Απρίλης 1917. Ο Λένιν φτάνει με τρένο στην Πετρούπολη. |
Μανόλης Αρκολάκης
Μετά από δύο χρόνια αντιλαϊκής λαίλαπας μπορούμε πλέον να κάνουμε ορισμένες διαπιστώσεις για τις διεργασίες που συντελούνται μέσα στο λαϊκό κίνημα καθώς και στις πολιτικές του εκφράσεις. Από τη μια πλευρά διαπιστώνουμε, και σ’ αυτό δεν υπάρχουν ιδιαίτερες αντιρρήσεις, ότι οι λαϊκές μάζες αγανακτούν, εξοργίζονται, αγωνίζονται διαλύοντας τις αυταπάτες ή αν θέλετε τις κρυφές επιθυμίες, ότι η κρίση είναι κάτι το παροδικό και σύντομα θα επιστρέψουμε στην προτέρα κατάσταση. Μπορεί να μην ήταν ιδανικές οι συνθήκες διαβίωσης, αλλά υπήρχαν ακόμη, τουλάχιστον επιφανειακά κάποια στοιχεία κοινωνικού κράτους και η δυνατότητα εύρεσης κάποιου είδους εργασίας. Η συνεχιζόμενη λοιπόν επιθετικότητα του συστήματος και η διάλυση των αυταπατών έχουν οδηγήσει σημαντικά τμήματα εργαζομένων σε κινητοποιήσεις, με πρόσφατη ποιοτική διαφορά τους παρατεταμένους αγώνες στον ιδιωτικό τομέα. Αν συνδυάσουμε και την αντοχή του αγώνα ενάντια στα χαράτσια στις γειτονιές των αστικών κέντρων (πλέον επεκτείνεται και στην ύπαιθρο) μπορούμε να πούμε ότι παρά την πρόσφατη έλλειψη κεντρικών κινητοποιήσεων, οι λαϊκές μάζες αρνούνται να αποδεχτούν τη ζοφερή πραγματικότητα που έχει δημιουργήσει ο ταξικός αντίπαλος.Από την άλλη πλευρά βέβαια υπεισέρχεται ο παράγοντας του πολιτικού υποκειμένου και ο ρόλος που απαιτείται να παίξει η Αριστερά ώστε οι αγώνες αυτοί από διάσπαρτοι και σπασμωδικοί να μετατραπούν σε αποτελεσματική αντίσταση για την ανατροπή των επιλογών του συστήματος. Εάν η σοσιαλδημοκρατία περνά βαθιά κρίση και αδυνατεί πλέον να εγκλωβίσει με τον τρόπο που μπορούσε στο παρελθόν μεγάλα τμήματα του λαού, δεν βλέπουμε όμως να καλλιεργείται μια νέα εμπιστοσύνη μεταξύ των λαϊκών στρωμάτων και των πολιτικών δυνάμεων που δηλώνουν υπερασπιστές των λαϊκών συμφερόντων. Απεναντίας, και η Αριστερά και η αναρχοαυτονομία με την τακτική τους ουσιαστικά εκφράζουν την έλλειψη εμπιστοσύνης στην προοπτική ανάπτυξης μαζικού αγωνιστικού κινήματος για την επίτευξη της πολυπόθητης ανατροπής.
Η μεν αναρχοαυτονομία καταφεύγει στην πρόταση για δημιουργία θυλάκων μιας άλλης κοινωνίας μέσα στον καπιταλισμό, η δε Αριστερά σε προτάσεις δυαδικής εξουσίας, μια κατάσταση δηλαδή που θα συνεχίζουν να υπάρχουν οι καπιταλιστικές σχέσεις παράλληλα με νέους θεσμούς. Για την πρώτη περίπτωση θα υπάρξει άλλη ευκαιρία στο μέλλον για αντιπαράθεση. Παρακάτω θα γίνουν ορισμένες αναφορές στην περίπτωση των προτάσεων που εκφέρονται στο χώρο της Αριστεράς. Αφορμή δίνουν δύο κείμενα που κυκλοφόρησαν τον περασμένο μήνα: του Γιώργου Σαπουνά, «Η κυβερνητική πρόταση της Αριστεράς» δημοσιευμένο στην Αυγή στις 14 Γενάρη και του Παναγιώτη Μαυροειδή, «Η αναγκαία “πρόταση εξουσίας” της Αριστεράς και η γελοιογραφία της» δημοσιευμένο στο Πριν στις 21 Γενάρη. Και τα δύο κυκλοφόρησαν σε εκτενέστερη μορφή στο διαδίκτυο, και παρ’ ότι δεν υπάρχει άμεση αναφορά, είναι εμφανές ότι το δεύτερο απαντά στην κεντρική αντίληψη του πρώτου.
