Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

22 Νοε 2013

Η απόφαση Ντράγκι

Δεν έχει περάσει πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα (μόλις πριν από την έλευση του φθινοπώρου) που το παγκόσμιο οικονομικό κλίμα ήταν υπέρ της απόσυρσης της εύκολης ρευστότητας, με την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ να προετοιμάζει τις αγορές πως σκέφτεται να σταματήσει το πρόγραμμα της ποσοτικής νομισματικής χαλάρωσης. Τα θύματα αυτής της «αμφιθυμίας» ήταν ο χρυσός και οι αναπτυσσόμενες χώρες σε πρώτη φάση. Στη συνέχεια οι ίδιες οι νομισματικές αρχές των ΗΠΑ –και αφού λύθηκε το εσωτερικό πρόβλημα με τον προϋπολογισμό και το χρέος- ανέκρουσαν πρύμνα και απ’ ό,τι φαίνεται δεν πρόκειται να υπάρξει πάγωμα στο πρόγραμμα μαζικής αγοράς ομολόγων και στο τύπωμα νέου χρήματος. Πράγμα εντελώς φυσικό για μια παγκόσμια οικονομία που παραπαίει ανάμεσα στην αποφυγή τής ακόμα μεγαλύτερης ύφεσης με μικρά «λακτίσματα» ανακάμψεων που όμως δεν αλλάζουν τη γενική εικόνα της στασιμότητας. Η «θηλυκή» επιλογή για τη θέση του νέου προέδρου της FED απηχεί μάλιστα αντίστοιχου χαρακτήρα οικονομικές επιλογές, όπως τουλάχιστον γράφεται στον παγκόσμιο οικονομικό Τύπο.
Στο πλαίσιο αυτό η απόφαση του Ντράγκι για σχεδόν μηδενικά επιτόκια του ύψους 0,25% ήταν η αναμενόμενη ευρωπαϊκή απάντηση, η οποία δεν φαίνεται να βρίσκει σύμφωνο τον γερμανικό χρηματοπιστωτικό τομέα. Η απόφαση μάλιστα αυτή έρχεται ύστερα από εκτιμήσεις της Κομισιόν για σταδιακή ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας, που τη συγκεκριμενοποιεί μιλώντας για σταθεροποίηση της κατάστασης το πρώτο εξάμηνο του έτους και σταδιακή ανάκαμψη το δεύτερο εξάμηνο με επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2014, στο πλαίσιο της εαρινής έκθεσης για την ευρωπαϊκή οικονομία φέτος και του χρόνου.
Παράλληλα η Κομισιόν, θεωρώντας ότι έχουν περιοριστεί αισθητά οι μακροοικονομικοί κίνδυνοι λόγω των μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης στα κράτη-μέλη, που άρχισαν να εφαρμόζονται από το 2011, αποφάσισε να εισηγηθεί μια πιο ήπια πολιτική στο δημοσιονομικό τομέα, δίνοντας περισσότερο χρόνο σε χώρες της Ευρωζώνης προκειμένου να πετύχουν τους στόχους σχετικά με το δημόσιο έλλειμμα. Με σταθερά προβλήματα –κατά τον Όλι Ρεν- την αύξηση της ανεργίας (με την ψαλίδα να ανοίγει υπερβολικά όσον αφορά τις χώρες του Νότου), την έλλειψη ρευστότητας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την όλο και μεγαλύτερη πίστωση των νοικοκυριών. Με σχεδόν μοναδικό θετικό παράγοντα την ομαλοποίηση στις αγορές των ευρωπαϊκών ομολόγων, ο Ρεν εισηγείται τη χορήγηση διετούς παράτασης στην επαναφορά του ελλείμματος κάτω του 3% του ΑΕΠ τόσο για τη Γαλλία όσο και την Ισπανία. Ωστόσο, για τη με Γαλλία έθεσε ως προϋπόθεση την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη λήψη μέτρων από την κυβέρνηση, ενώ και για την Ισπανία είπε ότι αναμένει από