακιστάν θεωρείται «απαράδεκτο» από τις ΗΠΑ. Γεγονός είναι, και το οποίο συνομολογούν όλα τα «συμφραζόμενα», πως οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές με τις δυνατότητες «πειθούς» που διαθέτουν σήμερα αποφάσισαν  να… αποχωρήσουν αλλά παραμένοντας στο Αφγανιστάν και ταυτόχρονα να σχεδιάσουν και να εκτελέσουν νέες τακτικές επιβολής της ηγεμονικής πολιτικής τους. Το Αφγανιστάν μπορεί να είναι το σημερινό «αγκάθι» στα σχέδια των αμερικάνων ιμπεριαλιστών, και γι’ αυτό να απασχόλησε τη Σύνοδο του Σικάγου, ωστόσο υπήρξαν και άλλα θέματα που λόγω ομοφωνίας δεν την πολυαπασχόλησαν!
Το σημαντικότερο από όλα αφορά την προώθηση της «αντιπυραυλικής άμυνας» ή «ασπίδας», όπως συνήθως λέγεται. Είναι η γνωστή «κόκκινη γραμμή» στις σχέσεις Μόσχας και ΝΑΤΟ. Συγκεκριμένα, ανακοινώθηκε η ολοκλήρωση της πρώτης φάσης δημιουργίας του συστήματος «αντιπυραυλικής άμυνας» στην Ευρώπη, το οποίο είναι ικανό να αναχαιτίζει μεμονωμένους πυραύλους. «Προχωράμε προς τα εμπρός στο ζήτημα της αντιπυραυλικής άμυνας. Το ΝΑΤΟ έχει ανακοινώσει την ενδιάμεση ετοιμότητα του συστήματος. Η Αμερική είναι υπεύθυνη για τη σταδιακή δημιουργία και την τελειοποίηση του ευρωπαϊκού συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας» ανακοίνωσε με κάθε επισημότητα ο Ομπάμα. Συζητείται επίσης η άμεση υλοποίηση του συστήματος με το κωδικό όνομα ALTBMD, ως ένα επόμενο βήμα και στο πλαίσιο του βασικού συστήματος «αντιπυραυλικής άμυνας». Η προώθησή του εμπλέκει άμεσα πολύ περισσότερες χώρες της Ευρώπης σε σχέση με αυτές που αρχικά είχαν ονοματιστεί (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία) και θα έχει άμεσες επιπτώσεις (πολιτικές/οικονομικές) σε μια πολύ ευρύτερη περιοχή. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για τη συνένωση σε ένα ενιαίο σύστημα των ξεχωριστών στοιχείων «αντιπυραυλικής άμυνας» όλων των χωρών του ΝΑΤΟ με τα πολεμικά πλοία των ΗΠΑ που είναι εφοδιασμένα με συστήματα Aegis.
Είναι χαρακτηριστικό επίσης πως δεν εγκρίθηκε, για να περιληφθεί στο τελικό ανακοινωθέν, η πρόταση ότι «το σύστημα αυτό δεν στρέφεται εναντίον της Ρωσίας»! Ο Ομπάμα, εκφράζοντας τη γνώμη του πάνω στο θέμα και προσπαθώντας να σώσει τα προσχήματα, είπε σε συνέντευξη Τύπου μετά τη σύνοδο πως ισχύουν προηγούμενα ανακοινωθέντα της Συμμαχίας.

Η σύνοδος αυτή, όπως προκύπτει από δηλώσεις διάφορων αξιωματούχων του ΝΑΤΟ, προεξάρχοντος του γ.γ. Αντερς Φογκ Ράσμουσεν, αποτελεί ένα είδος συνέχειας (follow up) για το στρατηγικό δόγμα της Συμμαχίας που υιοθέτησε πριν από ενάμιση χρόνο η Σύνοδος Κορυφής στη Λισαβόνα (Νοέμβρης του 2010). Στο νέο δόγμα προσδιορίζονται ως «μη συμβατικές απειλές» διάφορες παλιές και νέες προσχηματικές απειλές. Οπως η διασπορά των πυρηνικών και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής, τα τρομοκρατικά χτυπήματα, οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, η κλιματική αλλαγή, η παράνομη διακοπή κρίσιμων ενεργειακών ροών κ.λπ.
Ενα «νέο δόγμα» που απλώς σημαίνει την αναβάθμιση της «πολεμικής μηχανής» των ΗΠΑ και την επικύρωση του ρόλου τους ως«παγκόσμιου χωροφύλακα».
Χ.Β.

Σύνοδος Κορυφής G8
Χαμόγελα σε φλεγόμενο φόντο

Ολοκληρώθηκε το περασμένο Σάββατο η διήμερη Σύνοδος των αρχηγών των 8 ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου (της ομάδας γνωστής και ως G8) στο ονομαστό θέρετρο του Camp David της Πολιτείας Maryland.
Παρ’ ότι έγινε στη σκιά της Συνόδου του ΝΑΤΟ (σχεδόν ταυτόχρονα), έτυχε πολύ ευρύτερης -αλλά και επιφανειακής– δημοσιότητας από τα διεθνή και εγχώρια ΜΜΕ από ό,τι αυτή του ΝΑΤΟ. Ισως προσφερόταν το θέμα της Συνόδου και για θέαμα. Ισως δεν προσφερόταν η ουσία των ζητημάτων, που υποτίθεται ότι αντιμετώπιζαν οι ηγέτες, για άλλου είδους μεταχείριση!
Ολα λοιπόν, κατά τις περιγραφές, κύλησαν ομαλά και… χαλαρά στο δάσος του Camp David αλλά και στις συσκέψεις μεταξύ των διαλειμμάτων. Καταργήθηκαν τα διάφορα πρωτόκολλα (π.χ. οι γραβάτες) και οι γενικότερες τυπολατρικές επισημότητες. Μέχρι και τον τελικό του Champions league παρακολούθησαν όλοι μαζί οι ηγέτες!
Σε ό,τι μας αφορά, γνωρίζουμε πλέον πολύ καλά το πόσο ανησυχούν οι ηγέτες της G8 για την Ελλάδα. Τόσο πολύ, που η θέση τους για τη χώρα μας -ότι πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για να σωθεί η ευρωζώνη και η παγκόσμια οικονομία- περιλήφθηκε  στο τελικό ανακοινωθέν!
Σε ό,τι φορά την ουσία. Επιβεβαιώθηκε το πάντρεμα της «δημοσιονομικής πειθαρχίας και της ανάπτυξης». Πάντως το μελλοντικό αποτέλεσμα αυτής της σχέσης παραμένει ασαφές και με πολλά αστάθμητα. Ωστόσο η εξέλιξη αυτή δείχνει πως η Μέρκελ δεν ήταν και τόσο απομονωμένη, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη γενικότητα του πράγματος.
Η G8, για την ιστορία, αποτελεί βασικά ένα πολιτικό φόρουμ, δίνοντας σε μικρότερο βαθμό προσοχή στα οικονομικά θέματα παγκόσμιας εμβέλειας. Για αυτά έχει παραδοσιακή δικαιοδοσία και ειδικεύεται η G20 (οι 20 πιο αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου). Σε αυτή τη Σύνοδο, φαίνεται, όπως και στην προηγούμενη, επικράτησε η οικονομική κρίση και οι «τεχνικές» ξεπεράσματός της. Οι οποίες φυσικά, σε τελική ανάλυση, έχουν πολιτική ερμηνεία και διαμορφώνονται με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντα του κάθε ιμπεριαλιστή. Ενδιαφέρον έχει ωστόσο η διαπίστωση από τον Ομπάμα ότι το ευρώ είναι κάτι παραπάνω από μια «συναλλαγματική ισοτιμία»! Δεν μάθαμε αν πρόσθεσε και τη διαπίστωση πως είναι και κάτι παρακάτω από νόμισμα! Η ευρωζώνη είχε λοιπόν την τιμητική της και ειδικότερα η χώρα μας η οποία φαντάζει πλέον κάτι σαν κέντρο ή ο «ομφαλός» της παγκόσμιας οικονομίας. Ενδεχομένως στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. που ακολουθεί αυτή τη βδομάδα (τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές έχει ξεκινήσει) ίσως να κρύβονται πιο σημαντικές εξελίξεις και περισσότερο ανοιχτές κόντρες για όλα αυτά τα ζητήματα.
Πολιτικά συμπεράσματα (με την καθαρότητα του όρου) δεν αποτυπώθηκαν σε κάποιο κοινό ανακοινωθέν αφού κατά βάση θα απασχόλησαν μόνο το παρασκήνιο. Τη μόνη πολιτική δήλωση την έκανε ο Μεντβέντεφ, και αυτός καθ’ οδόν προς τη Σύνοδο, λέγοντας πως: «Οι συνέπειες των βεβιασμένων στρατιωτικών επεμβάσεων σε τρίτες χώρες οδηγούν συνήθως στην άνοδο εξτρεμιστών στην εξουσία», προσθέτοντας πως «κάποια στιγμή, οι ενέργειες αυτού του είδους, οι οποίες υπονομεύουν την εθνική κυριαρχία, μπορούν να οδηγήσουν σε έναν ευρύ περιφερειακό πόλεμο και ακόμη και σε προσφυγή σε πυρηνικό πόλεμο».
Ο Μεντβέντεφ εκπροσώπησε τη Ρωσία στη σύνοδο της G8 γιατί ο Βλαντίμιρ Πούτιν αποφάσισε να μη μεταβεί στο εξωτερικό, επικαλούμενος το βεβαρημένο πρόγραμμά του για το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης της χώρας του!
Γενικά και αυτή η Σύνοδος της G8 αντικατοπτρίζει την αποφασιστικότητα όσο και την κυνικότητα των ιμπεριαλιστών να συνεχίζουν σε κάθε περίπτωση να αναζητούν «κοινές λύσεις» για τις κρισιακές καταστάσεις -τόσο πολιτικές όσο και οικονομικές– που οι ίδιοι δημιουργούν, και πάντα με τελικό αποδέκτη τις πλάτες των λαών και των εργαζομένων.
Χ.Β.

