Τον τελευταίο μήνα και από τη δεύτερη κιόλας βδομάδα της έναρξης της φετινής σχολικής χρονιάς έντονη έκαναν την παρουσία τους οι μαθητικές κινητοποιήσεις, με πάνω από 700 καταλήψεις και ζωντανές διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη χώρα, με παρουσία ακόμη και στις συγκεντρώσεις των δημοσίων υπαλλήλων στην απεργία της περασμένης βδομάδας. Πολλοί σπεύδουν να αποδώσουν και τις φετινές κινητοποιήσεις σε «υποκινητές» ή να τις υποτιμήσουν ως τις «καθιερωμένες καταλήψεις στην αρχή της χρονιάς». Περισσότερο όμως από κάθε άλλη φορά οι μαθητές είναι πιο συνειδητοποιημένοι για το τι παλεύουν και το ποιος τους «υποκινεί». Τους υποκινούν τα βιβλία που δεν έχουν, οι καθηγητές που λείπουν από τα σχολεία τους, τα σχολεία τους που κλείνουν, οι ήδη μειωμένες θέσεις εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, το μέλλον τους ως άνεργων, η δεινή κατάσταση στην οποία βλέπουν τις οικογένειές τους να έχουν φτάσει… Περισσότερο από κάθε άλλη φορά οι μαθητές ξέρουν ότι αγωνίζονται κι αυτοί από τη δική τους πλευρά ενάντια σ’ όλα αυτά που βλέπουν στην τηλεόραση και βιώνουν στο σπίτι τους και, σ’ ό, τι τους αφορά, για δωρεάν παιδεία και ένα μέλλον που να τους αξίζει. Οι κινητοποιήσεις αυτές, επειδή ακριβώς έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, ενόχλησαν από την πρώτη στιγμή, με αποτέλεσμα την προσπάθεια ποινικοποίησής τους από την πλευρά της κυβέρνησης, με εισαγγελείς και αστυνομία, με στόχο την τρομοκρατία και την καταστολή του μαθητικού κινήματος.
Από την άλλη πλευρά, πλήθος απόψεων της Αριστεράς προσπαθεί να διεισδύσει στους μαθητές μέσω των διαφόρων μαθητικών σχημάτων που έχουν κάνει την εμφάνισή τους. Δεδομένου ότι οι απόψεις που επικρατούν σ’ ένα κίνημα διαμορφώνουν και τα χαρακτηριστικά του, αλλά και τις συνειδήσεις των συμμετεχόντων σ’ αυτό, θεωρούμε ότι η Μαθητική Αντίσταση οφείλει να αποσαφηνίσει κάποιες απόψεις και τους κινδύνους που κρύβουν αν επικρατήσουν στο μαθητικό κίνημα.
Βασικό αίτημα που προβάλλουν οι μαθητικές παρατάξεις εν γένει είναι της αύξησης των δαπανών για την παιδεία (στο 15% του προϋπολογισμού ή στο 5% του ΑΕΠ, λες και αυτός είναι ο μαγικός αριθμός που θα λύσει τα προβλήματα). Γεγονός είναι η μείωση των κονδυλίων για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων, με αποτέλεσμα τα λειτουργικά έξοδα (φωτοτυπίες, θέρμανση, νερό κ.λπ.) να βαραίνουν στο εξής τους μαθητές και τις οικογένειές τους. Ταυτόχρονα, όμως, τεράστια ποσά δίνονται στην παιδεία για την αξιολόγηση των καθηγητών (και το ξεσκαρτάρισμά τους τώρα με τις εφεδρείες). Αρα το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη προϋπολογισμού, αλλά η συγκεκριμένη επιλογή στον καιρό του μνημονίου, στην κατεύθυνση να φορτωθούν ακόμη πιο πολλά βάρη στις πλάτες των μαθητών και των οικογενειών τους. Είναι επικίνδυνο λοιπόν το να δίνεται μια κατεύθυνση πάλης στο κίνημα για αύξηση των δαπανών στην παιδεία από τη μια, όταν τα ποσά αυτά θα δοθούν για την όξυνση της επίθεσης, και από την άλλη αποπροσανατολιστικό για το κίνημα, εφόσον δεν καταδεικνύεται ο πραγματικός στόχος του συστήματος, δηλαδή μια παιδεία πιο ταξική και το πέταγμα των φτωχών παιδιών έξω από την εκπαίδευση, αφού δεν θα έχουν να πληρώνουν, αλλά μένει έτσι ως ένα ζήτημα διαχειριστικό, ότι δηλαδή οι κυβερνώντες κάνουν κακή διαχείριση των πόρων και δεν δίνουν αρκετά λεφτά ώστε το πρόβλημα να διορθωθεί (λες και δεν είναι αυτοί που προωθούν την επίθεση, αλλά είναι ζήτημα γι’ αυτούς να διορθωθεί).
