Αγαπητοί σύντροφοι, συντρόφισσες, φίλοι και φίλες,
Χαιρετίζω την παρουσία σας σ' αυτήν την εκδήλωση που γίνεται για τη συμπλήρωση 30 χρόνων από την Συνδιάσκεψη Ανασυγκρότησης του ΚΚΕ(μ-λ) το 1982.
Δεν πρόκειται να κάνω κάποιο απολογισμό εδώ. Αυτό είναι ένα ζήτημα μιας άλλης διαδικασίας. Ούτε και θα κάνω μια πλήρη αναφορά σ’ αυτά που προηγήθηκαν εκείνης της απόφασης και στην πορεία που διανύσαμε από τότε μέχρι τα σήμερα.
Θα αναφερθώ, ωστόσο, σε βασικά στοιχεία που οδήγησαν στο πάρσιμο μιας τέτοιας πρωτοβουλίας αλλά και στο πώς αυτή προχώρησε και τι προσέφερε.
Αγαπητοί φίλοι,
Ζούμε σε μια περίοδο θυελλών. Κινούμαστε στην τροχιά μιας ιστορικών διαστάσεων αναμέτρησης ανάμεσα στις καπιταλιστικές-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, από τη μια, και τον κόσμο της δουλειάς, συνολικά τους λαούς, από την άλλη. Μια αναμέτρηση που η έκβασή της θα καθορίσει τη μορφή του κόσμου για όλη την επόμενη ιστορική περίοδο.
Πάνω στο έδαφος αυτής της αναμέτρησης εξελίσσεται και μια άλλη: ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για το μοίρασμα των αγορών, τον έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων, τις πηγές ενέργειας και των δρόμων μεταφοράς τους, για στρατιωτική και στρατηγική υπεροχή. Για ένα νέο συνολικό ξαναμοίρασμα του κόσμου.
Με αυτά τα δεδομένα εξελίσσεται και βαθαίνει η γενικευμένη κρίση του συστήματος. Μια κρίση που στις μέρες μας εμφανίζεται με τη μορφή της σύμπλεξης της οικονομικής κρίσης με τη διαδικασία αναδιάταξης δυνάμεων. Μια σύμπλεξη στα πλαίσια της οποίας, αφενός, συμπυκνώνονται τα ζητήματα που έχουν τεθεί και, αφετέρου, αναδείχνονται τα αξεπέραστα αδιέξοδα του συστήματος.
Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων θα έλεγα πως -πέραν όλων των άλλων- δίνει και ένα είδος απάντησης στο αν σωστά πράξαμε τότε παίρνοντας αυτήν την πρωτοβουλία. Στο εάν σωστά αντιταχτήκαμε σ' εκείνες τις απόψεις που θεωρούσαν ότι το σύστημα έχει τις απαντήσεις στα προβλήματά του και, κατ' επέκταση, στα προβλήματα των λαών. Στο εάν σωστά χαράξαμε το δικό μας δρόμο, ενάντια σ' εκείνους που στη βάση τέτοιων αντιλήψεων θεωρούσαν αναχρονισμό την ύπαρξη μιας κομμουνιστικής οργάνωσης.
Όπως, λοιπόν, και καθώς συνήθως συμβαίνει, οι αφετηρίες των πραγμάτων καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό την εξέλιξή τους, έτσι και τα δεδομένα που δίνει αυτή η εξέλιξη ρίχνουν καινούργιο φως σ' αυτές τις αφετηρίες.
Όμως, εγώ εδώ λέω να “ξεφύγω” από αυτόν τον κανόνα. Δεν θα ξεκινήσω ούτε από την αρχή ούτε από το τέλος, αλλά κάπου από τη “μέση”.
Ακριβώς επειδή στο διάστημα εκείνο αποκρυσταλλώθηκαν και εμφανίστηκαν με τον πιο καθαρό τρόπο, τόσο εκείνα που χαρακτήριζαν την προηγούμενη περίοδο όσο και αυτά που προσδιορίζουν την επόμενη, έως και τη σημερινή κατάσταση.
Αναφέρομαι στις σεισμικού χαρακτήρα εξελίξεις της περιόδου 1989-1991 και στο τι σήμαιναν αυτές:
- Την ολοκλήρωση της παλινόρθωσης στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.
- Την ολοκλήρωση της ανατροπής των παγκόσμιων συσχετισμών υπέρ των πιο αντιδραστικών και πιο επιθετικών δυνάμεων του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος και σε βάρος της εργατικής τάξης και συνολικά των λαών. Μια ανατροπή που έδωσε τη δυνατότητα στο κεφάλαιο να κλιμακώσει την επίθεσή του ενάντια στην εργατική τάξη και με στόχο την πλήρη καθυπόταξή της στις ορέξεις του. Που άνοιξε το δρόμο στην εκστρατεία επανακατάχτησης-επαναποικιοποίησης του κόσμου από τις (δυτικές, στη φάση εκείνη) ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Που διαμόρφωσε τους όρους για την επιβολή από τις δυνάμεις του συστήματος της Νέας Τάξης Πραγμάτων. Αυτής που λίγο αργότερα μεταβαπτίστηκε σε “παγκοσμιοποίηση” για να συγκαλύψει αυτά που σχεδιάζονταν.
Το μέλλον προβλεπόταν ζοφερό και αυτό είναι κάτι που ήδη το βιώνουμε.
Το πώς θα όφειλαν να αντιμετωπίσουν μια τέτοια προοπτική οι δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά δεν είναι κάτι που θα ’πρεπε να χωράει συζήτηση.
Οι κομμουνιστές -όσοι είχαν απομείνει μέσα στα συντρίμμια της ήττας- αντιστάθηκαν, όρθωσαν το ανάστημά τους, πάλεψαν. Μόνο που εκτός από τις δυνάμεις του συστήματος, εκτός από τις συνέπειες, τις αδυναμίες και τα προβλήματα που είχε κληροδοτήσει η ήττα, είχαν να αντιμετωπίσουν και ένα συμπαγές μέτωπο που όρθωνε απέναντί τους σύμπασα η υποτιθέμενη “Αριστερά”.
Μια Αριστερά που αντί να δει την πραγματικότητα, αντί να σημάνει συναγερμό μπροστά σ' αυτά που έρχονταν, αυτή επέμεινε να αρμενίζει αμέριμνα στο πέλαγος των αυταπατών και του οπορτουνισμού της. Η στάση της αυτή ήταν έκφραση, συνέχεια και συνέπεια των ιδεολογικών και πολιτικών αντιλήψεων που την καθόριζαν, της πολιτικής που προωθούσε, της πορείας που είχε ακολουθήσει για δεκαετίες.
Εδώ θα σταθώ μόνο στις βασικές ιδέες που χαρακτήριζαν και καθόριζαν τη στάση της. Σύμφωνα μ' αυτές, λοιπόν, τις παραχωρήσεις που είχε αναγκαστεί να κάνει το σύστημα μπροστά στην απειλή που συνιστούσε για την ύπαρξή του η άνοδος του κινήματος και η ύπαρξη των σοσιαλιστικών χωρών, τις “ερμήνευαν” σαν έκφραση της δυνατότητας του ίδιου του συστήματος να αυτο-μεταρρυθμίζεται, να βελτιώνεται και να αλλάζει. Του έδωσαν μάλιστα και όνομα: “νεωτερικός καπιταλισμός”!
Από την άλλη μεριά, την ήττα του κινήματος και την παλινόρθωση τις βλέπαν όχι σαν έκφραση των αναπόφευκτων αδυναμιών και ανεπαρκειών μιας πρωτοφανέρωτης ιστορικά, τιτάνιας προσπάθειας των κολασμένων να χτίσουν το δικό τους κόσμο, αλλά σαν ευκαιρία για να υιοθετήσουν την αστική άποψη ότι ο σοσιαλισμός είναι ουτοπία. Η σύμφυση των δύο αυτών αντιλήψεων έδωσε την άποψη πως ο καπιταλισμός είναι μονόδρομος για το ορατό μέλλον.
Εφόσον, λοιπόν, ο καπιταλισμός μπορεί να αυτο-μεταρρυθμίζεται και να βελτιώνεται και εφόσον ο σοσιαλισμός είναι ουτοπία, μία είναι η διέξοδος για την Αριστερά: να αναζητήσει δρόμους και ρόλους μέσα στο σύστημα.
