Το τρίπτυχο «Αγώνας, Αλληλεγγύη, Αξιοπρέπεια» θα είναι το σύνθημα της μεγάλης συναυλίας που προσπαθούν να συνδιοργανώσουν μέσα στο Γενάρη οι εργασιακές επιτροπές των Alter, «Ελευθεροτυπία», ΕΡΤ, ΔΟΛ και «Κόσμος του Επενδυτή», θέλοντας να στείλουν το μήνυμα του συντονισμού του αγώνα των εργαζόμενων στον υπό κατάρρευση χώρο των ΜΜΕ. Είναι ένα πρώτο βήμα στον κλάδο που από τους πρώτους δέχτηκε τη λυσσαλέα αντεργατική επίθεση κυβέρνησης, τρόικας και εργοδοτών από την έναρξη των μνημονίων και ταυτόχρονα μια πρώτη ένδειξη ότι κάτι αλλάζει στις συνειδήσεις των εργαζομένων στη «βαριά βιομηχανία» της μετάδοσης της πληροφορίας.
Οι επί δύο μήνες ευρισκόμενοι σε επίσχεση εργασίας (απλήρωτοι επί 10 μήνες) εργαζόμενοι στο κανάλι των Κουρή-Γιαννίκου, οι για τρίτη συνεχόμενη εβδομάδα απεργοί της «Ελευθεροτυπίας» (απλήρωτοι 6 μήνες), οι συνάδελφοι της ΠΟΣΠΕΡΤ με τον αγώνα διαρκείας ενάντια στις απολύσεις των συμβασιούχων, οι επί 2 μήνες απλήρωτοι εργαζόμενοι στο συγκρότημα του Γιαννίκου, που απεργούν εκβιαζόμενοι με αναστολή της έκδοσης της εφημερίδας και των περιοδικών, αλλά και οι συνάδελφοι στον ΔΟΛ που υπέκυψαν στον εκβιασμό του Ψυχάρη και δέχτηκαν στην τελευταία συνέλευσή τους να συζητήσουν μείωση 20% των αποδοχών τους έναντι μηδενικών απολύσεων (καλό το ανέκδοτο!) δείχνουν να συνειδητοποιούν άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο, άλλοι γρηγορότερα κι άλλοι βραδέως ότι η προοπτική που τους επιφυλάσσουν τα αφεντικά είναι ίδια με αυτήν που επιφυλάσσει ο Μάνεσης στους εργάτες της Χαλυβουργίας, ίδια με αυτήν που επιφύλαξαν οι επιχειρηματίες εμπορικών αλυσίδων, κατασκευαστικών εταιριών, επιχειρήσεων πληροφορικής, τηλεπικοινωνιών, ένδυσης και πάει λέγοντας στους εργαζόμενούς τους: είτε μεταποιείς πληροφορίες, είτε φτιάχνεις παπούτσια, είτε πουλάς κονσέρβες, είτε διακινείς software, είτε δένεις το ατσάλι, είσαι αναλώσιμος μπροστά στα κέρδη του κεφαλαίου και στον ανταγωνισμό των κεφαλαιοκρατών. Είσαι αφοπλισμένος αν ψάχνεις να αναθέσεις τη διεκδίκηση του δίκιου σου στους κρατικούς διαμεσολαβητές ή στους «ανεξάρτητους» πυλώνες τους: η εργατική νομοθεσία έχει κι αυτή πια ισχυρά αφεντικά.
Τι μένει στον εργάτη, στον εργαζόμενο; Τα μόνα όπλα που ορίζει ο ίδιος, πανάρχαια αλλά αποτελεσματικά: ο οργανωμένος αγώνας από τα κάτω, η απεργία, η συστράτευση, η αλληλεγγύη, η στήριξη στον διπλανό, στον καταπιεζόμενο. Ο κοινός βηματισμός των εκμεταλλευόμενων απέναντι στους εκμεταλλευτές, η συμπόρευση, η κοινή δράση των ανθρώπων του μόχθου απέναντι στους ληστές του. Αυτή η συνειδητοποίηση, αργά και βασανιστικά, γίνεται κτήμα πια κάθε εργαζόμενου που μπαίνει στο δρόμο του αγώνα. Σε πείσμα των συνδικαλιστικών του οργανώσεων που έχουν κάνει τα πάντα για να τον μπερδέψουν και να τον οδηγήσουν στη λογική της ανάθεσης. Σε πείσμα των εργατοπατέρων που έχουν συμβάλει τα μάλλα στη διάλυση της οργανωμένης πάλης και στην κρίση εμπιστοσύνης προς τις οργανωτικές δομές του εργατικού κινήματος.
