Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

29 Μαΐ 2013

Εκατοντάδες εργαζόμενοι, όμηροι των ανταγωνισμών:
Οι εξελίξεις στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά & Ελευσίνας

Μετά από μήνες κινητοποιήσεων για τους εργαζόμενους των δύο ναυπηγείων, οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών κινήθηκαν σε φαινομενικά αντίθετες κατεθύνσεις: τα Ναυπηγεία Ελευσίνας ξαναλειτουργούν με απολύσεις, μετά από 2 χρόνια "προσωρινού λουκέτου", ενώ, για τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, παραμένει το καθεστώς εκ περιτροπής εργασίας μια μέρα τη βδομάδα (κι αυτή, απλήρωτη για πάνω από 1 χρόνο), με το μέλλον κυριολεκτικά στον αέρα. Στην ουσία, πρόκειται για επεισόδια μιας μεγάλης ιστορίας κερδών, εκβιασμών, σκανδάλων και ανταγωνισμών, με μόνιμους κερδισμένους το ιμπεριαλιστικό αλλά και το ντόπιο κεφάλαιο και μόνιμα χαμένους τους εργαζόμενους των ναυπηγείων και ολόκληρο τον ελληνικό λαό.
Τα δύο ναυπηγεία είχαν παρόμοια πορεία από την ίδρυσή τους: ξεκίνησαν ιδιωτικά αλλά με τη στήριξη του κράτους και των εξοπλιστικών προγραμμάτων του Πολεμικού Ναυτικού (δηλαδή πάνω στις πλάτες του λαού), κρατικοποιήθηκαν, όταν χρειάστηκε να "διασωθούν" και ξανα-ιδιωτικοποιήθηκαν με όρους ουσιαστικά χαρίσματος. Διασφαλισμένη αγορά δισεκατομμυρίων με κρατικές παραγγελίες, κρατικά δάνεια, επιχορηγήσεις και διάλυση των εργασιακών σχέσεων ήταν η "προίκα" που έδινε κάθε φορά το κράτος στους Έλληνες και ξένους κεφαλαιοκράτες. Αυτοί, με τη σειρά τους, εκμεταλλεύονταν διπλά τους εργαζόμενους, τόσο με το ξεζούμισμα της δουλειάς τους, με ολοένα χειρότερους όρους, όσο και χρησιμοποιώντας τους ως μέσο εκβιασμού, για τη διασφάλιση της κερδοφορίας και τη βελτίωση της θέσης τους στα πλαίσια του ανταγωνισμού τους.
Στην περίπτωση της Ελευσίνας, τα ναυπηγεία "πουλήθηκαν" αρχικά το 1992 στον εφοπλιστή Περατικό και στη συνέχεια -το 1997- στον πρώην στρατιωτικό Ταβουλάρη, που παραμένει ιδιοκτήτης μέχρι σήμερα. Η διάλυση των εργατικών κατακτήσεων ξεκίνησε με την απόλυση των 1600 εργαζομένων το 1997 και την επιδοτούμενη επαναπρόσληψη μόλις 750 από αυτούς. Συνέχισε με "εθελούσιες", εργολαβοποίηση, εντατικοποίηση που προκάλεσε σειρά εργατικών ατυχημάτων, τακτικές απολύσεις και τιμωρία της συνδικαλιστικής δράσης, συλλογικές συμβάσεις με χειρότερους όρους κά., μέχρι την υπαγωγή στο άρθρο 99 το 2011 και τη μη πληρωμή δεδουλευμένων για περισσότερο από ένα χρόνο. Όλο αυτό το διάστημα, και ειδικά με την απειλή της χρεωκοπίας από το 2011, ο Ταβουλάρης χρησιμοποίησε τους εργαζόμενους, για να πιέζει πότε για μεγαλύτερο μερίδιο της πίτας και πότε για καλύτερους όρους σε σχέση με τον κύριο ανταγωνιστή, τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τόσο για λογαριασμό δικό του όσο και των γαλλικών και αγγλικών εταιρειών από τις οποίες στηρίζεται. Η πρόσφατη τροποποίηση της σύμβασης που εγκρίθηκε με παράτυπες διαδικασίες άρον-άρον από τη Βουλή (με στήριξη των ΑΝ.ΕΛ. και "παρών" του ΚΚΕ, "ώστε να πληρωθούν οι εργαζόμενοι") του εξασφάλισε ζεστό κρατικό χρήμα (αυτό που κατά τα άλλα είναι "παγωμένο" και "ανύπαρκτο"). Επιπλέον, η επίσκεψη του υπουργού Εθνικής Άμυνας Π. Παναγιωτόπουλου, με τις δηλώσεις του περί "ανταγωνιστικής πλέον Ελλάδας", έδωσε το έναυσμα για απολύσεις και "αποχωρήσεις" δεκάδων εργαζομένων, ξεκινώντας από αυτούς που βρέθηκαν σε επίσχεση εργασίας από τις αρχές του χρόνου, οπότε και άρχισε η απεργία.
