Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

1 Νοε 2008

Αγώνας για το δικαίωμα σε σπουδές-δουλειά-ζωή

Κάτω ο νόμος για τα ΚΕΣ-ΟΧΙ στην Οδηγία 36/05
Κάτω ο νόμος-πλαίσιο

Στις 23/10/08 το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) εξέδωσε καταδικαστική απόφαση προς την Ελλάδα για τη μη εφαρμογή της ευρωπαϊκής οδηγίας 36/05. Η αναμενόμενη αυτή απόφαση εντάσσεται στη κατεύθυνση που έχει επιβάλει το ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο για τον Κοινό Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΚΕΧΑΕ), έτσι όπως προσδιορίζεται από τις αποφάσεις των Μπολονια, Πράγας, Λισαβόνας και Βερολίνου. Το χρονικό όριο του 2010 (ολοκλήρωση του ΚΕΧΑΕ νομοθετικά για τις χώρες τις ΕΕ) προσπαθεί να προλάβει η ελληνική κυβέρνηση. Από το 2005 ως σήμερα έχει ψηφίσει, με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ και ενίοτε των κοινοβουλευτικών κομμάτων ΚΚΕ-ΣΥΝ (π.χ. ΔΟΑΤΑΠ), τους πιο αντιδραστικούς νόμους, με αποκορύφωμα το νόμο-πλαίσιο και το νόμο για τα ΚΕΣ.
Η καταδικαστική απόφαση του ΔΕΚ λύνει τα χέρια της κυβέρνησης που άμεσα θα προχωρήσει στη έκδοση Προεδρικού Διατάγματος το οποίο, όπως ανακοίνωσε ο Υπ. Παιδείας, «θα εναρμονίζει το ελληνικό σύστημα με το ευρωπαϊκό, διασφαλίζοντας όμως πάντα την ποιότητα στην εκπαίδευση».
Τα βασικά σημεία της απόφασης είναι:
α) Η απαίτηση για την άμεση και πλήρη εφαρμογή της οδηγίας 36/05 που αναγνωρίζει επαγγελματικά δικαιώματα και συνεπώς τους τίτλους σπουδών των αποφοίτων κολεγίων, τα οποία συνεργάζονται με πανεπιστήμια της Ε.Ε. Πλήρης εξομοίωση των τίτλων σπουδών των κολεγίων αυτών με τα πτυχία των κρατικών πανεπιστημίων και μάλιστα χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Χαρακτηριστικά, «οι σπουδές δεν πρέπει οπωσδήποτε να έχουν πραγματοποιηθεί σε πανεπιστήμιο ή σε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Αρκεί να πρόκειται για “ίδρυμα του αυτού εκπαιδευτικού επιπέδου”», «αρκεί η εκπαίδευση να έχει πραγματοποιηθεί κατά το μεγαλύτερό της μέρος στην Κοινότητα», «ένα δίπλωμα αναγνωρίζεται όχι λόγω της ουσιαστικής αξίας της εκπαίδευσης που πιστοποιεί, αλλά διότι καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα εντός του κράτους-μέλους στο οποίο αποκτήθηκε ή αναγνωρίσθηκε», «τυχόν διαφορές ως προς τη διάρκεια ή το περιεχόμενο μεταξύ της εκπαιδεύσεως σε άλλο κράτος-μέλος και της εκπαιδεύσεως στο κράτος-μέλος υποδοχής δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν άρνηση της αναγνωρίσεως των οικείων επαγγελματικών προσόντων.» β) Αμεση συνέπεια, η αναγνώριση των απόφοιτων κολεγίων που εργάζονται στο δημόσιο τομέα ως απόφοιτοι ανώτατης εκπαίδευσης. Αίρονται έτσι τα εμπόδια για την ανέλιξή τους σε ανώτερα κλιμάκια και αποκτούν ταυτόχρονα το επίδομα πτυχίου. Ανοίγει εμμέσως και ο δρόμος για τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ ως αποφοίτων Π.