Του Γιάννη Καραμήτρου
Σε λίγες μέρες οι φοιτητές και σπουδαστές από όλη την Ελλάδα ψηφίζουν στους συλλόγους τους στις φετινές φοιτητικές και σπουδαστικές εκλογές. Σε μια χρονιά πολύ διαφορετική από όλες τις άλλες. Ολα τα δεδομένα της προ Μνημονίου εποχής έχουν καταργηθεί ή αμφισβητούνται. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, το κατώτατο μεροκάματο, η ασφάλιση, η υγεία, η παιδεία. Το βιοτικό επίπεδο που είχε κατακτήσει ο λαός μας τις προηγούμενες δεκαετίες έχει καταρρακωθεί.
Το σοκ είναι τόσο ισχυρό, που θέλει το χρόνο του για να «χωνευτεί». Πόσω μάλλον που ο λαός και η νεολαία για δεκαετίες τρεφόταν με αυταπάτες και με ψεύτικες ελπίδες που την τάιζε το σύστημα και οι ρεφορμιστές της Αριστεράς. Τι να πρωτοθυμηθούμε. Τη ΔΑΠ και την ΠΑΣΠ που προσπαθούσαν με όλα (κυριολεκτικά) τα μέσα να πείσουν για το μάταιο του αγώνα. Που προσπαθούσαν να επαναπαύουν τους φοιτητές και σπουδαστές, λέγοντάς τους πως η ιστορία τελείωσε. Πως οι όποιες κατακτήσεις και τα δικαιώματά τους δεν κινδυνεύουν. Πως το μέλλον είναι στρωμένο με ροδοπέταλα.
Από κοντά και οι ορθόδοξοι της Αριστεράς στο ρόλο του κυματοθραύστη του κινήματος της νεολαίας. Δεν υπήρξε μαζική φοιτητική και σπουδαστική κινητοποίηση τα τελευταία χρόνια που να μην υπονομεύτηκε και κατασυκοφαντήθηκε από την «πρωτοπορία». Και αυτές δεν ήταν λίγες.
Οι κινητοποιήσεις του Μαΐου-Ιουνίου του 2006 ενάντια στον τότε νόμο πλαίσιο, οι μεγαλειώδεις καταλήψεις ενάντια στην κατάργηση του άρθρου 16, ο Δεκέμβρης του 2008. Με τη δικαιολογία πως οι αγώνες της νεολαίας είναι «λίγοι», δεν έχουν «προοπτική», κάνανε ό,τι περνάει από το χέρι τους για να μαντρωθεί ξανά η νεολαία. Να ξαναγυρίσει στα αμφιθέατρα. Ωστε να μπορέσουν να ξαναγυρίσουν και αυτοί στους «μεγάλους» αγώνες. Στις εκλογικές αναμετρήσεις και στην επαναστατική γυμναστική των «μυημένων».
Από κοντά και οι ορθόδοξοι της Αριστεράς στο ρόλο του κυματοθραύστη του κινήματος της νεολαίας. Δεν υπήρξε μαζική φοιτητική και σπουδαστική κινητοποίηση τα τελευταία χρόνια που να μην υπονομεύτηκε και κατασυκοφαντήθηκε από την «πρωτοπορία». Και αυτές δεν ήταν λίγες.
Οι κινητοποιήσεις του Μαΐου-Ιουνίου του 2006 ενάντια στον τότε νόμο πλαίσιο, οι μεγαλειώδεις καταλήψεις ενάντια στην κατάργηση του άρθρου 16, ο Δεκέμβρης του 2008. Με τη δικαιολογία πως οι αγώνες της νεολαίας είναι «λίγοι», δεν έχουν «προοπτική», κάνανε ό,τι περνάει από το χέρι τους για να μαντρωθεί ξανά η νεολαία. Να ξαναγυρίσει στα αμφιθέατρα. Ωστε να μπορέσουν να ξαναγυρίσουν και αυτοί στους «μεγάλους» αγώνες. Στις εκλογικές αναμετρήσεις και στην επαναστατική γυμναστική των «μυημένων».
Από την άλλη, η Αριστερά της παγκοσμιοποίησης καθόλου από τα κάτω (απόψεις δανεισμένες από think tank της μητρόπολης του καπιταλισμού, των ΗΠΑ) μα πολύ από τα δεξιά να σπέρνει αυταπάτες με τη σειρά της για το χαρακτήρα του σύγχρονου κόσμου, για το χαρακτήρα του σύγχρονου ιμπεριαλιστικού (του ποιου;), καπιταλιστικού συστήματος. Εναν κόσμο γεμάτο αντιθέσεις, συγκρούσεις, ανταγωνισμούς και πολέμους προσπάθησαν να τον καθαγιάσουν. Και για λίγο φάνηκε πως τα κατάφεραν. Νάρκωσαν τη νεολαία λέγοντάς της πως το μέλλον της είναι στον καπιταλισμό! Αλλωστε είναι ένα σύστημα που έχει μέλλον, παγκοσμιοποιείται και μπορεί με κατάλληλη επέμβαση να λύσει τα προβλήματα της ανθρωπότητας.
