Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

3 Φεβ 2012

Οι εργάτες και ο ξύπνος τους

1
«Ο δημοσιογραφικός κόσμος τον αποχαιρετά και υποκλίνεται στην αθάνατη μνήμη του» γράφει η ανακοίνωση του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον διακεκριμένο σκηνοθέτη που σκοτώθηκε με τόσο σκληρό τρόπο στα τσιμέντα τής πειραϊκής ανάπτυξης (τούνελ, τοπίο από φρέσκους όγκους μπετόν, κακοφωτισμένη σκοτεινή λεωφόρος και, παρακαλώ, με «ρεύμα» προς το Πέραμα – επίσης σκοτωμένο με σκληρό τρόπο, εδώ και χρόνια, και ομοίως σκοτεινό, αλλά από τη σκοτούρα τής μισοζωής, που στις φτωχογειτονιές έχει μόνο ένα όνομα: ανεργία).

2
Μα, γιατί όχι και ο εκδοτικός κόσμος; Ο εργοδοτικός δηλαδή. Ίσως δεν εξέδωσε ανακοίνωση –αυτός που κλείνει εφημερίδες δεν πιστεύω να λυπήθηκε το χαρτί–, αλλά θα λυπήθηκε κομμάτι και αυτός το δίχως άλλο. (Άλλο θέμα αν δεν σταμάτησε να εκβιάζει την υπογραφή των δημοσιογράφων που έχει στη δούλεψή του, για αποδοχή της μείωσης του μισθού τους, παραμονές κιόλας απεργιακής κάλπης στο σωματείο των συντακτών.)
Σίγουρα κάποιοι εκδότες θα συγκινήθηκαν – και όχι μόνο επειδή νταραβερίζονται και με μπετά και με φρεάτια και ξέρουν καλά τη σκληράδα τους. Τουλάχιστον οι πιο εκπολιτισμένοι –δεν μπορεί, θα υπάρχουν– θα θυμήθηκαν τη σκηνή από τους «Κυνηγούς»: τη γυναίκα τού εκδότη να κάνει έρωτα στο αμάξι, αδιάφορη για τη διαδήλωση που φαίνεται, μέσα από το παράθυρο του αυτοκινήτου, σε δεύτερο πλάνο, στο βάθος του δρόμου. Θα θυμήθηκαν οι εκδότες εκείνα τα ωραία χρόνια. Τότε που τις διαδηλώσεις δεν τις λογάριαζαν απειλητικές και το 'ριχναν έξω φόρα παρτίδα. Τώρα πού καιρός για τέτοια μεγαλεία μεσοστρατίς. Οι δρόμοι μυρίζουν το άναμμα της λαϊκής ανάγκης. Ο κοσμάκης αγρίεψε. Δεν θα μαζευτεί εύκολα. Γυαλίζει το μάτι του. Και των δημοσιογράφων ξετσιμπλιάζεται – το ξετσιμπλιάζει η επίθεση στην εργασία, δεν αποκλείεται και η σκόνη πάνω στα άδεια γραφεία των σκοτωμένων από απόλυση συναδέλφων τους.

(Για δυο λεπτά οι εκδότες τυλίχτηκαν με το αλησμόνητο παρελθόν κλεισμένοι μέσα στις τεθωρακισμένες λιμουζίνες με τα φυμέ τζάμια – αλλά αμέσως κρύωσαν στη σκέψη ότι τέτοια αμάξια δεν προσφέρονται για πλάνα που ανεβάζουν την εκδοτική λίμπιντο και το εκδοτικό ηθικό.)

3
Πάει ο ξέγνοιαστος καιρός της αστικής τάξης. Ούτε εσατζήδες λιανίζουν καφενεία ούτε φασίστες εκκαθαρίζουν ταβέρνες ούτε αστικοδημοκράτες γυαλίζουν στο φόντο σαν χάντρες του μέλλοντος.
Εσατζήδες δεν προλαβαίνει να φτιάξει. Φασίστες άντε και τους μάζεψε με λίγα ευρώ μπαξίσι. Αλλά τι να κάνει με δαύτους; Πού θα βαρέσουν; Τα καφενεία άδειασαν από λαό και οι ταβέρνες έβαλαν λουκέτο. Όσο για τις χάντρες, ξέμειναν από ιθαγενείς. Μη σου πω ότι η αστική τάξη ξέμεινε και από φόντο. Και αυτοί οι καταραμένοι εργάτες δεν θέλουν πια βαρκάδες, ούτε ξεγελιούνται με παρελάσεις. Θέλουν να ζήσουν και γι' αυτό θέλουν να παλέψουν για τη ζωή τους. Στ' αληθινά και όχι στα ψέματα. Στον ξύπνο και όχι στον ύπνο. Και προσπαθούν ν' αντιστέκονται. Ε, θα τους δει στον ξύπνο της και η Αριστερά. Δεν θα τους δει;

(Αχ, καλή μου Κομισιόν, τρόικα νταβραντισμένη μου –σου μιλάει η αστική τάξη της αποικίας–, αχ και να 'τανε η παλιοζωή ταινία, αχ και να έχανε μια κι έξω και για πάντα ο άτιμος λαός, αχ και να ξεμπερδεύαμε, αχ και για την εργατική συνείδηση να έπεφτε οριστικά το «Τέλος»...)