Ανάγκη και δυνατότητα ο γενικευμένος λαϊκός ξεσηκωμός
Η εικόνα της Βουλής τη βραδιά ψήφισης –ενός ακόμα!- του πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών, με πολλές δεκάδες βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ να «λιποτακτούν» με τον ένα ή τον άλλον τρόπο από το «εθνικό τους έργο», είναι μια χαρακτηριστική αποτύπωση της κατάστασης αναταραχής στην οποία βρίσκεται το πολιτικό σύστημα. Και αν από τη μια είναι φανερό ότι η απαιτούμενη από την τρόικα ψήφιση του νέου Μνημονίου, που σημαίνει την πολυετή δέσμευση της επόμενης κυβέρνησης (ή των επόμενων κυβερνήσεων) σε μια ιδιαίτερα άγρια πολιτική, φέρνει άμεσα το πολιτικό σύστημα συνολικά σε ένα σημείο καμπής, από την άλλη είναι επίσης ορατό το γενικότερο ζήτημα: Η πολιτική αναταραχή δεν είναι προσωρινή, το σύστημα έχει μπει σε μια κρίση διαρκείας! Αυτό το συμπέρασμα αναδεικνύουν τα δεδομένα και τα σημερινά προβλήματα των κομμάτων του συστήματος και ιδιαίτερα των δύο βασικών πυλώνων του, του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Αλλά επίσης αυτό καταδεικνύουν οι αντιφατικές και σχεδόν βίαιες διεργασίες που εξελίσσονται με την εμπλοκή του πολιτικού, δικαστικού και ευρύτερου προσωπικού της αστικής τάξης.
Η «εθνική γραμμή» και τα προβλήματά της
Στο επίκεντρο της αναταραχής βρίσκεται το ΠΑΣΟΚ, που μοιάζει με τον «αδύνατο κρίκο» του όλου ζητήματος. Χρεώνεται τη βαρβαρότητα που προώθησε τα δύο τελευταία χρόνια, εξ αιτίας της οποίας αποσύρθηκε από την κυβέρνηση τον περασμένο Νοέμβρη. Ωστόσο καλείται να ανασυνταχθεί για να παίξει αποφασιστικό ρόλο στην ακόμα πιο σκληρή συνέχιση της ίδιας κατεύθυνσης! Η αντίφαση αυτή γίνεται οξύτατη αν κανείς συνυπολογίσει πως αυτό ακριβώς το κόμμα ήταν η κύρια αναφορά των μεσαίων στρωμάτων και μιας σειράς δυνάμεων κρατικών και δημόσιων οργανισμών που συνθλίβονται από τη σημερινή πολιτική. Επιπλέον ο ίδιος ο αρχηγός του υπήρξε «επένδυση» και «βαριά επιλογή» του ιμπεριαλισμού και του συστήματος και γι’ αυτό κοστίζει και προβληματίζει ιδιαίτερα το ενδεχόμενο μιας οριστικής (;) απόσυρσής του. Ολα αυτά εκφράζονται στην εικόνα αποσάθρωσης και αλληλοσυγκρουόμενων τακτικών και επιλογών που εμφανίζει η ομάδα των ηγετικών στελεχών του, στη δυσκολία να αποφασιστεί το αν θα υπάρξει και πώς το μετά ΓΑΠ ΠΑΣΟΚ. Ο ίδιος ο Παπανδρέου και η περί αυτόν ομάδα στελεχών δεν έχουν αποφασίσει να παραδώσουν την εξουσία τους και συνεχίζουν να διεκδικούν ρόλο και συνέχεια. Ενα τέτοιο ενδεχόμενο βάλλεται ανοιχτά και άνωθεν, όπως δείχνει και η υπόθεση των οικονομικών εισαγγελέων που άνοιξε το ζήτημα του «ελλείμματος του 2009». Ομως μια τέτοια αντιπαράθεση, αν «ξεφύγει» και κλιμακωθεί, μπορεί όντως να οδηγήσει σε