Οταν στις 24 του Σεπτέμβρη ανακοινωνόταν ότι ο Πούτιν θα διεκδικήσει την προεδρία της Ρωσίας, διαδεχόμενος τον Μεντβέντεφ, σίγουρα δεν είχαμε κάποια είδηση. Αλλωστε ο Μεντβέντεφ δεν ήταν παρά η επίφαση της εναλλαγής για το προσωρινό και αναγκαστικό προεδρικό διάλειμμα του Πούτιν. Ηταν φανερό (και η συνέχεια απλά το επιβεβαίωσε) πως ο Πούτιν θα καθόριζε τις εξελίξεις μέσα και έξω από τη Ρωσία, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση την κρίση της Κριμαίας.
Από την άλλη, ωστόσο, το σχήμα αυτό αποδείχθηκε αρκετά δυσλειτουργικό ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά κρίσιμα ζητήματα που σχετίζονται με το διεθνή ρόλο της Ρωσίας. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια όπου η διεθνής συγκυρία αναδεικνύει μια σειρά από σοβαρά προβλήματα που απαιτούσαν καλύτερα αντανακλαστικά από την πολιτική ηγεσία της Ρωσίας αλλά και δυναμικές πρωτοβουλίες κινήσεων απέναντι στα πολλά ανοικτά μέτωπα μέσα και έξω. Στα τέσσερα μόλις χρόνια που μεσολάβησαν, το συνολικότερο διεθνές τοπίο έχει αλλάξει σημαντικά και η νέα προεδρική θητεία του Πούτιν θα εξασκηθεί μέσα σε πολύ διαφορετικές συνθήκες. Κατά συνέπεια, η νέα εποχή Πούτιν, που τυπικά ξεκινά τον ερχόμενο Μάιο, δεν θα είναι μια απλή και εύκολη επανάληψη της πρώτης.
Εσωτερικά τα πράγματα, παρά τη φαινομενική ακινησία του πολιτικού σκηνικού, πρέπει να χαρακτηρίζονται και από πολλές παρασκηνιακές εντάσεις που δύσκολα φτάνουν στην κυρίως σκηνή. Και δεν είναι μόνο η πρόσφατη εκπαραθύρωση του υπουργού Οικονομικών από τον Μεντβέντεφ και μάλιστα σε ζωντανή εκπομπή από την τηλεόραση! Γενικότερα το περιβάλλον Πούτιν, που σε αυτό περιλαμβάνεται φυσικά και ο Μεντβέντεφ, όλο αυτό το διάστημα διαμόρφωσε ένα αρκετά σφικτό πλαίσιο πολιτικών ελέγχου των διαφόρων τάσεων που εμφανίζουν μερίδες της σύγχρονης ρωσικής άρχουσας τάξης. Αλλωστε, όπως υποστηρίζουν και πολλοί αναλυτές, η επιλογή Μεντβέντεφ πριν από περίπου 4 χρόνια αποτελούσε στην ουσία «άδειασμα» του σημερινού αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Σεργκέι Ιβανόφ, ο οποίος προαλειφόταν τότε ως διάδοχος του Πούτιν στην προεδρία. Το γεγονός πως τότε ο Ιβανόφ διέθετε σχεδόν ανάλογο πολιτικό εκτόπισμα με τον Πούτιν ερμηνεύει την «αψυχολόγητη», όπως χαρακτηρίστηκε τότε, ενέργεια του Πούτιν.