Μετενέργεια και εκλογές

Μεταξύ των αντεργατικών ρυθμίσεων του 2ου Μνημονίου περιλαμβάνεται και η κατάργηση της λεγόμενης μετενέργειας των συλλογικών συμβάσεων για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.
Η συγκεκριμένη έννοια, αν και πρωτoακούστηκε πλατιά τη χρονική περίοδο ψήφισης των αντεργατικών αυτών διατάξεων, έκανε γνωστό το περιεχόμενό της: Πρόκειται για τη συνέχιση ύπαρξης των ευεργετικών για τους εργαζόμενους συνεπειών των συλλογικών συμβάσεων (κυρίως σε μισθολογικό αλλά όχι μόνο επίπεδο) και μετά την τυπική λήξη των συμβάσεων αυτών χωρίς τη δυνατότητα μονομερούς μεταβολής τους από τους εργοδότες.
Η ''αγκύλωση-στρέβλωση» αυτή -όπως αρέσκονται ν' αποκαλούν κάθε κατάκτηση οι εργοδότες- καταργήθηκε με σχετικό νόμο κατ' εφαρμογή των επιταγών του 2ου Μνημονίου (των ιμπεριαλιστών και του κεφαλαίου ουσιαστικά). Η κατάργηση της μετενέργειας λοιπόν δίνει το δικαίωμα στους εργοδότες να μειώνουν τους μισθούς και τα μεροκάματα μονομερώς μέχρι του ποσού του κατώτατου βασικού μισθού της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας συν τα τέσσερα βασικά επιδόματα. Πρόκειται για μειώσεις της τάξης του 25% μέχρι και 50% (!!!) και αφορούν εκατομμύρια εργαζόμενους.
Η 15η Μαΐου που μας πέρασε αποτέλεσε την ημερομηνία έναρξης της κατακρεούργησης, και με το νόμο, των μισθών και των ημερομισθίων. Φυσικά οι ατομικές συμβάσεις γενικεύονται με ταχύτατους ρυθμούς και δεν περίμεναν την εφαρμογή του αντεργατικού αυτού νόμου. Τυπικά, ωστόσο, «λύθηκαν» τα χέρια της εργοδοσίας, χωρίς να υφίσταται πλέον κανένα ίχνος προστασίας. Μέσα σε λίγους μήνες από σήμερα επί της ουσίας θα έχουν καταργηθεί όλες οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η «απελευθέρωση»' του κεφαλαίου γίνεται πράξη.
Η ΓΣΕΕ προσέβαλε το σχετικό νόμο στα δικαστήρια, διεθνή και εσωτερικά, κατά την προσφιλή της τακτική, ο ΣΕΒ κάλεσε τους «κοινωνικούς εταίρους» να τα βρουν (χωρίς ακρότητες!!!), έμποροι και επαγγελματοβιοτέχνες τηρούν συμβιβαστική στάση και όλοι μαζί κόπτονται για την «ανταγωνιστικότητα»' της εθνικής οικονομίας. Και η ζούγκλα, ο εργασιακός μεσαίωνας επελαύνει... Πιο συγκεκριμένος έγινε ο ΣΕΒ που έκανε δημόσια πρόταση στους υπολοίπους να επανέλθει το 6μηνο της μετενέργειας και να παγώσουν οι μειώσεις κατά 22% ακόμη και στους κατώτατους μισθούς και μεροκάματα, αρκεί να υπογραφούν το ταχύτερο νέες συμβάσεις!!!
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο είναι πραγματικά για γέλια (ή για κλάματα) προτάσεις του τύπου «να παγώσει η εφαρμογή του νόμου εφ' όσον δεν είναι δυνατόν να καταργηθεί» που εκπορεύονται είτε από τον υπηρεσιακό υπουργό Εργασίας είτε από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τον υπουργό Εργασίας (γνωστό τέκνο του Συνασπισμού από το παρελθόν). Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν προτείνει στον εαυτό του. Ή αλλιώς είναι υποχρεωμένος να κρατήσει κάποια προσχήματα. Ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός, ωστόσο, διαμήνυσε ότι «οι νόμοι που ισχύουν πρέπει να εφαρμόζονται».
Για 30 μέρες ακόμα λοιπόν δεν θα καταργηθεί η μετενέργεια (αν πάρουμε την ευχάριστη εκδοχή) με μορατόριουμ-πάγωμα. Και μετά; Προφανώς θα πρέπει να επιστρέψουμε εκεί απ' όπου ξεκινήσαμε. Η νέα κυβέρνηση θ' αποφασίσει σχετικά με την κατάργηση του νόμου που καταργεί τη μετενέργεια ή όχι. Στην πράξη κανένας εργοδότης φυσικά δεν είναι διατεθειμένος να... προασπίσει τα συμφέροντα των εργαζομένων που έχει στη δούλεψή του.
Τα πάντα, βεβαίως, έχουν σχέση με τις επικείμενες δεύτερες εκλογές. Ορισμένοι επιχειρούν να παρουσιάσουν ένα φιλεργατικό πρόσωπο, να αμβλύνουν τις συνέπειες της ουσιαστικής και τυπικής κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, να καλλιεργήσουν ψευδαισθήσεις ότι μπορούν «ν' ανακουφίσουν» τους εργαζόμενους, «ν' απαλύνουν» τον πόνο τους. Αυτοί δεν έχουν παρά να τους ψηφίσουν για να τους «υπερασπιστούν». Κάπου εδώ τελειώνει η σκοπιμότητα αυτού του είδους των κινήσεων.
Η υπεράσπιση της μετενέργειας (της μη μείωσης μισθών και μεροκάματων ουσιαστικά) είναι ζήτημα συσχετισμού δύναμης και ταξικής πάλης. Οπως όλα τα ζητήματα ανάλογου χαρακτήρα μπορούν να βρουν τη λύση τους (προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση) στη βάση της σύγκρουσης αντιτιθέμενων και αγεφύρωτων ταξικών συμφερόντων. Εχουμε όμως και εδώ την αναπαραγωγή της λογικής του κυβερνητισμού και της συνδικαλιστικής και πολιτικής εκπροσώπησης. Αυτό είναι που λειτουργεί παραλυτικά-αποτρεπτικά από τους αγώνες που απαιτούνται για την υπεράσπιση και αυτής της κατάκτησης που σαρώνεται.
Σ' αυτήν ακριβώς τη βάση κινήσεις «απ' τα πάνω» καταστούν ευδιάκριτα τα όριά τους. Οι «αριστεροί» υπουργοί (πολύ περισσότερο μια «αριστερή» κυβέρνηση) θα «λύσει» και αυτό το θέμα - μεταξύ των άλλων. Δεν υπάρχει κανένας λόγος λοιπόν πάλης και αγώνων, απεργιών και συγκρούσεων, γιατί μπορεί και να «υπονομευθεί» αυτή η προσπάθεια. Ετσι, κάθε Ρουπακιώτης και κάθε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να υποκαθιστά αυτούς τους αγώνες. Πόσο μακριά είναι αυτές οι λογικές και πρακτικές από την πραγματικότητα...
Οι εργαζόμενοι, ωστόσο, βιώνουν στο πετσί τους τη βαρβαρότητα. Και μέσα σ' αυτήν και την ουσιαστική κατάργηση και της μετενέργειας. Απόλυτη εξουσία της εργοδοσίας να διαμορφώνει εργασιακές σχέσεις ζούγκλας και μισθούς ως το «ύψος» της ΕΓΣΣΕ. Προς το παρόν, γιατί ακόμα και αυτή αμφισβητείται.
Θα μείνουν μόνο οι θλιβεροί εργατοπατέρες να ολοφύρονται για το θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων που πνέει τα λοίσθια. Για τη «σκληρότητα» των «κοινωνικών εταίρων» και για τις «ανάλγητες» πολιτικές.
Οι συλλογικές συμβάσεις αποτελούν κατάκτηση και αντανάκλαση του ταξικού συσχετισμού δύναμης. Εκεί είναι -στην ταξική πάλη- που κρίνεται και η ύπαρξή τους και η μετενέργειά τους. Και σ' αυτό το πεδίο πρέπει ν' αναζητηθεί λύση υπέρ των εργαζομένων από τους ίδιους με την πάλη τους.
Σ.Π.

ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Ή ΓΕΦΥΡΑ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ;

Υποτίθεται ότι πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση η κυβέρνηση παραιτείται και αναλαμβάνει στη θέση της μια άλλη, υπηρεσιακή, που μόνο σκοπό της έχει την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών. Πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις υπήρχε ένα αίσθημα χαλάρωσης στο λαό, άσχετα αν αυτό ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα ή όχι. Αυτό στην εκλογική διαδικασία της 6ης Μάη δεν έγινε διότι, με βάση τις επίσημες δηλώσεις, οι εξελίξεις ήταν κρίσιμες και δεν μπορούσε να πάρει την ευθύνη μια «ανεύθυνη» κυβέρνηση.
Είναι όμως έτσι; Είναι αυτή η κυβέρνηση απλώς υπηρεσιακή ή κάτι άλλο; Θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε σε μια εποχή που πράγματι τρέχουν μια σειρά σημαντικά ζητήματα, πώς και δεν ισχύει η ανάγκη η χώρα να κυβερνάται από μια κυβέρνηση «πλήρους ευθύνης» και όχι από υπηρεσιακή;
Τα ζητήματα που έρχεται να αντιμετωπίσει αυτό το διάστημα η κυβέρνηση ξεκινάνε από τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, όπου πριν από λίγες μέρες συζητήθηκαν μια σειρά σοβαρά ζητήματα σε σχέση με τους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών σε όλο τον πλανήτη, των Βαλκανίων και της Α. Μεσογείου συμπεριλαμβανομένων, μέχρι το Eurogroup και την εφαρμογή της δανειακής σύμβασης και τον νόμων που τη συνοδεύουν.
Το ότι η χώρα θα κυβερνηθεί κανονικότατα και χωρίς χαλαρότητες το ξεκαθάρισε ο ίδιος ο πρωθυπουργός λέγοντας από τη μια ότι «θα χρειαστεί να διαδραματίσουμε κάποιον πιο ουσιαστικό ρόλο», αναφερόμενος στις προλεχθείσες συνόδους ή όταν ξεκαθάρισε ότι οι νόμοι θα εφαρμοστούν μετά τη φιλολογία περί παγώματος των μέτρων για τα εργασιακά που προέκυψε από τη συνάντηση του υπουργού Εργασίας Ρουπακιώτη και συνδικαλιστών.
Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση που αξίζει κανείς να προσέξει και που προκύπτει από τη σύνθεση της κυβέρνησης. Περιλαμβάνει σχεδόν τα πάντα!
Η πλειοψηφία των μελών της κυβέρνησης είναι άνθρωποι που έπαιξαν ή παίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομική και πολιτική ζωή του τόπου, με σημαντικά πόστα είτε στο πεδίο των αποφάσεων είτε στο πεδίο της εφαρμογής όλως όσων αποφάσιζαν οι κυβερνήσεις από το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη και τη Ν.Δ. του Καραμανλή μέχρι του Γ. Παπανδρέου και του Παπαδήμου.
Τραπεζίτες, επιχειρηματίες, υψηλόβαθμα στελέχη που συμμετείχαν ενεργά σε οικονομικά επιτελεία όλων των κυβερνήσεων και σε επιτροπές, συμβούλια και αντιπροσωπείες του ελληνικού κράτους, στην Ε.Ε. και την Τρόικα, που επεξεργάζονταν τις οικονομικές πολιτικές, την εξωτερική πολιτική και τα μνημόνια ή που στήριξαν με ενεργό ρόλο τις αλλαγές στο χώρο της παιδείας αλλά και στον έλεγχο διά της καταστολής του λαού (Οικονόμου στο Υ.ΠΡΟ.ΠΟ.) .
Δεν είναι καθόλου τυχαίες σε σχέση με τις εξελίξεις και τους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο (ΑΟΖ, πετρέλαια, σχέσεις με Ισραήλ και ανταγωνισμός με Τουρκία, Μέση Ανατολή κ.λπ.) οι επιλογές του καραμανλικού Μολυβιάτη ως υπουργού Εξωτερικών ή του φερόμενου ως ανθρώπου των Αμερικάνων (και του… Καμένου), με εκφρασμένες τις ακροδεξιές απόψεις και πρακτικές του, υπουργού Αμυνας, Φραγκούλη.
Θα μπορούσαμε εδώ να δούμε και μια δεύτερη πτυχή που επίσης αφορά τους πιθανούς σχεδιασμούς για τις εξελίξεις μετά τις εκλογές. Η συμμετοχή της Κιάου (υπουργείο Παιδείας) ή του Μανιτάκη (υπουργείο Εσωτερικών), ακόμη και του Ρουπακιώτη δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Η πρώτη πριν από τις εκλογές υπέγραφε κείμενα στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ, ο δεύτερος σύμφωνα με το βιογραφικό του είναι ενεργό μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ και ο τρίτος υπήρξε πρόεδρος του ΔΣΑ με τη στήριξη του ΣΥΝ και τα δημοσιεύματα τον χαρακτηρίζουν προβεβλημένο πρόσωπο της κεντροαριστεράς. Αν ο δεύτερος, που (αν και άνθρωπος του… κινήματος!) υποστηρίζει ότι η πάλη για ανατροπή των μνημονίων είναι «στρουθοκαμηλισμός» που «καθοδηγείται από έναν αφελή αριστερό βολονταρισμό και διέπεται από έναν αθεράπευτο σοσιαλιστικό ιδεαλισμό» πέρασε κάπως απαρατήρητος, οι δύο άλλοι χαρακτηρίστηκαν ως το… άρωμα της υπεύθυνης Αριστεράς στην κυβέρνηση.
Πρόκειται λοιπόν για μια κυβέρνηση που απηχεί τους σχεδιασμούς του συστήματος που εκκολάπτονται από το ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο και το ντόπιο αστικό κατεστημένο και ουσιαστικά κινούνται σε τρεις κατευθύνσεις: εφαρμογή της σκληρής αντεργατικής πολιτικής, στυγνή κρατική βία και τρομοκρατία ώστε να καμφθούν οι αντιδράσεις του κόσμου της εργασίας, ένταση της ανάμειξης στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην περιοχή αλλά και ευρύτερα.
Για μια κυβέρνηση «γέφυρα» στις μετεκλογικές εξελίξεις που με τα χαρακτηριστικά της συγκεντρώνει όλα τα ενδεχόμενα, από την παραμονή της για μετά τις εκλογές «λόγω ακυβερνησίας», έστω και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, μέχρι τη συγκρότηση κυβερνήσεων συνεργασίας κάθε απόχρωσης. Αλλωστε, τις κυβερνήσεις συνεργασίας τις εκθειάσανε σχεδόν όλοι, απερχόμενοι και εισερχόμενοι υπουργοί, στις τελετές παραδόσεων των υπουργείων. Κάποιοι ιδιαίτερα από το «μνημονιακό στρατόπεδο» υπονόησαν ότι αυτή η κυβέρνηση μπορεί να αποτελέσει και παράδειγμα για το μέλλον.
Οπως και να’ χει, η συγκρότηση αυτής της κυβέρνησης δεν είναι άσχετη με τους μελλοντικούς σχεδιασμούς του συστήματος, αλλά εκφράζει και την ανάγκη να συνεχιστεί η πολιτική που χάραξαν οι δύο προηγούμενες κυβερνήσεις σε βάρος του λαού. Εκφράζει την ανάγκη της πολιτικής σταθερότητας για το ντόπιο κεφάλαιο αλλά και για τους ιμπεριαλιστές πάτρωνές του. Μια σταθερότητα που με τις επιλογές του στις πλατείες, τους δρόμους, στους χώρους δουλειάς αλλά και στην κάλπη διατάραξε αυτός ο ανώριμος ελληνικός λαός!

29 Μαΐ 2012

ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΕΚΒΙΑΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ!
ΟΙ ΛΑΪΚΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΘΑ ΔΙΚΑΙΩΘΟΥΝ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΜΑΖΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ!