Σ' αυτήν τη βάση κινήθηκαν -και κινούνται- καθώς η πολιτική τους και στις νέες συνθήκες δεν ήταν παρά η φυσική συνέχεια και συνέπεια αυτών των αντιλήψεων. Στην ίδια βάση, αυτό που “είδαν” σαν “παγκοσμιοποίηση” ήταν ένα νέο κόσμο ειρήνης και συνεργασίας των λαών να ανατέλλει. Κι ας ακόνιζαν την ίδια ώρα οι φονιάδες των λαών τα μαχαίρια τους!
Αν αυτά τα χαρακτηριστικά εμφανίστηκαν με αυτό τον ολοκάθαρο τρόπο εκείνη την περίοδο, αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι γεννήθηκαν ξαφνικά και σαν από παρθενογένεση.
Ήδη, πολλά χρόνια πριν κυοφορούνταν στις μήτρες των ρεβιζιονιστικών, ρεφορμιστικών τάσεων και αντιλήψεων που ενυπήρχαν στο κίνημα.
Κάνανε την ολοκληρωμένη εμφάνισή τους με την ανατροπή της επαναστατικής, κομμουνιστικής κατεύθυνσης στο κίνημα και, κυριαρχώντας, δρομολόγησαν την πορεία προς τα πίσω, την παλινόρθωση, την ήττα.
Καρπίσανε και αναπαραχτήκανε στο έδαφος του πολύμορφου και πολυποίκιλου μικροαστικού οπορτουνισμού.
Χαρακτήρισαν, τελικά, την πολιτική που κυριάρχησε στο κίνημα και οδήγησε στον ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό αφοπλισμό των λαϊκών μαζών, με αποτέλεσμα να βρεθούν ανέτοιμες και αδύναμες απέναντι στην επίθεση του συστήματος.
Αυτήν ακριβώς την κατάσταση αντιμετωπίσαμε τότε και απέναντι σ' αυτήν χρειάστηκε να πάρουμε τις αποφάσεις μας.
Απέναντι στην επίδραση αυτής της πολιτικής και αυτών των αντιλήψεων στην κοινωνία, το κίνημα, την Αριστερά και μέσα στις ίδιες τις γραμμές μας, την οργάνωσή μας, το -τότε- ΚΚΕ(μ-λ), την καθοδήγησή του.
Δεν θα αναφερθώ στο πώς και το γιατί. Δεν είναι αντικείμενο αυτής της ομιλίας. Θα αναφερθώ μόνο στο ότι η καθοδήγηση αυτής της οργάνωσης δεν μπόρεσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και των απαιτήσεων που αυτές έθεταν.
Δεν ανέλαβε, ως όφειλε, τις ευθύνες της απέναντι στο λαό, το κίνημα, την οργάνωση, τα μέλη της, απέναντι στην ίδια τη δική της -έως τότε- προσφορά και ιστορία.
Δεν θέλησε να στηριχτεί στα μέλη και τα στελέχη της οργάνωσης που επέμειναν να διατηρούν τη ζωντάνια, την αγωνιστικότητα, το μαχητικό τους πνεύμα.
Αντίθετα, άνοιξε το δρόμο στη διάβρωση αυτών των διαθέσεων, διευκολύνοντας την προώθηση κάθε είδους οπορτουνιστικών, διαλυτικών αντιλήψεων στις γραμμές μας.
Ακόμη περισσότερο, αντιτάχθηκε με κάθε τρόπο και αχαραχτήριστες μεθοδεύσεις στις προσπάθειες ανασυγκρότησης της οργάνωσης, που επιχείρησαν μέλη και στελέχη της.
• Παρ’ όλα αυτά, εμείς επιμείναμε. Προχωρήσαμε στην πραγματοποίηση της Συνδιάσκεψης Ανασυγκρότησης που αποτέλεσε την αφετηρία αυτής της τριαντάχρονης πορείας.
Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση. Ήταν, όμως, αυτό που οφείλαμε να κάνουμε σαν κομμουνιστές, ταγμένοι στην υπηρεσία της εργατικής τάξης και της μεγάλης υπόθεσης των λαών. Και την πήραμε με πλήρη συνείδηση ότι αυτό που αναλαμβάναμε δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Με επίγνωση των δυσκολιών και των προβλημάτων που θα αντιμετωπίζαμε.
Κι ας διευκρινίσω εδώ ότι δεν εννοώ κύρια αυτά που δημιουργούνταν από την -έτσι κι αλλιώς- αναμενόμενη αντίδραση και βία του συστήματος απέναντι σε λαϊκές οργανώσεις και αγωνιστές. Στο κεφάλαιο αυτό οι κομμουνιστές άλλων εποχών αντιμετώπιζαν πολλαπλάσιες δυσκολίες και ασύγκριτα σκληρότερες διώξεις.
• Το κύριο πρόβλημα συνίστατο στο ότι το σύστημα την περίοδο εκείνη προωθούσε μια ταχτική προσεταιρισμού της Αριστεράς, ευνουχισμού των αγωνιστικών διαθέσεων ενός κόσμου, συκοφάντησης και απομόνωσης όσων επέμεναν να αντιδρούν, και με στόχο την ενσωμάτωση, αδρανοποίηση των λαϊκών μαζών.
Ήταν η εποχή που η είσοδος στην ΕΟΚ (μετέπειτα ΕΕ) παραπλανούσε πολύ κόσμο και το «ευρωπαϊκό όραμα» σαγήνευε μεγάλο μέρος της Αριστεράς μας. Ήταν η εποχή που το ΠΑΣΟΚ γιγαντωνόταν στο όνομα της “αλλαγής”, με σύμπασα την Αριστερά -πλην Λακεδαιμονίων- να σέρνεται πίσω του, ευελπιστώντας σε μια θέση στον ήλιο του.
- Και πίσω απ’ όλα αυτά και άλλα που δεν ανέφερα, το σύστημα (που ποτέ δεν άλλαξε ως προς τη φύση, το χαρακτήρα και τις επιδιώξεις του) διαμόρφωνε όρους, διεθνώς και εσωτερικά, συγκροτούσε δυνάμεις, οικοδομούσε συσχετισμούς, προωθούσε τους στόχους του.
Και η Αριστερά «στον κόσμο της». Έτσι, την ώρα που η Θάτσερ τσάκιζε τους Άγγλους ανθρακωρύχους και στη Γαλλία χτυπιούνταν οι εργάτες μετάλλου, η “ανανεωτική” μας Αριστερά εκστασιαζόταν μπροστά στην “ευρωπαϊκή μας προοπτική”. Την ώρα που οι ιμπεριαλιστές διαμόρφωναν τους όρους της επίθεσής τους ενάντια στους λαούς, το ΚΚΕ αρμένιζε στην -κατά Μπρέζνιεφ- φάση εφόδου τού... σοσιαλισμού. Και την ώρα που το ΠΑΣΟΚ διεύρυνε τις βάσεις στήριξης του συστήματος, η (εξωκοινοβουλευτική, “νέα”, ριζοσπαστική κ.λπ.) Αριστερά αναζητούσε το νέο επαναστατικό υποκείμενο στο πάσης μορφής περιθώριο, για να οδηγηθεί τελικά (και στο μεγαλύτερο μέρος της) στον κάδο ανακύκλωσης του Υπουργείου Νέας Γενιάς.
Και την ώρα που ο Γκορμπατσόφ και οι συν αυτώ πετούσαν στα σκουπίδια τα τελευταία κουρέλια τού σοσιαλισμού, ετοιμάζοντας τα νεκροσάβανά του και η Νέα Αστική Τάξη της Κίνας άνοιγε διάπλατα το δρόμο της, όλοι αυτοί εκστασιάζονταν μπροστά στην Περεστρόικα, την Γκλασνόστ και το “εκσυγχρονιστικό” έργο του “σοφού γέροντα” Τένγκ Χσιάο Πινγκ.
Και, σε μια κορύφωση του οπορτουνισμού της, αλλά και με ισχυρές δόσεις κρετινισμού, η Αριστερά μας έδωσε -με πρόσχημα την “κάθαρση”- τη στήριξή στις πολιτικές λύσεις και την πολιτική του συστήματος.