Κυβερνητική πρόταση
Το ζήτημα μιας διαφορετικής κυβερνητικής πολιτικής που θα πρέπει να αντικαταστήσει τις κυβερνητικές επιλογές των χρεοκοπημένων πολιτικών εκπροσώπων του συστήματος τίθεται από όλες σχεδόν τις τάσεις της Αριστεράς. Μιας κυβέρνησης όμως που θα έρθει στο προσκήνιο μέσα από την εκλογική διαδικασία. Πότε βέβαια θα γίνουν εκλογές είναι μια άλλη υπόθεση, αλλά για τις περισσότερες αριστερές δυνάμεις είναι το αίτημα και η εναγώνια προσμονή από το Μάη του 2010. Τόσο η πρόταση του ΚΚΕ για «λαϊκή εξουσία» όσο και η πρόταση για αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το αίτημα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για ανατροπή της κυβέρνησης προς τα εκεί προσβλέπουν, στην εκλογική δηλαδή αλλαγή που θα οδηγήσει τη χώρα έξω από τις συμπληγάδες τις τρόικας και του χρέους.
Είναι ξεκάθαρο ότι όλες αυτές οι κυβερνητικές προτάσεις έρχονται να καλύψουν το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι λαϊκές μάζες, δηλαδή την αποσυγκρότηση του εργατικού κινήματος και τις σοβαρές δυσκολίες, σε περίοδο έντασης της αστικής επίθεσης, για την ανασυγκρότηση, οργανωτική και πολιτική, αυτού του κινήματος. Αν και συνήθως οι σταλινογενείς πολιτικές δυνάμεις κατηγορούνται ως θιασώτες των σταδίων, εδώ παρατηρούμε την εφεύρεση και την προώθηση διαφόρων σταδίων μεταξύ της καπιταλιστικής καταπίεσης και της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης. Διότι τι άλλο είναι όλες αυτές οι κυβερνητικές προτάσεις που θα διαγράψουν το «ταξικό χρέος», θα επιδιώξουν την «ανασυγκρότηση με μοχλό τον δημόσιο τομέα» με την «εθνικοποίηση των τραπεζών και των σημαντικότερων τομέων της παραγωγής». Πρόκειται για μια κυβερνητική πρόταση που ουσιαστικά δεν αμφισβητεί το κυρίαρχο σύστημα και γι’ αυτό δεν υπάρχει η παραμικρή παραπέρα αναφορά. Στην πραγματικότητα, το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι ειλικρινής αφού παραδέχεται ότι μια τέτοια κυβέρνηση δεν θα προκύψει από την ιδεολογικοπολιτική ετοιμότητα της Αριστεράς αλλά από την κρίση του συστήματος. Γι’ αυτό πρώτα θα φτιαχτεί η κυβέρνηση της Αριστεράς η οποία θα ωθεί σε κίνηση την εργατική και λαϊκή κοινωνική πλειοψηφία.
Πρόταση εξουσίας
Άλλες τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και στελέχη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πάνε παραπέρα και ορίζουν πιο συγκεκριμένα αυτό το στάδιο ως «δυαδική εξουσία», που θα προκύψει μετά από τις πολυπόθητες εκλογές. Θα μπορούσε να εκληφθεί σαν σενάριο για οπερέτα, αν οι συνθήκες στις οποίες ζούμε δεν ήταν τόσο χάλια. Εδώ μεταφέρεται σαν σχέδιο δράσης μια ιστορική στιγμή του παρελθόντος που χαρακτηριζόταν από πολύ συγκεκριμένες συγκυρίες. Διότι αναφέρονται στη Ρωσία του 1917 μάλλον παρά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μετά το Β΄ΠΠ. Το σχέδιο αυτό δράσης φτάνει μέχρι και στη διαβεβαίωση ότι υπάρχει το δυναμικό των ειδικών που μπορούν να αντεπεξέλθουν στις προκλήσεις και το πρόβλημα έγκειται περισσότερο πού θα βρούμε το ...πετρέλαιο, ελπίζοντας ότι οι αραβικές μάζες, εν τω μεταξύ, θα έχουν ολοκληρώσει τη δική τους ανατροπή. Και το μαζικό κίνημα; Αυτό θα οικοδομηθεί μετά, απ’ ό,τι φαίνεται στη διάρκεια της «δυαδικής εξουσίας».
Για να είμαστε όμως δίκαιοι, υπάρχουν τάσεις στη ΑΝΤΑΡΣΥΑ που τουλάχιστον στα λόγια αρνούνται τη διαδικασία των εκλογών, προκρίνουν την ανατροπή για να περάσουμε όμως σε κάποιο παρόμοιο στάδιο το οποίο ονομάζεται συνήθως αντικαπιταλιστικό. Αυτές τις απόψεις εκφράζει το κείμενο του Μαυροειδή ο οποίος ασκεί κριτική σε όσους περιμένουν τις εκλογές. Αρνούμενος μάλιστα τη ρεφορμιστική πάλη για τη συγκράτηση των εκάστοτε εναπομείναντων κατακτήσεων, προτείνει την ανατροπή ώστε να δημιουργηθεί κυβέρνηση με αντικαπιταλιστική προοπτική.