Αυτό είναι που αλλάζει στα μυαλά των εργαζόμενων στον Τύπο. Ξεπερνώντας τις άκαμπτες, ανήμπορες ή και ανοιχτά ξεπουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες τους, αισθάνονται την ανάγκη να εκλέξουν τις δικές τους εργασιακές επιτροπές, να έρθουν σε συνεννόηση με τους συναδέλφους τους που πλήττονται από την ίδια επίθεση, να συντονίσουν τον αγώνα τους, να μεταδώσουν το μήνυμά του όσο γίνεται ευρύτερα, να καταργήσουν τα συντεχνιακά «σύνορα» και να συναντήσουν εργάτες και εργαζόμενους σε άλλους κλάδους, να ανταλλάξουν εμπειρίες και να συμπορευτούν. Οι απεργοί χαλυβουργοί έδειξαν το δρόμο και οι εργαζόμενοι στον Τύπο μοιάζουν να τον ανακαλύπτουν. Η εργοδοτική επίθεση που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στο χώρο των ΜΜΕ έχει κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις επιχειρήσεις, στα εργοστάσια, στις βιομηχανίες.
Αφού η επίθεση είναι κοινή, γιατί να μην είναι και ο αγώνας κοινός; Η 24ωρη παναττική απεργία που έχει προκηρυχθεί για τις 17 Γενάρη από τα εργατικά κέντρα, κινητοποίηση που αποφασίστηκε μετά την πίεση που ασκήθηκε από τον υποδειγματικό αγώνα των χαλυβουργών, αλλά και από τους σημαντικούς αγώνες που αναπτύσσονται στο χώρο του Τύπου, είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία να σπάσει η απομόνωση των εργαζομένων, να διευρυνθεί και να ενισχυθεί το μέτωπο του αγώνα. Αυτό αποτελεί πραγμάτωση της ταλαιπωρημένης λέξης «αλληλεγγύη». Καλά τα ψηφίσματα συμπαράστασης και η υλική ενίσχυση ενός αγώνα, αλλά ακόμα καλύτερη η διεύρυνσή του, η ένταξη σ’ αυτόν όλο και περισσότερων αγωνιστών.
Στις 17 Γενάρη οι εργαζόμενοι στον Τύπο πρέπει να δώσουν το «παρών». Η ΠΟΕΣΥ (δευτεροβάθμιο όργανο) έχει πάρει απόφαση για 48ωρη απεργία στις 17-18/1. Η ΕΣΗΕΑ δεν τα έχει καταφέρει μέχρι στιγμής! Το αίτημα για μεγάλη απεργία σε όλον το Τύπο κάπου σκοντάφτει! Στις 24/1 έχει συγκληθεί γενική συνέλευση των μελών της ΕΣΗΕΑ στο Κάραβελ. Να μία ακόμα ευκαιρία να παραμεριστούν οι καλοθελητές και οι εργοδοτικοί και να εκφραστεί η διάθεση για εξάπλωση του αγώνα. Μια ευκαιρία οι εργαζόμενοι να επιβάλουν τις αποφάσεις τους στη συνδικαλιστική τους ηγεσία.
Θα δημιουργήσουν κι άλλες τέτοιες ευκαιρίες οι εργαζόμενοι στο άμεσο μέλλον. Ηδη οι συνάδελφοι απεργοί της «Ελευθεροτυπίας», του Alter και του «Κόσμου του Επενδυτή» συζητούν για κοινές εκδόσεις απεργιακού υλικού, για κοινά εγχειρήματα που θα δώσουν ελπίδα και προοπτική στον αγώνα τους. Μέσα από αυτά τα κοινά εγχειρήματα αναδύονται και προσδοκίες για επικράτηση άλλων μοντέλων στο χώρο του Τύπου, αυτοδιαχειριζόμενων. Είναι μια συζήτηση που έχει ανοίξει, αλλά που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποπροσανατολίσει από τους στόχους τού σήμερα. Σε αυτή τη συζήτηση θα επανέλθουμε σε επόμενο φύλλο.