• Αυτή η κυριαρχία στο πολιτικό πεδίο, που οι δυνάμεις του συστήματος διασφάλισαν με τη συνδρομή της Αριστεράς, είχε τις αντίστοιχες εκφράσεις της και στο ιδεολογικό πεδίο. Στις απόψεις και αντιλήψεις που προωθήθηκαν, την ιδεολογική “ατμόσφαιρα” που δημιουργήθηκε.
Δεν ήταν, βέβαια, η πρώτη φορά που επιχειρήθηκε κάτι τέτοιο, ούτε τα κηρύγματα του συστήματος ήταν νέα ή πρωτότυπα. Το ζήτημα είναι ότι, σε αντίθεση με άλλες εποχές, δεν αντιτάχθηκε το αναγκαίο ιδεολογικό μέτωπο από τις -καθ' ύλην αρμόδιες- δυνάμεις της Αριστεράς και την υποτιθέμενη Αριστερή μας διανόηση.
Αντίθετα, όλοι αυτοί αποδέχτηκαν τα αστικά ιδεολογήματα, τα αναπαρήγαγαν, τα εμπλούτισαν και -με ζήλο περισσό- τα προώθησαν στον κόσμο.
Έτσι, για πρώτη φορά, ο αντικομμουνισμός, η απαξίωση της εργατικής τάξης του ρόλου και της σημασίας της, ο χλευασμός της κομμουνιστικής, της ΕΑΜικής παράδοσης του κινήματος, γίναν κυρίαρχα μοτίβα ακόμα και μέσα στις γραμμές των -υποτίθεται- αριστερών δυνάμεων.
Ταυτόχρονα, η δήλωση αποκήρυξης του “σταλινισμού”, που απαραίτητα συνόδευε κάθε σχετική τοποθέτηση, αναδείχτηκε σε ένα είδος πιστοποίησης εγκεκριμένου αριστερού. Από κοντά η απαξίωση της πολιτικής πάλης, της πολιτικής οργάνωσης, της οργανωμένης πάλης, της ίδιας της αναγκαιότητας της πάλης και η υποκατάστασής της από “προτάσεις” ή και κάθε άλλου είδους διαφυγές.
Απόψεις που είχαν σαν υπόβαθρό τους την αντιμετώπιση της ταξικής πάλης σαν αναχρονισμό και παρέπεμπαν σε αμφισβήτηση του ταξικού διαχωρισμού της κοινωνίας. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, πλασάρονταν ο ατομισμός, ο καριερισμός, η ιδεολογία του βολέματος, και αντίστοιχες πολιτιστικές “αξίες” σε όλα τα πεδία και εκφράσεις τους, η ανάδειξη του “αμερικάνικου τρόπου ζωής” σε κυρίαρχο μοντέλο. Έτσι διαβρώθηκε, αλλοτριώθηκε, σάπισε και ανακυκλώθηκε ένας κόσμος.
• Αυτήν την κατάσταση αντιμετωπίσαμε, αυτήν αντιπαλέψαμε. Δεν υποχωρήσαμε απέναντι στον καταθλιπτικά αρνητικό συσχετισμό. Δεν υποστείλαμε τις σημαίες μας απέναντι στην συγχορδία της αντικομμουνιστικής υστερίας. Δεν αφήσαμε να μας επηρεάσουν οι συκοφαντίες, οι απαξιωτικές αναφορές, οι υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί των κάθε είδους οπορτουνιστών.
Επιμείναμε στον δρόμο της υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων και της κομμουνιστικής μας προοπτικής. Αγωνιστήκαμε -με όσες δυνάμεις διαθέταμε- στα μέτωπα πάλης που ανοίχτηκαν εκείνη την περίοδο. Προχωρήσαμε στην ανάλυση της παγκόσμιας και ελλαδικής κατάστασης, χωρίς να επηρεαζόμαστε από αστικές, ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές θεωρίες που τόσο ήταν της μόδας τότε, αλλά βασιζόμενοι στα δικά μας, ταξικά, κομμουνιστικά εργαλεία θεώρησης. Και αισθανόμαστε απόλυτα δικαιωμένοι γι' αυτό, καθώς οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν σ' όλη τους τη γραμμή εκείνες τις εκτιμήσεις.
Ανοίξαμε σειρά ιδεολογικών μετώπων υπεράσπισης της ιδεολογία μας, της προσφοράς του κομμουνιστικού κινήματος και του σοσιαλισμού, υπεράσπισης του επαναστατικού δρόμου απέναντι σε αστικές, ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές θεωρίες και απόψεις.
• Με αυτούς τους όρους περάσαμε στη δεκαετία του 1990 και των μεγάλων ανατροπών.
Και, όπως στην αρχή της ομιλίας αναφέρθηκα, στη φάση όπου αποκρυσταλλώθηκαν-σχηματοποιήθηκαν διεργασίες, τάσεις και συσχετισμοί που διαμορφώνονταν όλη την προηγούμενη περίοδο:
- Η ολοκλήρωση της παλινόρθωσης.
- Η διάλυση του Ανατολικού Μπλοκ και της Σ.Ε.
- Η ανατροπή των παγκόσμιων συσχετισμών.
- Η ανάδειξη σε θέση οδηγού των εξελίξεων του Δυτικού ιμπεριαλιστικού μπλοκ και των ΗΠΑ σε μοναδική υπερδύναμη. Η κλιμάκωση της επίθεσης στην εργατική τάξη σε μεγαλύτερο βάθος και έκταση.
- Η εκστρατεία επανακατάκτησης του κόσμου, που εγκαινιάστηκε με τον πόλεμο του Κόλπου το 1991.
Οι συνέπειες για τους λαούς μεγάλες και οδυνηρές.
Ταυτόχρονα, στην ίδια περίοδο ολοκληρώνονται αρνητικές εξελίξεις που έθεταν και θέτουν τα μεγαλύτερα προβλήματα για τους λαούς και το κίνημα:
- Η αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης.
- Η πλήρης αποσύνθεση του κομμουνιστικού κινήματος.
- Η αποσάθρωση των μετώπου πάλης των λαών.
Την ίδια περίοδο, ωστόσο, κι ενώ όλα τα προηγούμενα βρίσκονταν στο προσκήνιο των εξελίξεων, στο υπόβαθρό τους διαμορφώνονταν οι όροι της γενικευμένης κρίσης του συστήματος, των πραγματικών συσχετισμών στον κόσμο και των δεδομένων που θα συνέθεταν την κατάσταση που αντιμετωπίζουμε μέχρι και τις μέρες μας.
• Όσο για το πώς επέδρασαν αυτές οι εξελίξεις στην Αριστερά, αυτό ήταν στο να βγάλει στην επιφάνεια ό,τι αντιδραστικό, οπορτουνιστικό και σάπιο διαφύλασσε στο εσωτερικό της επί χρόνια. Έτσι, αυτό που είδαν στην ολοκλήρωση της παλινόρθωσης ήταν η ευκαιρία απελευθέρωσής τους από τον καταναγκασμό να αναφέρονται σε σοσιαλισμούς, κομμουνισμούς και άλλες τέτοιες παλιατσαρίες.
Και σε μια κορύφωση της αθλιότητας, φτάσανε ορισμένοι να διακηρύξουν το κατάπτυστο “ευτυχώς, σύντροφοι, νικηθήκαμε”.
Και στην αποθέωση του κρετινισμού, τους μετά το “τέλος της Ιστορίας” και της ταξικής πάλης, ανακηρύξανε και το τέλος της διάκρισης Αριστεράς και Δεξιάς.
Και χρειάστηκε το ίδιο το σύστημα να τους μετριάσει τον ενθουσιασμό, μιας και γνωρίζει πόσο αναγκαία τού είναι τα αναχώματα μιας “χρήσιμης” Αριστεράς. Κάπως έτσι μας προέκυψε και η Αριστερά της νέας εποχής, των Κλίντον, Μπλερ, Σρέντερ, Ζοσπέν και Ντ’ Αλέμα.
- Εθελοτυφλώντας κατ' εξακολούθηση, αυτό που «είδαν» στην υποτιθέμενη “παγκοσμιοποίηση” δεν ήταν η επιβολή της Νέας Τάξης Πραγμάτων από το σύστημα, αλλά η επέκταση του “νεωτερικού” τους καπιταλισμού σε παγκόσμια πλέον κλίμακα. Έτσι, την ώρα που το κεφάλαιο επέφερε το ένα χτύπημα μετά το άλλο συντρίβοντας την εργατική τάξη, αυτοί αναμασούσαν τα ιδεολογήματα του συστήματος για εκσυγχρονισμό, μεταρρυθμίσεις, ανταγωνιστικότητα και “απελευθέρωση” της αγοράς εργασίας από τις “δυσκαμψίες” και τις “συντεχνίες” που την “δυνάστευαν”.
