Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

26 Σεπ 2013

Υποκινητές ή σπεκουλαδόροι ;

Αρχηγική εμφάνιση του Αλ. Τσίπρα το προηγούμενο τριήμερο στη Θεσσαλονίκη και τη ΔΕΘ με ομιλίες σε συγκέντρωση στο Λευκό Πύργο, με τους παραγωγικούς φορείς και με την καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση του προγράμματος «σωτηρίας» του ΣΥΡΙΖΑ και τη σιγουριά για την εκλογική του αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές (ποιος μίλησε για νέα διλήμματα στο λαό;).
«Το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται την συντεταγμένη και κοινωνικά δίκαιη έξοδο από την κρίση» μας λέει ο Αλ.Τσίπρας, προσπαθώντας να καθησυχάσει τους φόβους του κόσμου για την έκταση και την κλιμάκωση της επίθεσης του συστήματος σε όλα τα επίπεδα, από την ταξική επίθεση έως την προετοιμασία νέων πολεμικών εξορμήσεων. Η άποψη της «συντεταγμένης και κοινωνικά δίκαιης εξόδου από την κρίση» όχι μόνο δεν ακουμπάει στα πραγματικά δεδομένα των αιτιών της κρίσης του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος και των άμεσων επιπτώσεών τους στην εργατική τάξη και το λαό αλλά αποτελεί ένα ξαναζέσταμα της μικροαστικής άποψης της δυνατότητας του «θετικού κοινωνικού αθροίσματος» στο πλαίσιο του συστήματος.
Η άποψη ότι όλοι μπορούν να βγουν κερδισμένοι μέσα από την «παραγωγική ανασυγκρότηση», εργάτες, εργαζόμενοι, επιχειρηματίες μικροί και μεγάλοι, τραπεζικό σύστημα και πάει λέγοντας μπορεί να ακούγεται ευχάριστα στα αυτιά των μεσο-στρωμάτων της κοινωνίας, όπου κατά κύριο λόγο απευθύνεται, δεν μπορεί όμως να απαντήσει στην αγωνία των φτωχών και λαϊκών στρωμάτων που δέχονται τα κύρια πυρά της επίθεσης του συστήματος στο μεροκάματο, στη δουλειά, στη ζωή τους ολόκληρη. Γιατί το «πρωτογενές πλεόνασμα» που επαγγέλλεται να δημιουργήσει, πραγματικά, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με το ψεύτικο της κυβέρνησης Σαμαρά, δεν είναι μία αριστερή, εργατική ή λαϊκή κατεύθυνση, αλλά είναι βγαλμένη μέσα από τα «σπλάχνα» των θεωριών του αστικού συστήματος, που δεν αναγνωρίζει ότι στην κοινωνία παράγεται πλούτος που τον ιδιοποιείται μια μειοψηφία αλλά πλεονάσματα και ελλείμματα ενός κρατικού προϋπολογισμού. Που πρέπει να κατανεμηθούν, είτε τα μεν είτε τα δε, «δίκαια».
Το «σχέδιο» δεν σταματά εδώ διότι δεν θα ήταν ολοκληρωμένο και δεν μπορεί να εγγυηθεί την «παραγωγική ανασυγκρότηση» χωρίς την «ανακεφαλαιοποίηση – εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος» και εξ αυτού του γεγονότος την προσφορά «ρευστότητας στην αγορά». Έτσι, απέναντι στο «success story» του Σαμαρά, ο Αλ. Τσίπρας αντιπαραθέτει τη «βιώσιμη ανάπτυξη με δημόσιες επενδύσεις και κοινωνική οικονομία» - και για όποιον αγνοεί τι σημαίνουν όλα αυτά ας ανατρέξει στην «αντι-νεοφιλελεύθερη» φιλολογία και σχολή της σοσιαλδημοκρατίας. Και όλα τα παραπάνω θα πραγματώνονται ενώ θα διεξάγεται μία «σκληρή επαναδιαπραγμάτευση» για το κούρεμα του χρέους με τους δανειστές της τρόικας.
Είναι φανερή η προσπάθεια της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να «τακτοποιεί» τον προγραμματικό της λόγο και να προσαρμόζει την αντιμνημονιακή της κατεύθυνση σε αυτά που μπορεί να γίνουν αποδεκτά από τις δυνάμεις του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα.
