Ο τίτλος αποτελεί τμήμα δήλωσης του Γενικού Γραμματέα του ΥΠΔΒΜΘ, Κουλαϊδή. Πριν ένα χρόνο, η υπουργός Παιδείας Διαμαντοπούλου δήλωνε ότι η περσινή σχολική χρονιά θα ήταν η δυσκολότερη μετά την μεταπολίτευση. Και μόνο από τις δηλώσεις των παραγόντων του υπουργείου, γίνεται φανερό ότι για το νηπιαγωγείο, το δημοτικό, το γυμνάσιο, το λύκειο και το ΕΠΑΛ το ρολόι γυρίζει χρόνια πίσω. Τα σχολεία θα θυμίζουν όλο και περισσότερο αυτά των παππούδων μας.
Μετά τη συγχώνευση-κλείσιμο 2.000 σχολείων την προηγούμενη χρονιά, χιλιάδες μαθητές όλων των βαθμίδων σε όλη τη χώρα θα μετακινούνται (;) από τον τόπο διαμονής τους μέχρι το σχολείο τους. Οι περσινές περιπτώσεις των απλήρωτων λεωφορειούχων και οι κινητοποιήσεις σε Σάμο, Χαλκιδική, Κιλκίς και αλλού που επέβαλαν τη συνέχιση της μεταφοράς μαθητών αποτελούν προμηνύματα για το τι θα συμβεί φέτος.
Το ζήτημα «κλείσιμο σχολείων» όμως δεν έκλεισε. Σύμφωνα με τις δηλώσεις της υφυπουργού Χριστοφιλοπούλου, το υπουργείο έχει «βάλει ένα νέο στοίχημα στον εαυτό του για νέες συγχωνεύσεις». Ήδη με εγκυκλίους από τον Ιούνη κλείνουν ολημέρα δημοτικά (με λιγότερα από 6 παιδιά) ενώ για τη λειτουργία των υπολοίπων προβλέπεται για πρώτη φορά δήλωση του εργοδότη και για τους δυο γονείς, την ώρα που η ανεργία καλπάζει και η μαύρη-αδήλωτη εργασία ανθεί. Αντίστοιχα στα ΕΠΑΛ/ΕΠΑΣ για τη λειτουργία τμημάτων τομέων και ειδικοτήτων τίθεται ελάχιστος αριθμός μαθητών. Έτσι, σημαντικός αριθμός σχολείων (ιδιαίτερα στην περιφέρεια, εσπερινά κ.λπ.) δεν θα πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις, στοιχείο που συνεπάγεται για τον μαθητή τη μετακίνηση σε άλλο ΕΠΑΛ/ΕΠΑΣ ή την αλλαγή ειδικότητας και για τον καθηγητή τεχνικής ειδικότητας την έλλειψη διδακτικού αντικειμένου. Το ίδιο και στα Μουσικά σχολεία και φυσικά θα ενταθούν φέτος οι συμπτύξεις τμημάτων, το στοίβαγμα 28-30 μαθητών στις σχολικές αίθουσες.
Η μείωση κατά 60% των λειτουργικών δαπανών, η συγκρότηση δύο σχολικών επιτροπών (Α/θμια-Β/θμια) σε κάθε Καλλικρατικό Δήμο κάνουν ασφυκτική τη λειτουργία των σχολείων. Οι ελλείψεις σε αναλώσιμα και τα προβλήματα με τη θέρμανση που εμφανίστηκαν πέρσι, φέτος αναμένεται να οξυνθούν. Η αναζήτηση χορηγών στις διάφορες διαφημιστικές εταιρίες που θα νοικιάζουν σχολικούς χώρους για προβολή προϊόντων δεν μπορεί να αποτελέσει «λύση» και χορηγοί θα καλούνται να γίνουν οι γονείς, βάζοντας βαθιά το χέρι στις (όλο και πιο άδειες) τσέπες τους.