Εδώ λοιπόν εμφανίζεται το αντικαπιταλιστικό στάδιο το οποίο δεν έχει άμεση σχέση με το σοσιαλισμό (δεν υπάρχει πουθενά μέσα στο κείμενό του αυτή η λέξη) αφού οι κεφαλαιοκράτες θα συνεχίζουν τη δουλειά τους αλλά θα υπερφορολογούνται ενώ συγχρόνως θα σπάσει και ο δεσμός τους με την ΕΕ. Ισως η «συνολική ανατροπή της σχέσης μισθών/κερδών προς όφελος των εργαζομένων» θα εξουθενώσει την αστική τάξη και θα αποδεχθεί τη μοίρα της, αφού και ο Μαυροειδής μας υπενθυμίζει ότι «το αξιολογότατο εργατικό και επιστημονικό δυναμικό στην Ελλάδα, έχει την εμπειρία και τη γνώση να αποτελέσει το κέντρο μιας αντικαπιταλιστικής πορείας». Γιατί τώρα το ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα που θα ηγεμονεύσει στον αγώνα για την ανατροπή θα περιοριστεί στην αντικαπιταλιστική πορεία, δεν διευκρινίζεται.
Χρειαζόμαστε προτάσεις;
Και βέβαια χρειαζόμαστε. Προτάσεις όμως που θα πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψη τις συγκεκριμένες συνθήκες της ταξικής πάλης που διέπουν σήμερα τις κοινωνικές σχέσεις στην Ελλάδα και παγκόσμια. Από τη μία πλευρά διαπιστώνουμε ότι η κρίση του συστήματος είναι και βαθιά και χωρίς προοπτική ξεπεράσματος με τους μέχρι τώρα τρόπους. Αυτή η κατάσταση υποχρεώνει το σύστημα να εντείνει την επίθεση στις λαϊκές μάζες, διαλύοντας κάθε προηγούμενη κατάκτηση και προσπαθώντας να δημιουργήσει όρους ώστε η αντίδραση των μαζών να μην αμφισβητήσει την κυριαρχία της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστών.
Σ’ αυτή την πορεία γίνεται πλέον καθαρό ότι οι δυνάμεις του συστήματος υποχρεώνονται να καταπατούν σιγά σιγά κάθε αστικοδημοκρατική επίφαση. Όχι μόνο αποφεύγουν την προσφυγή στις κάλπες, αλλά φτιάχνουν και κυβερνήσεις που δύσκολα μπορούν να νομιμοποιηθούν στα μάτια του κόσμου. Συγχρόνως ενισχύονται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί και διαμορφώνεται κλίμα κρατικής τρομοκρατίας ενάντια σε κάθε έκφραση λαϊκής αντίδρασης. Όσοι λοιπόν σήμερα μιλάνε για στάδια αριστερών κυβερνήσεων, «δυαδικής εξουσίας» ή αντικαπιταλιστικής πορείας θεωρούν ότι το σύστημα είναι τόσο αδύναμο που θα ανεχθεί όλα αυτά τα σενάρια και μάλιστα χωρίς συγκροτημένο λαϊκό και εργατικό κίνημα απέναντί του;
Γιατί, όπως ειπώθηκε και παραπάνω, οι προτάσεις αυτές έρχονται να καλύψουν το κενό του κινήματος, ελπίζοντας ότι το κίνημα θα φτιαχτεί μετά για να υπερασπίσει τους ειδικούς που θα ψάχνουν πετρέλαιο. Στην ουσία όμως καλλιεργούν αυταπάτες που είναι και επικίνδυνες για την πραγματική ανασυγκρότηση του κινήματος.
Προτάσεις λοιπόν χρειαζόμαστε που να συμβάλλουν στην ανασυγκρότηση του μαζικού κινήματος, προτάσεις ασυμβίβαστου αγώνα ενάντια στα μέτρα, ενάντια στην αστική τάξη και τον ιμπεριαλισμό. Μέσα από αυτόν τον αγώνα θα οικοδομηθεί και το πολιτικό υποκείμενο που θα συμβάλει στην προοπτική της ανατροπής και της πορείας προς το σοσιαλισμό. Διότι μέσα από τους αγώνες θα αναδυθεί η σοσιαλιστική προοπτική της εποχής μας, αφού χωρίς αυτήν την προοπτική κανένας αγώνας δεν θα μπορεί να είναι πραγματικά αποτελεσματικός.