Τα νούμερα του τρόμου και το άρθρο 99
Μέσα σε δύο χρόνια έχουν ουσιαστικά χαθεί πάνω από 4.000 θέσεις εργασίας στο χώρο των ΜΜΕ, ανεβάζοντας τον κλαδικό δείκτη της ανεργίας σε πάνω από 30%. Τα επίσημα στοιχεία κάνουν λόγο για 1.500 θέσεις στις εισηγμένες εταιρείες, χωρίς να υπολογίζουν τους εργαζόμενους στο Alter, την «Ελευθεροτυπία», τους συμβασιούχους της ΕΡΤ που οι συμβάσεις τους λήγουν την άλλη εβδομάδα (συμβασιούχοι επί δεκαετίες!), τους εργαζόμενους στην «Απογευματινή», στον «Κόσμο του Επενδυτή», ούτε βέβαια τα λουκέτα και τις αθρόες απολύσεις στον περιοδικό Τύπο.
Η «εξυγίανση» των επιχειρήσεων ενημέρωσης περνάει αποκλειστικά μέσα από τη δραστική μείωση του μισθολογικού κόστους και την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Οταν αυτή δεν γίνεται με απευθείας απολύσεις, περικοπές μισθών, ατομικές συμβάσεις, εκ περιτροπής εργασία, μη καταβολή δεδουλευμένων, γίνεται με το άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, τη νέα ανακάλυψη των εργοδοτών που γνωρίζει πιένες! Αρθρο 99 σημαίνει ότι ο επιχειρηματίας κερδίζει ασυλία έναντι των πιστωτών του (στις περισσότερες περιπτώσεις και οπωσδήποτε στην υπόθεση της «Ελευθεροτυπίας» και του Alter, η ασυλία αφορά τις οικονομικές διεκδικήσεις των επί μήνες απλήρωτων εργαζομένων και την εκτέλεση των ασφαλιστικών μέτρων που έχουν επιδικαστεί) προκειμένου να «εξυγιάνει» την επιχείρηση και να την καταστήσει βιώσιμη. Στην πραγματικότητα, το άρθρο 99 έχει γίνει η νομική κάλυψη του κινήματος… «Δεν πληρώνω» των αφεντικών, που αφήνουν απλήρωτους επί μήνες τους εργαζόμενους, συσσωρεύοντας έτσι τα αναγκαία κεφάλαια για τα επόμενα επιχειρηματικά ή άλλα σχέδιά τους.
Ετσι, οι εργοδότες «αγοράζουν» τον απαραίτητο χρόνο, ενώ οι εργαζόμενοι μένουν στο περιθώριο ως απλοί θεατές, ανίκανοι να διεκδικήσουν οφειλόμενες αποδοχές και αποζημιώσεις. Οι οικονομικές τους απαιτήσεις στοιβάζονται στη λίστα των υποχρεώσεων της εταιρίας, «κουρεύονται» και χάνουν το προνόμιο που παραδοσιακά είχαν από το εργατικό δίκαιο. Πού αποσκοπούν, εν τέλει, οι εργοδότες; Οπως έχει δείξει η ιστορία, είτε στην εκποίηση περιουσιακών στοιχείων (βλέπε σουπερμάρκετ Ατλάντικ) είτε στην αλλαγή επιχειρηματικής δραστηριότητας είτε στη σύσταση νέου εταιρικού σχήματος, απαλλαγμένου από τα «βάρη» του προηγούμενου. Τα σχέδια «εξυγίανσης» που καταθέτουν οι επιχειρηματίες στο δικαστήριο είναι εκπληκτικά ίδια, γενικόλογα, που αρχίζουν και τελειώνουν με τη μείωση του προσωπικού. Ρυθμιστής, δε, στις εργασιακές συνθήκες που θα αντιμετωπίσουν όσοι απομείνουν στην επιχείρηση είναι ο διαμεσολαβητής που θα ορίσει το δικαστήριο και που συνήθως είναι κάποια τράπεζα. Το μενού περιλαμβάνει μειωμένες αποδοχές, εκ περιτροπής εργασία και ό,τι άλλο κρίνει η τράπεζα. Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο άρθρο 99 καταλήγουν στην πτώχευση, έχοντας απλώς κερδίσει χρόνο για την υλοποίηση όποιων άλλων σχεδίων. Και χρήμα, βέβαια!
Το χειρότερο είναι ότι το επίσημο συνδικαλιστικό κίνημα συχνά εμφανίζεται να συναινεί σε τέτοιες λύσεις συνδιαλλαγής. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Alter, όπου οι εργαζόμενοι, με την ώθηση των σωματείων, συναίνεσαν στην αποδοχή του αντεργατικού αυτού νόμου, ελπίζοντας ότι μέσα απ΄αυτόν θα δοθεί διέξοδος. Η κατάληξη είναι γνωστή…