Ο χώρος της εκπαίδευσης είχε πάντα τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όσον αφορά την επίθεση που δεχόταν από το σύστημα. Τα χαρακτηριστικά αυτά προκύπτουν αφενός από το ρόλο που έχει η εκπαίδευση στο καπιταλιστικό σύστημα και αφετέρου από τις δυνατότητες -ίσως και τις αδυναμίες- του κινήματος του κόσμου της εκπαίδευσης. Το πρώτο «αναθέτει» στο σύστημα την ευθύνη να διατηρήσει και να διευρύνει την επιρροή και τον έλεγχό του σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, παλεύοντας με νύχια και με δόντια να πιστώσει το λογαριασμό του με τη συνείδηση της νεολαίας. Ταυτόχρονα, αν λάβουμε υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εξαρτημένης ελληνικής αστικής τάξης, το σύστημα φορτώνεται και με την ευθύνη να ικανοποιήσει τις επιταγές των ξένων κέντρων. Το δεύτερο, το κινηματικό χαρακτηριστικό, αναγκάζει το σύστημα να οδηγηθεί σε μια σειρά από τρίπλες κάθε φορά που μορφοποιεί και συγκεκριμενοποιεί την επίθεση.
Η σημερινή εκπαίδευση, η ταξική εκπαίδευση που οδεύει σε ακόμη πιο ταξικά κανάλια, έχει περιγραφεί με τα πιο όμορφα λόγια κατά καιρούς. Από την «παιδεία ανοιχτών οριζόντων» του Αρσένη το 1997-1998 φτάσαμε στο «πρώτα ο μαθητής» και το «νέο σχολείο» της Διαμαντοπούλου. Προφανώς, όπως τότε δεν υπήρχε πρόθεση να «ανοίξουν οι ορίζοντες» για τη νεολαία, έτσι και τώρα, κάθε άλλο παρά προς το «νέο» σχολείο βαδίζουμε.
Την επίθεση που προετοιμάζεται στη δεύτερη βαθμίδα δεν μπορούμε να τη δούμε έξω από το συνολικό πλαίσιο που διαμορφώνεται. Μας είναι αδύνατο να διαχωρίσουμε το χώρο της εκπαίδευσης από την όλη κατεύθυνση της χώρας, για την ακρίβεια τον κατήφορο στον οποίο τη σέρνουν η ΕΕ και το ΔΝΤ. Αν ήμασταν από εκείνους που πιστεύουν ότι είναι «αναγκαίο κακό» το μνημόνιο και τα σκληρά μέτρα, ότι πρόκειται για προσωρινή κατάσταση που με λίγο κόπο και λίγη υπομονή θα μας βγάλει από το τέλμα -στο οποίο παρεμπιπτόντως μπήκαμε μόνοι μας- και ότι όλα θα επανέλθουν στα κανονικά πλαίσια, θα μπορούσαμε ενδεχομένως να πούμε και ότι, παρ’ όλα αυτά, την εκπαίδευση το σύστημα την έχει... κορόνα στο κεφάλι του και πασχίζει να την εκσυγχρονίσει.
Ευτυχώς, δεν είμαστε από αυτούς. Είμαστε από εκείνους οι οποίοι πιστεύουν ότι τα μέτρα του μνημονίου είναι βαθιά ταξικά, στοχεύουν στο τσάκισμα του λαού, της νεολαίας και των κατακτήσεών τους και επομένως η εκπαίδευση δεν μπορεί να λειτουργήσει στη σφαίρα μιας άλλης πραγματικότητας. Μόνο που σε αυτήν την περίπτωση, της επίθεσης στο δικαίωμα της νεολαίας να μορφώνεται στοιχειωδώς, να σπουδάζει και να έχει δικαίωμα να δουλέψει, δεν υπάρχουν «προσωρινά» και «αναγκαστικά» μέτρα. Ακολουθείται και πάλι η γνωστή γραμμή του χρυσού χαπιού. Και οι αποχρώσεις του χρυσού είναι πολλές...