Και την ώρα που οι ιμπεριαλιστές επέβαλλαν, στο όνομα της υποτιθέμενης “παγκοσμιοποίησης” τις “τέσσερις ελευθερίες” που εμπέδωναν και νομιμοποιούσαν την δυνατότητα καταλήστευσης χωρών και λαών, αυτοί “βλέπανε” τη νέα ελπιδοφόρα αυγή ανάπτυξης και ευημερίας που ανατέλλει για την ανθρωπότητα.
Και την ώρα που οι φονιάδες των λαών κομματιάζανε με τον πιο κτηνώδη τρόπο χώρες και λαούς, αυτοί βλέπανε έναν νέο κόσμο ειρήνης, δημοκρατίας και συνεργασίας των λαών να προβάλλει στον ορίζοντα.
• Η δική μας στάση: Επιμείναμε στο δρόμο της πάλης, της υπεράσπισης των ιδανικών μας, της αντίστασης στην έφοδο του συστήματος ενάντια στους λαούς.
Δεν ήμασταν οι μόνοι. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε (και ανεξάρτητα από ιδεολογικές, πολιτικές, και άλλες διαφορές) πως υπήρξαν και άλλοι -σε μειοψηφική, έστω, κλίμακα- που στάθηκαν κόντρα στο γενικό κλίμα και δεν απαρνήθηκαν τα πιστεύω τους.
Όσο μας αφορά, δεν μας χαροποίησε καθόλου η επιβεβαίωση των εκτιμήσεών μας για τις εξελίξεις στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Αντίθετα, αυτό που είδαμε σαν κύριο ήταν η ανατροπή των παγκόσμιων συσχετισμών και οι αρνητικές συνέπειες που θα είχε αυτό για την εργατική τάξη και τους λαούς.
Απορρίψαμε ευθύς εξαρχής το αστικό ιδεολόγημα της “παγκοσμιοποίησης” παρά τον ορυμαγδό, τον κατακλυσμό προπαγάνδας, την πίεση που ασκούσε η αποδοχή του από το σύνολο της Αριστεράς. Ανοίξαμε μέτωπο ενάντια σε μια άποψη που συγκάλυπτε την πραγματικότητα, που εξωράιζε το σύστημα, που καθαγίαζε τα σχέδια και τα εγκλήματά του σε βάρος των λαών.
Συνακόλουθα, προτάξαμε σαν κύριο ζήτημα την ανάπτυξη της αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Αντιταχτήκαμε έμπραχτα στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σ' όλη αυτή την περίοδο και με όλες μας τις δυνάμεις, ενώ ιδιαίτερα μας απασχόλησε η ιμπεριαλιστική επέμβαση στην γειτονική μας Γιουγκοσλαβία.
Ταυτόχρονα, αντιπαλέψαμε τα σχέδια μετατροπής της χώρας μας σε πλατφόρμα εξόρμησης αμερικανονατοϊκών τυχοδιωκτισμών. Αντιταχθήκαμε στη συνθήκη του Μάαστριχτ και την παραρτημοποίηση της χώρας, που τις συνέπειές της πληρώνουμε σήμερα.
Παράλληλα, στο ίδιο διάστημα, συνεχίσαμε να προωθούμε την πάλη μας σε όλα τα μέτωπα που μπορούσαν να καλύψουν οι δυνάμεις που διαθέταμε: στους εργατικούς αγώνες, στις κινητοποιήσεις της αγροτιάς, στην πάλη της νεολαίας.
Αναδείξαμε την αναγκαιότητα της Αντίστασης στην επίθεση του συστήματος.
Θέσαμε το ζήτημα της Κοινής Δράσης, προχωρήσαμε σε έμπραχτες πολιτικές κινήσεις που άνοιγαν αυτόν το δρόμο. Συνεχίσαμε να ανοίγουμε ιδεολογικά μέτωπα ενάντια σε αστικές, ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές απόψεις. Επιχειρήσαμε απαντήσεις σε σημαντικά ζητήματα του κινήματος.
Η Ιστορία επεφύλασσε νέες στροφές στην εξέλιξη της ταξικής πάλης. Η επιδίωξη της παγκόσμιας κυριαρχίας από τις ΗΠΑ, η επιδρομή στο Αφγανιστάν και, στη συνέχεια, στο Ιράκ ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων των λαϊκών μαζών σε όλο τον κόσμο.
Ταυτόχρονα, όξυνε τις αντιθέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και όχι μόνο (όπως ήταν αναμενόμενο) με Ρωσία-Κίνα, αλλά και ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές (βασικά Γαλλία, Γερμανία).
Ταυτόχρονα, άνοιξαν ολόπλευρα το ζήτημα της αναδιάταξης δυνάμεων στον κόσμο, πολύ περισσότερο καθώς και δυνάμεις όπως Ινδία, Βραζιλία κ.ά. πρόβαλλαν στο προσκήνιο, διεκδικώντας θέση και ρόλο στο παγκόσμιο ταμπλώ. Ταυτόχρονα, τροφοδότησαν τους όρους της γενικευμένης κρίσης του συστήματος και πιο έντονα, καθώς στην πορεία είχαμε και το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
Στο ίδιο διάστημα, η επίθεση των δυνάμεων του συστήματος ενάντια στις εργαζόμενες λαϊκές μάζες στον κόσμο, όχι μόνο δεν ανακόπηκε, αλλά -αντίθετα- βάθυνε, διευρύνθηκε, επεχτάθηκε σε στρώματα και περιοχές που δεν είχαν συνηθίσει να πλήττονται σε τέτοια κλίμακα. Ταυτόχρονα, έπαιρνε όλο και περισσότερο τις μορφές μιας συσσώρευσης πρωταρχικού χαρακτήρα.
Οι εξελίξεις αυτές έχουν οδηγήσει στην όξυνση όλων των αντιθέσεων στα πλαίσια του συστήματος, διαμορφώνοντας τους όρους ενός ρήγματος από πάνω μέχρι κάτω.
Στα πλαίσιά του και στο φόντο της συνολικότερης αναδιάταξης ενεργοποιούνται και άλλες δυνάμεις στα πλαίσια των δικών τους ιδιαίτερων συμφερόντων και επιδιώξεων.
Από τους αστικούς σχηματισμούς και τα διάφορα φόρουμ, μέχρι τις πρόσφατες κινήσεις διάφορων παραγόντων και ρεφορμιστικών δυνάμεων, που μπροστά στην κρίση και τα αδιέξοδα προτείνουν, επιδιώκουν μια “αντι-νεοφιλελεύθερη” στροφή στην πορεία των πραγμάτων.
Το ζήτημα με όλους αυτούς είναι ότι, πρώτον, αυτό που επιδιώκουν είναι ένας νέος συμβιβασμός που θα διασφαλίζει τη θέση και το ρόλο τους στα πλαίσια του συστήματος. Δεύτερον, ότι αναζητούν τις δυνάμεις αναστροφής στα πλαίσια και με τους όρους του συστήματος. Τρίτον, ότι τη σχέση τους με το λαό δεν την αντιμετωπίζουν στη βάση των λαϊκών συμφερόντων, αλλά σαν διαπραγματευτικό χαρτί των δικών τους επιδιώξεων.
Μόνο που επιστροφή δεν υπάρχει. Τα πράγματα έχουν πάρει το δρόμο τους και η θέση τού καθένα θα προσδιοριστεί στη νέα κατάσταση και με τους όρους της, είτε έτσι διαμορφωθεί αυτή είτε αλλιώς.
Ταυτόχρονα, είναι καθαρό ότι με βάση τις διαμορφωμένες τάσεις, ροπές και συσχετισμούς, με βάση τη δυναμική των πραγμάτων, δυνάμεις αναστροφής πορείας στα πλαίσια του συστήματος ούτε υπάρχουν ούτε και μπορούν να αναπτυχθούν με βάση τις δικές του “εσωτερικές” λειτουργίες.
