Συνεχίζεται η ακολουθία των τοπικών εκλογών στα κρατίδια της Γερμανίας και το ενδιαφέρον φαίνεται να μεγαλώνει αφού συνεχίζονται και οι εκπλήξεις. Παρά τον τοπικό χαρακτήρα και τις ιδιόμορφες συνθήκες σε κάθε μία από τις περιπτώσεις, είναι βέβαιο ότι αυτές θα αποτελέσουν στο σύνολό τους ένα πολιτικό βαρόμετρο για τις επόμενες ομοσπονδιακές που θα γίνουν το 2012. Από τις επτά συνολικά αναμετρήσεις μέσα στο 2011 έγιναν ήδη οι τέσσερες. Την αυλαία άνοιξε το Αμβούργο και συνέχισε το κρατίδιο της Σαξονίας-Άνχαλτ και μία βδομάδα αργότερα ακολούθησαν η Βάδη-Βιρτεμβέργη και η Ρηνανία- Παλατινάτο. Υπολείπονται Βρέμη, Μέκλεμπουργκ - Φορπόμερν, Βερολίνο.
Παρά τις απώλειες (-3%) στο κρατίδιο της Σαξονίας-Άνχαλτ, η CDU τερμάτισε πρώτη με ποσοστό 32,5%, ενώ οι εταίροι του κυβερνητικού συνασπισμού Φιλελεύθεροι (FDP), με 3,7%, βρέθηκαν εκτός του τοπικού κοινοβουλίου. Δεύτερη δύναμη αναδείχθηκε το «Κόμμα της Αριστεράς» (Die Linke), με ποσοστό 23,7% και οι σοσιαλδημοκράτες (SPD) ήρθαν τρίτοι, με 21,5%. Το αποτέλεσμα αυτό επιβάλλει τη συνέχιση της διακυβέρνησης της Σαξονίας-Άνχαλτ από τον «μεγάλο συνασπισμό» των CDU-SPD, λαμβανομένης υπόψιν και της «ανατολικής τοποθέτησης» του κρατιδίου!
Στη Βάδη-Βιρτεμβέργη είχαμε σημαντικές ανατροπές: η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) της Μέρκελ υπέστη μεγάλη ήττα χάνοντας ύστερα από 58 χρόνια το προπύργιό της. Την ιστορική ήττα των Χριστιανοδημοκρατών τη συνόδευσε η, ιστορικών διαστάσεων, επιτυχία που σημείωσαν οι «Πράσινοι». Τα τελικά αποτελέσματα έδωσαν 39% στη CDU (-5%) και 24,4% στους «Πράσινους», που αναδεικνύονται δεύτερο κόμμα. Οι Σοσιαλδημοκράτες περιορίστηκαν στο 23%, που είναι και το χειρότερό τους. Το FDP με το 5,2% διασφάλισε με το ζόρι την εκπροσώπησή του στην τοπική βουλή.
Στο κρατίδιο Ρηνανία-Παλατινάτο το SPD με πρωθυπουργό τον Κουρτ Μπεκ υπέστη μεγάλες απώλειες, αλλά με 35,8% παραμένει πρώτο κόμμα μπροστά από το CDU με 34%. Οι «Πράσινοι» παίρνουν 17% (+12,8%), ενώ τόσο το FDP 4% (-4%) όσο και το κόμμα Αριστερά με 3,2% μένουν εκτός τοπικής βουλής. Τα κόμματα SPD και «Πράσινοι» θα συγκυβερνήσουν και ο Κουρτ Μπεκ θα παραμείνει πρωθυπουργός του κρατιδίου.
Μέχρι στιγμής και ενώ απομένουν άλλες τρεις τοπικές αναμετρήσεις, ο μεγάλος νικητής φαίνεται να είναι το Κόμμα των Πρασίνων. Για πρώτη φορά από τότε που εισήλθαν στην κεντρική πολιτική σκηνή, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, προβάλλουν με τόσο δυναμισμό στην πολιτική σκηνή. Η επιτυχίες των «Πράσινων» -ακόμα και στο παραδοσιακά συντηρητικό κρατίδιο της Βάδης- Βιρτεμβέργης-, έρχεται μετά τις επιπτώσεις που είχε στη γερμανική εσωτερική πολιτική η πυρηνική κρίση της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία. Από πολλούς Γερμανούς αναλυτές αυτό θεωρείται και το βασικό ερμηνευτικό στοιχείο της ανόδου των. Εκτιμούν ότι είναι για τους ψηφοφόρους μια «εύκολη» και «ανώδυνη» διέξοδος, στην ανησυχία και στην αντίθεση απέναντι στην πυρηνική πολιτική των γερμανικών κυβερνήσεων. Αλλά, ίσως, όχι μόνο. Από άλλες προσεγγίσεις καταγράφεται ότι μέσα από αυτές τις αναμετρήσεις ένα μεγάλο μέρος των Γερμανών έκφρασε την απογοήτευσή του, τόσο απέναντι στις αντεργατικές επιλογές της Μέρκελ όσο και στην έντονη δυσφορία του απέναντι στην πολιτική του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, το οποίο όχι μόνο δεν επωφελήθηκε (πλην του Αμβούργου) συνολικά, αλλά μάλλον πρέπει να θεωρηθεί και αυτό από τους χαμένους των εκλογών.