Το σχολείο, λοιπόν, θα είναι «νέο». Θα αποτινάξει από τη λειτουργία του αναχρονισμούς όπως το να είναι προσβάσιμο στα παιδιά του λαού. Θα είναι «αποκεντρωμένο» με τη βοήθεια του «Καλλικράτη», ώστε να υπάρχει και γεωγραφική (βλ. ταξική) διαβάθμιση στο δικαίωμα στις σπουδές. Θα πάψει επιτέλους να είναι άμεσα συνδεδεμένο με την εισαγωγή στην τρίτη βαθμίδα, προκειμένου να αποσυμφορηθούν οι πύλες των ΑΕΙ και ΤΕΙ στις οποίες θα στοιβάζονται λιγότεροι υποψήφιοι. Σε αυτό το τελευταίο θα συμβάλει η συνολική αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών, αποκεντρωμένα και αυτά, ώστε να εξασφαλίζουν από νωρίς στη συνείδηση των μαθητών ότι δεν κάνουν όλοι για τα γράμματα. Το «νέο» σχολείο επίσης θα λειτουργεί περισσότερες ώρες, αλλά με μειωμένη ύλη (!) ώστε να εμπλουτιστεί το πρόγραμμα με δημιουργικές δραστηριότητες όπως είναι ο έλεγχος ακόμη και του ελεύθερου χρόνου των μαθητών.
Σημειωτέον ότι η «μειωμένη» ύλη θα περιέχεται σε περισσότερα από ένα βιβλία -με το αζημίωτο- και στις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες στις οποίες θα έχουν πρόσβαση οι μαθητές, προκειμένου να εξασφαλιστεί η «αντικειμενικότητα των πηγών», και να ενισχυθεί το... ταλέντο τους στην αλίευση δεδομένων. Βεβαίως, το «νέο» σχολείο είναι και... προοδευτικό και γι’ αυτό θα πρέπει να υπόκειται σε αξιολόγηση σε όλα τα επίπεδα ώστε να εξαλειφθούν τα οπισθοδρομικά φαινόμενα παγιωμένων δικαιωμάτων. Αλλά, επειδή παντού υπάρχουν αντιφάσεις, η ελληνική αστική τάξη μπορεί να κάνει όλα αυτά τα θαύματα στην εκπαίδευση, αλλά ομολογεί διά στόματος της υπουργού ότι διανύουμε την πιο δύσκολη σχολική χρονιά από τη μεταπολίτευση και γι’ αυτό πρέπει μεταξύ άλλων να στοιβάξουμε 30 μαθητές σε κάθε τάξη.
Προφανώς, κάθε ένα από τα παραπάνω σημεία θα μπορούσε να αποτελεί από μόνο του ένα ολόκληρο κείμενο. Προσπαθώντας να περιγράψουμε με αδρές γραμμές όσα έχει διακηρύξει ως τώρα το υπουργείο, θα μείνουμε σε αυτά. Εξάλλου, δεν έχει τόση σημασία η συγκεκριμένη μορφή, αλλά η πολιτική ουσία των κατευθύνσεων και τα γενικότερα χαρακτηριστικά που διαμορφώνονται στο σχολείο για τους μαθητές.
Τα χαρακτηριστικά, λοιπόν, του «νέου» σχολείου είναι... ίδια με του παλιού. Οσο κι αν προσπαθούν να προσδώσουν δήθεν προοδευτικά γνωρίσματα, το σχολείο θα παραμείνει βαθιά ταξικό και οι μηχανισμοί απόρριψης της νεολαίας μέσα σ’ αυτό θα ενισχυθούν. Οι υποτιθέμενες επιλογές που θα δίνονται στη νεολαία είναι στην πραγματικότητα κατεδάφιση των όποιων διεξόδων τους. Και οι ελευθερίες που ευαγγελίζονται δεν είναι παρά φυλακή για τα όνειρα των μαθητών. Η δε προσπάθεια ιδεολογικής χειραγώγησης φτάνει στο απόγειό της, με αρωγό τα νέα προγράμματα σπουδών, τα σχολικά συγγράμματα και τη νέα εποχή της κυριαρχίας του ΔΝΤ. Το σχολείο θα είναι ο χώρος στον οποίο θα διαμορφώνεται από νωρίς η συνείδηση της ανεπάρκειας των πολλών απέναντι στις υψηλές απαιτήσεις, της υποταγής απέναντι στις επιλογές του συστήματος, της αποδοχής των δικών του αδιεξόδων.