Όσο για τους λαούς, αργά η γρήγορα θα βρουν τους δικούς τους δρόμους και στη βάση των δικών τους στόχων και επιδιώξεων.
Διδαχτική, από την άποψη αυτή, είναι η περίπτωση των πρόσφατων αραβικών εξεγέρσεων, καθώς σε αυτές εμπεριέχονται δύο βασικά δεδομένα.
Το πρώτο αφορά την εμφάνιση των στοιχείων που αναπτύσσονται μέσα στις υπόγειες διαδρομές της οργής, της αντίθεσης των λαϊκών μαζών στους εκμεταλλευτές και καταπιεστές τους, τη συσσώρευσή της σε εκρηκτικά επίπεδα. Από την άποψη αυτή, εκείνο που έχουμε εδώ είναι οι διεργασίες που, ανεξάρτητα από την τωρινή τους κατάληξη, προετοιμάζουν το αύριο, ανήκουν στο αύριο.
Το δεύτερο σχετίζεται με τους υπάρχοντες συσχετισμούς στην περιοχή και τον κόσμο, την αδύναμη, ακόμη, θέση τού επαναστατικού κινήματος, που έδωσε τη δυνατότητα να ελέγξουν τις εξελίξεις και να τις δρομολογήσουν σε δικές τους λύσεις. Η τραγωδία της Λιβύης είναι διδαχτική από πολλές απόψεις. Μόνο που αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούν να το κάνουν πάντα. Το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα, με όλα αυτά και παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει να βρίσκεται σε συνεχώς αναπαραγόμενα και όλο και οξύτερα αδιέξοδα. Αδιέξοδα που οφείλονται, κατά πρώτο και κύριο λόγο, στην ίδια τη φύση και το χαραχτήρα του, τις δικές του αντιφάσεις, αντινομίες και αντιθέσεις και είναι σ' αυτό που εμπεριέχονται οι μεγαλύτεροι των κινδύνων συνολικά για τον κόσμο.
- Αυτό, το μόνο που δεν σημαίνει είναι πως αυτά τα αδιέξοδα μπορούν από μόνα τους να οδηγήσουν στην αλλαγή ή κατάρρευση του συστήματος. Αναστροφή της τροχιάς που έχουν δώσει στις εξελίξεις οι δυνάμεις του συστήματος, χωρίς επαναστατικές ανατροπές ούτε μπορούν ούτε πρόκειται να υπάρξουν. Οι απαντήσεις στα αδιέξοδα βρίσκονται μόνο στο πεδίο της μεγάλης αντίθεσης ανάμεσα στην εργατική τάξη και συνολικά τους λαούς, από τη μια, και το καπιταλιστικό ιμπεριαλιστικό σύστημα, από την άλλη. Της μεγάλης αναμέτρησης που εξελίσσεται στη βάση αυτής της αντίθεσης. Τα στοιχεία της ήδη κυοφορούνται στα υπόγεια της οργής. Πετάνε φύτρα και αναπτύσσονται στους εργατικούς αγώνες και στα λαϊκά ξεσπάσματα. Δένουν κορμό στα βουνά του Νεπάλ και τα δάση της Ινδίας.
• Σ' αυτήν την τροχιά κινηθήκαμε και από τη μεριά μας και αυτήν την περίοδο. Παρ' όλο που, στο ξεκίνημά της ακόμα, δεχτήκαμε ένα μεγάλο χτύπημα: την απώλεια ενός πολύτιμου συντρόφου που αποτελούσε βασικό στήριγμα της οργάνωσης από το ξεκίνημά της. Του Βασίλη Γεμιστού. Αλλά, όπως και ο ίδιος θα 'θελε, συνεχίσαμε το δρόμο μας. Συνεχίσαμε τον αγώνα μας ενάντια στο καπιταλιστικό ιμπεριαλιστικό σύστημα, το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και ενάντια σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Αντιταχθήκαμε στην ένταξη στην ΟΝΕ, καθώς διαβλέπαμε τι σημαίνει αυτό για το λαό μας. Αντιταχτήκαμε ενεργά και αποφασιστικά στις επιδρομές των ΗΠΑ σε Αφγανιστάν και Ιράκ. Στηρίξαμε με όλες μας τις δυνάμεις τις αντιιμπεριαλιστικές διαδηλώσεις, κόντρα σε οπορτουνιστικές αντιλήψεις που σ' αυτά τα εγκλήματα βλέπαν την αντιμετώπιση της “τρομοκρατίας” και την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Στην ίδια περίοδο, συμμετείχαμε ενεργητικά και αποφασιστικά στους αγώνες που αναπτύχθηκαν αυτό το διάστημα, στα αγωνιστικά ξεσπάσματα του λαού και της νεολαίας. Στον αγώνα για το ασφαλιστικό και ενάντια στο νόμο Γιαννίτση. Παρεμβήκαμε ενεργητικά στο κίνημα των φοιτητικών καταλήψεων. Συμμετείχαμε με όλες μας τις δυνάμεις στο ξέσπασμα της νεολαίας το Δεκέμβρη του 2008. Συνεχίσαμε να προωθούμε τη γραμμής της Αντίστασης, της πάλης και της κοινής δράσης. Υποστηρίξαμε τις εστίες αντίστασης που δημιουργούνταν και εντείναμε τις προσπάθειες δημιουργίας νέων και σε κατεύθυνση σύνδεσής μας με το λαό, τα προβλήματά, τις διεκδικήσεις και τις διαθέσεις του.
- Ταυτόχρονα, την πάλη μας αυτή την προωθήσαμε σε αντιπαράθεση με την πολιτική του συνόλου σχεδόν των δυνάμεων της Αριστεράς. Μια Αριστερά που πολιτευόταν και κινούνταν με αναφορά τις κάθε φορά επικείμενες εκλογές. Που, στο όνομα τής κάθε φορά εκλογικής “μάχης των μαχών”, έφτανε στο σημείο να υπονομεύει, να ματαιώνει αγώνες που ήδη εξελίσσονταν.
- Στη βάση της ίδιας πολιτικής λογικής και κατεύθυνσης, αντιμετωπίσαμε και το ζήτημα της οικονομικής κρίσης. Την θεωρήσαμε κατ' αρχάς σαν πλευρά και έκφραση της γενικευμένης κρίσης του συστήματος. Ταυτόχρονα, αντιταχθήκαμε σε αστικές και οπορτουνιστικές απόψεις που την αντιμετώπιζαν σαν κάτι “αντικειμενικό” και “ουδέτερο”, σαν κάτι που η κοινωνία όφειλε να αντιμετωπίσει “από κοινού”. Προωθήσαμε την άποψη ότι η αντιμετώπιση και της κρίσης είναι, πρώτα και πάνω απ' όλα, ζήτημα ταξικής πάλης.
- Στα πλαίσια του αγώνα μας και σε συνάρτηση με την κεντρική μας κατεύθυνση ανατροπής του συστήματος, θέσαμε σαν βασικές προτεραιότητες και στόχους πάλης:
Την αναγκαιότητα της “εκ νέου” συγκρότησης της εργατικής τάξης σε τάξη για το εαυτό της.
Τη συνολική ανασύσταση-ανασυγκρότηση του εργατικού- επαναστατικού-κομμουνιστικού κινήματος και στη βάση των απαιτήσεων της εποχής μας.
Την αναγκαιότητα της πολύμορφης συγκρότησης των λαϊκών δυνάμεων και στα επίπεδα τού να μπορούν να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά στην επίθεση και, προοπτικά, να αναμετρηθούν νικηφόρα με τις δυνάμεις του συστήματος.
- Την εκπλήρωση αυτών των στόχων, την οικοδόμηση αυτών των προϋποθέσεων, την αντιμετωπίζουμε σαν ζήτημα πάλης, σαν ζήτημα που θα απαντηθεί μέσα στην πάλη.
Στα μέτωπα αντίστασης και πάλης που προωθούμε, αυτό που βλέπουμε να υπηρετούν είναι, από τη μια, η αντιμετώπιση των άμεσων προβλημάτων του λαού, η οικοδόμηση φραγμών στην επίθεση του συστήματος. Από την άλλη, η διαμόρφωση όρων και προϋποθέσεων απάντησης σε βασικά ζητήματα του κινήματος και, συνακόλουθα, η δυνατότητα να τεθεί σαν ζήτημα ημερήσια διάταξης ο στόχος τής ανατροπής.
