Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

5 Οκτ 2011

Θα γίνουμε Αργεντινή;

Μέσα στη λαίλαπα των αντιλαϊκών μέτρων που ανακοινώνει καθημερινά η κυβέρνηση αλλά και στις πιέσεις, εκβιασμούς και ισχυρούς ανταγωνισμούς, ευρωπαίων - Αμερικάνων ιμπεριαλιστών, ο Ε. Βενιζέλος μιλώντας στη Βουλή λέει ότι «η κρίση δεν είναι αυτή που ζούμε… αλλά η Αργεντινή του 2000, η πλήρης διάλυση της οικονομίας, των θεσμών, του κοινωνικού ιστού και της παραγωγικής βάσης της χώρας».
Για πρώτη, ίσως, φορά ένας κορυφαίος της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ κάνει αναφορά στην Αργεντινή κάτι που απόφευγαν, μέχρι σήμερα, συστηματικά. Οι λόγοι, προφανείς. Η ηγεσία της κυβέρνησης «πετάει το γάντι» στον λαό και τον εκβιάζει ανοικτά. Τον καλεί να υποταχτεί στην αντιλαϊκή λαίλαπα, αλλιώς μας περιμένουν τα… χειρότερα. Η ανεργία, η εξαθλίωση και η πείνα του αργεντίνικου λαού, επακόλουθο της χρεοκοπίας, είναι το φόβητρο-σκιάχτρο που κουνάνε οι αστικές κυβερνήσεις και οι ιμπεριαλιστές στους λαούς και στον δικό μας για να τρομοκρατήσουν, να παγώσουν τις αντιδράσεις με στόχο να καταφέρουν τελικά να περάσουν τα αντιλαϊκά τους σχέδια χωρίς τους κινδύνους λαϊκών αγώνων και εξεγέρσεων. Γιατί αν η Αργεντινή φέρνει στη μνήμη φτώχεια και πείνα, φέρνει και ξεσηκωμούς, αλλεπάλληλες πτώσεις κυβερνήσεων, αδυναμία του αστικού πολιτικού συστήματος να ελέγξει τον λαό, παρά το όργιο τρομοκρατίας και τις δολοφονίες που εξαπέλυσε.

Το argentinazo, όπως ονομάστηκε το μεγάλο κύμα της λαϊκής εξέγερσης του αργεντίνικου λαού, φέρνει τρόμο σε αστούς και ιμπεριαλιστές για το πώς μπορεί να «μεταφραστεί» τόσο στη χώρα μας αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Και αυτό τον τρόμο θέλουν να απομακρύνουν με κάθε τρόπο. Για αυτόν τον λόγο ο Βενιζέλος χτυπάει το κουδούνι του κινδύνου προς κάθε κατεύθυνση, τόσο προς τα μέσα, στο σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος, όσο και προς τους ιμπεριαλιστές.
Όλα αυτά βέβαια δεν αναιρούν την ανάγκη απάντησης στο ερώτημα από τη μεριά του λαού και των δυνάμεων που σήμερα καλούν σε αντίσταση, πάλη και ανατροπή της επίθεσης του συστήματος.
Θα γίνουμε Αργεντινή;
Εάν δεν πληρώσουμε τα χαράτσια, αυτά που ήρθαν και αυτά που ετοιμάζονται;
Ανοίγοντας μέτωπα πάλης όπου το σύστημα επιτίθεται με μανία ξεθεμελιώνοντας κάθε κατάκτηση και δικαίωμα της εργατικής τάξης και του λαού στη χώρα μας;
Αρνούμενοι την «εργασιακή εφεδρεία», τις απολύσεις στο Δημόσιο, το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, επιχειρήσεων και πλουτοπαραγωγικών πηγών στο ξένο κεφάλαιο;
Θα είναι υπεύθυνος ο εργαζόμενος λαός και οι αγώνες του για τις μαύρες μέρες που μας περιμένουν ή αποκλειστικά υπεύθυνοι είναι οι δυνάμεις της αστικής τάξης, οι πολιτικοί της και οι ιμπεριαλιστές πάτρωνες; Ίσως οι απαντήσεις φαίνονται «εύκολες», όμως ο φόβος της πείνας και της απόλυτης εξαθλίωσης μέσα στον λαό είναι σύμμαχος των επιδιώξεων του συστήματος και σοβαρός αντίπαλος των δυνάμεων που παλεύουν ενάντιά του.