Είναι σίγουρο ότι σύντομα θα φουντώσουν οι συζητήσεις και οι κάθε τύπου προβληματισμοί και τοποθετήσεις των κομματιών της Αριστεράς σχετικά με το «νέο» σχολείο. Με έναν τρόπο, κάτι τέτοιο έχει ήδη ξεκινήσει, κυρίως στο χώρο των εκπαιδευτικών.
Οσον αφορά τους μαθητές, θα έρθουν σύντομα αντιμέτωποι με την αποπροσανατολιστική άποψη της ΚΝΕ, όπως αυτή έχει ήδη διατυπωθεί. Βασικό σημείο της ρεφορμιστικής άποψης δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από το ζήτημα της «αμάθειας» που προωθεί το νέο σχολείο και η πολύπλευρη μόρφωση που το κίνημα θα πρέπει να διεκδικήσει. Φωτιές έβγαζε ο «Ριζοσπάστης» όταν ανακοινώθηκε η μείωση της ύλης, διατυπώνοντας για μια ακόμη φορά τη γνωστή γραμμή ενάντια στην «αποσπασματική γνώση». Οι επιστήμονες του ΠΑΜΕ μάλιστα ανακάλυψαν τη... συνωμοσία σχετικά με τη μείωση της ύλης στα μαθήματα θετικών επιστημών «επειδή παρέχουν στον άνθρωπο το αναγκαίο επιστημονικό υπόβαθρο για την κατανόηση των νόμων κίνησης της φύσης, ώστε να πατήσει σε στέρεο έδαφος για να κατανοήσει τους νόμους κίνησης της κοινωνίας». Παραγνωρίζουν βέβαια ότι η μείωση της ύλης αφενός αποτέλεσε απλώς το καρότο δίπλα στο μαστίγιο και αφετέρου ότι ουσιαστικά μόνο μείωση δεν ήταν αφού, όπως διαπιστώνουν οι εκπαιδευτικοί, αφορά ύλη που ήταν ούτως η άλλως εκτός διδακτέας.
Ενα δεύτερο σημείο της ρεφορμιστικής γραμμής που θα κυριαρχήσει αφορά τη χρηματοδότηση και φυσικά σε σύνδεση με τα μέτρα του μνημονίου και τις κάθε είδους περικοπές. Εχουμε πολλές φορές διατυπώσει την άποψη ότι τα ζητήματα της εκπαίδευσης δεν είναι και δεν ήταν ποτέ ζητήματα λογιστικής, αλλά πολιτικά-ιδεολογικά. Και στην προκειμένη περίπτωση τα πράγματα είναι πεντακάθαρα, αφού από τη μια περικόπτονται μισθοί και επιδόματα των εκπαιδευτικών, από την άλλη μια χαρά θα χρηματοδοτείται, για παράδειγμα, ο μηχανισμός της αξιολόγησης και τα σχολεία που θα βαθμολογούνται θετικά.
Οι μαθητές βρίσκονται μπροστά στην εφαρμογή ενός πολύ παλιού... «νέου» σχολείου. Που θα τους ξεσκαρτάρει από νωρίς, που θα τους φράζει το δρόμο προς την τρίτη βαθμίδα, που θα τους μαθαίνει πρώτα και κύρια την υποταγή. Αυτό ακριβώς το σχολείο είναι που θα αντιπαλέψουν με τους αγώνες τους.