Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

27 Μαΐ 2012

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ Κ.Ο. ΤΟΥ ΚΚΕ(μ-λ) 19-20/5/2012

Α. Πολιτικά στοιχεία της κατάστασης και οι επικείμενες εκλογές
1. Το «ελληνικό ζήτημα», δηλαδή η κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, η παρατεταμένη αστάθεια και τα αδιέξοδα που σωρεύονται –που στη βάση τους βρίσκεται η επίμονη αντίθεση, αντίσταση του λαού μας που καταγράφηκε και «επισήμως» την 6η– απασχολεί όντως με ιδιαίτερο τρόπο τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, λόγω των γεωπολιτικών «ιδιομορφιών» της χώρας και της ειδικής εμπλοκής της με την κρίση και τους ανταγωνισμούς ως μέλος σε ΕΕ-ΟΝΕ.

Η «ήπια» εκδοχή των εξελίξεων των επόμενων μηνών θα ήταν μια συμφωνία των κέντρων για «χαλάρωμα της θηλιάς» που δεν περιλαμβάνει βέβαια ακυρώσεις μέτρων αλλά «επιμηκύνσεις», δηλαδή μικρές επιβραδύνσεις στους ρυθμούς προώθησης της επίθεσης, με παράλληλες συμφωνίες «ανάπτυξης», δηλαδή συμφωνίες μοιρασιάς των φιλέτων που θα ενεργοποιήσουν διαδικασίες κίνησης-επένδυσης χρήματος και για τα κεφαλαιοκρατικά τμήματα της αστικής τάξης της χώρας. Μια τέτοια επιλογή θα βοηθούσε τις προσπάθειες ανάταξης του πολιτικού συστήματος και διαμόρφωσης κυβερνητικής λύσης, κάτι που έχει αναδειχτεί μετά τις εκλογές της 6ης Μάη σε κρίσιμο, για το σύστημα, ζήτημα. Αυτή η επιλογή προϋποθέτει ωστόσο την –προσωρινή, έστω– συμφωνία των ιμπεριαλιστικών κέντρων και έχει ως ενδεχόμενη παρενέργεια την «ενθάρρυνση» των λαϊκών αντιστάσεων στην Ελλάδα και όχι μόνο.
Η άγρια εκδοχή των εξελίξεων θα ήταν να χρησιμοποιηθεί ανοιχτά και βίαια το ελληνικό αδιέξοδο σαν αφετηρία κλιμάκωσης των αντιπαραθέσεων και εντάσεων μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, σαν καταλύτης αναδιαμόρφωσης της ΕΕ-ΟΝΕ, με ισχυρή προφανώς την παρέμβαση και του αμερικάνικου παράγοντα αναφορικά με τις δικές του βλέψεις-στοχεύσεις στη χώρα και στην ευρύτερη περιοχή.
2. Σε αυτή τη βάση –ακόμα και στην περίπτωση της πρώτης εκδοχής που, αν επικρατήσει, είναι φανερό ότι θα έχει προσωρινή ισχύ και σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί εκδοχή μόνιμης και σταθερής άμβλυνσης των αντιθέσεων–, τα ζητήματα είναι όλα ανοιχτά. Αποκοιμίζουν τον λαό, όσοι «εγγυώνται»(!!!) τη συνέχιση της συμμετοχής της χώρας σε ΕΕ-ΟΝΕ, όσοι «αποκλείουν» άμεσα ή και μεσοπρόθεσμα οποιαδήποτε διατάραξη-ανατροπή εντός και μεταξύ των ιμπεριαλιστικών λυκοσυμμαχιών της Δύσης, όσοι «προεξοφλούν» για λογαριασμό του συστήματος ομαλές, κλασικά κοινοβουλευτικές λύσεις και διαχειρίσεις για τη χώρα. Ήδη η σύνθεση και οι δραστηριότητες της «υπηρεσιακής» του Πικραμένου αποτελεί ένδειξη συνέχισης των οριακών εκτροπών των προηγούμενων μηνών.
