Καμιά νομιμοποίηση της «συναίνεσης» Η λαϊκή αντίσταση η μόνη ελπίδα!
Συνέβη κι αυτό που στην Ελλάδα, τα τελευταία τριάντα χρόνια της «ομαλότητας» και της «εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία», είχαμε ξεχάσει! Η πτώση δηλαδή μιας αστικής κυβέρνησης, αν και πολλοί παράγοντες εντός και εκτός Ελλάδος προσπάθησαν και προσπαθούν να την παρουσιάσουν περισσότερο σαν «απόσυρση» παρά σαν χρεοκοπία μιας πολιτικής λύσης που υιοθέτησε το σύστημα πριν από μόλις δύο χρόνια με μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και μπόλικα ταρατατζούμ.
Αυτό λοιπόν που βιώσαμε είναι η ομολογία του ξεφουσκώματος και η πολιτική αδυναμία μιας κυβέρνησης που ξεκίνησε πανίσχυρη για να προωθήσει την επιχείρηση βαρβαρότητας σε βάρος του λαού και υποδούλωσης της χώρας χάριν των συμφερόντων των ιμπεριαλιστών και του κεφαλαίου, ξένου και ντόπιου.
Και όμως, είχε φανεί από καιρό ότι η λύση της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Γ.Π. θα έπιανε τα όριά της. Τα καμπανάκια είχαν ήδη σημάνει από τον περασμένο Ιούνη, όταν με έξωθεν (κυρίως αμερικάνικη) παρέμβαση σώθηκε τελευταία στιγμή και όπου οι πληγές που άφησε αυτή η υπόθεση του περάσματος του Μεσοπρόθεσμου στο κυβερνητικό σχήμα δεν είχαν κλείσει τελικά. Και όταν ήρθε η ώρα του περάσματος του πολυνομοσχεδίου, οι πληγές αυτές ξανάρχισαν να τρέχουν και να βαθαίνουν περισσότερο.
Γίναμε λοιπόν «μάρτυρες» ενός «περίεργου» φαινομένου! Να φτάνει περίπου σε κατάρρευση μια κυβερνητική λύση που είχε καταφέρει να περάσει μέχρι τώρα όλα τα κρίσιμα βάρβαρα μέτρα που το σύστημα θεωρούσε απαραίτητα για να πετύχει τα φρικώδη σχέδιά του.
Γίναμε «μάρτυρες» ενός πρωτόγνωρου φαινομένου όπου ένας λαός, αν και «χαμένος» κατ' επανάληψη μέχρι πρόσφατα (που δεν κατάφερε δηλαδή να ανατρέψει κατά μέτωπο έστω ένα νομοθετικό τερατούργημα), να προκαλεί τελικά τόσα χτυπήματα στον αντίπαλο (έστω υπόκωφα), με αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται πολλές παράπλευρες και κύριες αντιθέσεις που να μην επιτρέπουν να ανακοπεί η κυβερνητική αιμορραγία.
Τίποτα όμως περίεργο. Η σημερινή εξέλιξη μπορούσε σε γενικές γραμμές να «προβλεφθεί» από όποιον ήθελε να βάλει κάτω τα πολιτικά, κοινωνικά, ταξικά δεδομένα του σάπιου εξαρτημένου καθεστώτος και να αναγνώσει τους πραγματικούς ταξικούς συσχετισμούς χωρίς να υπερβάλλει για τη δύναμη του συστήματος αλλά και χωρίς να «ξεχνάει» τις μεγάλες και σοβαρές καθυστερήσεις του λαϊκού παράγοντα και σαν αποτέλεσμα της πολιτικής της χρεοκοπημένης Αριστεράς «μας».
