Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

29 Νοε 2011

Υποκατάσταση των αστικών κομμάτων και πολιτικών από τους τραπεζίτες;

Οι εξελίξεις στην πολιτική κατάσταση της χώρας με την κυβέρνηση συνεργασίας ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ και πρωθυπουργό τον «εξωθεσμικό τραπεζίτη» Λ. Παπαδήμο καθώς και οι «αντίστοιχες» πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία με την εξώθηση σε παραίτηση του Μπερλουσκόνι και κυβέρνηση τεχνοκρατών με πρωθυπουργό τον Μόντι έχουν πυροδοτήσει εκτιμήσεις και συζητήσεις για τον χαρακτήρα αυτών των εξελίξεων. Κυρίαρχο χαρακτηριστικό πολλών τοποθετήσεων αποτελεί η άποψη ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια μετάλλαξη του αστικού πολιτικού συστήματος. Από πολλές πλευρές, διαφορετικής προέλευσης, η εκτίμηση ότι είμαστε, πλέον, υπό το καθεστώς μιας χούντας τραπεζιτών, που επιβλήθηκε μέσα από συνταγματική εκτροπή με τη συμμετοχή των τριών «συνεργαζόμενων» κομμάτων και του προέδρου της δημοκρατίας, προσπαθεί να συνδέσει αυτή την εξέλιξη με ανακατατάξεις στην Ευρώπη που κύριο χαρακτηριστικό τους έχουν τη συγκέντρωση των εξουσιών σε «ομίλους» όπως της Φρανκφούρτης ή σε «διευθυντήρια» Βρυξελλών. Μάλιστα με αφορμή την απαίτηση ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ για καθαρή υποταγή του αστικού πολιτικού προσωπικού της χώρας με την… υπογραφή τους, έχουν υψωθεί «πατριωτικές» κραυγές απέναντι σε Μέρκελ, Γερμανία και λοιπών Ευρωπαίων «εταίρων» που εξωθούν το ντόπιο πολιτικό προσωπικό σε πλήρη ανυποληψία και αδυναμία άσκησης πολιτικής διακυβέρνησης.
Έχουμε τη γνώμη ότι όλα τα παραπάνω έχουν σαν βάση τους λαθεμένες εκτιμήσεις, τόσο για το τι καθορίζει τις εξελίξεις στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα αλλά και την «παρατεταμένη» υποτίμηση του εξαρτημένου χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλιστικού σχηματισμού και το «ποιόν» των αστικών πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Και όταν πρόκειται για απολογητές του συστήματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, «κατανοούμε» την προσπάθειά τους να συγκαλύψουν τον πραγματικό χαρακτήρα της κρίσης, των ανταγωνισμών και των αντιθέσεων, τόσο στο παγκόσμιο όσο και σε εσωτερικό επίπεδο. Όσον αφορά όμως δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά, δεν πείθουν οι καταγγελίες τους για τις σημερινές εκτροπές του αστικού πολιτικού συστήματος και οι κραυγές αγωνίας τους για τον εκτροχιασμό αυταρχικότητας της... άλλοτε δημοκρατικής Ευρώπης που τόσο κάποιοι από αυτούς εκθείαζαν. Δεν πείθουν πολύ περισσότερο αυτοί που προσπαθούν να συγκαλύψουν το γεγονός ότι ήταν αυτοί οι ίδιοι που έτρεξαν να συνδράμουν με τη στήριξη για πρωθυπουργό του «εξωθεσμικού τραπεζίτη» Ζολώτα στην «οικουμενική κυβέρνηση» ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ενιαίου ΣΥΝ (ΚΚΕ-ΕΑΡ κ.λπ.) την περίοδο Νοέμβρης 1989 - Απρίλης 1990. Είναι γεγονός ότι διαδραμάτισαν έναν «πρωτοπόρο» ρόλο, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στο να δώσουν διέξοδο στη διαχείριση των πολιτικών πραγμάτων για το ξεπέρασμα της κρίσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Αυτοί που είχαν και εξακολουθούν να έχουν «ευαγγέλιο» την αστική νομιμότητα και τη δημοκρατικότητα της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» φρίττουν σήμερα με τις εξελίξεις και με τις απόψεις τους προκαλούν ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση στους εργαζομένους και στο λαϊκό κίνημα.
Οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας καθορίστηκαν κυρίως από τρεις σημαντικούς παράγοντες. Πρώτα από όλα από την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που ολοένα και περισσότερο κλιμακώνεται στο έδαφος της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και των αδιεξόδων, τόσο στην Ευρώπη όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η κρίση, τα αδιέξοδα και η ένταση των ανταγωνισμών ωθούν συνεχώς τις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης σε «αποφασιστικές» κινήσεις και απαιτήσεις απέναντι στους «αδύνατους κρίκους» της ευρωζώνης για πλήρη και άνευ όρων υποταγή στις επιλογές τους. Αυτή η κατεύθυνση δεν προσπαθεί μόνο να «εξευμενίσει» τις παγκόσμιες αγορές του χρηματιστικού κεφαλαίου μέσω της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της μείωσης των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους, αλλά κυρίως να εξασφαλίσει την πολιτική κυριαρχία πάνω σε αυτές τις χώρες και να εμποδίσει τους ανταγωνιστές τους να αναλάβουν περισσότερο «ενεργό» ρόλο πέρα από τον συμβιβασμό και την αποδοχή της συμμετοχής του ΔΝΤ στα ευρωπαϊκά πράγματα. Είναι φανερό ότι η «ασφυξία» που νιώθει τόσο η ντόπια αστική τάξη όσο και το πολιτικό της προσωπικό από την αφόρητη πίεση που τους ασκούνται, ταυτόχρονα με την αδιέξοδη πολιτική όσον αφορά τα πραγματικά μεγέθη του χρέους, των ελλειμμάτων και του βαθέματος της οικονομικής ύφεσης, προκαλούν «αλυσιδωτές αντιδράσεις» στο πλαίσιο του αστικού πολιτικού συστήματος, που αναζητά τους πιο «πρόθυμους» και «διαθέσιμους» για να προωθήσουν μια πρωτοφανή επίθεση απέναντι στον λαό, αλλά ταυτόχρονα να υποβαθμίσουν και τη δική τους θέση, τόσο στο ζήτημα της κυριαρχίας τους όσο και στον ρόλο τους στις εξελίξεις. Αυτό όμως που βαραίνει τελικά στις επιλογές τους είναι η πλήρης υποταγή τους στα ιμπεριαλιστικά κελεύσματα, γιατί έτσι «λειτουργούν», έτσι εξασφαλίζουν την κυριαρχία τους και τα κέρδη τους. Ιδιαίτερα από τη μεταπολίτευση του 1974 μέχρι σήμερα οι εξελίξεις στη χώρα και στο αστικό πολιτικό σύστημα καθορίστηκαν από τον συμβιβασμό Αμερικάνων και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών για τη διπλή επικυριαρχία τους στη χώρα. Η όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών δημιουργεί την ανάγκη στην αστική τάξη και στο πολιτικό της προσωπικό να επιστρατεύσει όλες τις δυνάμεις της σε ένα αντιδραστικό μέτωπο με κύριο στόχο την υλοποίηση των ιμπεριαλιστικών επιταγών αλλά και το τσάκισμα του μοναδικού παράγοντα που σήμερα αναδεικνύεται πρωταγωνιστής των εξελίξεων, του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Και αυτός ο παράγοντας χρόνια τώρα κλιμακώνει την αντιπαράθεσή του με το σύστημα και τις πολιτικές του δυνάμεις βραχυκυκλώνοντας πλευρές της επίθεσης, απαξιώνοντας το σύστημα και το πολιτικό του προσωπικό με τη μαζική αποχή στις ευρωεκλογές και στις «καλλικράτειες», που τόσο κατηγορήθηκαν από δυνάμεις της Αριστεράς σαν «αμερικανιά», αποτέλεσαν όμως προδρόμους των λαϊκών αντιδράσεων στις πλατείες, στις οποίες η Αριστερά είτε γύρισε την πλάτη γιατί δεν τις ταίριαζαν είτε μεταμφιέστηκε «αγανακτισμένη» για να είναι με το ρεύμα. Σημαντικά «πολιτικά κεφάλαια» του συστήματος, στην προσπάθεια εκτόνωσης των αντιδράσεών του λαού περνούν στην «εφεδρεία» ή αχρηστεύονται σαν αποτέλεσμα ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα της 48ωρης απεργίας και των λαϊκών διαδηλώσεων της 28ης Οκτώβρη που έβαλαν σε σοβαρό κίνδυνο όχι μόνο τα σχέδια της επίθεσης, αλλά έθεσαν και σε δοκιμασία τις σχέσεις εξάρτησης και υποταγής της αστικής τάξης και του πολιτικού προσωπικού της για τη δυνατότητά τους να υποτάξουν αυτόν τον «απροσδόκητο» παράγοντα.
Η επιλογή της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ με πρωθυπουργό τον Λ. Παπαδήμα είναι η «πολιτική λύση» που δίνει σήμερα το ντόπιο αστικό πολιτικό σύστημα για να αντιμετωπίσει τις λαϊκές αντιδράσεις από τη μία και τις επιταγές των ιμπεριαλιστών από την άλλη, προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο για την εσωτερική του «ανασυγκρότηση» και προσπαθώντας ταυτόχρονα να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα που διαμορφώνει η οικονομική κρίση και ο ανταγωνισμός των ιμπεριαλιστών. Το σίγουρο είναι ότι αυτή η «προσαρμογή» θα φέρει, ήδη φέρνει, τριγμούς στο αστικό πολιτικό εποικοδόμημα της μεταπολίτευσης και οι εξελίξεις είναι μπροστά. Το μαύρο μέτωπο που συμπτύχθηκε στη χώρα μας είναι ένας ακόμα προσωρινός συμβιβασμός των αστικών και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση για τον εργαζόμενο λαό, που αποκαλύπτει ότι η επίθεση του συστήματος στο έδαφος της κρίσης του θα παίρνει όλο και πιο βάρβαρα όλο και πιο καταπιεστικά χαρακτηριστικά. Το σύστημα θα κλιμακώνει τις αντιδραστικές του «πολιτικές λύσεις» μέχρι του σημείου που θα είναι και αυτές αδιέξοδες στην αντιμετώπιση των λαϊκών αντιδράσεων και τότε θα αναζητήσει άλλες «λύσεις». Ενώ από την άλλη οι πολιτικοί χειρισμοί θα υποτάσσονται στους ιμπεριαλιστικούς συσχετισμούς και εφόσον οι εξελίξεις το απαιτήσουν, οι «λύσεις» στο αστικό πολιτικό σύστημα θα φέρνουν και όλα τα «χαρακτηριστικά» μίας επικείμενης γενικευμένης σύγκρουσης.
