Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

4 Νοε 2013

Γερμανία: Ουσιαστικά και τυπικά κυρίαρχος στο πολιτικό παιχνίδι η Μέρκελ

Με υπηρεσιακή κυβέρνηση συνεχίζει η Γερμανία, μετά την παρέλευση τριάντα ημερών από τις εκλογές και μέχρι να συγκροτηθεί το νέο κυβερνητικό σχήμα, που, όπως όλα δείχνουν, θα είναι συγκυβέρνηση χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλδημοκρατών. Οι εκλογές αυτές αλλά και το αποτέλεσμα που έδωσαν, δεν συνιστούσαν από μόνες τους κάτι κρίσιμο για την γερμανική πολιτική σκηνή. Και σε αυτό σύγκλιναν όλες οι πολιτικές αναλύσεις που επεξεργάζονταν μετεκλογικά σενάρια. Βέβαια, για το πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας που φημίζεται για την σταθερότητά του, η οποιαδήποτε σεναριολογία, για να έχει ρεαλιστική βάση, πρέπει να στηρίζεται στο ένα και μοναδικό δεδομένο: ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μην συγκροτηθεί ισχυρό κυβερνητικό σχήμα μετά τις εκλογές.
Ως γνωστόν, οι χριστιανοδημοκράτες (CDU) της Μέρκελ, μαζί με τους χριστιανοκοινωνιστές (CSU), κέρδισαν μεν με άνεση τις βουλευτικές εκλογές της 22ης Σεπτεμβρίου αλλά απέτυχαν να συγκεντρώσουν ένα ποσοστό που θα τους επέτρεπε να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Από την άλλη, οι βασικοί και παραδοσιακοί εταίροι τους, οι φιλελεύθεροι, έμειναν εκτός βουλής και έτσι δεν προέκυψε μια άμεση συνέχεια του προηγούμενου κυβερνητικού σχήματος. Πάντως, δεν φαίνεται να αποτελεί το γεγονός αυτό κάποιο σοβαρό πολιτικό πρόβλημα. Άλλωστε, κάτι τέτοιο προβλεπόταν αρκετό καιρό πριν τις εκλογές.
Έτσι, μετά και το πρώτο γύρο των διαβουλεύσεων (που ορίζει το τυπικό της διαδικασίας και που αφορά όλα τα κόμματα), ξεκίνησαν επισήμως, το απόγευμα της περασμένης Δευτέρας, οι τελικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών (CDU), Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD), για να συγκροτηθεί «μεγάλος συνασπισμός». Αυτό θα συμβεί για τρίτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Τα ζητήματα στα οποία επικεντρώνεται η όλη διαπραγμάτευση αφορούν «εσωτερικά» θέματα και ειδικότερα τα οικονομικά, όπως ο προϋπολογισμός, η φορολογία και οι σχέσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης με τα κρατίδια, η καθιέρωση ελάχιστου μισθού κλπ. Επικεφαλής των διαπραγματεύσεων για τους Χριστιανοδημοκράτες, ο πρώην (και νυν υπηρεσιακός) υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο κυβερνήτης του Αμβούργου, Όλαφ Σολτς, ως επικεφαλής της αντιπροσωπείας του SPD. Ο Όλαφ Σολτς προαλείφεται από το SPD, ως αντικαταστάτης του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για υπουργός Οικονομικών. Αλλά, από ότι φαίνεται, οι σοσιαλδημοκράτες παζαρεύουν αυτή τη θέση, με αντάλλαγμα περισσότερα υπουργεία, κάτι που, όπως δείχνουν τα πράγματα (και το «Spiegel»), θα οδηγήσει και σε μεγαλύτερο κυβερνητικό σχήμα.
Περιττό να πούμε, πως είναι σχεδόν βέβαιο, ότι και σε αυτόν τον «μεγάλο συνασπισμό» θα δεσπόζουν όχι μόνο η Μέρκελ και οι συντηρητικές ιδέες της αλλά – και κυρίως- οι πολιτικές που ευνοούν τη γερμανική κεφαλαιοκρατία και οι οποίες εφαρμόστηκαν με μεγάλη επιτυχία το προηγούμενο διάστημα από τη Μέρκελ. Ούτως ή άλλως, οι Σοσιαλδημοκράτες σε πολύ λίγα πράγματα διαφωνούν με τη Χριστιανοδημοκρατία και αυτά είναι σε δευτερεύοντα και καθόλου ουσιώδη ζητήματα.