Παράλληλα, πλήρως συμβιβασμένοι με το σύστημα και αποδεχόμενοι στην ολότητά του τον τρόπο με τον οποίο παίζεται το αστικό πολιτικό παιχνίδι, προσπάθησαν να το μεταφέρουν και στο φοιτητικό κίνημα. Και ως ένα βαθμό το κατάφεραν. Μετέτρεψαν τους συλλόγους από εργαλεία πάλης της νεολαίας σε κομματικά τους παραμάγαζα. Η αποδοχή από έναν κόσμο της «χαρταπιάς» τους έχει μεγαλύτερη αξία για αυτούς από τη διαμόρφωση συσπειρώσεων αντίστασης. Από τη διαμόρφωση μαζικού κινήματος. Αυτή η διαδικασία συνέβαλε καθοριστικά στον εκφυλισμό του κινήματος. Αποστράτευσε κόσμο, έδωσε βάση στο επιχείρημα πως όλοι ίδιοι είναι ώστε να έχουμε τα σημερινά αποτελέσματα.
Ετσι εξηγείται η πρώτη αντίδραση. Το μούδιασμα που υπάρχει στον σπουδαστόκοσμο. Το σοκ λοιπόν πρέπει να «χωνευτεί». Είναι ανάγκη η νεολαία να ξανακάνει τους επαναπροσδιορισμούς της. Να αξιολογήσει μέσα από μια πραγματική σκοπιά και όχι μέσα από τα ματογυάλια του ρεφορμισμού τα χαρακτηριστικά του συστήματος, να αναζητήσει τρόπους απάντησης στη βαρβαρότητα, να εντοπίσει τους πραγματικούς εχθρούς της και τους ψεύτικους φίλους της. Και όλα αυτά χρειάζονται «χρόνο». Πολιτικός χρόνος που είναι αναγκαίο να διανυθεί ώστε να μπουν οι βάσεις για την ανασυγκρότηση του κινήματος της νεολαίας. Και φυσικά αυτό δεν θα γίνει από μόνο του. Χρειάζεται μεγάλη υποκειμενική προσπάθεια.
Η μόνη πραγματική διέξοδος. ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ!Είναι ανάγκη να ξαναεισαγάγουμε την πρόταση που αποτελεί την πραγματική διέξοδο για τη σπουδάζουσα νεολαία στο φοιτητικό και σπουδαστικό σώμα. Ο μόνος τρόπος ώστε να μπει φραγμός στην επίθεση του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού είναι η δημιουργία μαζικού κινήματος ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ στην επίθεση. Μόνο ο λαός και η νεολαία ενωμένοι και συσπειρωμένοι γύρω από στόχους πάλης, πάνω σε κάθε φορά συγκεκριμένες αιχμές που αναδεικνύει η επίθεση, μπορούν να φρενάρουν, να καθυστερήσουν, να ανακόψουν την αντιλαϊκή αυτή πολιτική.
Στα πανεπιστήμια οι φοιτητικοί και σπουδαστικοί σύλλογοι αποτελούν μια πολύ σοβαρή παρακαταθήκη για το λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα στη χώρα μας. Αποτελούν βήμα συσπείρωσης όλων των φοιτητών του συλλόγου τους και μπορούν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να αποτελέσουν πολύ σοβαρές εστίες αντίστασης, πηγή έμπνευσης για το λαό και την πάλη του. Και αυτό έχει αποδειχτεί. Οχι στο «μακρινό» Πολυτεχνείο, αλλά στις τωρινές μάχες, κάποιες από τις οποίες αναφέρθηκαν.