Πρόκειται, λοιπόν, για πρωτοφανή κατάσταση στη γερμανική πολιτική ιστορία; Πάνω σε αυτό δεν λείπουν βέβαια και προσεγγίσεις που δυσκολεύεται κανείς να ξεχωρίσει το σημείο διάκρισης που θέτουν μεταξύ της υπερβολής και του ρεαλισμού. Υποστηρίζεται, για παράδειγμα, ότι η πρόσφατη εκτόξευση των «Πράσινων» τους βάζει σε τροχιά εξουσίας. Οι τελευταίες μάλιστα δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι επιτυχίες των «Πράσινων» στις τοπικές εκλογές αντανακλώνται και στο εθνικό επίπεδο. Σύμφωνα με μια νέα δημοσκόπηση, της εταιρείας δημοσκοπήσεων Forsa για το περιοδικό “Stern”, οι «Πράσινοι» είναι σήμερα το μεγαλύτερο κόμμα της γερμανικής αντιπολίτευσης. Η υποστήριξη προς το κόμμα των «Πράσινων» ανέβηκε στο 28%, επτά μονάδες περισσότερες απ’ ό,τι στην προηγούμενη δημοσκόπηση της ίδιας εταιρείας. Οι σοσιαλδημοκράτες του SPD, που είναι παραδοσιακά το μεγαλύτερο κεντροαριστερό κόμμα της Γερμανίας, βρίσκονται στο 23%. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, το SPD είναι ο μεγάλος εταίρος στις κυβερνητικές συμπράξεις των δύο κομμάτων, με τους «Πράσινους» να αρκούνται στον ρόλο του μικρού εταίρου. Μπορεί άραγε να αλλάξει αυτή η σειρά; Αν κρίνουμε από πολιτική σκοπιά τα πράγματα, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι οι «Πράσινοι της Γερμανίας» δεν συνιστούσαν και δεν συνιστούν κατά κανέναν τρόπο ριζοσπαστική εναλλακτική επιλογή, ούτε καν στα οικολογικά θέματα, πολύ δε περισσότερο στα γενικότερα. Η στρατηγική τους είναι πλήρως ενσωματωμένη, με δευτερεύουσες παραλλαγές, στα «κυρίαρχα δόγματα» του γερμανικού κεφαλαίου!
Όσο για το κόμμα της Αριστεράς, παρά τη δυναμική εμφάνισή του πριν από λίγα χρόνια, δεν μπόρεσε να κερδίσει τίποτα από τη δυσαρέσκεια των πολιτών, η οποία φαίνεται να κατευθύνθηκε σχεδόν στο σύνολό της στους Πράσινους. Είναι ένα ζήτημα που χρειάζεται ασφαλώς να προσεχθεί για την εξαγωγή συμπερασμάτων.
Πέρα ωστόσο από τα γενικά προγνωστικά της όλης κατάστασης, όπως αυτή διαμορφώνεται σήμερα, υπάρχουν και κάποιες άμεσες επιπτώσεις.
Η κυβέρνηση της καγκελαρίου Μέρκελ χάνει την πλειοψηφία στο ομοσπονδιακό συμβούλιο (Bundesrat) και δεν μπορεί πλέον να περάσει σημαντικά νομοσχέδια χωρίς τη συναίνεση των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων. Όμως αυτές οι εκλογικές αναμετρήσεις ενδέχεται να σημάνουν την απαρχή και άλλων πολιτικών εξελίξεων στη Γερμανία. Η εσωκομματική αμφισβήτηση της Μέρκελ αναμένεται να ενταθεί. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η CDU βρίσκεται σήμερα στο 30%, με τους «Ελεύθερους Δημοκράτες» (FDP) -τον παραδοσιακό κυβερνητικό της εταίρο- να έχουν πέσει στο 3%, πολύ κάτω από το όριο του 5% που απαιτείται προκειμένου να εκπροσωπηθούν στη γερμανική ομοσπονδιακή βουλή (Bundestang).
Μετά την εκλογική πανωλεθρία του FDP στη Βάδη-Βιρτεμβέργη, τη Ρηνανία-Παλατινάτο και τη Σαξονία-Ανχαλτ, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γκουίντο Βεστερβέλε (Guido Westerwelle) παραιτήθηκε από τη θέση τού προέδρου. Τα προγνωστικά προεξοφλούσαν παρόμοιες ήττες εντός του 2011 σε τρία άλλα κρατίδια -Βρέμη, Μέκλεμπουργκ-Φορπόμερν, Βερολίνο- εφόσον παρέμενε ο ίδιος πρόεδρος. Η μεγάλη επιτυχία του στις εκλογές του 2009 -το κόμμα του πήρε 14,6% των ψήφων, ήτοι το μεγαλύτερο ποσοστό στην ιστορία του- εξανεμίστηκε σε λίγους μήνες. Χάνει επίσης και την αντικαγκελαρία. Αυτή θα ανατεθεί, σύμφωνα με δική του πρόταση, στο μελλοντικό πρόεδρο του κόμματος. Και απ’ ό,τι φαίνεται και ύστερα από όλα αυτά δύσκολα θα παραμείνει και υπουργός Εξωτερικών.
Όπως είναι φυσικό, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση των τοπικών εκλογών, δεν θα υπάρξει «επόμενη μέρα» στο πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας, με την έννοια των ανατροπών. Όπως, φυσικά, δεν πρόκειται αυτές να αλλάξουν και τη γενικότερη γερμανική πολιτική και τις βασικές επιλογές του γερμανικού κεφαλαίου, που σήμερα τις υπηρετεί με συνέπεια η Μέρκελ.
Και για το οποίο κεφάλαιο ο κανόνας είναι και παραμένει «λιγότερα προβλήματα» στο επίπεδο αυτό. Αν, για παράδειγμα, δεν τα βρουν «Πράσινοι» και Σοσιαλδημοκράτες, τότε υπάρχει και ο δοκιμασμένος «μεγάλος συνασπισμός». Το «μοναστήρι» να είναι καλά και από πολιτικές λύσεις…
Χ.Β