Συγκρίνοντας την επιλογή Παπαδήμου στη χώρα μας με την επιλογή Μόντι στην Ιταλία δεν μπορούμε να τις ταυτίζουμε παρά μόνο σε μία σειρά από «εξωτερικά» γνωρίσματά τους. Γιατί είναι άλλη η ταξική και πολιτική συγκρότηση των δύο αστικών τάξεων, το βάθος και η εμβέλειά τους, οι όροι της κυριαρχίας τους στην εθνική τους βάση και φυσικά η πολιτική ιστορία των δύο χωρών. Εξάλλου μην ξεχνάμε ότι στην Ιταλία ήδη από το 1994 με τη διάλυση όλων των «παραδοσιακών» κομμάτων (χριστιανοδημοκράτες, σοσιαλιστές, ρεφορμιστές) έγινε μια «πρωτοπόρα» προσπάθεια ανάταξης ενός πολιτικού συστήματος που περνούσε μία βαθιά κρίση. Αλλά και αυτή η ανάταξη είχε κυρίαρχα τα πολιτικά στοιχεία της αστικής πολιτικής συγκρότησης και διαχείρισης, παρ' όλο που ο «μπερλουσκονισμός» έδειξε και την τάση του κεφαλαίου να αναλάβει «αυθεντικά» την κυριαρχία στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Αυτή η τάση του κεφαλαίου για την «αυθεντική» του παρουσία έχει γίνει προσπάθεια να πάρει έκφραση και στη χώρα μας σε διάφορες περιόδους, με την προβολή μάλιστα και συγκεκριμένων προσώπων (Βγενόπουλος) που είτε κάηκαν είτε εγκαταλείφθηκαν στην πορεία σαν αποτέλεσμα του τεράστιου βάρους που έπρεπε να αναλάβουν στη διαμεσολάβησή τους προς τον λαό για το πέρασμα αντεργατικών-αντιλαϊκών μέτρων που οδηγούν στην εξαθλίωση. Όπως εγκαταλείφθηκαν και στραπατσαρίστηκαν και άλλες λύσεις για τη δημιουργία «νέου» φορέα (Αβραμόπουλος), κυρίως κάτω από την αμετάκλητη απόφαση τόσο των ιμπεριαλιστών όσο και της ντόπιας αστικής τάξης να προχωρήσουν με τους δύο «πυλώνες» του αστισμού (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ) στην αντιλαϊκή τους επίθεση. Οι δυνατότητες της αστικής τάξης στη χώρα μας αλλά και γενικότερα να λειτουργήσουν χωρίς την πολιτική διαμεσολάβηση των αστικών πολιτικών μηχανισμών και του αντίστοιχου πολιτικού προσωπικού περιορίζονται όχι μόνο από τις εσωτερικές της αντιθέσεις και ανταγωνισμούς, αλλά και από τη δυσκολία να γίνουν ανεκτά από τον λαό μέτρα και πολιτικές που θα πλουτίζουν άμεσα τους ίδιους που θα τα αποφασίζουν, οξύνοντας έτσι την ταξική σύγκρουση με απρόβλεπτες συνέπειες.
Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις αυξάνονται τα καθήκοντα για το λαϊκό κίνημα, το ανέβασμα του πολιτικού του επιπέδου, η παραπέρα οργάνωση και συγκρότηση των δυνάμεών του, η κλιμάκωση της πάλης του σαν μοναδικής εγγύησης για την ανατροπή της επίθεσης των μαύρων δυνάμεων του συστήματος. Η όξυνση της αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις του συστήματος αποτελεί και το μοναδικό πεδίο της αναγνώρισης της λαϊκής δύναμης και των δυνατοτήτων του κινήματος, σε αντίθεση με την υποταγή στην αστική νομιμότητα και τη «διέξοδο» των κοινοβουλευτικών εκλογών που υποτίθεται ότι αποτελούν την απάντηση στις συνταγματικές εκτροπές του συστήματος. Εξάλλου είναι σίγουρο ότι όταν οι συνθήκες το «επιτρέψουν» και γίνουν όλες οι αναγκαίες «προετοιμασίες» από τη μεριά των ιμπεριαλιστών και της ντόπιας αστικής τάξης, θα επιδιώξουν την «αναβάπτισή» τους στη λαϊκή «εντολή».