πολιτικό «μακελειό», όπως δήλωσε ο Λοβέρδος, γιατί θα φέρει στην επιφάνεια όχι μόνο πολλά «άπλυτα» της αστικής τάξης, αλλά και σε άμεση αντιπαράθεση εντός της χώρας αλληλοσυγκρουόμενες ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις. Γι’ αυτό επιδιώκεται μέσω της «εθνικής γραμμής» στήριξης της κυβέρνησης Παπαδήμου να περάσει το ΠΑΣΟΚ και συνολικά το πολιτικό σύστημα χωρίς μεγάλες οξύτητες στην επόμενη μέρα. Η Διαμαντοπούλου, εκφράζοντας αυτή τη γραμμή, σπεύδει στην «Ελλάδα τώρα» για να δημιουργήσει προϋποθέσεις και πρόπλασμα της νέας υπεραντιδραστικής «κεντροαριστεράς» που… χρειάζεται ο τόπος. Ενώ ο Βενιζέλος -που αποτελεί πια τον κεντρικό παράγοντα εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ στην υλοποίηση των ιμπεριαλιστικών απαιτήσεων- διεκδικεί τη διαδοχή ακριβώς στη βάση αυτής της σχέσης του.
Δεν είναι βέβαιο ωστόσο ότι αυτή η «εθνική γραμμή» θα τηρηθεί ως το τέλος και από όλους, όπως έδειξε και η ψηφοφορία στη Βουλή που αναφέραμε προηγούμενα. «Ενστάσεις» απέναντί της δεν έχουν μόνο τα περί τον ΓΑΠ στελέχη του ΠΑΣΟΚ ή και άλλες ομάδες αυτού του κόμματος. Στο κόμμα της ΝΔ εκφράζονται ήδη ανάλογες αντιρρήσεις, που στην περίπτωση του Καμένου διατυπώνονται και ως εναντίωση στην «προδοσία», και αναζητείται η δημιουργία νέου –εθνικιστικού- φορέα σε συνεργασία με ανάλογα σχήματα που έχουν ήδη εκδηλωθεί («Νέα Ελλάδα» κ.λπ.). Ομως τα προβλήματα του πρώτου στα γκάλοπ κόμματος δεν περιορίζονται σε κάποιες πτέρυγές του. Αφορούν και τον κεντρικό του κορμό, που καλείται εδώ και τώρα, δηλαδή πριν από τις εκλογές, να αναλάβει πολύ μεγάλο βάρος στην υλοποίηση των απαιτήσεων της τρόικας. Οι πολλαπλές υπογραφές που απαιτούνται από τον Α. Σαμαρά δεν είναι παρά η απαίτηση της απόλυτης ευθυγράμμισης του κόμματός του σε όλη την επόμενη φάση σε «ό,τι ζητηθεί» και μάλιστα με «αδιευκρίνιστο» το πώς θα εξελιχθεί το ισοζύγιο των γεωπολιτικών ισορροπιών και αντιθέσεων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ στη χώρα και στην περιοχή.
Σε αυτή τη βάση, η ισχυρότερη διαφωνία που έχει εκδηλωθεί ως τώρα απέναντι στην «εθνική γραμμή» και κυρίως απέναντι στους Αμερικάνους από το κόμμα της ΝΔ είναι η επίσκεψη του ίδιου του Α. Σαμαρά στη Μόσχα! Επίσκεψη που ανατροφοδοτεί την αντιπαράθεση που εκδηλώθηκε με τη σύλληψη του «αγίου» (Εφραίμ), επίσκεψη που δεν «συνάδει» με τους στόχους που αναδεικνύει η κίνηση των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή (Ιράν, Συρία) και που δείχνει ότι μάλλον ανοίγει πάλι η αντιπαράθεση που οι ΗΠΑ είχαν «κλείσει» με την πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή - και στην οποία πτώση αναφέρθηκε σε δηλώσεις του ο ίδιος ο Σαμαράς στη Μόσχα!