Ας ανατρέξουν οι αναγνώστες της «Π.Σ.» (μέσω διαδικτύου) στις αναλυτικές εκτιμήσεις του ΚΚΕ(μ-λ) μετά το Μάη του 2010, μετά τη Μαρφίν και το πέρασμα του πρώτου Μνημονίου, να ξαναδούν γιατί η τότε νίκη του ΠΑΣΟΚ και του συστήματος είχε χαρακτηριστεί πύρρειος. Ας ανατρέξουν όμως και στις πλούσιες αναλύσεις του ΚΚΕ(μ-λ) κατά τη διάρκεια και μετά το Σύνταγμα, για να ξαναδούν πως είχαμε μπει σε φάση όπου όχι μόνο ο δικός μας λαός αλλά και πολλοί άλλοι λαοί, εξωθούμενοι από την άγρια επίθεση του συστήματος και μπροστά στις μελλούμενες τραγωδίες που τους περιμένουν, δεν έχουν άλλη λύση από το «να πουλήσουν ακριβά το τομάρι τους». Ναι, η λαϊκή πάλη έδειξε από καιρό ότι μπορεί να προκαλέσει σοβαρά χτυπήματα στον αντίπαλο ακόμα και αν δεν βρίσκεται στη θέση να αξιοποιήσει τις απώλειες του αντιπάλου για να περάσει σε άλλες αναβαθμισμένες φάσεις ανάπτυξης της πάλης.
Πολλές από τις σημερινές «ανορθογραφίες» στην προσπάθεια του συστήματος να διαχειριστεί την πολιτική και οικονομική του κρίση δεν οφείλονται μόνο στην «παγκοσμιοποίηση» της κρίσης, δεν οφείλονται μόνο στη μεγάλη όξυνση ενδοαστικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, δεν οφείλονται μόνο στους λυσσασμένους ανταγωνισμούς, αλλά και στην ιδιαίτερα ενεργό και συνεχή εμφάνιση του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο.
- Μιλώντας πάντα από τη σκοπιά του κινήματος, η πιο κραυγαλέα «ανορθογραφία» και «αντινομία» είναι ότι ο λαός αισθάνεται δικαιωμένος αλλά όχι ανακουφισμένος. Αισθάνεται ότι πέτυχε πολλά, χωρίς όμως να είναι ο νικητής. Αισθάνεται ότι έχει συμβολή στην πτώση της κυβέρνησης, αισθάνεται ότι συνέβαλε πολύ, μη όντας πλέον «δεδομένος», στην ενεργοποίηση μιας σειράς αντιθέσεων, αλλά δεν δείχνει σήμερα ακόμη έτοιμος να εκμεταλλευτεί τα κενά που δημιουργούνται.
Βλέπει, προς το παρόν τουλάχιστον, την πρωτοβουλία για το τι θα γίνει από 'δω και πέρα, για το πώς θα δρομολογηθούν «νέες» ή νέες αντιλαϊκές αστικές λύσεις να την έχουν οι ίδιες αντιδραστικές δυνάμεις που είχαν όλο το προηγούμενο διάστημα την ευθύνη για την υλοποίηση και προώθηση της βάρβαρης επίθεσης.
Βλέπει ότι ενώ πάλεψε με ό,τι όπλα είχε ενάντια στην επίθεση, ότι ενώ κατάφερε σε ορισμένες περιπτώσεις να τη βραχυκυκλώσει και κατόρθωσε να «ξηλώσει το κυβερνητικό πουλόβερ» (με τη συνδρομή και άλλων παραγόντων εντός συστήματος), η επίθεση παραμένει ενεργός!
Βλέπει όλους όσοι (εντός και εκτός Ελλάδος) του προκάλεσαν τόσα δεινά και τόσες απώλειες να θέλουν και να μπορούν να εργάζονται για να συνεχίσει και να αναβαθμιστεί έστω με κάποια μερεμέτια η επίθεση στο λαό, η υποδούλωση και το ξεπούλημα της χώρας.
Δυστυχώς ο λαός βιώνει αυτές τις μέρες το ότι όσο το σύστημα παραμένει γενικά κυρίαρχο και οι λαοί κάτω από το συνεχιζόμενο βάρος των αρνητικών συσχετισμών μετά την ήττα του κινήματος, μπορεί να συμβαίνει το ιδιαίτερα αρνητικό «οι κυβερνήσεις να πέφτουνε μα η επίθεση να μένει».