Ο Αλ. Τσίπρας και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όσο θεωρούν ότι πλησιάζει η ώρα της αυτοδύναμης διακυβέρνησης είναι υποχρεωμένοι να δώσουν απαντήσεις και εγγυήσεις για τη «συντεταγμένη έξοδο από την κρίση» μέσα σε ένα πυρακτωμένο πεδίο, που καθορίζεται από την κλιμάκωση της επίθεσης της κυβέρνησης και των μαύρων δυνάμεων του συστήματος από τη μία αλλά και το ξεδίπλωμα μαζικών απεργιακών αγώνων και κινητοποιήσεων του εργαζόμενου λαού, από την άλλη. Έτσι, δεν είναι τυχαία η επίθεση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ σαν «υποκινητή» των αγωνιστικών κινητοποιήσεων και ότι μετακινείται στο άλλο «άκρο» από εκείνο της φασιστικής συμμορίας της ΧΑ που καταλαμβάνει το ένα «άκρο». Θέλοντας από τη μία να αποκαλύψει ότι ο «ακραίος» του χαρακτήρας δεν συνάδει με την ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών διαχείρισης και ταυτόχρονα να τον πιέσει να προσαρμοστεί στο αστικό κοινοβουλευτικό παιχνίδι ακόμα περισσότερο και ιδιαίτερα στις κρίσιμες στιγμές στις εσωτερικές και διεθνείς εξελίξεις.
Η κυβέρνηση Σαμαρά «ξεφωνίζει» τον ΣΥΡΙΖΑ για «ακραίο υποκινητή» για να αποτρέψει τις όποιες «οσμώσεις» έχουν ήδη δημιουργηθεί ή μπορεί να δημιουργηθούν ακόμα περισσότερες, με βάση τα αδιέξοδα του συστήματος, με τμήματα και παράγοντες της αστικής τάξης αλλά και με ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που θέλουν την «ανάπτυξη» της οικονομίας, η οποία «δεν αντέχει άλλο τη λιτότητα». Κάτι που και ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας συντηρεί, μη βρίσκοντας να πει ούτε μία κουβέντα, στη συγκέντρωση του Λευκού Πύργου, για την προετοιμαζόμενη ιμπεριαλιστική επέμβαση των Αμερικάνων στη Συρία, σε αντίθεση με αρκετές αντι-Μέρκελ κορόνες. Υπάρχει τέτοιος «κίνδυνος»; Φυσικά και υπάρχει. Όσο μεγαλώνει το αδιέξοδο στην ανασύνταξη της «κεντροαριστεράς» -παρά τις φιλότιμες προσπάθειες Λοβέρδου να στηρίξει τον Κουβέλη- και γίνεται επιτακτική η ανάγκη να υπάρξει και έτερος πολιτικός πυλώνας στήριξης του συστήματος, τα πάντα είναι «ανοικτά». Και επειδή η περίοδος είναι τέτοια που είναι και πολλά καθορίζονται από τους ενδο-ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, παρά την ολόπλευρη στήριξη του πολιτικού κέντρου Σαμαρά και του μαύρου του μετώπου, οι ιμπεριαλιστές έχουν αποδείξει πολλές φορές σε αυτή τη χώρα ότι το αστικό πολιτικό προσωπικό που τους υπηρετεί είναι «αναλώσιμο».
Τελικά είναι ή δεν είναι «υποκινητής» των απεργιακών κινητοποιήσεων ο ΣΥΡΙΖΑ;
Ξεπερνώντας την αντιδραστική θεωρία περί «υποκινητών», η οποία είναι βγαλμένη από την πιο σάπια αντίληψη του συστήματος για το λαό-πρόβατο που κάποιοι τον «βάζουν» και τον «υποκινούν» ενάντια στην αστική εξουσία, την καταπίεση και την εκμετάλλευση, η άποψή μας είναι ότι ο πραγματικός υποκινητής των αγώνων του εργαζόμενου λαού είναι το ίδιο το σύστημα και η ολομέτωπη επίθεσή του που καταστρέφει τη ζωή των λαϊκών ανθρώπων. Απέναντι στο φάσμα της φτώχειας και της εξαθλίωσης, των καταιγιστικών βάρβαρων μέτρων, της φασιστικοποίησης και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, ο λαός αναγνωρίζει όλο και περισσότερο ότι μοναδικό όπλο αντίστασης αποτελεί η οργάνωση και το ξεδίπλωμα παρατεταμένων αγώνων. Και αυτή η συνειδητοποίηση, παρ’ όλο που συναντάει πολλά εμπόδια, κυρίως από τις ρεφορμιστικές αριστερές δυνάμεις, παίρνει κάθε φορά νέα ορμή ωθούμενη από την αφόρητη πίεση της συστημικής επίθεσης. Και δεν είναι «στιγμιότυπα», πάνω από τρία χρόνια ο λαός ψάχνει τον δικό του δρόμο αντίστασης και διεκδίκησης.