Το χτύπημα του κουδουνιού θα βρει τους μαθητές χωρίς βιβλία (μόνο τα βασικά κατά την Διαμαντοπούλου) αλλά και χωρίς εκπαιδευτικούς. Θα γίνουν μόνο 600 διορισμοί, ενώ οι συνταξιοδοτήσεις ξεπερνούν τις 10.000. Οι ελλείψεις σχεδιάζονται να καλυφθούν με αναπληρωτές-ωρομίσθιους διαφόρων κατηγοριών (ΕΣΠΑ, μέσω συμπράξεων ΜΚΟ και δήμων κ.λπ.) αλλά και με τους μόνιμους να μετακινούνται σε διάφορα σχολεία για να συμπληρώσουν ωράριο (το οποίο επιδιώκεται να αυξηθεί) ή να αποσπώνται παντού στην επικράτεια, όπου εντέλει το υπουργείο. Η απόπειρα του περασμένου Γενάρη να αποσπασθούν εκατοντάδες εκπαιδευτικοί σε διάφορα μέρη της χώρας και η αναδίπλωση από τη μεριά του υπουργείου συνοδευόταν από την υπενθύμιση ότι αυτό συμβαίνει επειδή βρισκόμασταν στη μέση της σχολικής χρονιάς. Στην αρχή της όμως; Με άλλα λόγια, οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις αποθεώνονται και η σταθερότητα-οργανικότητα και μονιμότητα που ο κλάδος των εκπαιδευτικών διατηρούσε χρόνια επιχειρείται να αποτελέσουν εξαίρεση και όχι τον κανόνα.
Το υπουργείο επιδιώκει την επιβολή κλίματος πειθάρχησης και τρομοκρατίας στα σχολεία μέσα και από την ανάθεση υπερεξουσιών στους νέους διευθυντές των σχολείων, με τους εκπαιδευτικούς να περιορίζονται στο ρόλο του υποταγμένου κρατικού υπαλλήλου που θα αναγκάζεται να υλοποιεί τις αντιδραστικές-αντιεκπαιδευτικές κυβερνητικές κατευθύνσεις. Μαζί και η αξιολόγηση και η κατηγοριοποίηση των σχολείων, η επιβολή επιπλέον ειδικών εργασιών (πρότζεκτ από την Α’ λυκείου) που με πρόσχημα την «πολύμορφη» γνώση ευνοούν τις ανισότητες και την εντατικοποίηση, οι αλλαγές στα προγράμματα σπουδών που προωθούν μεγαλύτερο εκπαιδευτικό κατακερματισμό και την αμάθεια, η λειτουργία του Τεχνολογικού Λυκείου που απαιτεί το βίαιο σπρώξιμο των μαθητών στην τεχνική εκπαίδευση.
Η φτώχεια επελαύνει, η ακρίβεια από τα κυλικεία μέχρι τα σχολικά είδη και τα φροντιστήρια κάνει ελλειμματικούς τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και οι εκπαιδευτικοί διαπιστώνουν τη νέα μείωση των εισοδημάτων τους μετά τις καλοκαιρινές περικοπές και φορολογικές αφαιμάξεις και βρίσκονται μπροστά σε νέες δραματικές μειώσεις μέσω του «ενιαίου μισθολογίου» ώστε να επιβληθεί η εξατομικευμένη φτώχεια και επιτέλους να συγκλίνουν οι μισθοί με αυτούς στον ιδιωτικό τομέα.
Όλα τα παραπάνω και άλλα που δεν αναφέρθηκαν συγκροτούν το σχολείο που απαιτεί η Ελλάδα των Μνημονίων και του Μεσοπρόθεσμου, της εξάρτησης και της κρίσης, της παραγωγικής και οικονομικής ερήμωσης. Ο κοινωνικός, εργασιακός και πολιτικός μεσαίωνας θέλει και τον αντίστοιχο μορφωτικό του.