Συνοπτικά, θα μπορούσαμε να πούμε πως εκείνο που επιδιώκεται ως βασικός στόχος από την Άγκελα Μέρκελ, με την έναρξη της τρίτης θητείας της ως καγκελάριος, είναι η κυριαρχία της πολιτικής της Γερμανίας στην «ευρωζώνη» και γενικότερα σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η Γερμανίδα καγκελάριος λέγεται ότι ετοιμάζεται επίσης να κινήσει τέτοιες διαδικασίες, ώστε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όχι μόνο να εγκρίνει ή να απορρίπτει, αλλά και να εκτελεί και να εφαρμόζει τους κρατικούς προϋπολογισμούς των κρατών – μελών τόσο της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αυτά, φυσικά, πρέπει να προστεθεί και ο απόλυτος έλεγχος πάνω στο δημόσιο δανεισμό των κρατών, των εθνικών σχεδίων διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας αλλά και της εφαρμογής των (αντι)κοινωνικών μεταρρυθμίσεων.
Μέσα σε αυτό το κλίμα περιστρέφεται και δημοσίευμα του (πάντα έγκυρου) «Spiegel», την περασμένη εβδομάδα, το οποίο, ωστόσο, είναι αρκετά ασαφές και ελλειμματικό σε απαντήσεις που απαιτούνται σχετικά με ζητήματα που σχετίζονται με τις πιθανές αντιδράσεις των άλλων ευρωπαίων ιμπεριαλιστών. Για παράδειγμα, και σε όλα όσα πιθανολογούνται για την νέα θητεία της Μέρκελ, θα πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση των πολλών Συνθηκών και ιδιαίτερα του Δημοσιονομικού Συμφώνου, με την ταυτόχρονη συνταγματική μεταρρύθμιση και στη Γερμανία. Επίσης, θα πρέπει το Βερολίνο να αποδεχθεί και ένα κάποιο είδος «πολιτικής ενοποίησης» ενώ παραμένει παντελώς άγνωστος ο χρονικός ορίζοντας που θα τα θέσει όλα αυτά η καγκελάριος. Το δημοσίευμα στο «Spiegel» αφήνει να υπονοηθεί ότι η Μέρκελ προφανώς τα θέτει όλα αυτά και για ένα πολύ απλό και πρακτικό λόγο. Επιθυμεί η προεκλογική εκστρατεία ενόψει των Ευρωεκλογών της ερχόμενης άνοιξης να επικεντρωθεί στην παραπάνω πρόταση και να απομακρυνθεί από όλα τα άλλα φλέγοντα ζητήματα. Σε τελική ανάλυση, αυτό που προτείνει η Μέρκελ είναι ένα διαρκές Μνημόνιο για την Ευρωζώνη και την Ε.Ε., με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών σε ρόλο διευρυμένης και μόνιμης τρόικας και φυσικά κάτω από το ασφυκτικό έλεγχο της Γερμανίας. Ωστόσο, μια τέτοια πρόταση, που θα έρθει να επιβεβαιώσει και να ενισχύσει τον ασφυκτικό έλεγχο της Γερμανίας σε όλη την Ευρώπη, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα μπορέσει να γίνει αποδεκτή από τους μεγάλους ανταγωνιστές εταίρους της, οι οποίοι αντιμετωπίζουν ήδη τεράστια προβλήματα και βρίσκονται κάτω υπό ασφυκτική πίεση. Τόσο η Ιταλία όσο και η Γαλλία κινούνται πλέον στα όρια των αντοχών τους, σε ό,τι αφορά τη μόνιμη διακύβευση των ιδιαίτερων συμφερόντων τους και όχι μόνο σε ό,τι αφορά το ευρωπαϊκό περιβάλλον!
Είναι φανερό πως η λεγόμενη «γηραιά ήπειρος» βρίσκεται μπροστά σε μια σειρά από αδιέξοδα, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά, τα οποία διαρκώς εντείνονται, ως αποτέλεσμα σκληρών και άγριων ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Τόσο η Ε.Ε, ως σύνολο, όσο και ειδικότερα η ευρωζώνη, και με τα υλικά που φτιάχτηκε από τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές (εύθραυστες ισορροπίες, εκβιαστικοί συμβιβασμοί, ανταγωνισμοί κλπ), έχει δεχτεί ένα ισχυρότατο πλήγμα τα τελευταία χρόνια το οποίο –αν μη τι άλλο– δείχνει πλέον ότι η εποχή των καμουφλάζ και των φτιασιδωμάτων της έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η οραματική, όσο υποκριτική, «κοινή πορεία» της Ευρώπης δεν φαίνεται ότι θα μπορεί να συνεχιστεί για πολύ ακόμη, γιατί απλά πείθει ολοένα και λιγότερους. Με αυτή την έννοια, η σταθερότητα που αποπνέει σήμερα το πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας, είναι στη πραγματικότητα αρκετά πλασματική. Βρίσκεται ουσιαστικά υπό την αίρεση όλων αυτών των αστάθμητων εξελίξεων που συνεπάγεται η συνεχιζόμενη όξυνση των πολιτικών και κοινωνικών αντιθέσεων, στο σύνολο σχεδόν του ευρωπαϊκού χώρου και όχι μόνο του Νότου.
Χ.Β.