Πορεία αναδιαμόρφωσης
Είναι λοιπόν βέβαιο ότι έχουν πολλά να δουν τα μάτια μας από πόζες και καμώματα, τακτικισμούς και εναλλαγές ρόλων, δηλώσεις τύπου Χρυσοχοϊδη και άλλα ανάλογα, από ένα πολιτικό προσωπικό ανερμάτιστο και ξενόδουλο, που στις σημερινές συνθήκες απογυμνώνεται από κάθε επίφαση «σοβαρότητας» και «σωφροσύνης» και αποκαλύπτει τα πραγματικά χαρακτηριστικά του. Φυσικά δεν είναι αυτά και αυτοί που θα καθορίσουν τις εξελίξεις, τις διαμορφώσεις του πολιτικού συστήματος, τους όρους και τις μορφές διακυβέρνησης της χώρας το επόμενο διάστημα. Ακόμα και οι αστικές δυνάμεις που εμφανίζονται να έχουν κάποιον τακτικό σχεδιασμό τον έχουν σε αναφορά με το πλαίσιο λειτουργίας που τους παρέχει αυτή ή εκείνη η ιμπεριαλιστική δύναμη (από την Ευρώπη ή οι ΗΠΑ) στην οποία αναφέρονται. Και κυρίως θα «υλοποιήσουν» αυτό το σχεδιασμό μόνο εφόσον αυτός θα εντάσσεται στο πλαίσιο που ορίζει η ιμπεριαλιστική επικυριαρχία και οι ανταγωνισμοί στη χώρα και στην περιοχή.
Στη σημερινή φάση αυτός ο επικαθορισμός και ετεροκαθορισμός του αστικού πολιτικού προσωπικού από τις ΗΠΑ και τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές είναι ισχυρότερος από κάθε άλλη περίοδο από το ’74 και μετά. Ενόψει της ψήφισης του νέου Μνημονίου θα απαιτηθεί με κάθε τρόπο πλήρης στοίχιση στην «εθνική γραμμή» του… ιμπεριαλισμού. Ταυτόχρονα αυτή η δοκιμασία του πολιτικού συστήματος αποτελεί και πρόκριμα για την αναδιαμόρφωση και ανασυγκρότηση των πολιτικών πυλώνων του συστήματος με τις προδιαγραφές που απαιτούν και θα απαιτούν οι συνθήκες βαρβαρότητας που επιβάλλονται. Ο νέος κύκλος κρίσης στο ΠΑΣΟΚ αλλά και τα αντίστοιχα σημάδια στη ΝΔ δείχνουν πως δεν θα πρόκειται για μια εύκολη πορεία. Ολα αυτά μπορεί να αντιμετωπίζονται και να καταστέλλονται με εκβιασμούς σαν αυτόν με τα κυκλώματα της Θεσσαλονίκης (που εξέθεσε και τα τρία κόμματα της κυβέρνησης) ή ακόμα πιο άγριους, με αναμορφώσεις της κυβέρνησης Παπαδήμου και ό,τι άλλο απαιτήσει η ιμπεριαλιστική τάξη. Δηλαδή μπορεί να χρειαστεί να διανυθεί μια διαδρομή για να προκύψει το πολιτικό καταστάλαγμα (ή κατακάθι) που απαιτείται για τη διακυβέρνηση και την «αντιπολίτευση» του προτεκτοράτου που διαμορφώνει η ιμπεριαλιστική επέλαση. Από αυτή την άποψη, μπορεί και να τραβήξει η… καθυστέρηση των εκλογών που τα αποτελέσματά τους δεν μπορούν βέβαια να βασιστούν ούτε στο ΛΑΟΣ ούτε στα γκαλοπικά φουσκώματα εφεδρειών τύπου ΔΗΜΑΡ. Ολα αυτά και ανεξάρτητα από τις ειδικότερες εκφράσεις που θα έχουν συνιστούν αυτό που αναφέραμε ως «κρίση διαρκείας» για το πολιτικό σύστημα, ακόμα και χωρίς να συμβούν δραματικά -αλλά όχι απίθανα- γεγονότα στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό στη χώρα και στην ευρύτερη περιοχή…
Η πάλη του λαού