Εδώ θα θέλαμε να παραθέσουμε μία άποψη που προβάλλεται από κάποιες δυνάμεις σχετικά με την περιγραφή της επίθεσης στην εκπαίδευση. Θεωρούν κάποιοι ότι στόχος της επίθεσης είναι η ιδιωτικοποίηση της παιδείας ή αλλιώς το «σχολείο της αγοράς». Δεν θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε με το σχολείο της αγοράς, αν με αυτό εννοούν το σχολείο που ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις σύγχρονες απαιτήσεις του κεφαλαίου, δηλαδή τη λειτουργία της εκπαίδευσης με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Με αυτό, βέβαια, εννοούμε σχολεία πιο φτηνά για το κράτος και πιο ακριβά για το λαό (την πρώτη γεύση την παίρνουμε ήδη με την κατάργηση του δωρεάν βιβλίου, τη συμμετοχή ή και πλήρη ανάληψη των λειτουργικών εξόδων από γονείς και μαθητές κ.λπ.). Αν όμως εννοούν τα σχολεία–επιχειρήσεις, την πλήρη ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης δηλαδή (που αυτό εννοούν), διαφωνούμε. Η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης σημαίνει από τη μια ότι το κράτος παύει να παρέχει στο κεφάλαιο τις υπηρεσίες του ως προς την αναπαραγωγή της ιδεολογίας του συστήματος αλλά και το ταξικό ξεσκαρτάρισμα των μαθητών. Από την άλλη σημαίνει ότι τα σχολεία μπορούν να είναι κερδοφόρες επιχειρήσεις για το κεφάλαιο - μιλάμε για μια αστική τάξη, την ελληνική, που μπορεί να επενδύει και να επεκτείνεται, την ώρα που είναι πιο στριμωγμένη από κάθε άλλη φορά! Πέρα από το γεγονός ότι κάποια πεδία επιχειρηματικής δραστηριότητας είναι ήδη ανοιχτά στο κεφάλαιο, όπως τα κυλικεία, οι καθαρίστριες κ.λπ. ή και κάποιες άλλες χορηγίες μπορεί να προστεθούν, η επίθεση για μας είναι καθαρά ταξική και ως τέτοια το κίνημα οφείλει να την αντιμετωπίσει.
Ενα άλλο αίτημα που προβάλλουν οι δυνάμεις της Αριστεράς είναι το «ενιαίο δωδεκάχρονο δημόσιο δωρεάν υποχρεωτικό σχολείο». Με αυτό εννοούν ένα σχολείο χωρίς διάκριση θεωρητικής και πρακτικής κατάρτισης, με ενιαία προγράμματα σπουδών σε όλες τις βαθμίδες και υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές. Δύο ερωτήματα προκύπτουν: αν όλες αυτές οι δυνάμεις θεωρούν ότι έτσι θα εξαλειφθούν και οι ταξικές διαφοροποιήσεις και αν έχουν αντιληφθεί ότι η εκπαίδευση ανήκει στο εκάστοτε ισχύον σύστημα και αυτό εξυπηρετεί. Η εφαρμογή, λοιπόν, ενός μοντέλου εκπαίδευσης στο παρόν σύστημα δεν θα αλλάξει τον προσανατολισμό του συστήματος για μια εκπαίδευση που να το εξυπηρετεί τόσο ως αναπαραγωγικός μηχανισμός της κυρίαρχης ιδεολογίας όσο και ως κατανεμητικός μηχανισμός των μαθητών σε εργαζομένους σύμφωνα με την τάξη από την οποία προέρχονται. Από την άλλη, μια τέτοια πρόταση απέναντι στο σύστημα ενέχει τον κίνδυνο του αποπροσανατολισμού του κινήματος, ότι τάχα μπορεί να υιοθετήσει το σύστημα αυτό το μοντέλο και να «διορθώσει» κάποιες πλευρές του καπιταλισμού. Εκτός αν αποτελεί μια πρόταση για ένα άλλο σύστημα, οπότε είναι εκτός τόπου και χρόνου. Οσο για το υποχρεωτικό, θα δώσουμε μόνο το παράδειγμα της προσχολικής εκπαίδευσης, που έγινε υποχρεωτική και τα νήπια αναγκάζονται να πηγαίνουν σε ιδιωτικά νηπιαγωγεία και οι γονείς τους να επωμίζονται το κόστος, εφόσον τα δημόσια νηπιαγωγεία δεν αρκούν γι’ αυτά. Και όχι ότι τα παιδιά των φτωχών οικογενειών εμποδίζονται από το να παρατήσουν το σχολείο εξαιτίας του υποχρεωτικού της βαθμίδας. Το «νέο σχολείο» άλλωστε οραματίζεται ακόμη περισσότερα παιδιά να παρατάνε το σχολείο και από ακόμη πιο νωρίς…