Στην ίδια πάντα βάση η αστική τάξη της χώρας εμφανίζεται να… σκέφτεται να «διαπραγματευτεί», ελπίζοντας στην πραγματικότητα ότι οι ιμπεριαλιστές θα αποφασίσουν να την αφήσουν να «διαπραγματευτεί» αυτά που οι ίδιοι κρίνουν ότι πρέπει να «παρέχουν». Αυτό το λόγο του «υποψήφιου διαπραγματευτή» εκφωνούν ήδη Σαμαράς και Βενιζέλος, επιχειρώντας να συσπειρώσουν πριν από όλα τα δικά τους (αλλά και τα «δικά τους») κοινωνικά στρώματα. Ταυτόχρονα όμως παραμένουν αισθητά και στο πολιτικό επίπεδο τα στοιχεία κατακερματισμού του αστικού πολιτικού σκηνικού που σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. Καμμένος) χρήζουν παραπέρα αξιολόγησης για τους ρόλους (τυχοδιωκτικούς, αντιδραστικούς) περί των «εθνικών» λεγόμενων ζητημάτων (ΑΟΖ) που δυνητικά μπορεί να αναλάβουν.
3. Ακόμα λοιπόν και χωρίς ανατροπή του συμβιβασμού, εξ αιτίας της κατάστασης που ήδη βρίσκεται το πολιτικό σύστημα και επειδή έτσι κι αλλιώς θα συνεχίσουν στο διεθνές σκηνικό να υπάρχουν οι όροι που το θέτουν σε δοκιμασία, οι εκλογές της 17ης Ιούνη δεν μπορούν να φέρουν οριστικές λύσεις και ισορροπίες. Μέσω αυτών των εκλογών επιδιώκεται ένα μέτρημα φόντων, ένα «πλησίασμα» προς τη νέα κατάσταση που όπως έχουν διαμορφωθεί τα δεδομένα αφορά κυρίως α) Τη διαμόρφωση-ενίσχυση-ανάδειξη του «κεντροδεξιού πόλου», όπου αναζητείται ισορροπία συνύπαρξης «Ευρωπαίων»-«Αμερικάνων», «φανατικών μνημονιακών» και «υποψήφιων διαπραγματευτών». Σε κάθε περίπτωση από εδώ επιδιώκεται να προκύψει ο κορμός της νέας κυβερνητικής λύσης, και β) Την αντιμετώπιση-προσαρμογή της περίπτωσης του ΣΥΡΙΖΑ που έχει προκύψει ως το βασικό μόρφωμα έκφρασης, στο επίσημο πολιτικό σκηνικό, της λαϊκής αντίθεσης στην επίθεση. Εδώ από τη μεριά του συστήματος υπάρχει μια διπλή και ταυτόχρονη επιδίωξη. Από τη μια ασκείται ασφυκτική πίεση ακριβώς για να χτυπηθεί-αναιρεθεί-ματαιωθεί μέσω των υποχωρήσεων-προσαρμογών του ΣΥΡΙΖΑ, η μαζική λαϊκή καταδίκη της πολιτικής των Μνημονίων, συνολικά της επίθεσης. Από την άλλη, αυτή ακριβώς η πορεία προσαρμογών και αλλεπάλληλων δηλώσεων «ευθύνης» κάθε επιπέδου, είναι και η πορεία διαμόρφωσης μιας ακόμα πολιτικής δύναμης που θα μπορεί να αναλάβει ρόλους και (συγ)κυβερνητικούς για το σύστημα. Αυτή η διπλή στάση των δυνάμεων του συστήματος απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ συνιστά και την ιδιότυπη αλλά οξεία πόλωση που ήδη διαμορφώνεται στο πλαίσιο της εκλογικής μάχης η οποία αντιγράφει από τα παλιά στοιχεία και χαρακτηριστικά των πολώσεων μεταξύ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, όσον αφορά ψεύτικα, αποπροσανατολιστικά και αντιδραστικά ακόμα διλήμματα. Αλλά ταυτόχρονα η σημερινή πόλωση χρησιμοποιείται για να επιδιωχθεί η ακύρωση-ματαίωση της λαϊκής καταδίκης στην επίθεση, για να επανέλθουν οξύτεροι και ωμοί -και με τη μορφή ομοβροντίας πια- οι ιμπεριαλιστικοί εκβιασμοί ενόψει της 17ης Ιούνη.