Στις 6 Μάη ο λαός έδωσε ένα ακόμη ηχηρό μήνυμα στις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας ολιγαρχί-ας, σε όλους αυτούς που σχεδίασαν, προώθησαν και στήριξαν τη βάρβαρη πολιτική της φτώχειας, της ανερ-γίας, της καταστολής και της υποδούλωσης.
Οι εκλογές της 6ης Μάη βύθισαν, ακόμη περισσότερο, το αστικό μπλοκ εξουσίας στην αστάθεια. Ταρακουνήθηκαν συθέμελα το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, τα δυο βασικά πολιτικά στηρίγματα της άρχουσας τάξης, που για χρόνια υπηρέτησαν αυτήν και τους ξένους πάτρωνές της πιστά και με το αζημίωτο. Τα τρομοκρατικά τους διλήμματα και οι αντιλαϊκοί εκβιασμοί έπεσαν στο κενό. Απέτυχαν να αποπροσανατολίσουν τις λαϊκές συνειδήσεις και να αποσπάσουν τη λαϊκή ψήφο. Απέτυχαν να «διαγράψουν» τους σκληρούς και παρατεταμένους αγώνες που έδωσαν λαός και εργαζόμενοι τα τελευταία δυόμισι χρόνια ενάντια στα μνημόνια και τις ληστρικές συμφωνίες, ενάντια στην ισοπέδωση δικαιωμάτων και κατακτήσεων, ενάντια στον εργασιακό και κοινωνικό μεσαίωνα.
Ομως, οι κυρίαρχες αντιδραστικές δυνάμεις επανέρχονται, με σφοδρότητα. Και το σκηνικό στήθηκε ταχύτατα. Με νέα, πιο εκβιαστικά διλήμματα, πιέσεις και απειλές. Αλλά και με κάλπικες ελπίδες. Συσπειρώνονται οι δυνάμεις της Δεξιάς, με κορμό τη ΝΔ, και συγκροτούν ένα μαύρο μέτωπο που φιλοδοξεί να είναι η επόμενη κυβέρνηση της αντιλαϊκής επέλασης. Το ΠΑΣΟΚ αποζητά τη στήριξη των Γάλλων ιμπεριαλιστών και επιχειρεί να ανακόψει τις διαρροές και να αναστηλωθεί, επιδιώκοντας ρυθμιστικό ρόλο στις εξελίξεις. Περιμένουν να πλα-σαριστούν μια σειρά πρόθυμα δεκανίκια, δεξιά και «αριστερά». Και όλοι μαζί εκλιπαρούν τους ιμπεριαλιστές της ΕΕ και του ΔΝΤ για μια μικρή «χαλάρωση» των απαιτήσεων, προκειμένου «να ξαναστήσουν το μαγαζί», να απο-κοιμίσουν το λαό και να προετοιμάσουν αποτελεσματικότερα τη συνέχιση της βάρβαρης επίθεσης.
Παράλληλα, όμως, στήνεται κι ένα άλλο σκηνικό: των αυταπατών και των δήθεν γρήγορων και εύκολων λύσεων. Μιας δήθεν φιλολαϊκής, «αριστερής» κυβέρνησης -με το ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστή- που θα προωθήσει τα λαϊκά συμφέροντα αποδεχόμενη την ΕΕ και την κυριαρχία των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών. Οι επίδοξοι «αριστεροί» διαχειριστές, συναγωνιζόμενοι σε φιλοευρωπαϊσμό τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, υποδέχονται στις γραμμές τους -με το αζημίωτο- το «παλιό» και «βαθύ» ΠΑΣΟΚ και διαδίδουν την αυταπάτη ότι η ιμπεριαλιστική λυκοσυμμαχία της ΕΕ μπορεί να αλλάξει πρόσωπο, ότι το ευρώ μπορεί να πάψει να λειτουργεί ως όργανο επιβολής και λεηλασίας και αποσιωπώντας τη σχέση εξάρτησης και υποταγής της Ελλάδας στην ΕΕ και τις ΗΠΑ.
«Φουσκωμένος», ο ΣΥΡΙΖΑ, από τα εκλογικά του ποσοστά, εκμεταλλευόμενος τις λαϊκές αγωνίες και την απελπι-σία που κυριαρχεί σε πλατιά κοινωνικά στρώματα, αλλά και την αλλοπρόσαλλη και αδιέξοδη πολιτική του ΚΚΕ που αποδιώχνει το δημοκρατικό και αριστερό κόσμο, είναι έτοιμος να εξαργυρώσει τις λαϊκές αντιστάσεις και τους μεγαλειώδεις αγώνες των τελευταίων χρόνων και να «διαβουλευτεί», από κυβερνητικά πόστα, με τους δυνάστες του λαού μας. Αυτοί που για χρόνια στήριξαν με τη συνθηκολόγα πολιτική τους τις γενικότερες επιλογές των αστικών δυνάμεων, αυτοί που συκοφάντησαν και δυσφήμισαν από κοινού με τις αντιδραστικές δυνάμεις την ιστορία και τις κατακτήσεις του επαναστατικού, κομμουνιστικού κινήματος, ισχυρίζονται ότι θα «διαπραγματευτούν» με τους ιμπεριαλιστές και θα τους «πείσουν» στη βάση των εκλογικών τους ποσοστών. Τόσο απλά!
Οι λαϊκοί αγώνες δεν θα δικαιωθούν στην κάλπη! Καμιά νίκη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αναμέτρηση! Σε μια περίοδο λυσσασμένης επέλασης των δυνάμεων της κεφαλαιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, όσοι προβάλ-λουν την «ευκολία» στρώνουν το δρόμο για την υποχώρηση και την απογοήτευση. Υπονομεύουν ακόμη περισσό-τερο την υπόθεση της ανασυγκρότησης του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Οι λαϊκοί αγώνες θα δικαιωθούν στην ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής, των αντιλαϊκών μέτρων και των μνημονίων! Θα δικαιωθούν στην επαναστατική ανατροπή του συστήματος της εξάρτησης, της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης!

Καλούμε τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τη νεολαία να στηρίξουν αυτό το δρόμο και τις δυνάμεις που τον υπηρετούν. Το δρόμο της ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ, του ΑΓΩΝΑ, της ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ, της ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ. Για να δυναμώσει, μέσα στο κίνημα, η κατεύθυνση της ανασυγκρότησης του εργατικού, λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος. Για να μας βρουν μπροστά τους και την επόμενη των εκλογών! Για να είναι ο λαός στο προσκήνιο! 
 
ΨΗΦΙΣΤΕ - ΣΤΗΡΙΞΤΕ

28 Μαΐ 2012

Συζήτηση του ΚΚΕ(μ-λ)
Νέες κάλπες, νέα αδιέξοδα, νέοι εκβιασμοί. Νέες αυταπάτες;

Με αφορμή τα αποτελέσματα των εκλογών της 6ης Μάη και μπροστά στη νέα εκλογική αναμέτρηση, η Οργάνωση Καρδίτσας του ΚΚΕ(μ-λ) διοργάνωσε σήμερα Κυριακή 27/5 συζήτηση με θέμα «Νέες κάλπες, νέα αδιέξοδα, νέοι εκβιασμοί. Νέες αυταπάτες; Ο λόγος και ο ρόλος της Αριστεράς». Η συζήτηση άνοιξε με εισήγηση εκ μέρους του ΚΚΕ(μ-λ) και στη συνέχεια ακολούθησε πλούσιος διάλογος και τοποθετήσεις από τους παραβρισκόμενους. Όπως τονίστηκε από την εισήγηση «βαδίζοντας προς τις εκλογές της 17ης Ιούνη ο λαός και οι εργαζόμενοι θα αντιμετωπίσουν πολλαπλά εκβιαστικά διλήμματα και απειλές. Η πρόσφατη εκλογική καταγραφή ήταν μια σαφής ένδειξη απόρριψης της αντιλαϊκής πολιτικής που εφάρμοσαν οι πρόσφατες κυβερνήσεις και συγκυβερνήσεις, αλλά και απόδειξη των κοινωνικών και πολιτικών διαφοροποιήσεων που συντελέστηκαν στις λαϊκές συνειδήσεις τα τελευταία χρόνια με μοχλό τις κινητοποιήσεις και τις απεργίες που συντάραξαν τη χώρα. Οι κοινωνικές μετατοπίσεις που καταγράφηκαν και εκλογικά εκφράζουν τη διάθεση αποδέσμευσης των λαϊκών μαζών από τα βασικά πολιτικά υποκείμενα που υλοποίησαν την πλέον αντιλαϊκή αντεργατική επίθεση, αλλά παράλληλα και την αδυναμία της Αριστεράς που ευαγγελίζεται μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση -και όχι απλά μια διόρθωση του καπιταλισμού μέσα στην ΕΕ-, να χειραφετήσει αυτή την αποστοίχιση σε δρόμους ριζοσπαστικούς και ανατροπής.
Η διάσταση επιδιώξεων και στόχων ανάμεσα στις λαϊκές μάζες και στην πολιτική των ιμπεριαλιστών και των εκπροσώπων τους είναι βαθιά, ολοφάνερη και διατρέχει κάθετα τον κοινωνικό ιστό. Ο κόσμος της εργασίας και αυτός του κεφαλαίου οδηγούνται σε αντιπαράθεση και σύγκρουση και όχι σε συμβιβασμό και διαβούλευση. Αυτό θα φανεί ολοένα και καθαρότερα όσο προχωράμε προς τις 17/6 αλλά πολύ περισσότερο μετά τις εκλογές και με βάση το αποτέλεσμα που αυτές θα δώσουν.
Οι εκβιασμοί του τύπου «λύσεις μέσα από την ΕΕ ή έξω από αυτή», σύγκρουση Αριστεράς - Δεξιάς, υπευθυνότητας και ανευθυνότητας, χάους ή τάξης και ασφάλειας, οργανωμένης κοινωνίας ή ομάδων με καλάσνικοφ θα ενταθούν κρύβοντας το πραγματικό διακύβευμα αυτών των εκλογών και συσκοτίζοντας τις πραγματικές πολιτικές που ασπάζονται οι διαγκωνιζόμενοι διαχειριστές της εξουσίας. Η πραγματική αντιπαράθεση που προβάλλει ολοένα και καθαρότερα είναι η διεκδίκηση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των μαζών για μια ζωή καλύτερη ή η βαρβαρότητα και η εξαθλίωση πέρα από ψευτοδιλήμματα ευρώ ή δραχμή, αριστερή διαχείριση ή «κεντροδεξιά».
Πάμε λοιπόν για κυβέρνηση της Αριστεράς, ή καλύτερα του Τσίπρα, που δεν προέκυψε από τα προηγούμενα αποτελέσματα; Προχωράμε σε ανατροπή του μνημονίου και επάνοδο των μισθών, των συντάξεων και των εργασιακών δικαιωμάτων σε φιλεργατική κατεύθυνση; Βαδίζουμε λοιπόν κόντρα και ενάντια σε ιμπεριαλιστές και στα σχέδιά τους για διέξοδο από την κρίση μέσα από την εξαθλίωση των εργαζόμενων, προχωρώντας σε ανάκαμψη της παραγωγής και της χώρας με αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου υπέρ των αδυνάτων; Και όλα αυτά απλά με μια ψήφο, με το εργατικό κίνημα παροπλισμένο, τις λαϊκές μάζες σε «ανάπαυση» και τις δυνάμεις της αντίδρασης σε πλήρη εγρήγορση και με ανοικτές απειλές από τους ξένους πάτρωνες ιμπεριαλιστές; Πολύ ωραία για να 'ναι πραγματικότητα. Ακούγεται ευχάριστα όταν επιχειρείς να χαϊδέψεις αυτιά και να αποσιωπήσεις την κρισιμότητα της κατάστασης. Εκτός κι αν πιστέψουμε ότι, π.χ., η Κύπρος έχει αν όχι κομμουνιστικό καθεστώς, έστω λαϊκή εξουσία, επειδή ο Χριστόφιας για να γίνει πρόεδρος ενσωματώθηκε ακόμη περισσότερο στον ρόλο του «προοδευτικού» εκπροσώπου μιας ξεπουλημένης αστικής τάξης.
Μπροστά στις νέες εξελίξεις που προέκυψαν με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα αλλά κυρίως τις αλλαγές που προκάλεσαν οι κινητοποιήσεις στις λαϊκές μάζες, οι αριστερές δυνάμεις που στοχεύουν όχι σε αυταπάτες κυβερνητισμού αλλά στη δημιουργία όρων ανατροπής της αντιλαϊκής πολιτικής των μνημονίων και της απαλλαγής της χώρας από τους πραγματικούς υπεύθυνους αυτής, τους ιμπεριαλιστές, οφείλουν να παρέμβουν ωθώντας σε ακόμη μεγαλύτερη χειραφέτηση και αποστοίχιση τους εργαζόμενους, τον λαό. Καμία στάση αναμονής στη λογική διαμόρφωσης ενός ευνοϊκότερου αποτελέσματος του ΣΥΡΙΖΑ δεν επιτρέπεται. Ακόμη παραπέρα θα ήταν εντελώς λαθεμένη μια στάση αφ' υψηλού επιβεβαίωσης της αποτυχίας ενός εγχειρήματος αριστερής κυβέρνησης ανατροπής των μνημονίων μέσα στην ΕΕ, που παρ' ότι οι φορείς της αλλά και η προσδοκώμενη πολιτική τους εμπεριέχουν όλα τα στοιχεία του ενδοτισμού και της συνδιαλλαγής που προδικάζουν για μια τέτοια εξέλιξη, δεν επιτρέπεται στις κομμουνιστικές δυνάμεις να επενδύσουν σε αυτή.
Οφείλουμε να παρέμβουμε σε μια πραγματικά αριστερή κατεύθυνση, αποσαφηνίζοντας στον λαό πού βρίσκεται η διέξοδος και εξοπλίζοντάς τον με αυτό που πραγματικά έχει να αντιμετωπίσει. Ότι, δηλαδή, δεν πρόκειται για κάποια μέτρα που καλούνται να διαπραγματευτούν αριστεροί υπουργοί αλλά για αναμέτρηση με τον βαθύτερο πυρήνα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις να του πλασάρουν ως διέξοδο και λύσεις αριστερές ή... ασταθείς κυβερνήσεις και σχεδόν πανομοιότυπες προτάσεις (διαγραφή χρέους ή μέρους αυτού, εθνικοποιήσεις τραπεζών, παραγωγική αναπροσαρμογή κ.λπ.), όμως το αντίπαλο στρατόπεδο ακόμη και αυτά μπορεί να τα αφομοιώσει ή να τα χειριστεί, αρκεί ο λαϊκός παράγοντας να μένει ελεγχόμενος και παροπλισμένος. Δεν παλεύουμε για επιμήκυνση ή «βελούδινη» εφαρμογή των μέτρων, αλλά για ανατροπή τους και για να πάρουν οι λαοί τις τύχες τους στα χέρια τους.»