- Ο λαός μας, έστω και από την ανάποδη, βιώνει τη χρεοκοπία και τα αδιέξοδα μιας ολόκληρης «αριστερής» πολιτικής που εδώ και μήνες είτε στο όνομα της απολιτικής είτε στο όνομα της σούπερ «επαναστατικής» υπερπολιτικοποίησης του χάιδευε τα αυτιά με τα «ουστ», με τα «τετζερέδια», με τον αντιοργανωτισμό γενικώς, τον «συμβούλευε» να κοιτάει δήθεν «μακριά» και όχι «κοντόθωρα». Να μην επικεντρώνει σε αιτήματα και στόχους ανατροπής της επίθεσης αλλά σε γενικές «αλλαγές» και «πτώσεις» κυβερνήσεων που αυτόματα θα έφερναν την ανακούφιση, και την Αριστερά «τους» στο προσκήνιο.
Οσο όμως αυτοί οι αριστεροί συνεχίζουν στον αστερισμό του κοινοβουλευτικού κρετινισμού να φωνασκούν για εκλογές, η πραγματικότητα βαδίζει προς την κατεύθυνση της έντασης της επίθεσης.
Μπορεί η Αριστερά «μας» να διαπιστώνει εκτροπές (και έχει δίκιο), αλλά δεν κάνει ούτε μια κίνηση να απευθυνθεί στο λαό για να τον ενεργοποιήσει να παρέμβει στις εξελίξεις. Ούτε να «πανηγυρίσει» δεν μπόρεσε η Αριστερά «μας» γιατί οι εξελίξεις τής έχουν κόψει τη μιλιά. Ούτε να ψελλίσει κατιτίς για δικαίωση δεν μπορεί, γιατί πριν προλάβει να φύγει η τωρινή κυβέρνηση από το «παράθυρο», έχει ανοίξει η πόρτα για να μπει η «καινούρια» που θα κάνει τα ίδια και χειρότερα.
Πάσχιζε όλους τους προηγούμενους μήνες το ΚΚΕ(μ-λ) (ευτυχώς όχι μόνο του) να αντιπαρατεθεί όπως μπορούσε στην εκλογολογία και την πτωσολογία. Από τα στόματα των επικεφαλής της Αριστεράς «μας» εισέπραττε τις ίδιες μονότονες απαντήσεις: «Να πέσει γιατί είναι η χειρότερη κυβέρνηση». Και τώρα που έπεσε; Απορία ψάλτου βηξ!
Περιορίζονται σε επικλήσεις της αστικής νομιμότητας και του συντάγματος που όντως το σύστημα για μια ακόμη φορά έδειξε ότι δεν έχει κανένα πρόβλημα να είναι το πρώτο που τα παραβιάζει, αρκεί να μεθοδεύσει λύσεις που να διευκολύνουν την επίθεσή του.
- Ας δούμε όμως με πιο συγκεκριμένες επισημάνσεις και διαπιστώσεις για ποιο λόγο φτάσανε τα πράγματα εδώ, με άμεσο αποτέλεσμα να βιώνει το σύστημα μια πρωτόγνωρη περίοδο ιδιότυπης «ακυβερνησίας» που δεν θέλει και πολύ να χαρακτηριστεί ως πολιτικό κενό. Οπως είπαμε, λοιπόν, σχεδόν αμέσως μετά την επιτυχία του ΠΑΣΟΚ να ψηφίσει έστω ασθμαίνοντας και με πολλές βοήθειες το Μεσοπρόθεσμο εν μέσω μια μεγάλης λαϊκής έκρηξης διαρκείας, φάνηκε ότι ο δρόμος για το ντόπιο κατεστημένο δεν θα ήταν στρωμένος με ρόδα. Φάνηκε ότι η κρίση στην ΕΕ είναι τέτοιου βάθους και χαρακτήρα που το «δώρο» που έδωσαν οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές στην ντόπια άρχουσα τάξη με τη συμφωνία του Ιουλίου κάθε άλλο παρά θα ανέκοπτε την πορεία για τα χειρότερα και για το λαό και για τη χώρα. Αντίθετα, η συμφωνία του Ιουλίου (ουσιαστικά η μη τήρησή της), όπως συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις, άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Η κυβέρνηση και το ντόπιο κατεστημένο από τα πράγματα έπρεπε να μεθοδεύσει, να υλοποιήσει, να επιβάλει τόσο τρομακτικά μέτρα με τεράστιες επιπτώσεις στον ήδη βεβαρημένο λαό, που οι παράγοντες του συστήματος δεν πίστευαν ότι η επίθεση θα προχωρήσει αναίμακτα, χωρίς εκρήξεις και ανεπηρέαστα από τους ανταγωνισμούς και τους κλυδωνισμούς στην ΕΕ, με δεδομένο ότι οι ΗΠΑ αναμιγνύονταν στα της Ευρώπης όλο και πιο ενεργά. Το καινούριο «χαστούκι» για τους εδώ κρατούντες ήρθε ταυτόχρονα σχεδόν με το πολυνομοσχέδιο, το οποίο θα ψηφιζόνταν υποτίθεται για να μπάλωνε τις «ανεπάρκειες» της συμφωνίας του Ιούλη.