Η περίπτωση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά είναι πιο περίπλοκη, καθώς είναι τα μεγαλύτερα στην Ελλάδα και από τα μεγαλύτερα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ΕΤΒΑ, παράλληλα με τη μεταβίβασή της στην τράπεζα Πειραιώς, τα "πούλησε" το 2002 στις γερμανικές HDW και Ferrostaal με "δώρο" παραγγελία μερικών δισεκατομμυρίων για ναυπήγηση και εκσυγχρονισμό υποβρυχίων. Δυο χρόνια μετά, οι φήμες για αναστροφή της πώλησης, με αποζημίωση των Γερμανών, τους έφερε συμβόλαια για μεγάλο τμήμα του εξοπλιστικού προγράμματος του Π.Ν. καθώς και κατασκευή πλήθους βαγονιών για τον ΟΣΕ. Η, σε κεντρικό επίπεδο, εξαγορά των εταιρειών από τον επίσης γερμανικό όμιλο ThyssenKrupp, το 2005, ενισχύει τη σημασία των ναυπηγείων για το γερμανικό κεφάλαιο, που εκφράζεται με την επίσκεψη του Γερμανού πρέσβη στις εγκαταστάσεις, και ταυτόχρονα μπλέκει τα ναυπηγεία στον ενδο-ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό του γερμανικού και του γαλλικού ναυπηγικού κεφαλαίου με αντικείμενο την προμήθεια 6 φρεγατών αξίας 2,5 δισ €. Παράλληλα, το τμήμα της κατασκευής βαγονιών διαχωρίζεται σε θυγατρική εταιρεία και το δηλωμένο σχέδιο μείωσης προσωπικού, παρά τις αντίθετες "δεσμεύσεις για διατήρηση των θέσεων εργασίας" από τη σύμβαση πώλησης, προχωράει με εθελούσιες και συνταξιοδοτήσεις, στην αρχή, και απολύσεις αργότερα.
Το 2007, ανοίγει με παρέμβαση της Ε.Ε. το ζήτημα του "αθέμιτου" ανταγωνισμού, με "παράνομες κρατικές επιχορηγήσεις" που πρέπει να επιστραφούν στο ελληνικό κράτος, με αντίστοιχη αποζημίωση της ThyssenKrupp, αφού οι "παράνομες" κρατικές επιχορηγήσεις αφορούσαν τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, πριν τα αποκτήσει η ίδια! Από το 2009, ξεκινάει νέος γύρος εκβιασμών υπό την απειλή κλεισίματος για την παραλαβή του γνωστού υποβρυχίου (που έγερνε) το οποίο είχε κατασκευαστεί στο Κίελο της Γερμανίας, σε άλλο ναυπηγείο της ThyssenKrupp, την αποπληρωμή ποσών για τα υποβρύχια που δεν είχαν παραδοθεί και την ανάθεση της προμήθειας των φρεγατών, που διεκδικούσαν και τα Ναυπηγεία Ελευσίνας με τη συμμετοχή της γαλλικής DCNS. Από την άλλη, η γερμανική εταιρία ανακοινώνει παραγγελία υποβρυχίων από το τουρκικό Π.Ν. ενώ αφήνει τους εργαζόμενους στον τομέα τροχαίου υλικού απλήρωτους για μήνες. Τελικά, αποφασίζει να πουλήσει τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, παρόλο που είχαν διπλασιάσει τα κέρδη τους το 2009, στην αραβική Abu Dhabi MAR, ενώ, εν τω μεταξύ, η Ε.