Η κανονικότητα της κυβερνητικής διαχείρισης και η αντικανονικότητα της σύγκρουσης

Επιστροφή στο 1981; Με τον νέο «Ανδρέα» και το νέο «ΠΑΣΟΚ» στον προθάλαμο της κυβερνητικής εξουσίας;
Είναι αλήθεια ότι πολλοί θα ήθελαν πραγματική μία τέτοια… οπισθοδρόμηση. Μάλιστα, οι εκ των «πρωταγωνιστών» παριστάνουν πρόσωπα της εποχής εκείνης, χρησιμοποιούν εκφράσεις και πραγματοποιούν πολιτικές κινήσεις για να ενισχύσουν τον «αέρα αλλαγής» που πνέει στις μέρες μας. Ταυτόχρονα όμως κάθε μέρα όλο και περισσότερο προσαρμόζονται στις επιθέσεις των αντιπάλων, με υπεύθυνο πολιτικό λόγο που προσπαθεί να στρογγυλέψει όλες τις αντιθέσεις και τα ζητήματα που πηγάζουν από αυτές, ευθυγραμμιζόμενοι με τους μονόδρομους της εποχής. Κανονικά πράγματα δηλαδή για κάθε «ριζοσπαστική» πολιτική δύναμη που αναλαμβάνει την ευθύνη, στο όνομα του λαού, να διεκδικήσει την εξουσία για να τον… σώσει.
Μόνο που για τους θιασώτες και αυτούς που υποκρίνονται ότι ζούμε στο 1981 υπάρχει μια μικρή λεπτομέρεια που τους διαφεύγει. Είμαστε στο 2012. Την εποχή που οι νικητές της «Δύσης» κυριαρχούν στον κόσμο και έχουν εξαπολύσει συνολικά και ενιαία μία στρατηγικού χαρακτήρα επίθεση, που κρατά πάνω από δύο δεκαετίες τώρα και στοχεύει την καρδιά των κατακτήσεων και των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης και των λαών όλου του κόσμου. Ζούμε την περίοδο του ξεσπάσματος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης που συνταράσσει το ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, οξύνει στο έπακρο τις αντιθέσεις των «ιδιοκτητών» του πλανήτη που βρίσκουν «διέξοδο» στην κλιμάκωση της επίθεσης.
Ταυτόχρονα, κινούμενοι οι ιμπεριαλιστές από συμβιβασμό σε συμβιβασμό προσπαθούν να αποφύγουν ένα παγκόσμιο οικονομικό κραχ ή την «τελική σύγκρουση» ανάμεσά τους, δημιουργώντας, παράλληλα, τους όρους όποτε συμβεί κάποιο «ατύχημα» ο καθένας από αυτούς να είναι σε ισχυρότερη θέση από τους αντιπάλους του. Η λιτότητα, η φτώχεια, οι απολύσεις, η ανεργία, το χτύπημα της ασφάλισης, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, το πετσόκομμα μισθών και συντάξεων, το γκρέμισμα του κοινωνικού χαρακτήρα της υγείας, της παιδείας και όλων των κοινωνικών υποδομών δεν είναι «προνόμια» μόνο των εργαζόμενων στη χώρα μας. Αποτελούν συνολική επιλογή του κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστών σε Ανατολή και Δύση, σε Βορρά και Νότο. Καμία μερίδα του κεφαλαίου και κανένας ιμπεριαλιστής δεν διαφοροποιείται από αυτή τη στρατηγική, με την προϋπόθεση ότι δεν τον… πλήττουν οι κινήσεις και οι στόχοι των ανταγωνιστών. Οι διαφοροποιήσεις στα «μίγματα πολιτικής» είτε των γάλλων είτε των γερμανών σοσιαλδημοκρατών είτε του… Ομπάμα δεν αποτελούν καμία προσφορά στο ανύπαρκτο αντι-νεοφιλελεύθερο ρεύμα, όπως κάποιοι και στη χώρα μας φαντασιώνονται, αλλά εξυπηρετούν τους στόχους του μονοπωλιακού κεφαλαίου που ο καθένας τους υπηρετεί.
Στο «έδαφος» αυτή της επίθεσης και των επιπτώσεων που έχει σε τεράστια κλίμακα στην εργατική τάξη, σε όλους τους εργαζόμενους αλλά και στην καταστροφή μεγάλων τμημάτων των μεσοστρωμάτων, αναπτύσσονται αντιλήψεις και πολιτικές κατευθύνσεις που επιζητούν την επιστροφή στην «κανονικότητα» του κοινωνικού κράτους, της παγκόσμιας ισορροπίας δυνάμεων, στην άμβλυνση των ταξικών αντιθέσεων και συγκρούσεων, με λίγα λόγια σε μια ομαλή διέξοδο από την κρίση που δεν θα «στοιχίσει» σε κανέναν. Η αντίληψη αυτή που εκπορεύεται κυρίως από τα μεσοστρώματα τείνει να γίνει κυρίαρχη στα πολιτικά πράγματα στη χώρα μας και μάλιστα να απαιτεί κυβερνητικές λύσεις εδώ και τώρα που θα δώσουν «ανάσες» στα στρώματα αυτά και από τις δικές τους «ανάσες» θα… σωθεί και ο εργαζόμενος λαός. Είναι φανερό ότι αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις επιζητούν την πολιτική ηγεμονία με ένα «στεγνό» αντιμνημονιακό πρόγραμμα που δεν θα θίγει, στην ουσία τους, τα δεσμά της εξάρτησης από ΕΕ και ευρύτερα παρά μόνο στα στοιχεία εκείνα που τους θίγουν. Ενα «εφικτό» κυβερνητικό πρόγραμμα που στον πυρήνα του κυριαρχεί η αυταπάτη ότι η οικονομική ολιγαρχία στη χώρα μας, οι ξένοι «προστάτες» και το πολιτικό προσωπικό τους θα κάνουν «χώρο» για να ξαναβρεί η οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή την κανονικότητά της. Μιας και αυτό που «εξασφάλιζε» το ΠΑΣΟΚ, για μεγάλο χρονικό διάστημα, με το «κοινωνικό συμβόλαιο» που έκφραζε τον αντιδραστικό συμβιβασμό των μεσοαστικών στρωμάτων και της αστικής τάξης στη χώρα μας έχει ουσιαστικά γίνει κομμάτια από την κρίση και την επίθεση.
Και τι θα γίνει; ακούμε καθημερινά, η Αριστερά δεν μπορεί να κυβερνήσει; οι εργαζόμενοι και ο λαός δεν μπορούν να επιβάλουν με την ψήφο τους μία πολιτική ανακούφισης, έστω και αν αποτελεί «σημαία ευκαιρίας»;
Βεβαίως και «μπορεί». Εφόσον αφυδατωθεί από κάθε στοιχείο που την προσδιορίζει σαν τέτοια (Αριστερά), όπως σήμερα βλέπουμε να εξελίσσεται με ταχύτητα από τις δυνάμεις που συγκροτούν τον ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου η Αριστερά «μας» σε αυτή τη χώρα θητεύει πολλές δεκαετίες τώρα στους θώκους της υπευθυνότητας, της συνδιαχείρισης και της συνδιοίκησης. Έχει δοκιμαστεί στο διάλογο και τη συναντίληψη με τον αντίπαλο για τη «διέξοδο από την κρίση». Θα κούραζε μία επανάληψη του τι μεταλλάξεις έχουν συμβεί σε αυτό το χώρο από την περίοδο της μεταπολίτευσης μέχρι τα σήμερα.
Δηλαδή, μια ζωή αντιπολίτευση; τα ίδια που λέει και το ΚΚΕ; εξουσία τη δευτέρα παρουσία;
Αυτοί που θέτουν τέτοια «αθώα» ερωτήματα ας απαντήσουν πρώτα αν στις 18 Ιούνη οι άνεργοι και οι απολυμένοι θα γυρίσουν στις δουλειές τους, αν οι συντάξεις, οι μισθοί, τα μεροκάματα και οι συντάξεις θα «επιστρέψουν» εκεί που βρίσκονταν το Μάη του 2010, αν θα καταργηθούν όλες οι αυξήσεις στα είδη και τις υπηρεσίες πρώτης ανάγκης, αν θα σπάσουν, έστω σε κάποια σημεία, τα δεσμά της εξάρτησης από ΕΕ-ΔΝΤ-ΗΠΑ –ΝΑΤΟ, αν… αν… αν. Και μη μας «απαντήσουν» ότι αυτά είναι ζήτημα συσχετισμών και κινήματος γιατί και σήμερα ακριβώς εκεί είναι ζήτημα συσχετισμών και κινήματος. Από αυτή την άποψη, είναι αυτοί που λένε τα ίδια με το ΚΚΕ, «τάζοντας» και οι δύο… πολιτική «ανακούφιση» είτε κυβερνητικού επιπέδου είτε με τη «διόρθωση» της ψήφου.
Το ουσιαστικό ερώτημα λοιπόν δεν μπορεί να είναι κυβέρνηση ή μόνιμη αντιπολίτευση, αλλά με ποια οργάνωση, ποια κατεύθυνση και ποιους στόχους πάλης μπορούν οι δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά να εμπνεύσουν και να παίξουν πρωτοπόρο ρόλο στη σύγκρουση του εργατικού-λαϊκού κινήματος με τις δυνάμεις του συστήματος και μέχρι πού έχουν σκοπό να φτάσουν αυτή τη σύγκρουση.
Στην Αριστερά πολλές δυνάμεις έχουν και από κάποιο κυβερνητικό πρόγραμμα, είτε άμεσο και κυρίως «εφικτό», είτε έτοιμο στο «συρτάρι» να… περιμένει, είτε μεταβατικό, όπως λέγεται. Ολα αυτά τα προγράμματα έχουν μια κυρίαρχη «εσωτερική» λογική και αντίληψη και «υπακούουν», άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, στην αποδοχή και τη διαχείριση αυτού που «υπάρχει». Σε κανένα από αυτά τα προγράμματα δεν υπάρχει το γκρέμισμα σχέσεων, το τσάκισμα μηχανισμών, το σπάσιμο δεσμών, η οικοδόμηση από τα θεμέλια και από την αρχή μιας διαφορετικής και αντίθετης από τη σημερινή κοινωνίας. Και αυτό συμβαίνει γιατί οι φορείς αυτών των προγραμμάτων έχουν «άλλα» πράγματα στη σκέψη και την κατεύθυνσή τους. Αλλοι γιατί τα θεωρούν όλα «αυτά» αντικανονικά και ξεπερασμένα, άλλοι γιατί η υπόκλισή τους στην αντικειμενική «ολοκλήρωση» του καπιταλισμού τούς οδηγεί ότι αρκεί να ξεφλουδίσουν το φλοιό του για να προκύψει ο… κομμουνισμός και άλλοι γιατί σκέφτονται τα «διόδια» της ταξικής πάλης και προτιμούν να πάνε στο στόχο με… αερογέφυρα.
Η κανονικότητα της κυβερνητικής διαχείρισης «προέκυψε» στην Αριστερά «μας», γενικά, από την «ανάγκη» της να ξεφύγει από τα καθήκοντα της ταξικής πάλης στο έδαφος της επίθεσης, που οδηγούν σε αντιπαράθεση και κεντρική σύγκρουση με τις δυνάμεις του συστήματος. Αυτό που θέλουν να βάλουν «στο χρονοντούλαπο της ιστορίας» οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα, είναι η προοπτική της αναμέτρησης, πολύ απλά γιατί «απέχουν» πολλές δεκαετίες από αυτή την κατεύθυνση. Από τότε που, με την κυριαρχία του ρεβιζιονισμού στο κομμουνιστικό κίνημα, το «ειρηνικό πέρασμα» έγινε «μονόδρομος» και ο «μετασχηματισμός» της κοινωνίας… κυβερνητική υπόθεση. Αυτή η κανονικότητα δεν μπορεί να «διαταραχθεί» από επαναστατικούς ρομαντισμούς, αλλά οφείλει να ενισχύεται από τους εργάτες και το λαό με απόλυτο τρόπο.
Απέναντι στην προοπτική της κυβέρνησης «με κορμό την Αριστερά», οι δυνάμεις του συστήματος έχουν εξαπολύσει μια ολομέτωπη επίθεση που τα έχει «όλα». Ωμούς εκβιασμούς και τρομοκρατία στο λαό, αντικομμουνιστικές συμμαχίες και εξορμήσεις για τη «σωτηρία» της χώρας από τις… συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ που «πρόλαβε» να γίνει ενιαίο κόμμα για να κερδίσει, σε περίπτωση πρωτιάς, τις 50 έδρες του καλπονοθευτικού εκλογικού νόμου. Και απέναντι σε αυτή την επίθεση τι έχουμε σαν «απάντηση» από τον «αριστερό» κυβερνητισμό; Τίποτα άλλο παρά συνεχείς υποχωρήσεις, δηλώσεις υποταγής, νομιμοφροσύνης και αλλαγές «προτεραιοτήτων» για να αλλάξει «το πολιτικό σύστημα». Και όσο οι υποχωρήσεις γίνονται περισσότερες και μεγαλύτερες τόσο οι δυνάμεις του συστήματος επιτίθενται «κατά κύματα» όχι στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά στον ίδιο το λαό και τον απειλούν να μην οργανωθεί και να μην παλέψει αλλά να υποταχθεί στο μονόδρομο της βαρβαρότητας και της εξαθλίωσης. Για να επιβεβαιωθεί, για άλλη μια φορά, ότι ο κυβερνητισμός έχει τυχοδιωκτικά χαρακτηριστικά που περιφρονούν το επίπεδο οργάνωσης και πολιτικής συγκρότησης του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Επιζητεί την πλήρη «υποταγή» όλων των αριστερών δυνάμεων στο «σχέδιό» του, αδιαφορεί για τις «βάσεις» στήριξης του κινήματος και επιδιώκει να τις «αδειάσει» για να πετύχει τους εκλογικούς του στόχους, αδιαφορώντας για το αύριο του κινήματος. Και κυρίως αδιαφορώντας να προετοιμάσει το κίνημα να αποκρούσει την επίθεση που κλιμακώνουν οι δυνάμεις του συστήματος.
Σε κάθε κρίσιμη περίοδο όπως αυτή που ζούμε είμαστε υποχρεωμένοι να επιλέξουμε πλευρά και «όχθη», να επιλέξουμε πολιτική κατεύθυνση και να τη στηρίξουμε ακόμα και «κόντρα στο ρεύμα». Και σήμερα αυτή η κατεύθυνση θέλει να ανοίξει το δρόμο της οργάνωσης, της αντίστασης και της αλληλεγγύης και να τον κάνει εργατική-λαϊκή υπόθεση. Για να πάρουν πραγματικά οι εργαζόμενοι την υπόθεση της αλλαγής της ζωής τους στα δικά τους χέρια και να μην αναθέσουν τη σύγκρουση για τη σωτηρία τους σε κανέναν κυβερνητικό σχεδιασμό. Για να αποκτήσει πολιτική ηγεμονία ο ρεαλισμός του κινήματος απέναντι στο φόβο και τις αυταπάτες.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ Το σύστημα επιδιώκει την υποταγή του λαού.
Ο λαός έχει ανάγκη να συνεχίσει ν’ αντιστέκεται