Ηρθε λοιπόν και η συμφωνία του Οκτώβρη, που δρομολογούσε ουσιαστικά τη χρεοκοπία υπό επίβλεψη και εποπτεία, που ταυτόχρονα απαιτούσε από το ντόπιο κατεστημένο να υλοποιήσει ένα δεκαετές τουλάχιστον πρόγραμμα λεηλασίας της χώρας και εξανδραποδισμού του λαού. Πολλοί υποτίθεται αναλυτές κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν γιατί το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο δεν συμπεριφέρθηκε σ' όλη αυτή τη διαδρομή με τη μέγιστη δυνατή ομοψυχία και συναίνεση. Κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν γιατί το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο, τα αστικά κόμματα αλλά και τα αναχώματα δεν μπόρεσαν να λειτουργήσουν αφομοιωτικά και εκτονωτικά για τις καταστάσεις. Λες και δεν καταλαβαίνουν ότι το σημερινό πολιτικό σύστημα, έτσι όπως μας προέκυψε στην τριακονταετία μετά το '73, είναι πλέον ένα (καλοσυντηρημένο έστω) πολύ παλιό μοντέλο αυτοκινήτου που χρειάζεται να τρέξει με 250 χλμ. την ώρα για να καλύψει της ανάγκες της επίθεσης. Το πιο «φυσιολογικό» είναι, όσο το πουσάρεις να αρχίσει να τρίζει, να ξεχαρβαλώνεται και να μην προλαβαίνει να μπαίνει και να βγαίνει στα «συνεργεία». Και φυσικά τα ανταλλακτικά και η εργασία για να επισκευαστεί γίνονται όλο και πιο ακριβά και δυσεύρετα!
Είναι δυνατόν ένα ντόπιο κατεστημένο που έχει μπει στο DNA του η υποτέλεια να μη συνταράσσεται συθέμελα όταν το όλο πλέγμα σχέσεων που το έχουν ταΐσει, στηρίξει και βοηθήσει δοκιμάζεται σε τέτοιο βαθμό που να απειλούνται μέχρι και τα τελευταία υπολείμματα «συνοχής» στο οικοδόμημα της ΕΕ. Είναι δυνατόν το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο, που ξεμένει από εφεδρείες, που οι πυλώνες του (τα δύο κόμματα) κλονίζονται και από την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, να μην εμφανίζει στοιχεία πανικού και σημάδια αποσύνθεσης;
Οταν το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο πρέπει να παραδώσει μια χώρα και ένα λαό ξέφραγο αμπέλι και γη επαγγελίας για τους ιμπεριαλιστές, χωρίς κανένα αντάλλαγμα, είναι δυνατόν να μη χάνει την ψυχραιμία του;
Οταν το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο διαπιστώνει ότι ο λαός, ενώ ηττάται, συνεχίζει να σηκώνει κεφάλι ξανά και ξανά, να μην το βάζει κάτω μπροστά στην απειλή τραγωδιών, πώς είναι δυνατό να μην εκνευρίζεται, να μην καταφεύγει σε βία και τρομοκρατία, να μην παραβιάζει ακόμα και την ίδια του τη νομιμότητα.