Ε. γ) Εκμηδενίζεται στο ελάχιστο η δυνατότητα του κράτους να ελέγχει «αν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση των ευρωπαϊκών πτυχίων». Αποκλειστικά αρμόδιες να ασκούν τέτοιο έλεγχο είναι, σύμφωνα με την απόφαση, «οι Αρχές που χορηγούν τα διπλώματα», δηλαδή τα μητρικά πανεπιστήμια της Ε.Ε. που συνεργάζονται με κολέγια στην Ελλάδα. «Αντιθέτως, το κράτος-μέλος υποδοχής δεν μπορεί να ελέγξει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκαν τα διπλώματα». Επίσης το κράτος υποδοχής δεν δύναται να ελέγξει κτιριακές και διοικητικές υποδομές, εκπαιδευτικό προσωπικό, προγράμματα σπουδών, ποιότητα και διάρκεια σπουδών. Ωστόσο αφήνει ένα μικρό παραθυράκι ευελιξίας προκειμένου να αμβλύνει κάποιες αντιθέσεις χωρών με διαφορετικά εκπαιδευτικά συστήματα, τονίζοντας ότι «σε περίπτωση κατά την οποία οι διαφορές αυτές (στη διάρκεια και το περιεχόμενο των σπουδών) είναι ουσιώδεις, μπορεί να δικαιολογηθεί, ως μέγιστη επιτρεπόμενη παρέκκλιση, η απαίτηση του κράτους-μέλους υποδοχής να επιβάλει στον αιτούντα κάποιο από τα αντισταθμιστικά μέτρα». δ) Τέλος, το ΔΕΚ κρίνει ότι δεν τίθεται ζήτημα παραβίασης του άρθρου 16 και αποφαίνεται ότι οι επιχειρήσεις που συνήψαν συμφωνίες δικαιόχρησης με ξένα ΑΕΙ δεν ανήκουν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε να προκύπτει ζήτημα εφαρμογής της συνταγματικής απαγόρευσης. Ενδεικτικά «τα διπλώματα που πιστοποιούν σπουδές που πραγματοποιήθηκαν βάσει συμφωνίας δικαιόχρησης δεν εντάσσονται, από απόψεως της Οδηγίας 89/48, στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα».
Μπορεί η απόφαση του ΔΕΚ να ακυρώνει τις διατάξεις του νόμου για τα ΚΕΣ που ψήφισε η κυβέρνηση μες στο κατακαλόκαιρο, ωστόσο δεν ακυρώνει το βασικό του κορμό. Οτι δηλαδή νομιμοποίησε και θεσμοθέτησε τη μεταλυκειακή ιδιωτική «σούπα» στον κρατικό κορμό της εκπαίδευσης. Ο νόμος για τα ΚΕΣ και η εφαρμογή της ευρωπαϊκής οδηγίας 36/05 μέσω προεδρικού διατάγματος αποτελούν κατάργηση του άρθρου 16 του συντάγματος, που έστω με αστικούς όρους κατοχυρώνει τη δημόσια και δωρεάν παιδεία. Το «παρθένο» έδαφος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτελεί ένα νέο πεδίο για μεγαλύτερη κερδοφορία του ξένου -κυρίως- κεφαλαίου. Το ιδεολόγημα του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατικών πανεπιστημίων και των κολεγίων θα χρησιμοποιηθεί για την εισαγωγή ιδιωτικονομικών κριτηρίων στα κρατικά (επιβολή διδάκτρων, πλήρης κατάργηση φοιτητικής μέριμνας κ.ά.). Παράλληλα δημιουργούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την προώθηση και εφαρμογή των κατευθύνσεων της Μπολόνια για εισαγωγή δυο κύκλων σπουδών, αναπόσπαστο κομμάτι άλλωστε του ΚΕΧΑΕ.