Ε. έχει επιβάλει απαγόρευση μη πολεμικής δραστηριότητας για τα ναυπηγεία για τα επόμενα 15 χρόνια. Η πώληση ολοκληρώνεται στα τέλη του 2010, μετά από πολλούς μήνες διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ με τις δυο πλευρές, και φυσικά συνοδεύεται πάλι από νέες παραγγελίες υποβρυχίων, κρατικό δάνειο 20 εκ. € και διάλυση των εργασιακών σχέσεων. Ο Λιβανέζος, πρόεδρος της αραβικής εταιρείας, δεσμεύεται για "μαρκοχρόνια παρουσία". Μόλις ένα χρόνο μετά, με βάση το "πάγωμα" των εξοπλιστικών προγραμμάτων, επιβάλλει τον Απρίλιο του 2012 εκ περιτροπής εργασία μιας μέρας τη βδομάδα και αφήνει τους εργαζόμενους απλήρωτους μέχρι και σήμερα. Η πρόσφατη δήλωση του Αλμούνια για εκκαθάριση της επιχείρησης, αν δεν μπορεί να επιστρέψει τις κρατικές ενισχύσεις, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για το μέλλον των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά.
Η πρόσφατη ιστορία των δύο ναυπηγείων δείχνει καθαρά την άνεση με την οποία το κεφάλαιο "παίζει" με τις ζωές εκατοντάδων εργαζομένων, προκειμένου να διασφαλίσει και να επεκτείνει τα κέρδη του. Τα μέσα που χρησιμοποιεί σ' αυτή τη διαδικασία ξεφεύγουν από το στενό οικονομικό πεδίο και επεκτείνονται στο πολιτικό και το γεωστρατηγικό, ανάλογα με τους δεδομένους συσχετισμούς που έχει -ή εκτιμάει ότι έχει- σε καθένα από αυτά τα πεδία ο κάθε ανταγωνιστής αλλά και σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του ή τη συγκυρία. Όταν πχ. οι Γερμανοί αποφάσισαν να πουλήσουν, το 2010, τα ναυπηγεία, δεν είχαν ζημιές αλλά κέρδη και μάλιστα αυξημένα. Τα πούλησαν, όμως, στη βάση του γενικότερου σχεδιασμού τους και διασφαλίζοντας μέσω Ε.Ε. τους αυριανούς χειρότερους όρους για τον αγοραστή, που είναι ταυτόχρονα και ανταγωνιστής. Στην ίδια φάση, ο Βενιζέλος δήλωνε ότι η λειτουργία των ναυπηγείων Σκαραμαγκά είναι διασφαλισμένη για τα επόμενα 9 χρόνια! Οι εργαζόμενοι, όμως, οι μόνοι υπεύθυνοι για τα κέρδη των εκάστοτε αφεντικών, έχασαν κατακτήσεις, απολύθηκαν ή βρέθηκαν να δουλεύουν 4 μέρες το μήνα και μάλιστα απλήρωτοι. Μόνο όταν βγήκαν στο δρόμο, ακούστηκε η φωνή τους και ανάγκασαν την κυβέρνηση να βγάλει τη μάσκα του "εγγυητή των θέσεων εργασίας", στέλνοντας τα ΜΑΤ και τους εισαγγελείς στις κινητοποιήσεις τους. Μόνο ο μαζικός αγώνας στα χέρια των εργατών, χωρίς υποχωρήσεις στο δικαίωμα στη δουλειά με αξιοπρεπείς όρους και στο δικαίωμα στη ζωή, σε συντονισμό και κοινή δράση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους μπορεί να δώσει προοπτική. Χωρίς αυταπάτες για "καλούς" ιδιοκτήτες που θα μοιραστούν τα κέρδη, τους με τους εργαζόμενους. Χωρίς αυταπάτες για υπουργούς και κυβερνήσεις που θα "κάνουν πράξη τις δεσμεύσεις τους", θα "διασφαλίσουν τις θέσεις εργασίας" και θα δώσουν λύση στα προβλήματα επιβίωσης σε ένα απροσδιόριστο μέλλον.