Η κατά κοινή ομολογία γενικευμένη και βαθιά οικονομική κρίση στη χώρα έχει μετατραπεί εδώ και μήνες σε μόνιμη πολιτική κρίση, με τη φανερή αδυναμία του πολιτικού προσωπικού να κυβερνήσει όπως πριν ένα λαό που η βάρβαρη επίθεση ξεπερνά πλέον τα όρια της αντοχής του.
Οι εκλογές της 6ης Μάη κατέγραψαν τη λαϊκή οργή με την εκλογική συντριβή των ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ που απώλεσαν 3,3 εκατομμύρια ψήφους. Εγινε καταφανές ακόμη και στο ελεγχόμενο από το σύστημα εκλογικό πεδίο πως ο λαός, παρά τις απειλές, τους εκβιασμούς και την κάθε λογής τρομοκρατία, έστω και χωρίς Αριστερά, επιμένει να στέκεται ενάντια στην πολιτική του συστήματος που ξεκάθαρα απειλεί όχι μόνο κατάφωρα το δίκιο του, μα την ίδια τη ζωή του. Ο λαός μας, όπως είναι φυσικό, επιμένει να ζήσει, και αυτό είναι μια βασική αιτία της πολιτικής κρίσης που είναι σ’ εξέλιξη.
Από την άλλη μεριά, είναι γεγονός πως η υποτελής πρόσδεση της αστικής τάξης σε ευρώ–Ε.Ε. και ο κομπραδόρικος χαρακτήρας της έχουν οδηγήσει σήμερα με βάση την παγκόσμια και ευρωπαϊκή κρίση σε οριακό σημείο (ουσιαστικά σε χρεοκοπία μήνες τώρα) τόσο το χρέος και τα δημοσιονομικά όσο και συνολικά την οικονομική κατάσταση της χώρας. Η σύνθλιψη των δικαιωμάτων και της ζωής του κόσμου της δουλειάς αυξάνουν την ύφεση και την ανεργία και ταυτόχρονα η παραγωγική αποδιάρθρωση της χώρας καλά κρατεί.
Πλησιάζουμε άραγε στον πάτο για ν’ αρχίσει ο ενάρετος κύκλος της ανάπτυξης, όπως έλεγε προ μηνών ο Ράιχενμπαχ, και έχει σχέση αυτό με την ανάλογη συζήτηση στην Ευρώπη ή τα ζητήματα τίθενται τελείως διαφορετικά για χώρες της περιφέρειας σαν την Ελλάδα;
Πώς θα εξελιχθεί η σχέση της εξάρτησης της χώρας αν ο λαός αποδεχτεί τα δεσμά της Ε.Ε. αλλά και του Δ.Ν.Τ. και του ΝΑΤΟ όπως τον καλεί ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμη περισσότερο μετά την εκλογική του εκτόξευση.
Το βάθεμα της εξάρτησης, που είναι εθνικό συμβόλαιο για κάθε λογής παλιούς και νέους επίδοξους διαχειριστές, με τέτοια ή έστω αλλιώτικα μνημόνια δεν θα αναπαράξει την ανισομετρία που οδήγησε τη χώρα σ’ αυτό το χάλι;
Σίγουρα τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά όχι τόσο στο να τ’ αναλύσει κάποιος όσο στη ζωή του λαού μας. Εμείς μάλιστα θα το πούμε ξεκάθαρα. Τα δύσκολα είναι μπροστά μας!
Ο άνεμος στην Ευρώπη μα και σ’ όλο τον κόσμο του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού δεν είναι τέτοιος που λέει ο Τσίπρας και όλο το φοβισμένο από το λαό πολιτικό προσωπικό, που ψάχνει απεγνωσμένα, πάντα με όρους υποτέλειας, να βρει μήπως προκύψει καμιά χαραμάδα από τις αντιθέσεις των ιμπεριαλιστών για να μπορέσει ν’ ακουμπήσει.
Η εκτίμησή μας είναι πως η πολιτική κρίση στη χώρα μας δεν είναι εύκολο να λυθεί όσο ο λαός μας συνεχίζει να διεκδικεί τη ζωή και το δίκιο του. Να λοιπόν ποιο είναι το βασικό ζητούμενο για ξένους και ντόπιους δυνάστες του λαού μας. Η με κάθε τρόπο υποταγή του λαού. Πρώτα πρώτα επιδιώκουν να ανεχτεί ο λαός την ιμπεριαλιστική εξάρτηση και το βάθεμά της για να ελπίζει σε δική της διέξοδο η ντόπια αστική τάξη, έστω και στα συντρίμμια του λαού, των δικαιωμάτων του και της ίδιας της χώρας από κάθε άποψη. Τη δεκαετία του ’90 η επιλογή του ευρω-μονόδρομου αποτέλεσε όχημα κλιμάκωσης της αντιλαϊκής επίθεσης με το Σημίτη τότε. Σήμερα, αντί να τρώμε με τα χρυσά κουτάλια του ευρώ, η αστική τάξη και τα ιμπεριαλιστικά της αφεντικά εκβιάζουν το λαό να αποδεχτεί τη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση, αυτή τη φορά για να παραμείνει η χώρα στον ευρω-μονόδρομο της αστικής τάξης.
Ξέρουν όλοι τους πως ο λαός μας, παρά τα σπουδαία βήματα που έχει κάνει στη σύγκρουσή του με το σύστημα, ωστόσο απέχει από το να μπει αποφασιστικά στο δρόμο της δικιάς του προοπτικής.
Ξέρουν πως η Αριστερά, και όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν τολμά να συμβάλει στην ενίσχυση της αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης, που είναι άλλωστε όρος για την απαιτούμενη πολιτικοποίηση της λαϊκής πάλης έτσι ώστε να απαντιούνται από το λαϊκό κίνημα οι εκβιασμοί, η τρομοκρατία, οι αποπροσανατολισμοί και τα ψευτοδιλήμματα.
Ξέρουν πως, παρά τη συντριβή των βασικών πολιτικών τους κομμάτων και παρ’ ότι και η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος δεν είναι εύκολη υπόθεση, οι συσχετισμοί δεν ανατράπηκαν.
Οπως είπαμε, ο λαός στη σύγκρουσή του με το σύστημα τα δύο τελευταία χρόνια αφότου το σύστημα εξαπέλυσε τη γνωστή βάρβαρη επίθεση έχει κάνει σημαντικά βήματα. Ομως χρειάζεται να συνεχίσει για να γίνει η πάλη πολύ περισσότερο υπολογίσιμη απ’ αυτούς που στοχεύουν να τον οδηγήσουν ακόμη παραπέρα στη φτώχεια και την εξαθλίωση, υποθηκεύοντας συστηματικά ακόμη και την ειρήνη, τη δημοκρατία και πολύ περισσότερο το μέλλον της νέας γενιάς αυτής της χώρας.
Χρειάζεται να αναβαθμιστούν πολιτικά οι στόχοι πάλης του μαζικού κινήματος και θαρρετά να διεκδικηθεί η ανατροπή των μνημονίων και κάθε αντιλαϊκής πολιτικής μέσα από τη διεκδίκηση σχολείων και σπουδών, νοσοκομείων και όχι φιλανθρωπικών Μ.Κ.Ο., δουλειάς και μισθών αξιοπρέπειας και όχι πείνας.
Ο ίδιος ο λαός όταν κατεβαίνει μαζικά στο δρόμο ξέρουν όλοι και είναι απλό γιατί κατεβαίνει. Η σύγχυση με τάχα προγραμματικούς στόχους που δεν τον αφορούν και διάφορα θολά και νεφελώδη αιτήματα έχει να κάνει με την παρέμβαση μιας Αριστεράς που θεωρεί τον καπιταλισμό μονόδρομο και υπευθυνοποιείται ανάλογα.
Ο λαός έχει δείξει πως έχει ανάγκη και διάθεση να παλέψει. Αρχίζει ήδη να βλέπει, κόντρα σε συστημικές προσπάθειες και κακέκτυπα οργάνωσης, πως πρέπει να οργανώσει με ουσιαστικό τρόπο την πάλη του.
Τα παραπάνω όλους τους προηγούμενους μήνες γίνονται κατανοητά από τα πράγματα και από την κίνηση του κόσμου στους δρόμους και τις πλατείες. Ειδικά στις 12 Φλεβάρη η αντιμετώπιση κυριολεκτικά με χημικό πόλεμο εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών πείσμωσε το λαό όλης της χώρας. Ενίσχυσε την οργή του απέναντι στο πολιτικό προσωπικό και χωρίς να απογοητευτεί άρχισε να σκέφτεται πως η υπόθεση υπεράσπισης της ζωής του δεν είναι υπόθεση ευκολίας. Πως έχει δίκιο να παλεύει, πως η υπόθεση του αγώνα δεν είναι μιας μέρας, πως θα χρειαστεί χρόνος, οργάνωση, προσανατολισμός και θυσίες. Και όσο αυτή η συζήτηση απλωνόταν τόσο το σύστημα ωθούνταν, παρά τους βάσιμους τελικά φόβους του για το αποτέλεσμα, στη διενέργεια εκλογών χωρίς (σε πλήρη σύμπνοια των μέσα και των έξω δυναστών) να έχει διάθεση να καθυστερήσει ούτε μια μέρα την εφαρμογή των μνημονίων και την επίθεση, όπως κυνικά δήλωναν. Ετσι φτάσαμε στη συντριβή του πολιτικού συστήματος στις 6 του Μάη. Συνέπεσε το βάθεμα της ευρωπαϊκής κρίσης και η εκλογή Ολάντ στη Γαλλία.
Από κοντά η ανησυχία για τη μετάδοση της ευρωπαϊκής κρίσης παγκόσμια, όπως εκφράστηκε στο G8, σε συνδυασμό με την ευκαιρία του Ομπάμα και του Κάμερον να στριμώξουν τη Μέρκελ που όλο το προηγούμενο διάστημα κυριαρχούσε ελέγχοντας ουσιαστικά ολόκληρο το οικοδόμημα της Ε.Ε. Παρά την άγρια κόντρα των ιμπεριαλιστών και παρά τον κίνδυνο η περίπτωση της Ελλάδας να αποτελέσει αρχή ενός επικίνδυνου ντόμινο στην ευάλωτη παγκόσμια οικονομία, ωστόσο απ’ όλες τις μεριές τα μηνύματα προς το ντόπιο πολιτικό προσωπικό είναι σαφή. Η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει τις υποχρεώσεις της, λένε μονότονα όλοι ανεξαιρέτως, αν και πάλι όλοι, λιγότερο ή περισσότερο, αναγνωρίζουν πως πρέπει να υπάρξουν χειρισμοί, κάποιες καθυστερήσεις και ευχές κυρίως για ανάπτυξη την ώρα που όλοι γνωρίζουν πως η εφαρμογή των μνημονίων θα φέρει ακόμη πιο βαθιά ύφεση.
Είναι ένα ζήτημα ποια θα είναι η νέα ατμόσφαιρα που θα επικρατήσει τελικά στο γαλλογερμανικό άξονα. Πόσο και εάν αυτός θα ενισχυθεί, πόσο θα καταφέρει να ελέγξει την κρίση της ευρωζώνης και πόσο θα βρίσκουν (κύρια από αδυνάτισμά του) έδαφος παρέμβασης άλλοι σαν τον Κάμερον και τον Ομπάμα. Είναι επίσης ανοικτό το ζήτημα του δημοψηφίσματος για το μνημόνιο στην Ιρλανδία στις 31 Μάη, η ελληνική περίπτωση, πώς θα αντιμετωπίσουν την ανάγκη για πολιτικές ανάπτυξης με δημοσιονομική πειθαρχία κόντρα στην ανεργία, τα ευρωομόλογα και άλλα όμορφα.
Όμως, αλίμονο σ’ αυτή την Αριστερά που, προκειμένου να δικαιολογήσει στο λαό τις διαχειριστικές της φαντασιώσεις, τρέχει στον Ολάντ και στο γερμανικό SPD και παρά την προκλητική απαξίωση επιμένει να σπέρνει επικίνδυνες αυταπάτες για τον φιλολαϊκό τάχα ευρωπαϊκό άνεμο. Οταν γίνεται σαφές από κάθε ιμπεριαλιστική μεριά πως η επίθεση θα συνεχιστεί, χωρίς να είναι διατεθειμένοι για καμιά διαπραγμάτευση. Σε τίποτα ουσιαστικά δεν είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει απέναντι στο λαό και η ντόπια πλουτοκρατία, παρά τους συνδικαλισμούς του Δασκαλόπουλου που αγωνιά για το πολιτικό αδιέξοδο του συστήματος και προσπαθεί να συνδράμει.
Η πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα αποκαλύπτει την αδηφαγία του κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου. Παρά την ύφεση που καταστρέφει τομείς δραστηριοποίησής του, οι δυνάμεις της αγοράς έχουν στο πρόγραμμά τους και περιμένουν την εξαθλίωση του λαού για να φτιαχτεί το ανταγωνιστικό περιβάλλον και να εφορμήσουν, ρημάζοντας και τον πλούτο της χώρας στο περιθώριο των σχεδιασμών του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου.
Στο σημαντικό πολιτικό χρόνο των επόμενων τριών εβδομάδων μέχρι τις εκλογές θα δούμε τα πιο απίθανα προκειμένου να υπηρετηθεί η επιχείρηση υποταγής του λαού. Εναλλαγή της μεγαλύτερης τρομοκρατίας και εκβιασμού με τον πιο ωμό τρόπο, σε συνδυασμό με τη δημοκρατική τάχα ευαισθησία και χτυπήματα στην πλάτη σαν αυτό του Δασκαλόπουλου και κάποιων εκτός χώρας, που στον ανταγωνισμό τους με το γερμανικό ιμπεριαλισμό της Μέρκελ, ακόμη και μέσω ΟΟΣΑ και ΔΝΤ, μιλάνε ενάντια στην τόσο αυστηρή λιτότητα κατανοώντας τις θυσίες του ελληνικού λαού, αλλά απ’ την άλλη οι υποχρεώσεις, υποχρεώσεις. Να ποια είναι τελικά η πηγή του ευρωπαϊκού «φιλολαϊκού» ανέμου: ο Ομπάμα, ο Ολάντ και ο Κάμερον.
Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο αυταπατών που σπέρνει ασύστολα η όλη στάση του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων της Αριστεράς της διαχείρισης, αν δεν ωφελείται εκλογικά ο Βενιζέλος, ο Σαμαράς και η Μπακογιάννη, ωστόσο βλάπτεται σοβαρά η ανάγκη παραπέρα πολιτικοποίησης του λαού, η ανάγκη να βαθύνει ο ταξικός, αντιιμπεριαλιστικός προσανατολισμός της λαϊκής πάλης.
Είναι νωρίς και δύσκολο να προβλέψει κανείς αν ο γάμος Σαμαρά–Μπακογιάννη και των κεντροδεξιών φασιστών του ΛΑΟΣ σε συνδυασμό με αντιαριστερή πόλωση καταφέρει να συσπειρώσει τη Δεξιά - και κυρίως πόσο. Ούτε μπορεί κανείς να προβλέψει μέχρι πού θα φτάσει η διάλυση του ΠΑΣΟΚ που, παρά τις ενέσεις Ολάντ στο Βενιζέλο, δεν φαίνεται να ανακόπτεται. Ούτε είναι σίγουρο πόσο η αντιαριστερή, αντιλαϊκή καμπάνια του συστήματος από μέσα και απ’ έξω θα ανακόψει την εκλογική απόδοση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, παρά το πρωτόγνωρο στη μεταπολίτευση πολιτικό αδιέξοδο του συστήματος, θα ξαναπούμε πως όχι μόνο το σύστημα αλλά ούτε καν η συγκεκριμένη αντιλαϊκή πολιτική του δεν κινδυνεύει από τις εκλογές. Κινδυνεύει απ’ τη συνέχιση και το δυνάμωμα των μαζικών λαϊκών αγώνων. Η βρόμικη επίθεση στην Αριστερά και οι ωμοί εκβιασμοί στο λαό (που δεν ξέρουμε πού θα φτάσουν) επενδύονται σε κάθε περίπτωση στην επιχείρηση υποταγής του λαού. Η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ είτε κληθεί να διαχειριστεί τ’ αδιέξοδα του συστήματος είτε μείνει στην εποικοδομητική αντιπολίτευση για το ξεπέρασμα της κρίσης του, βρίσκεται ήδη σαν δύναμη με τη στάση της σε αρνητική σχέση μ’ αυτό που έχει ανάγκη ο λαός. Γιατί οι αυταπάτες για λύσεις ευκολίας αποπροσανατολίζουν επικίνδυνα και δρουν διαλυτικά γι’ αυτό που απαιτείται.
Από την πλευρά μας θα παλέψουμε ενάντια στην αντιαριστερή επίθεση, την τρομοκρατία και τους εκβιασμούς του συστήματος που δεν στοχεύουν μόνο ή κυρίως στην εκλογική συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλωστε, αυτή την αντιμετώπιση την έχει ο λαός και η Αριστερά μήνες τώρα.
Θα παλέψουμε για να μην εγκλωβιστεί σε αυταπάτες και εκλογικούς εκβιασμούς και να μην καμφθεί απ’ την τρομοκρατία η διάθεση του λαού μας να συνεχίσει να διεκδικεί τη ζωή και το δίκιο του.
Θα ζητήσουμε ξανά από το λαό ψήφο και συστράτευση για συνέχιση των αγώνων. Θα ενισχύσουμε τις αντιστάσεις του λαού μας για ν’ αντιμετωπίσει την κάθε λογής τρομοκρατία και τους εκβιασμούς, για να μην υποταχθεί στη ληστρική ιμπεριαλιστική Ε.Ε. και τις απαιτήσεις της. Το εκβιαστικό ψευτοδίλημμα ευρώ ή δραχμή σε κάθε περίπτωση, εφόσον οι λαϊκές αντιστάσεις δεν έχουν φτάσει στην ανατροπή της επίθεσης, σημαίνει φτώχεια και εξαθλίωση.
Θα συνεχίσουμε να προβάλλουμε την αλήθεια, πως οι λαοί δεν μπορούν να περιμένουν από προστάτες, πως μπορούν να στηριχτούν μονάχα στη δύναμη των αγώνων τους και στη δύναμη της αλληλεγγύης των αγώνων των λαών. Αγώνες που δεν θ’ αργήσουν να φουντώσουν σε μια σειρά χώρες.