Το ζήτημα των ΚΕΣ πρέπει να ειδωθεί υπό το πρίσμα της γενικευμένης επίθεσης που εξαπολύει το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του απέναντι στους εργαζόμενους και τη νεολαία. Επίθεση που στοχεύει α) σε μια πιο ταξική εκπαίδευση και στο πανεπιστήμιο των λίγων και εκλεκτών, β) στην αποσύνδεση πτυχίου-επαγγέλματος, γ) στη καταστρατήγηση δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, δ) στη δημιουργία αποφοίτων που θα ενταχθούν στην παραγωγική διαδικασία ως ευέλικτοι-ημιαπασχολήσιμοι-άνεργοι, χωρίς συλλογικές συμβάσεις, χωρίς σταθερή και μόνιμη δουλειά, χωρίς δικαιώματα.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, λοιπόν, σε καμία περίπτωση ούτε η ΕΕ ούτε οι κυβερνήσεις στη χώρα μας πρόκειται να δώσουν επαγγελματικά δικαιώματα σε κανένα κομμάτι της σπουδάζουσας νεολαίας. Πόσω μάλλον σε περιόδους οικονομικής κρίσης όπου πλέον αμφισβητούνται και απειλούνται ακόμη και τα πιο στοιχειώδη, όπου ο λαός καλείται και πάλι να πληρώσει τα σπασμένα. Οι απόφοιτοι τόσο των ΚΕΣ όσο και των κρατικών πανεπιστημίων θα αντιμετωπίσουν την ίδια αντιλαϊκή πολιτική, το ίδιο φάσμα της ανεργίας, το ίδιο μαύρο μέλλον. Τα επαγγελματικά δικαιώματα και των δυο συμπιέζονται προς τα κάτω προκειμένου να κερδοφορήσει παραπέρα το κεφάλαιο. Η διέξοδος για τη νεολαία είναι ο αγώνας για το δικαίωμα στις σπουδές, τη δουλειά, τη ζωή. Κόντρα στην προσπάθεια του συστήματος να κατασκευάσει ψεύτικους εχθρούς.
Σ’ αυτό το πλαίσιο γίνεται κατανοητό ότι δεν χωράνε συντεχνιακές λογικές. Αυτές, από όπου και αν προέρχονται, υπονομεύουν την αντίσταση της νεολαίας και το κίνημά της, ενώ διευκολύνουν να περάσει η επίθεση. Τέτοιες λογικές μπαίνουν από τους καθηγητές που αναζητούν το νέο τους ρόλο στις νέες συνθήκες. Τέτοιες λογικές μπαίνουν από τις δυνάμεις του συστήματος ΔΑΠ-ΠΑΣΠ που επιχειρούν να αποπροσανατολίσουν το κίνημα, που είναι εχθρικές απέναντι στη νεολαία. Δυστυχώς όμως μπαίνουν και από δυνάμεις που αναφέρονται στο κίνημα και την Αριστερά, καμουφλαρισμένες με το περιτύλιγμα του επιστημονισμού, δημιουργώντας τουλάχιστον σύγχυση.
Στο ίδιο πλαίσιο δεν χωράνε και λογικές διαχειριστικές που ψάχνουν λύσεις στα όρια του καπιταλιστικού συστήματος, όπως το αίτημα για «κατάργηση των ΚΕΣ». Αίτημα που πηγάζει από τη ρεφορμιστική λογική των κομμάτων της επίσημης Αριστεράς και εκτείνεται μέχρι σε οργανώσεις και σχήματα που οριοθετούνται στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Αίτημα που προσπαθεί να δώσει ορθολογική απάντηση στους ταξικούς διαχωρισμούς που επιβάλλει το σύστημα και που αναπαράγουν την ταξική κυριαρχία του. Αίτημα που, όταν τίθεται από το ΚΚΕ και τον ΣΥΝ, στην καλύτερη περίπτωση εντάσσεται στο «πρόγραμμα εξουσίας» που θα υλοποιήσει η «λαϊκή εξουσία» ή η «αριστερή διακυβέρνηση» αντίστοιχα.
Ο ρόλος του φοιτητικού κινήματος και του κινήματος της νεολαίας δεν είναι να εκπονούν προγράμματα για μοντέλα εκπαίδευσης. Δεν είναι να καθορίσουν τα γνωστικά και τα επιστημονικά αντικείμενα. Δεν είναι να σχεδιάζουν μεταλυκειακούς ταξικούς διαχωρισμούς (βλέπε επαγγελματικές σχολές). Δεν είναι να αποτελούν συμβουλάτορα τον εκμεταλλευτών του λαού και της εργατικής τάξης. Αντίθετα, είναι να οργανώνουν τον πολιτικό τους αγώνα ενάντια σ’ αυτούς και πάντα στο πλευρό του λαού. Να αντιστέκονται, να διεκδικούν δικαιώματα που θα οξύνουν την κρίση του συστήματος. Αυτό το δύσκολο δρόμο της αντίστασης και του αγώνα, κόντρα στις κοινοβουλευτικές αυταπάτες και τις διαχειριστικές λύσεις, πρέπει να επιλέξει και πάλι η νεολαία για να ανατραπεί η εκπαιδευτική αντιμεταρρύθμιση. Στο πλευρό του λαού και των εργαζομένων, για να ηττηθεί η αντιλαϊκή πολιτική και να ανοίξει ο δρόμος για νέες κατακτήσεις.