Από την άλλη μεριά η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ χρεώθηκε με το ξεπούλημα της απεργίας των εκπαιδευτικών κόντρα στην επιστράτευση το Μάιο με τη θεωρία των «όρων και των προϋποθέσεων», δείχνοντας τα όριά του μέσα στο κίνημα. Και ενώ όλο το καλοκαίρι η κυβέρνηση κλιμάκωνε την επίθεση με το κλείσιμο της ΕΡΤ και τις απολύσεις των εργαζομένων σε αυτήν, με τις ανακοινώσεις για το κλείσιμο νοσοκομείων και τις διαθεσιμότητες-απολύσεις, τα πογκρόμ σε σχολικούς φύλακες, βάζοντας στο στόχο όλη την εκπαίδευση, καθηγητές–δασκάλους-μαθητές-φοιτητές, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλ. Τσίπρας κήρυσσαν «ανένδοτο για τη δημοκρατία» από την Πλατεία Συντάγματος.
Ήταν φανερό ότι αυτή η κατεύθυνση δεν μπορούσε να πάει μακριά, με την οργή του κόσμου να βράζει και την αγωνιστική διάθεση να μεγαλώνει. Κάτω και από την πίεση ενός ευρύτατου δυναμικού του χώρου του, θύματος και αυτού της κυβερνητικής επίθεσης, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν υποχρεωμένη να μπει στο ρεύμα με τους «όρους και τις προϋποθέσεις» που η ίδια επιφυλάσσει για τον εαυτό της και την πορεία του κινήματος (κατά τα άλλα, όρκοι στην αυτονομία των κινημάτων). Αν για το ΚΚΕ «οι μόνοι αγώνες που έχουν αξία είναι αυτοί για τη λαϊκή εξουσία», για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ οι μόνοι αγώνες που έχουν αξία είναι αυτοί που μπορούν να οδηγήσουν στη «δημοκρατική ανατροπή» της κυβέρνησης Σαμαρά, τις εκλογές και την αυτοδύναμη κυβέρνηση (πού να μπλέκεις τώρα με Καμμένο και Κουβέλη).
Αυτό το είναι το όριο. Και εάν αυτό κινδυνεύει να ξεπεραστεί από τις αγωνιστικές διαθέσεις του λαού, τότε υπάρχουν όλοι αυτοί οι καλοθελητές μέσα στο κίνημα που αυτή την περίοδο όλοι τους συναντάμε, σε όλους τους χώρους, που χρησιμοποιούν τις ίδιες εκφράσεις, «και πόσο θα αντέξουμε;» και «μέχρι πού θα το πάμε;», της ηττοπάθειας και της υπονόμευσης, που προσμένουν να διαμορφώσουν ερείσματα στον αγωνιζόμενο κόσμο για να προβληθούν και «επίσημα».
Η λογική της υποταγής, τελικά, του κινήματος αντίστασης και πάλης στις κυβερνητικές και εκλογικές αυταπάτες της ρεφορμιστικής Αριστεράς που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με τη δικαιολογία ότι τάχα έτσι το «πολιτικοποιεί» και πολύ περισσότερο του δίνει «εφικτό» στόχο, δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά προσπάθεια να γίνει πιο ρηχή η κοίτη και να στενέψουν οι όχθες του αγωνιστικού ρεύματος μέσα στους εργαζόμενους και έτσι από ποτάμι οργής και αγανάκτησης να γίνει ανάχωμα στην αναμέτρηση με το σύστημα.