Έτσι οι απαντήσεις μας οφείλουν να παίρνουν υπόψη τους τα πραγματικά οικονομικά-πολιτικά-κοινωνικά ζητήματα τόσο του καιρού μας όσο και να αποτιμήσουν αναλογίες με τις εξελίξεις στην Αργεντινή.
Ανατρέχοντας πίσω, στις αρχές του 1990, ο περονιστής πρόεδρος Μένεμ επιβάλλει τη σύνδεση του αργεντίνικου πέσο με το δολάριο. Ταυτόχρονα προωθείται πολιτική οικονομικών μεταρρυθμίσεων (διάβαζε λιτότητας για τον λαό), όπως υπαγορευόταν από το ντόπιο και το διεθνές κεφάλαιο. Σε σύντομο διάστημα -τα πρώτα χρόνια- και με βάση τα στοιχεία που ανακοινώνονταν: χτυπήθηκε ο μεγάλος, μέχρι τότε, πληθωρισμός, μειώθηκαν τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, άρχισε η εισροή ξένων κεφαλαίων, ο δείκτης ανάπτυξης εκτινάχτηκε στο 4-5%. Παρ' όλα αυτά, τα πράγματα οδηγήθηκαν εκεί που όλοι πλέον γνωρίζουμε. Πώς και γιατί;
Πρώτα από όλα όσον αφορά τα «επιτεύγματα». Οι διασφαλίσεις που παρέσχε η αργεντίνικη κυβέρνηση στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο (πλήρης ομηρία) πράγματι ευνόησαν την εισροή κεφαλαίων.
Οι μεταρρυθμίσεις, δηλαδή η διαμόρφωση-κατοχύρωση ενός καθεστώτος πλήρους ασυδοσίας για το κεφάλαιο, η παράδοση σε αυτό όλου του πεδίου δράσης, η επιβολή πολιτικών σκληρής λιτότητας συνέβαλαν στη μείωση των ελλειμμάτων, καθώς το κόστος πληρωνόταν από τις λαϊκές μάζες. Όσο για την άνοδο του δείκτη ανάπτυξης, αποδείχτηκε ότι ήταν αποτέλεσμα κατά μεγάλο μέρος των μεγάλων ιδιωτικοποιήσεων και του διεθνούς δανεισμού, δηλαδή του ξεπουλήματος.
Αυτό που έγινε στην πραγματικότητα ήταν ότι παραδόθηκε η αργεντίνικη οικονομία, και συνολικά η Αργεντινή, στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο. Και μάλιστα παραδόθηκε δεμένη χειροπόδαρα. Αναφερθήκαμε ήδη ότι οι περίφημες μεταρρυθμίσεις-αναδιαρθρώσεις δεν αποτέλεσαν παρά σειρά μέτρων, ρυθμίσεων και κινήσεων που παρέδιναν όλο το πεδίο δράσης στο κεφάλαιο. Θεσμοθετήθηκε και παγιώθηκε η κυριαρχία του πάνω στις εργαζόμενες μάζες με όρους ασυδοσίας.
Ταυτόχρονα η σύνδεση του πέσο με το δολάριο και η δημιουργία μιας νομισματικής υπερκυβέρνησης (ΣΣΠ) παρέδωσε την άσκηση οικονομικής πολιτικής από την κυβέρνηση της Αργεντινής στο… δολάριο και στην FED των ΗΠΑ. Όλα αυτά είχαν τις αναπόφευκτες συνέπειές τους. Η σύνδεση με το δολάριο, η τιμή του οποίου βεβαίως καθορίζεται με άλλους όρους, οδήγησε στην πτώση των εξαγωγών της Αργεντινής, καθιστώντας τα προϊόντα της μη ανταγωνιστικά. Το έλλειμμα άρχισε να μεγαλώνει και υποτίθεται ότι καλυπτόταν εν μέρει με πρόσθετα βάρη στον λαό. Η εισροή κεφαλαίων και οι εξαγορές δεν είχαν στόχο πραγματικές επενδύσεις, δεν οδήγησαν σε επέκταση της παραγωγικής βάσης της Αργεντινής, αλλά κυρίως είχαν κερδοσκοπικό χαρακτήρα.