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ καθαυτόν και την υποτιθέμενη πρόταση της «αριστερής κυβέρνησης» (που η τελευταία εκδοχή της εκφωνείται ως «προοδευτική κυβέρνηση με την αριστερά στο επίκεντρο») είναι φανερό με βάση όλα της τα χαρακτηριστικά και δεδομένα ότι δεν αποτελεί καμιά πραγματική ελπίδα για τα βάσανα και τις ανάγκες της εργατικής τάξης και του λαού. Αν βρεθεί σε θέση «πρωταγωνιστή», όπως υποτίθεται ότι επιδιώκει, αυτή η πρόταση είτε θα οδηγηθεί σε μια άνευ όρων παράδοση είτε σε τυχοδιωκτισμούς. Και στις δύο περιπτώσεις αυτό που θα αποκαλυφθεί, αλλά όχι χωρίς συνέπειες για τον λαό και το κίνημα, θα είναι το «κενό αέρος» που υπάρχει ανάμεσα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ από τη μια και τον λαό, το επίπεδο οργάνωσης του και συγκρότησής του, από την άλλη. Ένα κενό που διαρκώς διευρύνουν οι φιλοΕΕ αυταπάτες της ηγεσίας αυτής και η γραμμή της που υπόσχεται στον λαό πως αυτή η ηγεσία θα προχωρήσει «ΧΩΡΙΣ ΑΥΤΟΥΣ» και όχι «ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ» για να ανατρέψει την επίθεση που «ΑΥΤΟΙ» (οι δυνάμεις του ιμπεριαλισμού και του ντόπιου συστήματος) προωθούν ενάντια στον λαό!
Στη βάση αυτών των δεδομένων και της δυναμικής που διαμορφώνουν η «περίπτωση ΣΥΡΙΖΑ» δεν μπορεί να αποτελέσει για το σύστημα μια λύση ενσωμάτωσης των λαϊκών-νεολαίιστικων μαζών και αντιστάσεων για δεκαετίες όπως συνέβη με το ΠΑΣΟΚ από τη δεκαετία του '70. Και γι' αυτό εξάλλου η περίπτωση ΠΑΣΟΚ κάθε άλλο παρά «εγκαταλείπεται» από το σύστημα. Παρά τα τεράστια πλήγματα που έχει δεχθεί και την εικόνα διάλυσης που παρουσιάζει, επιχειρείται να συντηρηθεί με κάθε τρόπο, τόσο γιατί μπορεί να χρησιμοποιηθεί άμεσα στο καυτό κυβερνητικό πρόβλημα της επόμενης μέρας όσο και για την αναζήτηση μονιμότερων διαμορφώσεων στη συνέχεια. Είτε στο πλαίσιο της λεγόμενης «κεντροαριστεράς» είτε και για την «υπέρβασή» της όπως έχει ήδη «διδάξει» ο ΓΑΠ και οι ατλαντικοί προστάτες του με την ένταξη των Μάνου, Αδριανόπουλου στο «νέο ΠΑΣΟΚ» που έφτιαχνε το 2004.

4. Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, τους κινδύνους και τις αυταπάτες που διαμορφώνονται, αυξάνονται οι πολιτικές, οργανωτικές, κινηματικές απαιτήσεις για τη δική μας δράση και παρέμβαση στον λαό, στη νεολαία, στην ταξική πάλη, στα μικρά και μεγάλα μέτωπα που βρίσκονται μπροστά μας. Επανέρχεται πιο πιεστικά η ανάγκη της προσπάθειας την οποία εκτιμήσαμε και διατυπώσαμε στην προηγούμενη απόφαση του Κ.Ο.: «Μια προσπάθεια που πρέπει να γίνει για να συνδεθεί η κατεύθυνση του Μετώπου Αντίστασης με την επαναστατική προοπτική, για να αναδειχθεί ότι ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΡΟΜΟΣ για την εργατική-λαϊκή πάλη που στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις. Η ανάγκη αυτή τροφοδοτείται διαρκώς από τα ζητήματα που συναντούν και αναδεικνύουν οι μαζικές αντιστάσεις που προβάλλει και θα προβάλλει ο λαός μας και, από την ανάποδη, από την αυξανόμενη πληθώρα των "μεταβατικών προγραμμάτων και σχεδίων" που διακηρύσσουν επίμονα την παραίτηση-άρνηση της επαναστατικής προοπτικής των δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά». Σε αυτή τη βάση, είναι αναγκαία η επιτάχυνση-ενίσχυση των διαδικασιών συγκρότησης και δράσης της Πρωτοβουλίας για μια Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία κατά περιοχή και πόλη. Οι οργανώσεις μας σε κάθε περίπτωση πρέπει να μπουν ενεργητικά στο ζήτημα με πλήρη εφαρμογή της λογικής της ενότητας και πάλης με την οποία αντιμετωπίζουμε πάντα την προώθηση της κοινής δράσης και του συντονισμού στο κίνημα. Εξάλλου στο μετεκλογικό τοπίο είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν και νέα δεδομένα από τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις και άλλων δυνάμεων που θα χρειαστεί η Πρωτοβουλία να πάρει υπόψη της στις προσπάθειές της για τη διαμόρφωση κινηματικών πρωτοβουλιών.