ΣΥΡΙΖΑ: «Προχωράμε, χωρίς τον λαό και την πάλη του!»

Δύο «καταιγίδες» σε συσκευασία ενός… κόμματος (και όχι πια συνασπισμού συνιστωσών, λόγω του στόχου των 50 εδρών) εξελίσσονται τούτες τις μέρες στον ΣΥΡΙΖΑ. Η κάθε μία τρέφει και τρέφεται από την άλλη. Η πρώτη είναι συστημική, από τις παραδοσιακές δυνάμεις του συστήματος με φορά προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η δεύτερη είναι ενδογενής συριζική, με φορά προς τις συστημικές δυνάμεις. «Περίεργα» φαινόμενα! Θα γίνει σύγκρουση ή μήπως συνάντηση και σύμπλεξη; Πού τα βρήκαμε άραγε όλα τούτα τα «μικρόψυχα», τα «ακατανόητα»; «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε» που είπε και ο άλλος χρόνια πριν! Ήρθαν, έρχονται οι «δικοί μας» στα πράγματα! Έτσι είμαστε όμως εμείς, αθεράπευτα ιδιότυποι. Μη κανονικοί, όπως είπε ο απόγονος του προηγούμενου. Έτοιμοι να χαλάσουμε τη φιέστα, πριν ακόμα αυτοαποκαλυφθεί η ίδια ως επώδυνη φάρσα. Με την ίδια πάντα ερώτηση στο στόμα: Θα αλλάξει σε κάτι προς το καλύτερο η ζωή του λαού; Θα δυναμώσει το κίνημα;
Οι «διευκρινήσεις»
«Οι έλληνες θα μπορούσαμε να παραγάγουμε πλούτο ώστε να μπορέσουμε κάποια στιγμή να αποπληρώσουμε αυτά τα δάνεια τα οποία παίρνουμε από τον Γερμανό και τη Γερμανίδα φορολογούμενο». (Α. Τσίπρας, από τη συνέντευξη Τύπου στο Βερολίνο)
«Τη διευκρίνιση ότι η καταγγελία του μνημονίου από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι νομική αλλά πολιτική έκανε το στέλεχός του και πρώην υπουργός κ. Ι. Δραγασάκης». (tovima.gr 24/5)
Τα παραπάνω είναι χαρακτηριστικά δείγματα της δεύτερης καταιγίδας. Αυτής που από το πρωί ως το απόγευμα και από το μεσημέρι ως το βράδυ κάθε μέρας παρέχει «διευκρινίσεις» για το τι ακριβώς «θέλει να κάνει» ο ΣΥΡΙΖΑ. Διευκρινίσεις για το αν διεκδικεί κάτι. Σε ποιο πλαίσιο το διεκδικεί αυτό το «κάτι». Με ποιους όρους, με ποιους συμμάχους και απέναντι σε ποιους το διεκδικεί. Διευκρινίσεις τελικά που έχουν έναν στόχο: να βεβαιώσουν πως η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ χωράει, πρέπει και μπορεί να γίνει ανεκτή στο πλαίσιο του συστήματος.
Η ερμηνεία της πρώτης καταιγίδας είναι προφανής. Το εκλογικό αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι στο κοινοβουλευτικό επίπεδο η βασική έκφραση της μαζικής λαϊκής καταδίκης ενάντια στα μνημόνια και στην επίθεση συνολικά. Σαν τέτοιο, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, κανάλια και παράγοντες του συστήματος οφείλουν να το χτυπήσουν, να το ακυρώσουν. Για να ακυρώσουν τη λαϊκή απαίτηση για την ανατροπή αυτής της πολιτικής. Για να ματαιώσουν την επίμονη λαϊκή αντίθεση που στις εκλογές εκφράστηκε έτσι, αλλά πριν από αυτές και μετά από τις επόμενες, αλλιώς και αλλού. Στους δρόμους, στις πλατείες, στις απεργίες, στις καταλήψεις. Στον αγώνα, στη μαζική αντίσταση, στους δρόμους του κινήματος. Αυτή λοιπόν η καταιγίδα υπηρετεί βέβαια τις εκλογικές ανάγκες των κομμάτων και των δυνάμεων του συστήματος. Όμως πριν από όλα υπηρετεί τις ταξικές-πολιτικές ανάγκες του. Σε αυτό το σύστημα δεν «λαθεύει». Δεν αποσπά τις εκλογικές του στοχεύσεις από τις πολιτικές-ταξικές. Η βασική νίκη λοιπόν στην οποία στοχεύει η καταιγίδα του συστήματος, είναι αυτή που ήδη πετυχαίνει. Είναι η σε όλους τους τόνους δημόσια διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ ότι με κανέναν τρόπο δεν εκπροσωπεί την μαζική πάλη για την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής του συστήματος. Είναι οι όρκοι πίστης στην ΕΕ και το ευρώ, η με όλους τους τρόπους δήλωση ότι απλώς ανήκει στο μπλοκ των δυνάμεων της «επαναδιαπραγμάτευσης από τα μέσα» των όρων εξάρτησης, εξαθλίωσης, καταλήστευσης της χώρας και του λαού.
Οι δύο καταιγίδες θα συνεχίσουν με αμείωτη ένταση ως τις 17 Ιούνη. Η πρώτη έχει κάθε λόγο να επιδιώξει να διευρύνει τις πολιτικές της επιτυχίες αλλά και να τις εκφράσει και εκλογικά. Το επιχείρημα της, αφού έχει ήδη αποσπάσει δήλωση συμμόρφωσης από το ΣΥΡΙΖΑ, είναι συστημικά κυνικό: «Και γιατί να κάνει διαπραγμάτευση ο Τσίπρας και όχι ο Σαμαράς ή ο Βενιζέλος, που έχουν και πολύχρονη υπηρεσία στις αυλές των ιμπεριαλιστών;» Ή ακόμα: «Αν χρειαστεί, ας έρθει και ο μικρός να βοηθήσει». Αν λοιπόν έφτασαν δέκα μετεκλογικές μέρες για να γίνουν τόσες δηλώσεις προσαρμογής, ως πού μπορεί να φτάσει αυτή η δεύτερη καταιγίδα τις επόμενες πολύ πιο φορτωμένες πολιτικά μέρες της προεκλογικής περιόδου;
Το «αδιανόητο»
Παρ' όλα αυτά βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει και θα επιμένει να τροφοδοτεί με τις μέγιστες κοινοβουλευτικές αυταπάτες τον λαό: «Το "αδιανόητο" μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Τι άλλο σημαίνει η πρωτοβουλία για το πάγωμα των αντεργατικών νόμων μέχρις ότου ανοίξει η νέα Βουλή και τεθούν υπό την κρίση των νέων πολιτικών συσχετισμών;». Αυτά γράφει η «Αυγή» (24/5) επιχειρώντας να εμφανίσει την «πρωτοβουλία» Ρουπακιώτη σχετικά με τη μετενέργεια των συλλογικών συμβάσεων ως ένα «γεγονός» που μια εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα το επικυρώσει-στερεώσει. Προσπερνούμε την κατασκευή περί προεκλογικού «παγώματος» και μένουμε στο κύριο πολιτικό ζήτημα. Ενδιαφέρει πράγματι τον λαό και τους εργαζόμενους –και πολύ σωστά τους ενδιαφέρει– η ακύρωση έστω κάποιων αντεργατικών-αντιλαϊκών μέτρων. Θα φέρει αυτή την ακύρωση μια εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ; Η αρνητική απάντηση βρίσκεται σε όλες τις προηγούμενες γραμμές αυτού του άρθρου. Βρίσκεται στη σωρεία δηλώσεων του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και όλων των επιφανών στελεχών του.
Βρίσκεται κυρίως σε μια βασική αλήθεια που στις μέρες μας με το δοσμένο ταξικό συσχετισμό ισχύει περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή των πολλών τελευταίων χρόνων: χωρίς τη μαζική, επίμονη λαϊκή πάλη τίποτε δεν μπορεί να κερδηθεί. Η «αριστερή κυβέρνηση» του ΣΥΡΙΖΑ, που στην τελευταία εκδοχή της είναι «προοδευτική με επίκεντρο την Αριστερά», είχε βέβαια από την αρχή σαφώς δηλώσει τις αποστάσεις της από την υπόθεση αυτής της πάλης. Στις εκλογές του Μάη το σύνθημα ήταν «Προχωράμε χωρίς αυτούς». Με το «χωρίς» απέφυγαν το «ενάντια σε» που δεν θα εξέφραζε μόνο τη στοιχειώδη αντίληψη των αριστερών ανθρώπων που ξέρουν ότι παλεύουν ενάντια σε ένα σύστημα και τους πολιτικούς του εκφραστές αλλά και την εμπειρία πολλών εκατοντάδων χιλιάδων λαϊκών ανθρώπων που βρέθηκαν τα προηγούμενα δύο χρόνια σε αγώνες και συγκρούσεις. Αυτή η απόσταση έχει σήμερα μεγαλώσει πολύ περισσότερο. Με βάση αυτή την απόσταση η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει ένα ιδιότυπο αδιέξοδο σχετικά με το πώς μπορεί να χειριστεί την εκλογική της επιτυχία. Από τη μια είναι ο δρόμος της άνευ όρων υποχώρησης στον οποίο ήδη βαδίζει. Από την άλλη είναι η εκδοχή των «θεαματικών κινήσεων» που χωρίς τον λαό και την πάλη του μπορούν γρήγορα να πάρουν ακόμα και τυχοδιωκτικό χαραχτήρα με πολλαπλές συνέπειες. Αυτό που σίγουρα είναι αδιανόητο για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακριβώς η στήριξη στη λαϊκή πάλη, η ανάδειξή της σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Ως προς αυτό εξετάστηκε πολλές φορές όλα τα προηγούμενα χρόνια και πέτυχε!
Τελικά, αν κρίνουμε από ένα άλλο απόσπασμα της συνέντευξη του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο Βερολίνο, στο οποίο, ούτε λίγο ούτε πολύ, καλεί τις «ευρωπαϊκές ηγεσίες» να συνετιστούν («Και θέλουμε να δείτε και εσείς τις εξελίξεις στην Ελλάδα και την μεγάλη εκλογική ανατροπή στην Ελλάδα και την άνοδο της Αριστεράς ως μία ευκαιρία να ταρακουνηθούν οι ευρωπαϊκές ηγεσίες και να συνειδητοποιήσουν τον αδιέξοδο δρόμο που βαδίζουν»), δεν θα εκπλαγούμε αν η νέα εκδοχή του συνθήματος του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιούνη θα είναι «Προχωράμε μαζί τους»! Αυτό και αν είναι «καλόηχο», από την άποψη της ευκολίας με την οποία υπόσχεται το πώς οι εργαζόμενοι και η νεολαία μπορούν να κερδίσουν τη ζωή τους και το μέλλον τους.
Είναι ανάγκη λοιπόν να αναμετρηθούν οι εργαζόμενοι με τις εκλογικές-πολιτικές αυταπάτες. Είναι ανάγκη γιατί είναι μπροστά μας η αναμέτρηση με την επίθεση, το κεφάλαιο, τους ιμπεριαλιστές της ΕΕ και των ΗΠΑ. Μέσα από αυτή την αναμέτρηση περνάει η υπόθεση του λαού και του κινήματος. Ο «άλλος δρόμος» του ΣΥΡΙΖΑ απλώς δεν υπάρχει. Ξοδεύει μόνο μάταια ελπίδες και δυνάμεις.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία

Πρόταση κοινής εκλογικής καθόδου «με δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής, ανατρεπτικής και αντι-ΕΕ Αριστεράς» κατέθεσε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αμέσως μετά τις εκλογές της 6ης Μάη. Με απόφαση του Πανελλαδικού Συντονιστικού της που συνεδρίασε στις 13 Μάη, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ απεύθυνε τη συγκεκριμένη πρόταση στην οργάνωσή μας, καθώς και στο Μ-Λ ΚΚΕ, στην Κομμουνιστική Οργάνωση «Ανασύνταξη», στην ΟΚΔΕ, στο ΕΕΚ, σε δυνάμεις του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής, καθώς και σε «αγωνιστές και ρεύματα που διαφοροποιούνται από το χώρο του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ».
Μια πρόταση που αποτέλεσε -τουλάχιστον για μας- έκπληξη, καθώς δεν είχε περάσει ούτε ένας μήνας από την προηγούμενη πρότασή της για συγκρότηση «Μετώπου ρήξης και ανατροπής». Άλλο το ένα, άλλο τ’ άλλο, θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς. Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι αφού, και σε αυτήν την πρόταση, κομβικό σημείο (και προϋπόθεση συμφωνίας) αποτελεί το γνωστό «αντικαπιταλιστικό, μεταβατικό πρόγραμμα» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (παύση πληρωμών, μονομερής διαγραφή του χρέους, εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση όλων των τραπεζών και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, εργατικός έλεγχος κ.λπ.).
Το ερώτημα, λοιπόν, πού προκύπτει είναι το τι άλλαξε μέσα σε ένα μήνα και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επανέρχεται στο ίδιο μοτίβο; Κατά τη γνώμη μας, η απάντηση βρίσκεται στο εκλογικό φούσκωμα του ΣΥΡΙΖΑ και τις πιέσεις που θα αντιμετωπίσουν αντικειμενικά οι δυνάμεις της Αριστεράς μπροστά στις εκλογές της 17ης Μάη και, μάλιστα, όταν το σενάριο της «αριστερής κυβέρνησης» προβάλλεται τόσο έντονα. Πρόκειται για μία κίνηση πανικού από έναν πολιτικό χώρο που είχε φροντίσει όλο το προηγούμενο διάστημα να προβάλλει αντιλήψεις και θέσεις που τον άφησαν εκτεθειμένο απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, και μάλιστα με σοβαρό κίνδυνο αυτή η έκθεση να εκδηλωθεί αυτή τη φορά ως πραγματική εκλογική λεηλασία. Βαριές κουβέντες; Δεν νομίζουμε και θα το εξηγήσουμε αμέσως.
Πρώτ’ απ’ όλα, η λογική της ταχύρρυθμης ανάπτυξης κινήματος, η λογική τού «εδώ και τώρα» που χαρακτηρίζει τις τοποθετήσεις αυτού του χώρου. Μία λογική άμεσης διεξόδου η οποία υποτίθεται ότι φαντάζει γοητευτική στα αυτιά πλατιών λαϊκών μαζών που βιώνουν καθημερινά την αγωνία, έως και την απελπισία, για τη ζωή τους. Μία λογική που αποκρύπτει τους -καταθλιπτικούς για το λαό και την εργατική τάξη- ταξικούς συσχετισμούς και υπόσχεται την εύκολη λύση. Υπερβολές; Καθόλου! Στο σημείο 5 της απόφασης της 13ης Μάη αναφέρεται χαρακτηριστικά: «απαιτείται o λαός να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, με την ανάπτυξη ενός πολιτικού εργατικού και λαϊκού κινήματος και να επιβάλλει, εδώ και τώρα, την κατάργηση των μνημονίων, της δανειακής σύμβασης και των νόμων που τα συνοδεύουν, την διαγραφή του χρέους. Να επαναφέρει τους μισθούς και τις συντάξεις σε αξιοπρεπή επίπεδα... (ακολουθεί ένας ολόκληρος κατάλογος) ...να επιβάλλει... την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ». Και όλα αυτά «εδώ και τώρα»! Και, μάλιστα, λίγο πριν τις εκλογές!
Δεύτερο, η αναπαραγωγή των εκλογικών αυταπατών που για μήνες καλλιεργούνταν από ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ. Η επιμονή στο αίτημα «Κάτω η κυβέρνηση» και το φλερτάρισμα με απόψεις περί «μεταβατικών», «αντιφατικών» κυβερνήσεων, με τους δοσμένους ταξικούς συσχετισμούς, υπηρετούσαν με τον καλύτερο τρόπο το «εκλογές τώρα» πίσω απ’ το οποίο κινήθηκε όλο αυτό το διάστημα η κοινοβουλευτική Αριστερά.
Τρίτο, η άκρατη ψηφοθηρία που εκφράστηκε και με την επαίσχυντη αναπαραγωγή των θεωριών περί «χαμένης ψήφου». Μια λογική αποθέωσης της εκλογολαγνείας όπου, ξαφνικά, ως επίδικο των εκλογών της 6ης Μάη για το κίνημα και την Αριστερά παρουσιαζόταν η είσοδος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη Βουλή. Πώς, λοιπόν, να αντιπαρατεθεί αυτή η προοπτική με το τωρινό «επίδικο» που προβάλλει τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση;
Τέταρτο, η υπονόμευση της κομμουνιστικής προοπτικής και η πριμοδότηση της Αριστεράς του «εφικτού», του κυβερνητισμού, της ευρωλαγνείας και των αυταπατών στηρίχτηκαν απλόχερα από συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με διάφορες ευκαιρίες. Από την προώθηση των διάφορων φόρουμ νεκρανάστασης της σοσιαλδημοκρατίας και την αναπαραγωγή των αστικών ιδεολογημάτων περί παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού (ποιος θυμάται, άραγε, τις «ολοκληρώσεις» και το αίτημα για «διάλυση της ΕΕ»;) μέχρι την αποδοχή και αναπαραγωγή της αντιαριστερής, αντικομμουνιστικής αντίληψης και πρακτικής που κυριάρχησε στις πλατείες και η οποία μια χαρά βόλεψε -όπως φαίνεται- το ΣΥΡΙΖΑ.
Ως τελευταία «γραμμή άμυνας» και διαχωρισμού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από το ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να είναι το αίτημα για έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ. Και πάνω σε αυτό φροντίζει να στηρίξει όλο το χαρακτήρα της νέας της πρότασης. Ωστόσο, και εδώ τα πράγματα όχι μόνο δεν ξεκαθαρίζονται, αλλά γίνονται πιο περίπλοκα και οι αντιφάσεις περισσεύουν. Τόσο που ακόμη και αυτό το στοιχείο φτάνει να ακυρώνεται. Στην απόφαση της 13ης Μάη αναφέρεται ότι «η πορεία σύγκρουσης με τους δανειστές και το κεφάλαιο δεν είναι ένας ανέμελος περίπατος, μια εύκολη νίκη που θα μας εξασφαλίσει μια «αριστερή κυβέρνηση», αλλά θα είναι μια δύσκολη, σκληρή πάλη που απαιτεί την κλιμάκωση του πολιτικού ταξικού αγώνα και την συγκρότηση από τα κάτω οργάνων πάλης των ίδιων των εργαζόμενων.» Συμφωνούμε απόλυτα και μάλιστα αυτό θέσαμε και στη συνάντηση της αντιπροσωπείας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με αντιπροσωπείες της οργάνωσής μας και του Μ-Λ ΚΚΕ. Ότι δηλαδή η υπόθεση της εξόδου από την ΕΕ, όχι μόνο δεν είναι μία εύκολη υπόθεση, αλλά περιέχει στοιχεία συνολικής στρατηγικής στόχευσης για το εργατικό-λαϊκό κίνημα της χώρας αφού προϋποθέτει τη σύγκρουση τόσο με τους ιμπεριαλιστές δυνάστες της χώρας όσο και με την ντόπια άρχουσα τάξη που είναι δεμένη με χίλια μύρια νήματα εξάρτησης από τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό.
Ωστόσο, όλα αυτά πάνε... στο βρόντο όταν διαβάζει κανείς την «Ανακοίνωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για τη συνάντηση με το ΣΥΡΙΖΑ»:
«6. Κανένα απ’ τα παραπάνω ζωτικά αιτήματα δεν είναι υλοποιήσιμο χωρίς την άμεση έξοδο από το Ευρώ και την Ευρωσυνθήκη, τη ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ.»
Και εμείς μένουμε να αναρωτιόμαστε για το πώς η «δύσκολη, σκληρή πάλη» συνδυάζεται με την «άμεση έξοδο».
Ποια, όμως, είναι τα παραπάνω ζωτικά αιτήματα; Από την ακύρωση των Μνημονίων, μέχρι τις αυξήσεις των μισθών, από τη διαγραφή του χρέους και την εθνικοποίηση των τραπεζών μέχρι την... εξουδετέρωση της Χρυσής Αυγής και την... απεμπλοκή του στρατού από το ΝΑΤΟ!!!
Είχαμε και έχουμε την άποψη ότι βασική προϋπόθεση για να μπορέσει το κίνημα να ξεπεράσει τα προβλήματά του, να ανασυγκροτηθεί και να χαράξει την προοπτική της ανατροπής είναι η δυνατότητά του να αναγνωρίζει την πραγματικότητα και να ιεραρχεί τους στόχους του. Κρίσιμο στοιχείο της πραγματικότητας αυτής είναι ο ρόλος των ιμπεριαλιστών, οι μεταξύ τους ανταγωνισμοί και η παρόξυνσή τους, και -ιδιαίτερα για τη χώρα μας- το καθεστώς εξάρτησης της άρχουσας τάξης από ΗΠΑ και ΕΕ. Αντιλαμβανόμαστε ότι και η τωρινή τοποθέτηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά τη βαρύτητα που θέλει να δώσει στο αίτημα για έξοδο της χώρας από την ΕΕ και την ευρωζώνη, εξακολουθεί να είναι προβληματική και οδηγεί σε στρεβλώσεις, λαθεμένες ιεραρχήσεις και στρεβλώσεις.
Παρ’ όλα αυτά, πιστεύουμε ότι το ζήτημα της κοινής δράσης για την ανατροπή της επίθεσης παραμένει βασικό ζητούμενο της περιόδου και ως οργάνωση το θέτουμε και είμαστε έτοιμοι να το υπηρετήσουμε και να ανταποκριθούμε σε κάθε πρόταση και πρωτοβουλία που το υπηρετεί. Ωστόσο, η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκτιμούμε ότι δεν είναι τέτοια. Διότι η κοινή δράση, αλλά και συνολικότερα η υπόθεση του κινήματος, δεν υπηρετείται στη βάση του πανικού ή των χαμένων ευκαιριών.
Στη συνάντηση των αντιπροσωπειών μας, οι σύντροφοι από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αρνήθηκαν ότι πρόκειται για μια ευκαιριακή πρόταση. Ωστόσο, δεν απάντησαν στο ερώτημα γιατί και οι δύο προτάσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήρθαν λίγο πριν τις εκλογές και όχι κατά τη διάρκεια του προηγούμενου δίχρονου που το κίνημα ήταν στους δρόμους.
Μας διαβεβαίωσαν, επίσης, ότι η πρότασή τους δεν είναι προσχηματική. Ωστόσο, σε άρθρο του ΠΡΙΝ (11 Μαρτίου 2012), αναφερόμενος στην τότε πρόταση και στην «επιστολή προς ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και άλλη Αριστερά», ο αρθρογράφος σημειώνει: «Η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έχει σχέση βεβαίως με εκλογική ή συνολική προγραμματική συνεργασία οι οποίες είναι ανέφικτες και συχνά προτείνονται προσχηματικά.» Κι όμως, αμέσως μετά τις εκλογές η ίδια πρόταση, βασισμένη στο ίδιο «συνεκτικό πολιτικό πρόγραμμα» επανέρχεται με όρους κοινής εκλογικής καθόδου. Εμείς τι θα πρέπει να σκεφτούμε;
Σε κάθε περίπτωση, το ότι απορρίψαμε την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν σημαίνει ότι επιλέγουμε «τα αδιέξοδα των μοναχικών δρόμων της “καθαρότητας”» όπως μας κατηγορεί εμμέσως η απόφαση της 13ης Μάη. Το αντίθετο. Επιμένουμε στο δρόμο της κοινής δράσης και της κινηματικής συμπόρευσης όλων των αγωνιστικών δυνάμεων, αλλά και ενισχύοντας το διάλογο και την πολιτική αντιπαράθεση μέσα στο κίνημα. Συνεχίζουμε να προωθούμε τις κοινές πρωτοβουλίες και τον κοινό αγώνα ενάντια στη βάρβαρη πολιτική, με σεβασμό στη φυσιογνωμία και τις απόψεις της κάθε συλλογικότητας, χωρίς ψευδαισθήσεις επάρκειας. Επιμένουμε στην κατεύθυνση της συγκρότησης πλατιού Μετώπου Αντίστασης λαού και εργαζομένων. Και η «Πρωτοβουλία για Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία» που συγκροτήσαμε με το Μ-Λ ΚΚΕ και ανένταχτους αγωνιστές σε αυτήν την κατεύθυνση θέλουμε να συμβάλει.