• Αλλά ας περάσω στο πώς διαμορφώνεται σήμερα η κατάσταση, ποια ζητήματα και ποιες απαιτήσεις θέτει.
Τα τελευταία τρία χρόνια ο λαός μας βιώνει την κλιμάκωση της επίθεσης σε επίπεδα χωρίς προηγούμενο. Με πρόσχημα-μοχλό το υποτιθέμενο “χρέος”, οι δυνάμεις του συστήματος προωθούν αδίσταχτα τα σχέδιά τους.
Το ανελέητο τσάκισμα σειράς δικαιωμάτων και κατακτήσεων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας.
Τη διαμόρφωση εργασιακών σχέσεων τέτοιων που να διασφαλίζουν την πλήρη υποταγή της εργατικής τάξης στις ορέξεις του κεφαλαίου.
Την εκκαθάριση της εσωτερικής αγοράς με τη διάλυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ώστε να δημιουργηθεί χώρος για την ασύδοτη κερδοσκοπική δράση ντόπιων και ξένων μονοπωλίων.
Την καθήλωση των παραγωγικών οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας (βιομηχανικών, αγροτικών κ.ά.), τη διαμόρφωσή της σε αγορά των προϊόντων των ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων και, ταυτόχρονα, να την καθιστούν έτσι ευάλωτη σε πιέσεις και εκβιασμούς.
Την απαλλοτρίωση -μέσω των ιδιωτικοποιήσεων- των πλουτοπαραγωγικών πηγών και κερδοφόρων επιχειρήσεων για λογαριασμό του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου.
Αντίστοιχες επιδιώξεις έχει και η επίθεση στη δημοσιοϋπαλληλία. Όχι η αναδιοργάνωση, όπως λέγεται, του “σπάταλου και αντιπαραγωγικού κράτους” (που, άλλωστε, οι ίδιοι έχουν δημιουργήσει), αλλά η εκκαθάριση, κυρίως των δημόσιων επιχειρήσεων, από ανεπιθύμητο προσωπικό. Έτσι ώστε να παραδοθούν με τους καλύτερους όρους και έλεγχο στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο. Στο ζήτημα αυτό υπάρχει και μια άλλη πλευρά στην οποία θα αναφερθώ παρακάτω.
Η διασφάλιση (μέσω των μηχανισμών «χρέους», αποπληρωμών κ.λπ.) της συνεχούς ροής πραγματικών αξιών από τον εργαζόμενο λαό και τη χώρα προς το κεφάλαιο και τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις. Τη διαμόρφωση όρων ελέγχου (σε επίπεδα ομηρίας) της χώρας μας και των εν γένει εξελίξεων από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα των ΗΠΑ-ΕΕ, όχι μόνο στο οικονομικό και πολιτικό πεδίο, αλλά και στο στρατιωτικό, καθώς μέσα στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς βρίσκεται και η προοπτική χρησιμοποίησής της σε επεμβάσεις και τυχοδιωκτισμούς.
• Σε σχέση με το πώς αντιμετωπίζει μια τέτοια εξέλιξη η αστική τάξη της χώρας μας και το πολιτικό της προσωπικό.
Κατά πρώτο, με βάση το ότι μια σειρά στόχοι αυτής της επίθεσης είναι και αυτοί που και οι ίδιοι προωθούσαν εδώ και χρόνια και που βρίσκουν την ευκαιρία να τους επιβάλουν ολοκληρωτικά.
Από κει και πέρα, δεν της είναι κι απ’ τα πιο ευχάριστα οι μηχανισμοί ελέγχου, οι περιορισμοί που επιβάλλουν οι ιμπεριαλιστές στο ρόλο και τη δράση της στην περιοχή και στη χώρα, η στην ουσία υποβάθμισή της. Ωστόσο, άλλο οι επιθυμίες και διαθέσεις και άλλο τα όρια δυνατοτήτων και επιλογών της.
Τα όρια αυτά προσδιορίζονται:
- Από την δεδομένη εξάρτηση της χώρας οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά, στρατηγικά από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
- Από τον ίδιο το δικό της κομπραδόρικο, μεταπρατικό χαρακτήρα.
- Από την αδύναμη παραγωγική οικονομική βάση της χώρας, ένα πρόβλημα που επιδεινώθηκε με την πρόσδεση σε ΕΕ-ΟΝΕ. Ταυτόχρονα, ένα πρόβλημα που προσδιορίζει τα όρια τόσο των δικών της όσο και οποιωνδήποτε «άλλων» επιλογών.
- Από τα προβλήματα θέσης, ρόλου και κυριαρχίας που αντιμετωπίζει στην περιοχή και τις πιέσεις που με βάση αυτά τής ασκούνται από διάφορες πλευρές. Και πάνω απ’ όλα το φόβο της απέναντι στο λαό, καθώς τον αντιμετωπίζει σαν εχθρό που στην εκμετάλλευση και καταπίεσή του βασίζει τη θέση, το ρόλο και τα προνόμιά της.
- Σ’ αυτή τη βάση αποδέχεται τους όρους που επιβάλλουν αμερικανοί και ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές και σε όλη τη γραμμή τους. Προσφέρει το λαό και τη χώρα αντιπαροχή και με αντάλλαγμα τη διασφάλιση των συμφερόντων της και του όποιου ρόλου προβλέπουν γι’ αυτήν οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί.
- Ταυτόχρονα, αντιλαμβανόμενη τις αντιθέσεις και περιπλοκές που θα αντιμετωπίσει, προσπαθεί να διαμορφώσει τους όρους προώθησής τους. Στο πολιτικό πεδίο ήδη εξελίσσεται σειρά διεργασιών και σε αναζήτηση πολιτικών μορφωμάτων που να μπορούν αξιόπιστα και αποτελεσματικά να προωθήσουν την πολιτική του συστήματος. Μόνο που η ανακύκλωση ενός σαπισμένου και χρεοκοπημένου πολιτικού προσωπικού δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει, ενώ η αναζήτηση νέου και “άφθαρτου” δεν είναι εύκολο εγχείρημα.
Έτσι, αυτό που της μένει στο χέρι (καθώς μάλιστα έχουν αποσαρθρωθεί οι μηχανισμοί ελέγχου και ενσωμάτωσης, π.χ. ο επίσημος συνδικαλισμός) είναι η χρήση των μηχανισμών του κράτους, των μηχανισμών καταπίεσης και καταστολής.
Και εδώ ας αναφερθώ στη δεύτερη πλευρά της επίθεσης στο δημόσιο τομέα. Ο στόχος δεν είναι ο περιορισμός της δράσης του κράτους, όπως λέγεται από ορισμένες πλευρές, αλλά το ακριβώς αντίθετο: η ανασυγκρότηση και ισχυροποίηση του καθ' αυτού κράτους και των αντίστοιχων μηχανισμών. Έτσι ώστε να μπορεί να υπηρετεί αποτελεσματικά το σύστημα, να χρησιμοποιείται χωρίς περισπασμούς και αναστολές ενάντια στο λαό. Να αντιμετωπίζει με τον πιο αδίσταχτο τρόπο τις αναμενόμενες και αναπόφευκτες λαϊκές αντιδράσεις. Τα φαινόμενα φασιστικοποίησης της δημόσιας ζωής συνδέονται ακριβώς με αυτές τις επιδιώξεις, με αυτήν την προοπτική των πραγμάτων.
• Εδώ κάπου μπαίνει και το ζήτημα της Χρυσής Αυγής και του ρόλου της. Ένα μόρφωμα που προωθήθηκε από δυνάμεις του συστήματος και τα ΜΜΕ και μπόρεσε έτσι να στηριχτεί εκλογικά και να “νομιμοποιηθεί” με την ψήφο ενός μικροαστικού κόσμου που αποκολλάται κυρίως από την παραδοσιακή Δεξιά. Ο ρόλος της στην υπηρεσία του συστήματος είναι προφανής, καθώς, ανάγοντας σε αίτια όλων των δεινών τους μετανάστες, αθωώνει τους πραγματικούς υπεύθυνους για τα δεινά του λαού και τα προβλήματα της χώρας.