Β. Η συμμετοχή μας στις εκλογές – τα χαρακτηριστικά της παρέμβασής μας
1. Ο ίδιος ο χαρακτήρας των επικείμενων εκλογών που δεν έχουν στοιχεία διαμόρφωσης μιας διαχείρισης πάνω σε βασικά δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί, αλλά αντίθετα γίνονται με ανοιχτά τα ζητήματα και με το ερώτημα «ΠΟΥ ΠΑΜΕ;» ανοιχτό για τους πάνω και τους κάτω (εννοείται με διαφορετικό τρόπο για τον καθένα από αυτούς) αποτελεί την πολιτική βάση με την οποία κρίθηκε επιβεβλημένη η συμμετοχή μας σε αυτές. Στις δεδομένες συνθήκες και συσχετισμούς κρίναμε ότι η συμμετοχή μας στις εκλογές είναι η πιο πρόσφορη μορφή παρέμβασης ώστε μαχητικά και αποφασιστικά να υπερασπίσουμε και να παλέψουμε μέσα στον λαό βασικά στοιχεία των απαντήσεων που εμείς δίνουμε στα πραγματικά ερωτήματα που έχουν τεθεί:
(α) Η οξύτατη και επείγουσα ανάγκη ανακούφισης-βελτίωσης-αλλαγής των όρων ζωής της εργατικής τάξης, της νεολαίας και της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας δεν μπορεί να ικανοποιηθεί μέσα από τις προτάσεις «επαναδιαπραγμάτευσης» των όρων της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Η ανάγκη αυτή φέρνει αντικειμενικά στο προσκήνιο την ανάγκη της ρήξης-σύγκρουσης-αναμέτρησης της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας με τους ιμπεριαλιστές της ΕΕ, των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ. Η ανάγκη αυτή αντικειμενικά αναδεικνύει πως τα καθήκοντα στα οποία πρέπει να προσανατολιστεί η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία και το κίνημα αφορούν στο σπάσιμο των δεσμών εξάρτησης-υποτέλειας της χώρας από τους δυνάστες-φονιάδες του πλανήτη.
(β) Δεν υπάρχουν σημεία τομής στις ανάγκες-συμφέροντα- επιδιώξεις της αστικής τάξης της χώρας με τα αντίστοιχα του λαού όχι μόνο αναφορικά με την επαναστατική προοπτική του, αλλά ούτε και στη σημερινή περίοδο. Η αντίσταση του λαού δεν μπορεί να επενδυθεί ούτε στην «επαναδιαπραγμάτευση» ούτε στις λογικές αναζήτησης άλλων προστατών. Πρέπει να στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις και σε αυτή τη βάση να «δει ξανά» τους πραγματικούς συμμάχους του: τους άλλους λαούς του κόσμου και πριν από όλα της περιοχής.
(γ) Η συγκρότηση του λαού σε δύναμη πάλης που θα έχει κορμό της την εργατική τάξη είναι απαράγραπτη αναγκαιότητα. Η συγκρότηση αυτή μπορεί να γίνει μόνο μέσα στο πεδίο της ταξικής πάλης και σε αναφορά με τις ανάγκες που αυτή βάζει. Η συγκρότηση αυτή δεν μπορεί να γίνει χωρίς την παράλληλη και διαλεκτική ανασύνθεση της πολιτικής, της ιδεολογίας, της θεωρίας, των συμβόλων που θα εκφράζουν, εμπνέουν και θα αποτελούν τη συνειδητή ιστορική «καταγραφή» και σηματοδότηση της επαναστατικής κίνησης και πάλης των μαζών. Η έξαρση του αντικομμουνισμού και της αντιαριστερής υστερίας του συστήματος δεν αποτελούν λογαριασμό του με το χθες. Είναι τα φώτα πορείας του για το σκοτεινό αύριο που ήδη φέρνει, είναι η πολιτική- ιδεολογική μάχη που συνειδητά και συντονισμένα δίνουν όλες οι αντιδραστικές δυνάμεις για τους λογαριασμούς που σήμερα έχουν ανοίξει με την εργατική τάξη και τους λαούς.