Με άλλα λόγια, η συνολική σχέση πραγμάτων δεν αποτέλεσε παρά μηχανισμό και κανάλι μεταφοράς πραγματικής αξίας (υπεραξίας) από τα κάτω προς τα πάνω και προς τα έξω.
Με αυτούς του όρους η κατάσταση οδηγήθηκε σε πλήρες αδιέξοδο. Από το 1998 που ξέσπασε η κρίση με την εκτεταμένη ύφεση στην οικονομία έως την καρδιά της κρίσης, το 2002, η συνολική μείωση του ΑΕΠ έφτασε το 21%, η φτώχεια έγινε ο εφιάλτης για το 57% του πληθυσμού και στην κόλαση της ανεργίας ζούσε το 23% των εργαζομένων.
Η κυβέρνηση της Αργεντινής βρέθηκε σε θέση αδυναμίας αποπληρωμής του χρέους. Η «λύση» αναζητήθηκε στην επιβολή πρόσθετων βαρών στον λαό και σε παραπέρα δανεισμό από διεθνείς οργανισμούς (ΔΝΤ κ.ά.) με ακόμη χειρότερους όρους. Όμως τα περιθώρια είχαν στενέψει. Ούτε ο λαός άντεχε πλέον ούτε η αργεντίνικη οικονομία ήταν σε θέση να ανταποκριθεί. Χιλιάδες οργισμένων διαδηλωτών κατέβηκαν στους δρόμους. Η κυβέρνηση του κεφαλαίου -ντόπιου και ξένου- επεχείρησε να τις καταστείλει δολοφονώντας πάνω από είκοσι διαδηλωτές. Όμως γι’ αυτήν ήταν πλέον αργά. Ο περονιστής πρόεδρος που διαδέχτηκε, τον Νοέμβριο του 2001, τον απερχόμενο ανήγγειλε την αναστολή αποπληρωμής του χρέους, την καθιέρωση «εσωτερικού» νομίσματος (δηλαδή τη θεσμοθέτηση-ενοποίηση των άτυπων «νομισμάτων» που ήδη κυκλοφορούσαν), ενώ παρέμενε η σχέση πέσο - δολαρίου (δηλαδή η κατοχύρωση των ξένων «επενδυτών») και η (ανέξοδη) υπόσχεση για ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας αλλά και μέτρα λιτότητας.
Ας δούμε πως περιγράφουν την κατάσταση οι ίδιοι οι εργάτες της Αργεντινής αντιγράφοντας από την Εθνική Διακήρυξη Αργεντίνικων Συνδικάτων της 2ας Δεκεμβρίου του 2001 στο Νιούκουιν (Προλεταριακή Σημαία, φ. 445-446, 12/1/2002.)
«Η χώρα μας βρίσκεται σε σοβαρή κρίση. Μήνα με τον μήνα γίνονται εκατοντάδες χιλιάδες απολύσεις και διαθεσιμότητες. Οι στρατιές των ανέργων αυξάνονται. Οι διαδηλωτές (πικετέρος) μπλοκάρουν τους δρόμους στη Λα Ματάνζα και στα νότια του Μπουένος Άιρες.
Μια τεράστια εταιρία όπως η Τελεκόμ σχεδιάζει απολύσεις και περικοπές μισθών. Αντιμετωπίζει όμως την αντίσταση των εργατών της τηλεφωνίας που κάνουν διαδηλώσεις και καταλαμβάνουν κτίρια. Στην Κόρδοβα χιλιάδες αδέλφια μας, δημόσιοι και δημοτικοί υπάλληλοι και εργάτες από την Ηλεκτρική Εταιρεία, κινητοποιούνται κατά της αδικίας και των ιδιωτικοποιήσεων.