Ταυτόχρονα, υπηρετεί, δίνει ώθηση στις τάσεις φασιστικοποίησης, προλειαίνοντας το έδαφος για την υιοθέτηση αντιδραστικών μέτρων. Συν τω χρόνω, προετοιμάζεται, συγκροτείται σε δύναμη κρούσης παρακρατικού χαρακτήρα, για να χρησιμοποιηθεί ενάντια στο λαϊκό κίνημα, όποτε και σε όποιο βαθμό τη χρειαστούν τα αφεντικά της.
• Απέναντι σε όλα αυτά ο λαός αντέδρασε. Οργίστηκε, αντιστάθηκε, πάλεψε. Προχώρησε σε σειρά κινητοποιήσεων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πλημμύρισε δρόμους και πλατείες. Αψήφησε την τρομοκρατία και δεν κάμφθηκε απέναντι στις ορδές καταστολής που στάλθηκαν ενάντιά του και το -χημικό- πόλεμο που του κήρυξε το σύστημα. Οι κινητοποιήσεις του δημιούργησαν συνθήκες κρίσης και οδήγησαν στα όρια του πανικού τις δυνάμεις του συστήματος. Οι διαθέσεις που έμπρακτα εκδήλωσε οδήγησαν σε πλήρη απαξίωση του πολιτικού προσωπικού του συστήματος και στα όρια της αποσύνθεσης τούς μέχρι τότε κυρίαρχους πολιτικούς σχηματισμούς.
Ωστόσο, παρ’ όλα αυτά, είδε τελικά το σύστημα, με τις εφεδρείες ισχύος που διαθέτει, να αποκαθιστά (έστω με μπαλώματα τύπου ΔΗΜΑΡ, έστω και χωρίς μακρινό ορίζοντα) τη λειτουργία και την κυριαρχία του. Να συνεχίζει την επίθεσή του με ακόμα μεγαλύτερη βαρβαρότητα και σε όλο και πιο διευρυμένο πεδίο. Και με το λαό (προσωρινά, έστω) στη γωνία, να μην μπορεί να την ανακόψει, να την ανατρέψει.
Ανήσυχος και με ευδιάκριτο το στοιχείο της απογοήτευσης, προβληματίζεται, αναζητά δρόμους και τρόπους για να εκφράσει τις διαθέσεις, την οργή, τις διεκδικήσεις του. Αργά ή γρήγορα θα τους βρει. Μόνο που αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να γίνει εύκολα και από μόνο του.
- Στην τέτοια εξέλιξη των πραγμάτων, πέρα από τις γενικότερες παραμέτρους και συσχετισμούς, καθοριστικός ήταν ο ρόλος της Αριστεράς. Ταυτόχρονα και παρά τις ανέξοδες διακηρύξεις και φανφάρες, η απουσία -στην πραγματικότητα- πειστικής εναλλακτικής διεξόδου. Σαν τέτοια πρόβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ. Κατόρθωσε, μάλιστα, να κερδίσει την υποστήριξη ενός μεγάλου μέρους (27%) του εκλογικού σώματος. Με σημαία την καταγγελία του μνημονίου, την αναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης, την εθνικοποίηση τραπεζών και επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας κ.λπ. Αλλά με παρονομαστή την παραμονή σε ΕΕ, ΟΝΕ.
Με επιχειρήματα που δεν πατάνε πουθενά. Για νέες δυνάμεις αναστροφής πορείας στην Ευρώπη και τον κόσμο. Με φαιδρότητες του τύπου “δεν υπάρχει νομικά” τρόπος να μας αποβάλουν από ΟΝΕ, ΕΕ. Με υπερεκτίμηση του δεδομένου ότι και οι “δανειστές” θα ’χουν πρόβλημα σε μια τέτοια περίπτωση
Κάπου, και οι ίδιοι αντιλαμβάνονται ότι αυτά είναι από ανεδαφικά έως αστεία. Ακολουθεί σειρά αντιφατικών δηλώσεων, “τολμηρών” διακηρύξεων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και παρεμβολή διαφόρων “ανεξάρτητων” οικονομολόγων: για συμμαχίες των χώρων του Νότου, για έξοδο από ΟΝΕ ή ακόμη κι απ' την ΕΕ, για στήριξη σε Ρωσία, Κίνα και άλλα συναφή. Και με σχεδιασμούς επί χάρτου παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, πραγματικών μνημείων ελαφρότητας και κενολογίας.
Αυτά και άλλα αντανακλούν την περιδίνηση μέσα στην οποία στροβιλίζονται οι επιτελείς του ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια, οι τάσεις χρησιμοποίησης τέτοιων “απειλών” σαν στοιχεία “δυναμικής” διαπραγμάτευσης. Από την άλλη, η επίγνωση (όσων και όσο) ότι όλα αυτά δεν έχουν καμιά πραγματική αξία μπροστά σ' αυτά που θα αντιμετωπίσουν έτσι και γίνουν κυβέρνηση. Την αγωνία του ότι σε μια τέτοια περίπτωση είτε (όπως ήδη το βλέπουν) θα προσαρμοστούν στα κρατούντα είτε θα βρεθούν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα. Με ποια plan B και παράπλευρες ανοησίες; Με ποια φόντα, ποια ερείσματα (εντός και εκτός); Με ποια υποδομή; Με ποια συγκρότηση ως πολιτικός οργανισμός; Με ποια σύνδεση-στήριξη στο λαό;
- Και κάπου εδώ παρεμβάλλονται ο Αλαβάνος και ο Λαφαζάνης. Όταν ο Αλαβάνος λέει ότι “πρέπει να πούμε στο λαό την αλήθεια” (προφανώς θεωρώντας ότι την κρύβει ο ΣΥΡΙΖΑ), μάλλον αντιλαμβάνεται μιαν άλλη αλήθεια: ότι αυτό πάνω στο οποίο βάσιζε ο ΣΥΡΙΖΑ την εκλογική του άνοδο, δηλαδή την εύκολη “επιστροφή” εις την προτεραίαν, δεν έχει καμιά υπόσταση. Ακόμη περισσότερο, ότι μπορεί πολύ εύκολα να γίνει μπούμερανγκ που θα τσακίσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Όταν ο Λαφαζάνης δηλώνει πως “δεν είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε”, δεν εκφράζει την “αριστερή τάση”, όπως νομίζουν ορισμένοι, αλλά ακριβώς την ίδια αγωνία. Όμως, ας μην ανησυχούμε. Υπάρχει και ο νουνεχής Παπαδημούλης και οι συν αυτώ. Οι “σοβαροί” και “υπεύθυνοι”. Που διαμορφώνουν την πολιτική γραμμή με την οποία θα πορευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ, εάν και εφόσον. Την ευρωπαϊκή. Την υπεύθυνη. Της -κατά ΣΥΡΙΖΑ- αναδιαπραγμάτευσης.
Ο παρονομαστής όλων αυτών βρίσκεται στα πραγματικά -αντικειμενικά και υποκειμενικά- δεδομένα. Στο γεγονός ότι, στην πραγματικότητα, εναλλακτικές λύσεις δεν υπάρχουν. Ή, μάλλον, υπάρχει μόνο μία: η λύση της σύγκρουσης, της πραγματικής, της συνολικής ρήξης με το σύστημα και τις δυνάμεις του. Μόνο που κάτι τέτοιο ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε το θέλει ούτε το μπορεί.
- Αλλά εδώ ερχόμαστε στον άλλο πόλο του ρεφορμισμού, το ΚΚΕ. Που, υποτίθεται, προωθεί τη γραμμή της συνολικής ρήξης, της λαϊκής οικονομίας, της λαϊκής εξουσίας. Θα προσπεράσω της διαφωνίες μας για το περιεχόμενο αυτής της γραμμής, για το πώς αντιλαμβάνεται η ηγεσία του ΚΚΕ τη λαϊκή εξουσία και οικονομία. Θα σταθώ σ' αυτό που μπαίνει σαν άμεσο, σαν κύριο πολιτικό ζήτημα. Στο ότι αυτή, έστω, τη γραμμή αποφεύγει να τη θέσει-προωθήσει σαν ζήτημα του κινήματος. Αντίθετα, επιμελώς, συστηματικά και με κάθε τρόπο, φροντίζει για το ακριβώς αντίθετο. Παρ’ όλο, μάλιστα, που κάτι τέτοιο της στοιχίζει (και είναι ολοφάνερο αυτό) τη συρρίκνωση της εκλογικής, και όχι μόνο, επιρροής. Η ηγεσία του ΚΚΕ γνωρίζει πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο θα την έφερνε σε ευθεία αντιπαράθεση, σε σύγκρουση με τις δυνάμεις του συστήματος. Και κάτι τέτοιο βρίσκεται έξω από τις προδιαγραφές της. Χώρια που ο συγχρωτισμός με άλλες τάσεις και απόψεις θα την ανάγκαζε να αντιπαρατεθεί και να δώσει απαντήσεις σε σημαντικά ζητήματα, όχι στο εσωτερικό μια κόβας αλλά δημόσια, στα πλαίσια και με όρους κινήματος.