Υ.Γ. Είναι σημαντικό για την Αριστερά να μην αναπαράγει αλλά να αποκαλύπτει τις (αυτ)απάτες που καλλιεργεί η αστική φρασεολογία. Και αυτές βρίσκονται και στην έννοια της «λαϊκής εντολής» που τόσο εύκολα αναπαράγει στην ανακοίνωσή της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

ΚΚΕ: Από την επίθεση στην άμυνα

Του Γρηγόρη Κωνσταντόπουλου
Η ηγεσία του ΚΚΕ μετά τα εκλογικά αποτελέσματα της 6ης Μάη βρίσκεται σε δύσκολη θέση και είναι βέβαιο πως η συνέχεια θα είναι χειρότερη. Αυτό ήδη το έχει αντιληφθεί και επιχειρεί από τώρα να βρει τρόπους και αιτίες δικαιολόγησης μιας πιθανής σοβαρής εκλογικής πτώσης των δυνάμεών του. Ετσι, από τα λεγόμενα επιθετικά συνθήματα για «πανίσχυρο ΚΚΕ στη Βουλή και στο λαό» καθώς και για «ανατροπή των συσχετισμών και μέσα από τις εκλογές» που χρησιμοποίησε στις προηγούμενες εκλογές, στις νέες προωθεί «αμυντικά» συνθήματα, όπως να μείνει «το ΚΚΕ όρθιο και δυνατό». Με αυτό το σύνθημα η ηγεσία του ΚΚΕ απευθύνεται στο συναίσθημα των κομματικών μελών και οπαδών, επισημαίνοντάς τους τον κίνδυνο να μη μείνει το ΚΚΕ όρθιο, και καλεί η Α. Παπαρήγα κάθε «τίμιο και έμπειρο αγωνιστή να μην επιτρέψει να περάσει η στρατηγική τής αποδυνάμωσης του ΚΚΕ». «Καλούμε (αναφέρει η Α.Π.) τους φίλους του κόμματος και τους ψηφοφόρους που δεν αισθάνονται ευχαριστημένοι με το εκλογικό αποτέλεσμα και τους λέμε: Ο,τι παρατηρήσεις έχετε, πείτε τις μετά τη δεύτερη εκλογική μάχη. Πάρτε το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ στο χέρι, βγάλτε κάλους στα πόδια σας. Και το λέμε, ναι, με απαίτηση». Εδώ πράγματι ισχύει το «ψήφισε και μη ερεύνα».
Αλλά και μετά τη δεύτερη εκλογική μάχη, η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ δεν πρόκειται να δώσει πειστικές απαντήσεις για τους λόγους του κακού αποτελέσματος που πήρε, όσο και για το χειρότερο που πρόκειται να πάρει σε αυτές του Ιούνη. Γιατί η αιτία βρίσκεται στην πολιτική γραμμή του ΚΚΕ, η οποία βρίσκεται στον αέρα. Αυτή η γραμμή ούτε θέλει και ούτε μπορεί να αλλάξει. Η εργατική τάξη και όλες οι εργαζόμενες μάζες, ειδικότερα τα δύο τελευταία χρόνια, έχουν δεχτεί μια άγρια και εξοντωτική επίθεση η οποία κλιμακώνεται και η ζωή των εργατικών και λαϊκών οικογενειών γίνεται όλο και πιο εφιαλτική. Αυτή είναι η πραγματικότητα που ζούμε! Και αυτή η πραγματικότητα είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε να αλλάξει. Αυτό είναι το άμεσο και επιτακτικό καθήκον των αριστερών και λαϊκών δυνάμεων. Με δύο λόγια, αυτό που μπαίνει στην ημερήσια διάταξη είναι η αντίσταση των μαζών στην επίθεση και η λαϊκή πάλη να θέσει σαν άμεση προτεραιότητα τη διεκδίκηση στόχων που να βελτιώνουν τη ζωή των λαϊκών μαζών. Το ότι τα πράγματα για το λαό γίνονται χειρότερα οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει οικοδομηθεί η λαϊκή διεκδικητική πάλη. Αντίθετα, η ηγεσία του ΚΚΕ αυτό που θέτει σαν κεντρικό καθήκον είναι η πάλη για τη λαϊκή εξουσία και αυτό βάζει για ζύμωση στην ημερήσια διάταξη. Πρόκειται για μια επικίνδυνα λαθεμένη πολιτική προτεραιότητα, για μια στρατηγική που δεν βασίζεται σε άμεσους και ενδιάμεσους στόχους πάλης.
Είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση πως ένας λαός άνεργος και βουτηγμένος στην ανέχεια και την εξαθλίωση, αν δεν ανατρέψει αυτές τις άθλιες συνθήκες ζωής του, δεν θα είναι δυνατόν ούτε καν να σκεφτεί το πώς μπορεί να πάρει τη λαϊκή εξουσία. Συνεπώς, αυτό που απαιτούν οι συνθήκες σαν άμεσο καθήκον είναι η ισχυροποίηση μέσα από τους καθημερινούς αγώνες της λαϊκής αντίστασης και διεκδίκησης που να αλλάζει τη ζωή του λαού, που να κερδίζει μάχες, να κατακτάει νίκες και να αναγνωρίζει τις πραγματικές του δυνάμεις. Μόνο σε τέτοιες συνθήκες μπορεί να πάρει πραγματική υπόσταση και αξία η λαϊκή και σοσιαλιστική προοπτική του κινήματος.
Οι εργατικοί και λαϊκοί αγώνες και κυρίως οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις των δύο τελευταίων χρόνων προκάλεσαν τεράστιες διεργασίες και πολιτικές εξελίξεις και με έναν τρόπο αποτυπώθηκαν και στις πρόσφατες εκλογές. Βέβαια, στο πλαίσιο του συστήματος οι εκλογές δεν μπορούν να αποτυπώσουν τις πραγματικές διαθέσεις των μαζών αλλά την τάση που διαμορφώνουν αυτές οι διαθέσεις. Οι συγκλονιστικές απεργιακές κινητοποιήσεις που ζήσαμε αποτέλεσαν τη βασική αιτία της πολιτικής κρίσης του συστήματος της υποτέλειας και της εξάρτησης. Οι λαϊκές μάζες αντιτάχθηκαν στους κυβερνητικούς φορείς των βάναυσων μέτρων και σε όσους συνεργάστηκαν κυβερνητικά για να επιβληθούν στον εργαζόμενο λαό.
Η ηγεσία του ΚΚΕ αυτές τις διεργασίες και όπως αποτυπώθηκαν στις τωρινές εκλογές δεν τις βλέπει σαν εξέλιξη των διεργασιών που συντελέστηκαν το προηγούμενο διάστημα των μεγάλων κινητοποιήσεων. Δεν βλέπει δηλαδή τις θετικές πλευρές, που είναι οι κύριες και έχουν να κάνουν με τη μαζική αποδέσμευση του κόσμου από την επιρροή των κυρίαρχων αστικών κομμάτων. Μια αποδέσμευση που θα φανεί και στις επόμενες και που θα φέρει, κατά τη γνώμη μου, το ΚΚΕ σε ακόμη χειρότερη θέση.
Τόσο πριν όσο και, κυρίως, μετά τις εκλογές οι δυνάμεις του συστήματος της υποτέλειας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και με εργαλεία τα ΜΜΕ, τηλεοπτικά και ηλεκτρονικά, έχουν εξαπολύσει μια από κοινού λυσσαλέα αντιαριστερή και αντιλαϊκή επίθεση. Εκβιάζουν, απειλούν και τρομοκρατούν το λαό και αυτό είναι ολοφάνερο. Τι είναι εκείνο που πραγματικά φοβούνται; Φοβούνται τον ίδιο τους τον εαυτό. Τους είναι ολοφάνερο πως δεν μπορούν να πείσουν με πολιτικούς όρους το λαό, ούτε ένα μέρος που να είναι ικανό να ενισχύει το ρόλο της εκπροσώπησης του συστήματος. Ετσι, το κύριο στοιχείο της πολιτικής τους είναι η τρομοκράτηση του λαού και των αριστερών ανθρώπων. Σίγουρα δεν φοβούνται τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά το σύστημα της αστικής τάξης και τις σχέσεις της χώρας με τους ιμπεριαλιστές της Ευρώπης (ΕΕ, ΗΠΑ) αλλά και το ευρώ έχει καθαρές και φανερές θέσεις. Λέει ναι σε όλα τα παραπάνω. Πάνω απ' όλα, οι δυνάμεις του συστήματος φοβούνται την παραπέρα αποδέσμευση των λαϊκών μαζών από το αστικό μπλοκ εξουσίας και τη στροφή τους προς τα αριστερά. Αυτό σε συνδυασμό με το ταξικό και πολιτικό κενό που υπάρχει και που οι συνθήκες της πάλης απαιτούν την κάλυψή του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει καθαρές κουβέντες. Δεν κρύβει τίποτε. Δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι είναι «η Αριστερά των προοδευτικών μεταρρυθμίσεων» στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος.
Ετσι, είναι φανερό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε θέλει ούτε μπορεί να υπερασπίσει τα λαϊκά συμφέροντα, τις πραγματικές ανάγκες των μαζών. Ακόμη περισσότερο, δεν μπορεί να υπερασπίσει εκείνη την Αριστερά που έχει ανάγκη η εργατική τάξη, ο λαός και η χώρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε θέλει και ούτε μπορεί να σπάσει τα δεσμά της εξάρτησης της χώρας από τους ιμπεριαλιστές. Αξιοποιεί τις απαιτήσεις των μαζών που επιθυμούν και αγωνίζονται να αντισταθούν στην επίθεση και να βελτιώσουν τη ζωή τους και τάζει, αν έρθει στην κυβέρνηση, ορισμένες λύσεις. Ετσι δημιουργεί στο λαό αυταπάτες ότι μπορούν να προκύψουν λύσεις για τα συμφέροντά του χωρίς τη σύγκρουσή του με τους εκμεταλλευτές του.
Από άλλη αφετηρία και με άλλη διαδρομή, η ηγεσία του ΚΚΕ καταλήγει όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ στο ίδιο αποτέλεσμα. Αρχίζει και τελειώνει με το ψηφίστε ΚΚΕ, οργανωθείτε στο ΚΚΕ και στο ΠΑΜΕ γιατί το ΚΚΕ αγωνίζεται για να αλλάξει η ζωή σας.
Ενα πράγμα είναι βέβαιο: Χωρίς την πάλη του εργαζόμενου λαού και χωρίς τη σύγκρουσή του με τους εκμεταλλευτές και καταπιεστές του καμία βελτίωση της ζωής του δεν μπορεί να προκύψει και, πολύ περισσότερο, να οικοδομήσει μια κοινωνία χωρίς εκμεταλλευτές και καταπιεστές.