την κυβέρνηση να επιδείξει την ίδια αποφασιστικότητα. Για τη Γαλλία ανέλαβαν ήδη οι αγορές καθώς ανακοινώθηκε η πρώτη υποβάθμιση της χώρας από τη γνωστή S&P. Χρονική παράταση στη δημοσιονομική προσαρμογή θα δοθεί σε άλλες δύο χώρες της Ευρωζώνης, την Ολλανδία και τη Σλοβενία, ωστόσο αν και απέφυγε να την προσδιορίσει χρονικά εκτιμάται ότι θα είναι ετήσιας διάρκειας. Αντίθετα, στην Ιταλία αναμένεται ότι το έλλειμμα θα παραμείνει φέτος κάτω του 3% του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα στο τέλος Μαΐου να αναμένεται εισήγηση από την Κομισιόν για την έξοδο της χώρας από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος και επιτήρησης.
Όσο για τον πληθωρισμό, οι εκτιμήσεις μιλούν για χαμηλά ποσοστά κάτω του 2% λόγω των χαμηλών τιμών στην ενέργεια. Εμείς θα προσθέσουμε και τη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας έπειτα από τις μεγάλες αναδιαρθρώσεις στο Νότο αλλά και την επιβολή «ευέλικτων» σχέσεων εργασίας στο Βορρά. Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο δεν φαίνεται να απειλείται από τον «πληθωρισμό των μισθών» και τούτο δίνει και την ταξική διάσταση του ζητήματος.
Βέβαια όλα τα παραπάνω δεν φαίνονται και πολύ «γερμανικά», αν και διευκολύνουν τις χώρες του φιλογερμανικού κύκλου. Εκείνο που φαίνεται να αιφνιδίασε τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες στη Γερμανία ήταν η απόφαση για τη μείωση των επιτοκίων καθώς όλοι ανέμεναν να παραμείνουν τα επιτόκια στο 5% τουλάχιστον μέχρι το τέλος του ερχόμενου Δεκέμβρη. Μάλιστα ο Σύνδεσμος των γερμανικών ασφαλιστικών εταιρειών δήλωσε ότι «οι μειώσεις του βασικού επιτοκίου, σε ποσοστό κοντά στο μηδέν, δεν προσφέρουν καμία αναπτυξιακή ώθηση. Αυτό που κάνουν είναι να μειώνουν τις πιέσεις που ασκούνται στις νοτιοευρωπαϊκές χώρες προκειμένου αυτές να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις τους».
Ωστόσο ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank, Χόλγκερ Σμίντινγκ, είδε στην κίνηση Ντράγκι την εκδήλωση αποφασιστικότητας και πειθούς προς το ΔΣ της ΕΚΤ προκειμένου να πάρει μέτρα «έκτακτου χαρακτήρα», χωρίς στην ουσία να υπάρχει σήμερα στην Ευρωζώνη (του 0,7% πληθωρισμού) μια τέτοια ανάγκη. Διείδε δηλαδή ένα είδος άσκησης ετοιμότητας, που όμως δεν πρόκειται να ενισχύσει ουσιαστικά τη ρευστότητα. Αφού για μεν τους γερμανούς επιχειρηματίες και τα νοικοκυριά ήδη τα επιτόκια είναι πολύ χαμηλά –οπότε δεν υφίσταται ζήτημα ρευστότητας- για δε τις χώρες του Νότου η ρευστότητα αυτή –για πολλούς λόγους και εξαιτίας των μέτρων- δεν πρόκειται να φτάσει. Δεν έχει και άδικο…
Απομένει η οικονομική ψυχολογία σε έναν ιδιότυπο οικονομικό πόλεμο υπεροχής, κύρους και επιρροής ανάμεσα στις δύο ακτές του Ατλαντικού αλλά και εντός της ευρωζώνης και ιδιαίτερα στο πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού τομέα που βρίσκεται σε μια πορεία μεγάλης αναδιάρθρωσης και σε κατεύθυνση αμφίβολης ενοποίησης.