- Όσο για την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, αυτή συνεχίζει να βολοδέρνει ανάμεσα στη σαγήνη που ασκεί στις γραμμές της η “επιτυχία” του ΣΥΡΙΖΑ και στο νεφέλωμα ιδεοληψιών και φαντασιώσεων που τυρρανάει όσους δυστροπούν απέναντι στην προηγούμενη εκδοχή.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες
Το τι θα δώσουν με όλα αυτά οι εξελίξεις, το πόσο θα αντέξει αυτή η κυβέρνηση και αν θα ’χουμε σύντομα εκλογές, το αν υπάρξουν διεθνείς περιπλοκές και ποια ζητήματα θα θέσουν. το ποιας κλίμακας λαϊκά ξεσπάσματα θα έχουμε, είναι πράγματα που θα τα δούμε στην πορεία και απέναντι στα οποία οφείλουμε, έτσι κι αλλιώς, να προετοιμαζόμαστε από κάθε άποψη.
Μπορούμε, όμως, από τα τώρα να έχουμε καθαρά ορισμένα πράγματα. Τα σχέδια που ’χουν δρομολογήσει και προωθούν οι ξένες και ντόπιες δυνάμεις του συστήματος δημιουργούν αφόρητες συνθήκες για το λαό και καταδικαστικές για τη χώρα. Διέξοδο για το λαό και τη χώρα ούτε θέλουν ούτε μπορούν να δώσουν οι δυνάμεις που έχουν δημιουργήσει αυτήν την κατάσταση, που την αναπαράγουν και την παγιώνουν. Ούτε όμως και δυνάμεις που αναζητούν λύσεις μέσα στα πλαίσια και με τους όρους του συστήματος.
Η μόνη πραγματική και ολοκληρωμένη διέξοδος που μπορεί να υπάρξει είναι αυτή που θα έρθει μέσα από την ανατροπή αυτού του συστήματος και το πέρασμα σε μια άλλη, μια σοσιαλιστική κοινωνία. Αυτή τη διέξοδο μπορούν να την δώσουν μόνο δυνάμεις που θα προέρχονται από το λαό, θα στηρίζονται στο λαό και στην πάλη του. Δυνάμεις που μπορεί να αναδειχτούν, να διαμορφωθούν και να συγκροτηθούν μόνο μέσα από μια διαδικασία πάλης. Που θα σφυρηλατηθούν και θα στερεώσουν την πολιτική τους αποφασιστικότητα να συγκρουστούν με το σύστημα μέσα στο καμίνι της ταξικής πάλης. Που μέσα απ’ αυτή θα αποκτήσουν τη θέληση, την επιμονή και το ηθικό ανάστημα να οικοδομήσουν ένα νέο κόσμο, παρά τις δυσκολίες και τα προβλήματα που οπωσδήποτε θα συναντήσουν. Που θα ’χουν το σθένος και τη σταθερή σύνδεση με το λαό που θα τους δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τις πιέσεις, εκβιασμούς και απειλές που αναπόφευκτα θα υπάρξουν.
Αγαπητοί φίλοι,
Μόλις προηγούμενα ανέφερα την απαγορευμένη λέξη: σοσιαλισμός. Αλήθεια, ποιος σοσιαλισμός; Μα δεν είναι ουτοπία, όπως διατείνονται πλέον πολλοί; Δεν θα δώσω εδώ μια απάντηση θεωρητικού χαρακτήρα. Θα αναρωτηθώ κι εγώ με τη σειρά μου: ουτοπία ο σοσιαλισμός, για ποιον αλήθεια; Γι’ αυτόν που παίρνει ένα μεροκάματο πείνας ή για εκείνους που την απλήρωτη δουλειά τη μετασχηματίζουν σε καταθέσεις εκατομμυρίων στις ξένες τράπεζες; Για την αγωνία του άνεργου ή για εκείνους που μετατρέπουν σε χρυσάφι αυτήν την αγωνία; Για το συνταξιούχο που δεν μπορεί να αγοράσει τα φάρμακά του ή για εκείνους που θησαυρίζουν από το εμπόριο της υγείας; Για εκείνους που τους κατάσχουν το σπίτι ή για εκείνους που αγοράζουν ακίνητα στις ακριβότερες περιοχές των ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων;
Βλέπετε, η απάντηση στο ερώτημα είναι ζήτημα ταξικής θέσης, ζήτημα οπτικής γωνίας από την οποία το βλέπει ο καθένας. Αλλιώς, λοιπόν, βλέπει κανείς το σοσιαλισμό από το υπόγειο κι αλλιώς από το ύψος ενός ελβετικού σαλέ. Και οπωσδήποτε δεν είναι ο σοσιαλισμός θέμα διανοητικής άσκησης και σχεδιασμού επί χάρτου μικροαστών διανοουμένων. Είναι η έκφραση της ανάγκης των κολασμένων της γης να κτίσουν με τα δικά τους μέσα το δικό τους κόσμο.
Αγαπητοί σύντροφοι,
Με αυτά και με άλλα πολλά, μπαίνει ένα τελευταίο ερώτημα: Δικαιώθηκε η επιλογή μας, η απόφαση που πήραμε, ο δρόμος που τραβήξαμε;
Όπως ήδη ανέφερα, δεν κάνω εδώ έναν απολογισμό. Είναι πολλά αυτά που έχουμε να δούμε, να διδαχθούμε και άλλα που θα χρειαστεί να τα πάμε παραπέρα. Εδώ θα δανειστώ κάτι που είπε κάποτε ένα σύντροφος: αυτό που κάναμε ήταν να φυλάμε Θερμοπύλες. Θα μπορούσε βέβαια να παρατηρήσει κανείς πώς οι Μήδοι τελικά διαβήκαν. Πράγματι. Μόνο που ένα χρόνο μετά, τους περίμεναν οι Πλαταιές. Έτσι, άλλωστε, συμβαίνει στην Ιστορία. Επί αιώνες, οι απελπισμένοι αγώνες, τα ξεσπάσματα, οι εξεγέρσεις που πνίγονται στο αίμα, φαίνονταν να κινούνται στην περιοχή του ανέφικτου, του μάταιου, της ουτοπίας. Επί αιώνες, οι Μήδοι ή καλύτερα οι δυνάστες των λαών διάβαιναν τις Θερμοπύλες. Μόνο που, από ένα σημείο και μετά, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν και οι λαϊκές μάζες άρχισαν να περνούν για τα καλά στο προσκήνιο της Ιστορίας. Και τους περίμεναν οι «αβράκωτοι» μπροστά στη Βαστίλη. Οι μπολσεβίκοι μπροστά στα Χειμερινά Ανάκτορα. Ο Κόκκινος Στρατός στο Στάλινγκραντ. Οι Βιετ Μινχ στο Ντιεν Μπιεν Φου. Ακριβώς επειδή μέσα σ’ εκείνους τους «μάταιους» αγώνες, μέσα στις χιλιάδες ήττες, εμπεριέχονταν οι σπόροι που θα γίνονταν δέντρα, διαμορφώνονταν οι όροι της μεγάλης πορείας των λαών προς την απελευθέρωσή τους.
Πράγματι, λοιπόν, και στους καιρούς μας οι Μήδοι διάβηκαν για άλλη μια φορά. Έχουμε επίγνωση του τι έχει συντελεστεί και πού βρισκόμαστε. Αφουγκραζόμαστε, ωστόσο, τους ήχους της οργής που έρχονται από τα κάτω και που όλο και πληθαίνουν, όλο και δυναμώνουν. Και θα τους περιμένουμε ξανά. Και δε θα ’μαστε 300, αλλά πολλά εκατομμύρια. Στο νέο Οχτώβρη, στο νέο Στάλινγκραντ ή στο όποιο νέο όνομα πάρει αυτή τη φορά.