2. Έχουμε επίγνωση των δυσκολιών της εκλογικής μάχης της 17ης Ιούνη, εξάλλου καταγράψαμε ήδη και σημαντικά συμπεράσματα από τον απολογισμό των εκλογών της 6ης Μάη τόσο όσον αφορά τις δικές μας αδυναμίες και τις αντιφάσεις της εκλογικής συνεργασίας αλλά και όσον αφορά στις δυνατότητές μας και τις δυνατότητες που δίνει στην εκλογική-πολιτική παρέμβαση η συνεργασία. Δεν θεωρούσαμε ποτέ και δεν θεωρούμε και τώρα την εκλογική μάχη «μητέρα των μαχών». Ταυτόχρονα όμως δεν μπορούμε να «προσπερνούμε» το γεγονός της εμπλοκής μας σε αυτή, να θεωρούμε ότι τη δίνουμε για την «τιμή των όπλων» με περίπου προδιαγεγραμμένο το «κακό» εκλογικό αποτέλεσμα. Μια τέτοια αντιμετώπιση δεν πάσχει μόνο από άποψη κλίματος που διαμορφώνει, αλλά κυρίως δεν είναι πολιτική αντιμετώπιση.
Η πολιτική αντιμετώπιση που το ΚΟ προκρίνει είναι: α) Η οργάνωση και όλο το δυναμικό γύρω από εμάς, και εννοείται με ενιαίο τρόπο στο πλαίσιο της εκλογικής συνεργασίας, να συζητήσει και να εμπνευστεί από το περιεχόμενο της μάχης που έχουμε να δώσουμε μέσα στον λαό. β) Να αξιολογήσουμε σωστά τον μακρύ πολιτικά χρόνο ως τις 17/6, να έχουμε αυξημένη πολιτική επαγρύπνηση και οξυμένα ανακλαστικά για τις αντιφάσεις και τα ζητήματα που θα προκύψουν από τις στάσεις των άλλων δυνάμεων μέχρι τις εκλογές. γ) Να εκλαϊκεύσουμε όσο καλύτερα μπορούμε στα συνθήματά μας, στις ομιλίες μας, στις συσκέψεις-εκδηλώσεις- συζητήσεις, το περιεχόμενο της παρέμβασής μας. δ) Να είναι κυρίαρχη στην προεκλογική μας δραστηριότητα η «διά ζώσης» παρέμβαση και μικρότερη η καμπάνια «σε απόσταση» από τον κόσμο. ε) Να δοθεί βάρος και προσοχή σε κάθε παρέμβασή μας σε εθνικά και τοπικά ΜΜΕ ώστε να έχει την αμεσότητα και τη διεισδυτικότητα που απαιτούν οι συνθήκες. στ) Να αναβαθμιστεί ο καθοδηγητικός ρόλος, ο ρόλος στήριξης της «Π.Σ.» σε μέλη και στελέχη στη διάρκεια της εκλογικής μάχης και μαζί με αυτόν να παλευτεί η διάδοσή της, η διεύρυνση του κόσμου που τη γνωρίζει και τη διαβάζει.
Ας λάβουμε λοιπόν σοβαρά υπόψη μας το σύνολο των πολλαπλών και αντιθετικών διεργασιών που γίνονται στον λαό συνολικά, στον κόσμο που αναφέρεται στην Αριστερά που σε όλες της τις εκδοχές διατρέχεται από σοβαρότατες αντιφάσεις και πιέσεις. Ας κατανοήσουμε ότι πρέπει και μπορεί να ελαττωθούν οι αποστάσεις ανάμεσα στο «σκέφτομαι» και στο «τρέχω». Γιατί χρειάζεται όλοι και να σκεφτόμαστε και να τρέχουμε! Για να σταθούμε έτσι όπως απαιτεί αυτή η πολιτική πρόκληση, να την αντιμετωπίσουμε μαχητικά και με αποτελέσματα –σε κάθε επίπεδο– που θα συμβάλουν στην πάλη της επόμενης μέρας.