Με άλλα λόγια, «πόση», για ποιους και τι είδους εκπαίδευση αντιστοιχεί στη νεολαία που την ετοιμάζουν είτε για μη δουλειά-ανεργία, είτε για δουλεία. Η απάντηση από τη μεριά του υπουργείου της τρόικας, του ΟΟΣΑ κ.λπ. είναι το «νέο σχολείο». Ενα σχολείο προσαρμοσμένο στις ανάγκες του κεφαλαίου για φτηνό και ευέλικτο εργατικό δυναμικό. Ενα σχολείο γεμάτο εμπόδια και φραγμούς για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών. Ενα σχολείο στο οποίο το κράτος αποσύρει τη χρηματοδότησή του και επιβάλλει στους γονείς να πληρώνουν. Ενα σχολείο πιο ταξικό με μια εκπαιδευτική διαδικασία που θα οδηγεί στην αποθάρρυνση και την εγκατάλειψη όλο και περισσότερα παιδιά. Σε ένα σχολείο που νηπιαγωγοί, δάσκαλοι και καθηγητές θα κάνουν μια «άλλη» δουλειά από αυτή που ήξεραν.
Πρέπει να γίνει καθαρό ότι ο αγώνας ενάντια στο «νέο σχολείο» είναι αγώνας συνολικά ενάντια στον κοινωνικό και εργασιακό μεσαίωνα της ανεργίας, της φτώχειας, της ανασφάλειας και της καταστολής. Απαιτείται η αποκάλυψη του πραγματικού χαρακτήρα των σχεδίων τους για την εκπαίδευση και η συλλογική, συνολική απάντηση νεολαίας και εργαζομένων. Και η απάντηση αυτή πρέπει να είναι άμεση.
Οι μαθητές δεν πρέπει να περιμένουν τη διεξαγωγή εκλογών για μαθητικά συμβούλια που αποφασίζει το υπουργείο, αλλά με το ξεκίνημα των μαθημάτων να οργανώσουν τις διεκδικήσεις τους για κάθε ζήτημα που προκύπτει (βιβλία, πληρωμή ξενόγλωσσων, συμπτύξεις τμημάτων, μετακινήσεις κ.λπ.).
Το ζωντάνεμα των συλλόγων γονέων και η συμμετοχή και συνεισφορά κάθε γονιού αποτελεί απαραίτητο όρο για την οργανωμένη πάλη των εργαζομένων. Οι περσινές κινητοποιήσεις ενάντια στις συγχωνεύσεις έδειξαν τις δυνατότητες που υπάρχουν να γίνουν οι σύλλογοι αυτοί εργαλεία αγώνα.
Τέλος, οι εκπαιδευτικοί έχουν σημαντικό μερίδιο ευθύνης στην υπόθεση αυτή, καθώς διαθέτουν δυνατότητες μαζικότητας και συγκρότησης που δεν συναντάμε συγκριτικά σε άλλους εργαζόμενους. Απαιτείται ξεπέρασμα-απομόνωση των ηγεσιών ΔΟΕ-ΟΛΜΕ, κοινές πρωτοβουλίες συζήτησης-ργάνωσης-αντίστασης από τα κάτω, εμπλοκή και συσπείρωση όλο και μεγαλύτερου κομματιού εκπαιδευτικών -που αγωνιά και ασφυκτιά- στην οικοδόμηση των πολιτικών, σωματειακών, κινηματικών προϋποθέσεων για την ανασύσταση του συνδικαλιστικού κινήματος του κλάδου. Πρέπει από την πρώτη μέρα να ξεκινήσουν συζητήσεις σε κάθε σχολείο, μέχρι 8/9 (πριν αρχίσουν τα μαθήματα) να γίνουν γενικές συνελεύσεις με αποφάσεις αγώνα. Απαραίτητος ο συντονισμός δασκάλων-καθηγητών αλλά και σωματείων ΕΛΜΕ/ Διδασκαλικών συλλόγων χωρίς την κηδεμονία των ΟΛΜΕ/ΔΟΕ στην κατεύθυνση συγκρότησης πανεκπαιδευτικού-παλλαϊκού μετώπου υπεράσπισης των μορφωτικών και εργασιακών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Η συναινετική ψήφιση του νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει ανοίξει την όρεξη στο υπουργείο για γρήγορες αντίστοιχες παρεμβάσεις και στις άλλες βαθμίδες. Αλλά «όταν αυτοί τα βρίσκουν στη βουλή η μόνη αντιπολίτευση…» είμαστε όλοι ΕΜΕΙΣ!
Γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί μπορούν και πρέπει να ανατρέψουν αυτά τα σχέδια!