Στο Ρίο Τούρμπιο οι εργάτες ορυχείων έχουν καταλάβει τα ορυχεία και υπερασπίζονται τους έκτακτους συναδέλφους τους. Στο Ρίο Νέγκρο και άλλες επαρχίες οι εκπαιδευτικοί που ανήκουν στην ΄Ενωση των εργαζομένων στην εκπαίδευση αντιστέκονται στις καθυστερήσεις στη μισθοδοσία τους. Στο Νιούκουιν οι εργάτες κεραμικών του Ζάνον, που πρόσφατα τους επιτέθηκαν αστυνομικές δυνάμεις, μάχονται για κοινωνική ιδιοκτησία και έχουν υπό τον έλεγχό τους το εργοστάσιο. Κινητοποιούνται μαζί με το κίνημα των ανέργων του Νιούκουιν, τους εκπαιδευτικούς και τους δημοσίους υπάλληλους κατά της συμφωνίας μεταξύ των αρμοδίων και της κυβέρνησης, κατά της χρήσης κουπονιών ως πληρωμή των εργαζομένων. (…)
Στο Άλτο Βάλε και στο Νιούκουιν δημιουργούμε Τοπικές Συντονιστικές Επιτροπές.
Είναι αναγκαίο να ενοποιήσουμε τους αγώνες σε εθνικό επίπεδο και να τερματίσουμε την ανακωχή που έχει υπογράψει η Ομοσπονδία Εργατών με την κυβέρνηση του Ντελαρουά και Καβάλο και να τερματίσουμε το "συμβόλαιο" με τα αφεντικά και με τους τραπεζίτες».
Και είναι επίσης σημαντικό να παραθέσουμε τις εκτιμήσεις του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος της Αργεντινής σε αποσπάσματα των αποφάσεων της ΚΕ την 1/12/2002:
«Αναπτύχθηκε επίσης η γραμμή μας σε σχέση με τον δομικό χαρακτήρα της εθνικής κρίσης. Δεν πρόκειται για μια απλή διαρθρωτική κρίση, τυπική των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών ή απλό αποτέλεσμα της εφαρμογής των λεγόμενων νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Πρόκειται για τη συμβολή διεθνών και εσωτερικών παραγόντων κρίσης σε μια χώρα της οποίας η εξάρτηση από τον ιμπεριαλισμό έχει φτάσει, εδώ και μερικές δεκαετίες, σε αφάνταστα επίπεδα. Κάναμε τις εκτιμήσεις αυτές μέσα στην αντίθεση όχι μόνο των αστών οικονομολόγων, αλλά και του συνόλου σχεδόν των οικονομολόγων που αυτοπροσδιορίζονται σαν "αριστεροί" καθώς και των ρεβιζιονιστών. Τα γεγονότα μάς επιβεβαίωσαν. (...) Ο ιμπεριαλισμός και η ολιγαρχία μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσα από επαναστατικό δρόμο.
Επαγρυπνούν μπροστά σε μια πιθανή κοινωνική έκρηξη που θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει όλη τη Νότια Αμερική. Γι' αυτό οι Αμερικάνοι και οι σύμμαχες με αυτούς δυνάμεις της Δεξιάς ωθούν σε προληπτική κατάσταση έκτακτης ανάγκης και, όπως είπε ο Μένεμ, θέλουν να πνίξουν τους δρόμους και τις περιοχές όπου η κατάσταση είναι εκρηκτική με την παρουσία των δυνάμεων καταστολής.
Στην πατρίδα μας, για τον λαό δεν υπάρχει εκλογική έξοδος από την κρίση. Δεν υπάρχει καμία ελπίδα επίλυσης των πιο βασικών προβλημάτων, όπως της πείνας, αν δεν ακολουθηθεί ο επαναστατικός δρόμος. Και εντόπισε την ύπαρξη τριών βασικών αδυναμιών στο λαϊκό κίνημα, που είναι αναγκαίο να ξεπεραστούν για να φτάσουμε στη νίκη: της κατάστασης του εργατικού κινήματος (των εργατών που έχουν δουλειά), της ανάγκης μαζικοποίησης του σπουδαστικού κινήματος και της γενίκευσης του αγώνα της φτωχομεσαίας αγροτιάς». (Προλεταριακή Σημαία, φ. 445-446, 12/1/2002.)