Οι διαθέσεις και η στάση του λαού τα τελευταία δύο χρόνια αποτέλεσαν και είναι ένα διαρκώς ογκούμενο πρόβλημα για το σύστημα της υποτέλειας και τον ιμπεριαλισμό. Η μέχρι τώρα πάλη του υπήρξε παράγοντας που ανέδειξε τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις του συστήματος που μπλόκαρε επιδιώξεις και πολιτικές λύσεις που δρομολογούνταν. Ας θυμηθεί ο καθένας την πορεία αυτής της πάλης από την 5η Μάη του 2010 ως τον ξεσηκωμό του Ιούνη-Ιούλη του 2011 και του περασμένου Οκτώβρη, που αποτέλεσε και βασικό παράγοντα για να αποσυρθεί η κυβέρνηση Παπανδρέου. Ας προσμετρήσει τις εκατοντάδες επιμέρους εστίες αντίστασης που αναδείχτηκαν σε εργασιακούς χώρους, σε γειτονιές και περιοχές, σε χώρους της νεολαίας, όπως τον περασμένο Αύγουστο στα πανεπιστήμια.
Ταυτόχρονα, δίπλα σε όλα αυτά –ή, πιο σωστά, απέναντί τους- πρέπει να βάλει κανείς μια σειρά άλλα δεδομένα. Μια «Αριστερά» που αντί να διδάσκεται και να εμπνέεται από το λαό και την επαναστατική προοπτική του υπόκειται στους ιδεολογικούς και πολιτικούς εκβιασμούς του συστήματος, διδάσκεται από τους δικούς του λογαριασμούς και εμπνέεται από την «προοπτική» της αυτορρύθμισής του ή/και της μεταρρύθμισής του. Μια «Αριστερά» που, αντί να απεχθάνεται το σύστημα και να παλεύει η στήριξή της να είναι ο λαός και η πάλη του, απεχθάνεται/φοβάται το λαό και την πάλη του και στηρίζει την ύπαρξή της στις κρατικές χρηματοδοτήσεις, στα ευρωπαϊκά προγράμματα, στα διαβούλια της ταξικής συνεργασίας, στα πάρε-δώσε με τους οικονομικούς και άλλους παράγοντες. Μια «Αριστερά» που αντί να πιστεύει πως το σπουδαίο και το καινούριο στην κοινωνική και πολιτική ζωή το γεννά η μαζική ενωτική λαϊκή πάλη και να παλεύει γι’ αυτήν, διδάσκει πως «οι αγώνες δεν φέρνουν αποτελέσματα» και σαγηνεύεται από τον ακτιβισμό, τα χάπενιγκ, την περιχαράκωση, τη διάσπαση του λαού, τον εκλογικό κρετινισμό. Και όταν ο κύκλος των αδιεξόδων της την πνίγει, είναι πάντα έτοιμη να υψώσει το δάκτυλο ενάντια στο λαό που «δεν καταλαβαίνει» (τη ζωή του), που «δεν ανταποκρίνεται» (στη δική της ανάγκη και όχι σε αυτήν που εκείνος ζει), που «δεν αγωνίζεται» (στους αγώνες από τους οποίους η ίδια έλειπε)
Αυτή η «Αριστερά» υπήρξε ταυτόχρονα οργανικό κομμάτι του «συνδικαλισμού που γνωρίσαμε», δηλαδή του συνδικαλισμού της ταξικής συνεργασίας και της υποταγής στο κεφάλαιο, του συνδικαλισμού που κατάργησε την ταξική και ανεξάρτητη από το κράτος συγκρότηση των εργατών και των εργαζομένων και που τελικά έδιωξε τους εργάτες και τους εργαζόμενους από τα σωματεία τους. Και απέμειναν οι «κορυφές», δηλαδή οι επίσημοι συνομιλητές του συστήματος, που ως χθες είχαν αυτή τη συνομιλία ως προϋπόθεση για την υπουργοποίησή τους. Ενώ τώρα, όπως κάνει αυτές τις μέρες η ηγεσία της ΓΣΕΕ, διαπραγματεύονται με ό,τι έχει απομείνει από τη ζωή των εργαζομένων, τη δικιά τους διάσωση.