Οταν το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο όχι μόνο αδυνατεί να διασφαλίσει στις μερίδες του ντόπιου κεφαλαίου τα παλαιά καλά κέρδη, αλλά και πασχίζει να τους φορτώσει και συνέπειες της κρίσης για να γλιτώσουν άλλα, πώς είναι δυνατόν να μην ενεργοποιηθούν παπαγαλάκια, να μην υπάρχουν χτυπήματα κάτω από τη μέση, να μην εμφανίζονται φαινόμενα «τα ποντίκια να πηδούν από το πλοίο»;
Το δημοψήφισμα λοιπόν δεν ευθυνόταν ούτε κυρίως ούτε από μόνο του για όλη αυτή την κατάσταση που βιώνουμε. Το δημοψήφισμα, όχι τυχαία, μπήκε στην πολιτική συζήτηση αμέσως μετά τις συμφωνίες του Ιουλίου. Ηταν σαν σκέψη το «αντίβαρο» για τις εκλογές που οι βασικοί παράγοντες εντός και εκτός Ελλάδος δεν τις ήθελαν με κανέναν τρόπο. Κυρίως γιατί θα ήταν εκλογές στην «ομίχλη», με ασαφή αποτελέσματα και «ανεξέλεγκτα» μεγάλα κομμάτια του λαού. Το δημοψήφισμα άλλωστε, σαν βαλβίδα «εκτόνωσης» των λαϊκών διαθέσεων, δεν αποτελεί ελληνικό copyright. Είναι κυρίως ευρωπαϊκή πατέντα. Οχι μόνο το ΠΑΣΟΚ λοιπόν αλλά και άλλοι έβλεπαν σαν μια διαφυγή (προσωρινή έστω) το δημοψήφισμα. Ολοι αυτοί που έχουν την ευθύνη εντός και εκτός Ελλάδος για το προχώρημα της άγριας επίθεσης έπρεπε κάτι να «δώσουν» στους από κάτω. Κάποιο δολωματάκι έπρεπε να ρίξουν για τα όποια αναχώματα θορυβούσαν και αναζητούσαν ρόλο στο όλο παιχνίδι. Ηταν, αν θέλετε, και έκφραση ότι το ΠΑΣΟΚ και οι άλλοι συνεχίζουν και συνέχιζαν να σκέφτονται και να πράττουν με τους ίδιους όρους.
Το δημοψήφισμα λοιπόν, αν κάηκε, αυτό έγινε διότι δεν κατάφερε ούτε το λαό να συγκινήσει ούτε όμως και τους έξω να «εκβιάσει». Κάηκε γιατί δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τις αντιθέσεις Ευρώπης-ΗΠΑ, γιατί προφανώς και κυρίως εκεί πόνταρε για να λειτουργήσει και σαν εκβιασμός. Αν κάτι «κατάφερε» είναι να ευνοήσει την όποια στροφή Σαμαρά προς μια υποψία (πολύ αμυδρή) αποκατάστασης της εσωτερικής συνοχής του ντόπιου πολιτικού συστήματος. Ωστόσο οι τωρινές εξελίξεις κινδυνεύουν να εκτρέψουν τα πράγματα σε πολύ χειρότερα σημεία απ' ό,τι βρίσκονταν αμέσως μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου και την απόφαση του Οκτώβρη. Πρώτα και κύρια γιατί η απόφαση του Οκτώβρη, αποτελώντας προοίμιο χρεοκοπίας, αναστάτωσε ακόμη περισσότερο το λαό αντί να τον κατευνάσει. Φάνηκε στις παρελάσεις ότι μέσα στο λαό διαμορφώνονται νέες συνειδήσεις που απειλούν να ξεπεράσουν τις παλιές σε μια κατεύθυνση χειραφέτησης. Δεύτερο και εξίσου σοβαρό, διότι τουλάχιστον στο εσωτερικό καίγονται συστηματικά μία μία οι λύσεις ή οι «λύσεις» που είχε το σύστημα για να πορευτεί.