Πόσω μάλλον που η βεντάλια της επίθεσης δεν έχει για τα καλά ανοίξει στην Τρίτη Βαθμίδα και προμηνύονται πολύ σοβαρές αντιδράσεις και μάχες που έχουν ακόμα να δώσουν οι φοιτητικοί και σπουδαστικοί σύλλογοι. Και αυτό είναι μια αλήθεια που την ξέρουν και οι δυνάμεις του συστήματος και του ρεφορμισμού μέσα στα πανεπιστήμια. Για αυτό και καταργούν το άσυλο και βάζουν σεκιουριτάδες μέσα στις σχολές. Για αυτό και η ΔΑΠ κάνει προεκλογικές προτάσεις οι φοιτητικές και σπουδαστικές εκλογές να γίνονται κάθε 2 χρόνια και να αλλάξουν τα καταστατικά των συλλόγων με την ψήφιση νόμων που θα ρυθμίζουν τη λειτουργία τους. Είναι τόσος ο φόβος τους απέναντι στο φοιτητικό κίνημα (φ.κ.), που μέχρι και η ΚΝΕ έκανε πρόταση ο κάθε σύλλογος να κάνει ξεχωριστά τις εκλογές του, υπονομεύοντας με τη σειρά της το φ.κ. και τις διαδικασίες του.
Η ανάγνωση της αποχής και η στάση μας απέναντί τηςΑπό την άλλη οι δυνάμεις της αυτονομίας-αναρχίας προπαγανδίζουν ανοιχτά τη θέση της αποχής από τις φοιτητικές και σπουδαστικές κάλπες. Μάλιστα πολλά σχήματα της αυτονομίας, ενώ μέχρι πέρσι κατέβαιναν στις εκλογές, από φέτος καλούν σε αποχή. Και αυτό έχει την εξήγησή του. Οσον αφορά την ίδια την αναρχία, δεν είναι κάτι καινούργιο. Συστατικό στοιχείο της λογικής της είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στις «καθυστερημένες» μάζες, στη δυνατότητά τους να παλέψουν και να νικήσουν. Με αυτήν την πεποίθηση, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να υποταχθούν στο συσχετισμό και να δίνουν μάχες «ηρώων». Χαρακτηριστική για την περίοδο είναι η στάση των αυτόνομων σχημάτων, που πάρα πολλά είχαν ξεπηδήσει όλη την προηγούμενη περίοδο. Εκφράζοντας τον μικροαστικό ρομαντισμό, με απόψεις για παρέμβαση στον κοινωνικό μας χώρο, με πολιτικά δάνεια από διάφορες πολιτικές δυνάμεις του χώρου, επιβίωναν και αναπαράγονταν. Η πίεση πλέον είναι διπλή. Και τα πολιτικά ζητήματα είναι τέτοιας κλίμακας, ώστε να μην μπορούν να αντεπεξέλθουν στο επίπεδο των απαντήσεων που μπορούν να δώσουν, και η ανάληψη ευθύνης που απαιτούν οι καιροί είναι μιας άλλης ποιότητας και κλίμακας και πολύς κόσμος μπλοκάρει. Η θέση της αποχής που πηγάζει από ένα τέτοιο δυναμικό περισσότερο εκφράζει μια βαθιά απογοήτευση και παραίτηση από την πάλη και από τις διαδικασίες του κινήματος παρά μια επιθετική λογική απάντησης στη βάρβαρη πολιτική του συστήματος.
Η στάση της αποχής παράγεται αυθόρμητα από την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα σήμερα. Στο φόντο άλλωστε αυτής της πραγματικότητας κινούνται και οι δυνάμεις της αναρχίας-αυτονομίας, και η στάση τους καθορίζεται από το πώς βλέπουν αυτήν την πραγματικότητα, από το είδος των απαντήσεων που δίνουν. Μια πραγματικότητα που «μουδιάζει» κόσμο, αφού η βάρβαρη επίθεση συνοδεύεται από ανυπαρξία Αριστεράς, αριστερού λόγου και αντίστοιχων λαϊκών και κοινωνικών συγκροτήσεων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την πηγή έμπνευσης για ένα δυναμικό.
Η στάση μας απέναντι στην αποχή έχει το χαρακτήρα της πολιτικής μάχης που δίνουμε. Ενάντια στη μοιρολατρία και την παραίτηση. Για την ενεργοποίηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου δυναμικού κόσμου. Για τη συμμετοχή ενός ευρύτερου κόσμου στις διαδικασίες του κινήματος. Για την ισχυροποίηση των συλλόγων. Για την ανάπτυξη ενός ρωμαλέου μαζικού κινήματος ανατροπής της κυβερνητικής πολιτικής. Για το ουσιαστικό προχώρημα της διαδικασίας ανασυγκρότησης του κινήματος. Για την μέσα από αυτήν τη διαδικασία αναζήτηση-ανίχνευση μιας εναλλακτικής πρότασης απέναντι και ενάντια στον καπιταλισμό-ιμπεριαλισμό. Τελικά μια πολιτική μάχη για το δικό μας μέλλον.