Τα συμπεράσματα για τον χαρακτήρα των εξελίξεων στην Αργεντινή προκύπτουν αβίαστα. Το «θαύμα» της οικονομίας της εξελίχτηκε σε εφιάλτη για τον λαό από τις πολιτικές της αστικής τάξης, των κυβερνήσεών της και την αρπαγή του πλούτου της από τους ιμπεριαλιστές. Η πείνα και η εξαθλίωση του λαού ήταν αποτέλεσμα της λιτότητας, των απολύσεων, του ξεπουλήματος. Η αντίσταση του λαού εκδηλώθηκε στο έδαφος αυτής της επίθεσης. Διεκδικώντας το δικαίωμα στη ζωή συμμετείχε στην πάλη, αψηφώντας θυσίες, εκβιασμούς και απειλές.
Με βάση αυτές τις ομοιότητες και τις αναλογίες με την περίπτωση της Αργεντινής κάτω όμως από διαφορετικές συνθήκες που έχουν διαμορφώσει οι μετέπειτα εξελίξεις και κυρίως ο παρατεταμένος χαρακτήρας της καπιταλιστικής-ιμπεριαλιστικής κρίσης που συνεχώς οξύνεται, η εκτίμηση για το πού θα πάνε τα πράγματα στη χώρα μας δεν μπορεί παρά να παίρνει υπόψη της τόσο τον συσχετισμό των δυνάμεων όσο και το επίπεδο της ταξικής πάλης.
Η κυβέρνηση, το ΔΝΤ και η ΕΕ οδηγούν τον εργαζόμενο λαό στη φτώχεια και στην εξαθλίωση, το φάσμα της πείνας ήδη απλώνεται πάνω χιλιάδες οικογένειες και οι μέρες που έρχονται θα είναι χειρότερες. Η «σωτηρία της χώρας» που επαγγέλλεται η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι η σωτηρία των κερδών του κεφαλαίου, ξένου και ντόπιου.
Είναι γεγονός ότι πολλά ενδεχόμενα για την πορεία των πραγμάτων στη χώρα είναι «ανοικτά». Απόλυτα εξαρτημένα από την πορεία των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, των απότομων αλλαγών στους μεταξύ τους συσχετισμούς, των αποφάσεων και των δεσμεύσεων για τα ποσά των κεφαλαίων που πρέπει να «κουρευτούν» αλλά κυρίως για το ποιοι θα είναι οι κερδισμένοι από τη ληστεία των πραγματικών αξιών από τον λαό και τον πλούτο της χώρας. Όσο όμως «ανοικτά» και αν είναι αυτά τα ζητήματα είναι και αυτά που έχουν «κλείσει». Το γδάρσιμο του λαού και η πλήρης εξάρτηση της χώρας. Καμία αστική πολιτική δύναμη, κανένα τμήμα της αστικής τάξης δεν έχει «ανοικτά» αυτά τα ζητήματα. Και αυτό οι εργαζόμενοι πρέπει να το πάρουν σοβαρά υπόψη τους στην αναζήτηση απαντήσεων στη σημερινή κατάσταση.
Αυτό που κάθε μέρα θα τίθεται σαν αμείλικτο δίλημμα σε όλους μας θα είναι να απαντήσουμε εάν και κατά πόσο οι θυσίες και τα «ρίσκα» του αγώνα αξίζουν τον κόπο απέναντι στις θυσίες και τον πόνο που φέρνει η πολιτικής της εξαθλίωσης. Απαντώντας αυτό το δίλημμα δίνουμε και μία απάντηση σε όλους τους κυβερνώντες και στον Βενιζέλο για το αν θέλουμε να γίνουμε Αργεντινή.