- Ετσι όπως προέκυψαν τα ζητήματα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα απερίγραπτο κουβάρι. Το ΠΑΣΟΚ (και κυρίως ο πρόεδρός του και οι συν αυτώ) αντιδρούν και μάλιστα άσχημα να είναι αυτοί και μόνο αυτοί που για λογαριασμό του συστήματος θα αποτελέσουν το εξιλαστήριο θύμα στο οποίο θα φορτωθούν όλες οι συνέπειες της άγριας επίθεσης, χωρίς να του δίνεται η δυνατότητα να παραμείνει μέσα στις εξελίξεις. Η ηγετική ομάδα θεωρεί ότι αξίζει καλύτερης μεταχείρισης ώστε να βάλει σφραγίδα στις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις. Αλλωστε δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η αμερικάνικη πλευρά έχει άρει τελείως και ανεπίστρεπτα την εμπιστοσύνη της σ' αυτή την ηγετική ομάδα, έτσι ώστε αυτή να πεταχτεί πια στα σκουπίδια της ιστορίας. (Δεν λείπουν βέβαια και τα σημάδια περί του αντιθέτου).
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα είναι ότι οι ισχυροί της ευρωζώνης, που δεν πόνταραν ούτε ποντάρουν στον Παπανδρέου, είναι τόσο «υποχρεωμένοι» να συνεχίσουν τις πιέσεις (ιδιαίτερα μετά τις απειλές εξάπλωσης της κρίσης προς Ιταλία), που κάνουν το μέλλον δυσοίωνο και για τους φιλοευρωπαϊστές μέσα στο κυβερνητικό κόμμα.
Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν μέσα από τη σύγκρουση των μερίδων του δυσκολεύει το «εγχείρημα» της επιβολής μιας αποτελεσματικής κυβέρνησης που θα στηρίζεται από μεγάλο φάσμα αστικών δυνάμεων για να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά χωρίς εκλογές, χωρίς δημοψήφισμα, χωρίς...
Ετσι όπως τα έχουν δρομολογήσει τα πράγματα, αυτό που πιθανόν θα καταφέρουν είναι να βγάλουν με τα χίλια ζόρια μια κυβέρνηση που θα είναι και θα φαίνεται τόσο ανδρείκελο και υποχείριο των ισχυρών, που δεν θα έχει κανένα «λούστρο» απέναντι στο λαό. Μια κυβέρνηση που θα έχει ουσιαστικά περιορισμένη νομιμοποίηση από την άρχουσα τάξη για να την εκφράζει και να την εκπροσωπεί σε τόσο δύσκολες συνθήκες.
Κινδινεύει δηλαδή το όλο σύστημα να βγει απ' όλη αυτή την «περιπέτεια» με κυβέρνηση που να είναι σαφώς λιγότερο ισχυρή και αποφασιστική απ' αυτή που είχε το προηγούμενο διάστημα.
Και αν το ΠΑΣΟΚ έχει κάποιους λόγους να επιδιώκει να μείνει ενωμένο και μέσα στις εξελίξεις παρά τη φθορά που έχει υποστεί, φαντάζεστε πόσους λόγους έχει η ΝΔ που κινδυνεύει να μείνει «μπουκάλα» ενώ φαντασιωνόταν κυβερνήσεις και αυτοδυναμίες. Η ΝΔ δεν καίγεται να στηρίξει μια κυβέρνηση που να είναι περισσότερο από υπηρεσιακή, γιατί θα αναγκαστεί να ξεμπροστιαστεί και να αυτοκτονήσει πολιτικά. Υπάρχουν λοιπόν τόσες αντιφάσεις και αντινομίες, που είναι δύσκολο να προβλέψουμε τι θα γίνει. Απλώς, είναι τόσο φανερό το αδιέξοδο και η αδυναμία, με ή χωρίς βοήθειες απ' έξω, των «μέσα» να βρουν αξιόπιστες σχετικά λύσεις, που ακόμη και ξεσκολισμένοι οπορτουνιστές, δεξιοί και «αριστεροί», που ξερογλείφονταν όλο το προηγούμενο διάστημα να μπουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας έχουν γίνει πολύ επιφυλακτικοί (να δούμε μέχρι πότε).