Ενας άλλος στόχος που θα έπρεπε να υιοθετήσει το κίνημα, σύμφωνα με πολλούς, είναι το να πέσει η κυβέρνηση. Και εδώ προκύπτουν δύο ερωτήματα. Το πρώτο είναι: και ποια να έρθει; Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ή μια οικουμενική κυβέρνηση που θα θέσει τους ίδιους ακριβώς στόχους με την προηγούμενη του ΠΑΣΟΚ; Εκτός αν υπάρχει η αυταπάτη ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση κι αν προκύψει μέσω της διαδικασίας των εκλογών που θα γίνουν αφού πέσει η προηγούμενη θα βρίσκεται σε κάποιο διαφορετικό σύστημα και θα εξυπηρετεί συμφέροντα διαφορετικά από αυτά της αστικής τάξης. Το δεύτερο ερώτημα αφορά εκείνους που λένε να πέσει η κυβέρνηση και οποιοσδήποτε εκφραστής της. Θεωρούν αυτοί ότι ο λαός βρίσκεται σε κάποια προεπαναστατική περίοδο και έχει τη δυνατότητα να αναλάβει την εξουσία στην κατεύθυνση της οικοδόμησης κάποιου άλλου συστήματος; Γιατί μάλλον είναι βαθιά νυχτωμένοι. Η προσπάθεια που όλοι πρέπει να κάνουμε είναι αυτή της συγκρότησης κινήματος σε όλους τους χώρους σε μια κατεύθυνση ανάδειξης των πραγματικών ζητημάτων και όχι του αποπροσανατολισμού ότι η άσκηση της εξουσίας είναι ζήτημα διαχειριστικό, ότι αυτοί οι τριακόσιοι δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους και να βρούμε άλλους ή ότι η αλλαγή του συστήματος είναι κάτι εύκολο και δεν χρειάζεται παρατεταμένος αγώνας και αλλαγή των συνειδήσεων. Σ’ αυτήν την πορεία και η κυβέρνηση θα πέσει στην προσπάθεια του συστήματος να δώσει λύσεις στα προβλήματά του, είτε το ζητάει ο λαός είτε όχι.
Τέλος, θα θέλαμε να δώσουμε μια εικόνα τού τι συμβαίνει με τα διάφορα συντονιστικά που έχουν συγκροτηθεί στις μαθητικές καταλήψεις. Να πούμε καταρχάς ότι με την ανάγκη του συντονισμού των καταλήψεων, δράσεων, κινητοποιήσεων είμαστε καθ’ όλα σύμφωνοι. Αλλά με ένα πραγματικό συντονιστικό, που ο ρόλος του θα είναι να συντονίζει, να ενώνει τη δράση, να προκύπτει από τις αποφάσεις των μαθητών και να μην έχει ρόλο μετάθεσης των ευθυνών και αντιπροσώπευσης στους «μπροστάρηδες» μαθητές, ούτε περιχαράκωσης των μαθητών στη μία ή στην άλλη άποψη. Δυστυχώς, το τελευταίο είναι αυτό που προκύπτει απ’ τις μαθητικές κινητοποιήσεις, είτε λέγεται ΣΑΣΑ, ΣΑΣΘ κ.λπ. (ΚΝΕ) είτε Συντονιστικό κατειλημμένων σχολείων (Μαθητική Αντεπίθεση).
Ως προς το ΣΑΣΑ, πρόκειται για την πάγια τακτική της περιχαράκωσης και απομόνωσης των μαθητών στη λογική της εκτόνωσης και της συστράτευσής τους στους κόλπους της ΚΝΕ. Και μάλιστα με προτάσεις για διήμερες καταλείψεις στα σχολεία, ενώ πάνω από 700 σχολεία πανελλαδικά ήταν κατειλημμένα, και απομονωμένες διαδηλώσεις, μην τυχόν και οι μαθητές του ΣΑΣΑ έρθουν σε επαφή με άλλους συμμαθητές τους και με άλλες απόψεις. Ως προς τη Μαθητική Αντεπίθεση, τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Η τακτική ήταν η προσπάθεια διοργάνωσης κοινών δράσεων και πορειών, αλλά με την ένταξη σχολείων στο συντονιστικό χωρίς την απόφαση συνελεύσεων και στη συνέχεια την υιοθέτηση της γραμμής της συγκεκριμένης παράταξης χωρίς την έγκριση των μαθητών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στη Θεσσαλονίκη να ακούγονται απόψεις ανάμεσα στους μαθητές για προσπάθεια κατάληψης του δημαρχείου(!!!) από το συντονιστικό, την ώρα που οι καταλήψεις είχαν αρχίσει να κλείνουν υπό την τρομοκρατία της κυβέρνησης και των εισαγγελέων.
Κλείνοντας, η Μαθητική Αντίσταση προβάλλει το αίτημα για δημόσια και δωρεάν παιδεία, τη συγκρότηση του μαθητικού κινήματος στην κατεύθυνση της πάλης ενάντια στους ταξικούς φραγμούς για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών. Χρειάζεται ένα κίνημα που να αγωνίζεται προς αυτήν την κατεύθυνση, που θα διακρίνει τον πραγματικό ένοχο, το σύστημα και τους εκφραστές του. Που θα προσπαθεί να διασαφηνίσει ποιοι είναι εκείνοι οι στόχοι πάλης που το ίδιο πρέπει να θέσει απέναντί τους και όχι το πώς θα απευθυνθεί στο σύστημα για να το «διορθώσει». Χρειάζεται ένας αγώνας παρατεταμένος, από τον οποίο κανείς δεν περισσεύει.
Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.