Στο πολιτικό επίπεδο όλα δείχνουν πως σήμερα ο Πούτιν δεν έχει αντίπαλο. Υπάρχουν όμως και άλλα επίπεδα. Και αυτά ίσως σύντομα αποδειχθεί ότι δεν μπορεί να είναι τόσο άψογα ελεγχόμενα! Είναι γεγονός πως στο εσωτερικό κοινωνικό μέτωπο τα περιθώρια στενεύουν με γρήγορους ρυθμούς, με κίνδυνο να εξανεμιστούν πριν ξεκινήσει τη νέα θητεία του. Για μια μεγάλη μερίδα των Ρώσων ο Πούτιν συνδέεται με το συμμάζεμα του «μπάχαλου» που χαρακτήρισε τη θητεία Γέλτσιν. Στη συνέχεια, βοηθουσών και των εισροών από το πετρέλαιο, κατάφερε να διαμορφώσει κάποια θετικά αποτελέσματα για σημαντικές μερίδες της άρχουσας τάξης και να σπείρει ελπίδες στις υπόλοιπες αλλά και στο ρωσικό λαό. Αυτή η δυνατότητα, και λόγω διεθνούς συγκυρίας, δείχνει να έχει μειωθεί δραστικά. Οπως άλλωστε αποδεικνύεται από διάφορες εκτιμήσεις και προσεγγίσεις, τα «νούμερα» που δίνει η Ρωσία προς τα έξω έχουν έντονο το εικονικό στοιχείο. Για παράδειγμα, η αλματώδης αύξηση του ΑΕΠ από 2.000 σε 20.000 δολάρια αντικατοπτρίζει κατά ένα μόνο μέρος την αυξητική τάση των οικονομικών δεικτών και κατά πολύ μεγαλύτερο μέρος το αφύσικο επίπεδο στο οποίο είχε φτάσει μετά την κατάρρευση και κατά τη διάρκεια της θητείας Γέλτσιν.
Από την άλλη, η θετικότητα των αριθμών και ρυθμών που προβάλλονται από το περιβάλλον Πούτιν βασίζεται στην υπόθεση της μελλοντικής και απρόσκοπτης αυξητικής τάσης της ρωσικής οικονομίας με άξονα τις πρώτες ύλες: πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Ομως οι «τιμές του πετρελαίου», όπως φαίνεται, δεν αρκούν για τη γενικότερη εισροή «αξιών» από το εγγύς, και λίγο παραπέρα, διεθνές περιβάλλον. Απαιτούνται και άλλα «όπλα». Και από εδώ αρχίζει το μη προβλέψιμο της επόμενης μέρας για τον Πούτιν αλλά και γενικότερα για το πολιτικό σημερινό «στάτους». Με βάση τα μεγέθη που εκπροσωπεί ακόμα η Ρωσία, ήταν και παραμένει ένα βασικό όσο και ζωτικό ζήτημα (που εξυπηρετεί και τη διευθέτηση των εσωτερικών αντιθέσεων) ο διεθνής της ρόλος. Και σε αυτό το ζήτημα, και παρά την αποκατάσταση μέρους του παλιού κύρους, τα πραγματικά δεδομένα δείχνουν ότι η Ρωσία δεν ξεπέρασε (ποσοτικά και ποιοτικά) κάποια κρίσιμα όρια που θα διασφάλιζαν ένα νέο επίπεδο σχέσεων στους υπάρχοντες συσχετισμούς και άρα μια ενίσχυση του ρόλου σε αυτούς.
Αυτό που πέτυχε η ηγεσία Πούτιν στο προηγούμενο διάστημα, και μπορεί να καταγράφεται σε σημαντικό βαθμό στις επιτυχίες του, δεν αρκεί για να απαντηθεί ένα κρίσιμο ζήτημα που μπορεί να οξυνθεί ανά πάσα στιγμή: αυτό της μονιμότητας και της σταθερότητας αυτών των επιρροών ή, καλύτερα, των επανεπιρροών μια και αναφερόμαστε σε πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Τόσο προς τα δυτικά (Λευκορωσία και κυρίως Ουκρανία) όσο και προς την Ασία τα πράγματα δείχνουν να έχουν μείνει σε ένα προηγούμενο στάδιο, πράγμα που από μόνο του δηλώνει πως όχι μόνο δεν προχώρησαν τα πράγματα, αλλά και μέσα από μια πιο διεξοδική προσέγγιση πιθανόν να φανεί ότι πήγαν και πιο πίσω. Το γεγονός επίσης πως ο Πούτιν επανέρχεται οραματικά στη διαμόρφωση ενός νέου πόλου με άξονα τη Ρωσία δείχνει ότι η σημερινή κατάσταση είναι υπό αμφισβήτηση.