Το βέβαιο είναι ότι το καπιταλιστικό σύστημα, ακόμα και σε χώρες με τόσο σάπιο, εξαρτημένο και δουλοπρεπές πολιτικό κατεστημένο, έχει αποκτήσει εμπειρίες να βρίσκει έστω και σε δύσκολες συνθήκες λύσεις για να προχωράει, ιδιαίτερα όταν οι τελικοί του αντίπαλοι δεν έχουν συγκροτήσει ακόμα τη δική τους προοπτική και δύναμη.
- Γι’ αυτό και το πιο επικίνδυνο σημείο των ημερών είναι η «απόσυρση» των λαϊκών δυνάμεων από το προσκήνιο στο περιθώριο. Είναι, αν θέλετε, το μόνο πραγματικό κέρδος για το σύστημα που περνάει τόσες αναστατώσεις και τριγμούς, που καθυστερεί προς το παρόν να γεμίσει τα κενά του χωρίς να έχει την πίεση και λαϊκή ανοιχτή λαϊκή κατακραυγή. Και εδώ ξαναβρίσκουμε τις τεράστιες ευθύνες της Αριστεράς «μας», που έχει διαλύσει την αντιιμπεριαλιστική, αντιεξαρτησιακή συνείδηση του λαού, που φροντίζει σε κάθε μαζική έκρηξη λαϊκής οργής και αγανάκτησης να λειτουργεί σαν κυματοθραύστης, σαν παράγοντας νομιμότητας, σαν δίοδος προς την ενσωμάτωση του κόσμου στα όρια του αστικού πολιτικού παιχνιδιού.
Αν λοιπόν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, όπου οι λαϊκές δυνάμεις δεν θα μπορούν να βρίσκουν τρόπους και μορφές να εκφράσουν την πραγματική δική τους θέληση και να πιέσουν προς τα μπρος τα πράγματα, δεν θα υπάρξει σοβαρή δυνατότητα αντίστασης στην προϊούσα χρεοκοπία της χώρας, στις πιθανές τραγωδίες που μας επιφυλάσσουν η εξάρτηση, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών που όλο και πιο έντονα διεκδικούν χώρες, αγορές για να τις καθυποτάξουν.
Αν ο λαός «περιμένει» τις κάλπες για να «μιλήσει» και δεν προσανατολιστεί μαζί με όσους επαναστάτες, αγωνιστές, κομμουνιστές είναι πρόθυμοι να υπηρετήσουν την υπόθεση της εργατικής και λαϊκής χειραφέτησης, τότε πιθανόν να τον «περιμένουν» πολλές και δυσάρεστες «εκπλήξεις» σε βάρος της δουλειάς του, της υγείας, των δικαιωμάτων, του μέλλοντος των παιδιών του και, γιατί όχι, σε βάρος της πατρίδας του.
ΥΓ.: Είναι φανερό ότι όταν γράφονταν οι παραπάνω σκέψεις και εκτιμήσεις δεν ήταν γνωστό αν και πού κατέληξαν οι διεργασίες στο πλαίσιο του πολιτικού συστήματος για τη «νέα» κυβέρνηση. Με βάση τα όσα αναφέραμε, μπορούμε βάσιμα να προβλέψουμε ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει θα είναι υποτελής σε ΕΕ και ΔΝΤ και πρόθυμη να υπακούει στις επιταγές τους. Θα είναι μια κυβέρνηση που δεν θα ανακόψει την πολιτική αστάθεια στη χώρα και τα μαγειρέματα για αναδιάταξη- αναμόρφωση του πολιτικού στάτους προς μορφές πιο αντιδραστικές, πιο αντιλαϊκές, πιο σταθερές, που θα προσπαθήσουν να μαντρώσουν για τα καλά το λαό.
Τέλος, θα πρόκειται για μια κυβέρνηση μισοϋπονομευμένη απ' την αρχή, που θα έχει ελάχιστες δυνατότητες χειρισμού των οξυμένων λαϊκών αντιδράσεων και που πιθανότατα θα μετατραπεί σε πεδίο ανταγωνισμών και καβγάδων για τη διαμόρφωση της μελλοντικής σταθερής λύσης. Μια κυβέρνηση που πιθανότατα θα «μείνει» στην ιστορία σαν κυβέρνηση χρεοκοπίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.