Νέος κύκλος ξεσηκωμών και αγώνων!
Ολα αυτά τα ζητήματα τα ζει και τα αντιμετωπίζει σήμερα ο κάθε αγωνιστής και καθώς διευρύνεται η κλίμακα της πάλης δεν αφορούν πια μόνο τον «κόσμο της Αριστεράς» αλλά πολύ ευρύτερα κομμάτια του λαού που με διάφορες αφορμές και ευκαιρίες μπαίνουν σε αγώνες και κινητοποιήσεις. Ολα αυτά τροφοδοτούν ζυμώσεις, πιέσεις, ερωτήματα, απαιτήσεις που, εξ αιτίας της πολύχρονης αποσυγκρότησης και ήττας, μπορεί να τίθενται με στρεβλό, ακόμα και προβληματικό τρόπο. Θα χρειαστεί λοιπόν υπομονή και επιμονή για να διαμορφωθεί «κώδικας» και βάση σε μια συζήτηση-διεργασία που μόνο ελπιδοφόρα μπορεί να είναι!
Ταυτόχρονα αυτή η «απόσταση» ανάμεσα από τη μια στις διαθέσεις και τις δυνατότητες που ήδη ανέδειξε ο λαός μας και από την άλλη στους πολιτικούς και κινηματικούς όρους που «λείπουν» δίνει ένα μέτρο για το πόσο καθοριστική μπορεί να είναι η δύναμη της λαϊκής πάλης στο βαθμό που διαμορφώνει αυτούς τους όρους, στο βαθμό που συγκροτείται με πολιτικό, ταξικό, αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό. Το βέβαιο είναι πως η τάση του ξεσηκωμού και του αγώνα είναι ισχυρή και διάχυτη, όπως εξάλλου δείχνουν και τα σημάδια από την ευρύτερη «γειτονιά» μας, από την Ταχρίρ ως τη Ρουμανία και την Ουγγαρία. Οι λαοί παρακινούν ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί υποκινούνται από την ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα και την καπιταλιστική θηριωδία.
Αυτή η τάση ανατροφοδοτείται ξανά και στη χώρα μας. Η ανάδειξη των αντιφάσεων και των προβλημάτων της κυβέρνησης Παπαδήμου την «υποστηρίζει» και μπορεί και πρέπει η τάση αυτή να πυροδοτηθεί καθώς πλησιάζουμε στο σημείο καμπής του νέου Μνημονίου. Η υπηρέτηση αυτού του γενικευμένου ξεσηκωμού είναι το κεντρικό καθήκον κάθε δύναμης που θέλει σήμερα να αναφέρεται στο λαό και την υπόθεσή του. Η πρόταση του ΚΚΕ(μ-λ) για συντονισμό και κοινή δράση είναι επιτακτικά αναγκαία για να απελευθερωθεί ξανά και μαζικά η λαϊκή οργή στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στις πόλεις και στα χωριά, στους δρόμους της χώρας! Η κατεύθυνση του Μετώπου Αντίστασης που η πρόταση αυτή καταθέτει και παλεύει είναι ο αναγκαίος πολιτικός προσανατολισμός που μπορεί να αλληλεπιδρά με τις πλατιές διεργασίες που αναφέραμε, να διαμορφώνει όρους και προοπτική για τη λαϊκή πάλη.