Σε πολύ πρόσφατο άρθρο του στην «Ισβέστια», ο Πούτιν μιλά για το προχώρημα των σχέσεων με Λευκορωσία και Ουκρανία, εστιάζει ωστόσο ιδιαίτερα στην ανάγκη δημιουργίας από τη Ρωσία ενός «διεθνούς πόλου επιρροής, μαζί με τις ΗΠΑ, την Ε.Ε. και τη νοτιοανατολική Ασία». (Το «μαζί» εδώ πρέπει μάλλον να διαβαστεί ως «μεταξύ», «δίπλα» κ.λπ.) Στη συνέχεια αναπτύσσει το «όραμά» του για μια «ευρασιατική ένωση» που περιλαμβάνει όλες τις πρώην ασιατικές σοβιετικές δημοκρατίες, προσδιορίζοντας την ένωση αυτή με βάση μόνο οικονομικά και… πολιτικά στοιχεία. Δεν είναι κάτι το καινούργιο αυτό. Οπως δεν είναι καινούργια και τα «μπαλατζαρίσματα» των ρωσικών ηγεσιών μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Αλλωστε, σε ό,τι αφορά τις ασιατικές «δημοκρατίες», υπάρχει ήδη ένα είδος οικονομικής – τελωνειακής ένωσης. Αλλά ο Πούτιν σίγουρα δεν εννοεί τη διεύρυνση απλά αυτής της σχέσης. Οσοι, λοιπόν, διεθνείς αναλυτές διάβασαν ολόκληρο το άρθρο του Πούτιν λένε ότι αποπνέει ένα κλίμα επιθετικότητας. Αν πραγματικά είναι έτσι –και δεν είναι καθόλου περίεργο να είναι έτσι– τότε πρέπει να υποθέσουμε πως η νέα θητεία του Πούτιν λαμβάνει πολύ σοβαρά όχι μόνο τους σημερινούς παγκόσμιους συσχετισμούς και την τροχιά που παίρνουν στο πλαίσιο του εντεινόμενου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, αλλά και στο πλαίσιο που ολοένα στενεύει γύρω της. Η νατοϊκή «αντιπυραυλική ασπίδα», ο εντεινόμενος οικονομικός-ενεργειακός–εμπορικός πόλεμος εξελίσσονται φανερά σε βάρος της. Επίσης στο επόμενο διάστημα πρέπει να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των πολυετών διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Ρωσίας στον ΠΟΕ, και μάλλον επί της ουσίας θα εξακολουθεί να είναι αποκλεισμένη από αυτόν! Πάνω από όλα ωστόσο η σημερινή ρωσική ηγεσία πρέπει να αντιλαμβάνεται πλέον αρκετά καθαρά πως η παραπέρα εξασθένιση της Ρωσίας παραμένει σταθερός και μόνιμος στόχος και όχι μόνο για τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Και πως οι «οραματισμοί» ενός ενισχυμένου διεθνούς ρόλου δεν μπορούν να βασιστούν στις ορατές σήμερα «συμμαχίες» της.
Το «ευρασιατικό» όραμα του Πούτιν ενδεχόμενα να περικλείει και πολλές ρεαλιστικές πλευρές. Το ταξίδι του στην Κίνα πριν από λίγες μέρες για να κλείσει κάποια στιγμή το ζήτημα των αγωγών (εδώ και δέκα χρόνια συζητιούνται) δεν έχει μόνο το ρεαλισμό των χρημάτων (μιλούν για το 60% των αναγκών της Κίνας). Εχει και το ρεαλισμό μιας άλλης σχέσης, όχι μόνο αντίβαρου προς τη Δύση αλλά και περιορισμού της αύξησης της επιρροής της Κίνας στην κεντρική Ασία. Στο είδος της σχέσης μάλλον βρίσκεται το πρόβλημα και όχι στην τιμή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, που καρκινοβατούν οι συνομιλίες δέκα περίπου χρόνια!
Ωστόσο το βασικό πρόβλημα της νέας θητείας Πούτιν θα είναι αυτό που ήταν πάντα. Η επιθετικότητα των ΗΠΑ, οι οποίες, διαθέτοντας την ισχυρότερη «στρατιωτική συμμαχία» και έχοντας την ευχέρεια πρωτοβουλιών, πιέζουν μόνιμα και σταθερά τα πλευρά της Ρωσίας.
Χ.Β.