Η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ κλιμακώνει την επίθεσή της ενάντια στον λαό, με στόχο να τον υποτάξει στην εξαθλίωση, την φτώχεια και την εξάρτηση, να διαλύσει τις πολιτικές και συνδικαλιστικές του δομές, να καταργήσει όλα τα δικαιώματά του στην δουλειά, να τσακίσει τις καταχτημένες ελευθερίες του, να καταστείλει και να τρομοκρατήσει κάθε λαϊκή–εργατική κινητοποίηση, να επιβάλλει «σιγή νεκροταφείου» σε έναν λαό και μία χώρα ρημαγμένη.
Ατέλειωτος ο κατάλογος των συνεχών επιθέσεων της κυβέρνησης Σαμαρά και όλου του εσμού του συστήματος απέναντι στον λαό, στις ελευθερίες, τις οργανώσεις του, στο δικαίωμά του να αντιστέκεται και να παλεύει για την υπεράσπιση της ζωής του. ΜΑΤ και ασφαλίτες, μηχανοκίνητες δυνάμεις και χημικά, δικαστικές αποφάσεις απαγορεύσεων και επιστρατεύσεων αποτελούν την «ημερήσια διάταξη» μιας αντεργατικής-αντιλαϊκής πολιτικής που δεν έχει τέλος. Ενώ, ταυτόχρονα, το φασιστικό μόρφωμα της ΧΑ συνεχίζει την εγκληματική του δράση στο «περιθώριο» της κυβερνητικής επίθεσης αποδεικνύοντας, για άλλη μια φορά, ότι αποτελεί σήμερα συμπληρωματική δύναμη του συστήματος.
Με την συνεχή χρήση διάφορων όρων, όπως «χτύπημα της ανομίας» και «σεβασμό στους νόμους», η κυβέρνηση παριστάνει, ότι «αναμετριέται» με το κοινό ποινικό δίκαιο και προσπαθεί να ταυτίσει όλους τους αγωνιζόμενους χώρους με την κοινή εγκληματικότητα, ενώ ταυτόχρονα, ασκώντας προληπτική καταστολή και λογοκρισία, επιδιώκει να απαγορεύσει ακόμα και την διάδοση ιδεών και πολιτικών που εναντιώνονται στον «μονόδρομο» του συστήματος.
Στην επίθεσή της αυτή η κυβέρνηση δεν κάνει «διακρίσεις» και καταρρίπτει όλες τις ιδεοληψίες, τις αυταπάτες και τους οπορτουνισμούς που ευδοκιμούν στους χώρους της ρεφορμιστικής αριστεράς και της αναρχίας, σκορπίζοντας στον αέρα τις αντιλήψεις για «απελευθερωμένους χώρους», «συμβολικές διαμαρτυρίες», «ακτιβισμούς» και «συμβολικές συγκρούσεις». Η αντιλαϊκή-αντεργατική επέλαση του συστήματος απορρίπτει οτιδήποτε δεν υποτάσσεται στον «νόμο και την τάξη» του κεφάλαιου και του ιμπεριαλισμού, οτιδήποτε κινείται έξω από τα όρια του «συνταγματικού τόξου» της καταπίεσης , της εκμετάλλευσης και της εξαθλίωσης.
Σε πλήρη ευθυγράμμιση με το παγκόσμιο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα, που έχει από χρόνια πετάξει τους μανδύες της δημοκρατικότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ισόρροπης ανάπτυξης και έχει φανερώσει το πραγματικό, αδίσταχτο και βάρβαρο πρόσωπό του απέναντι στους λαούς, οι ντόπιες αντιδραστικές δυνάμεις επιζητούν να πάρουν μία «ιστορική ρεβάνς» από το λαϊκό κίνημα της χώρας μας.
Το «κλείσιμο των ανοιχτών λογαριασμών από το 1974», που επικαλείται ο Δένδιας, σε αυτό ακριβώς αναφέρεται. Στο τσάκισμα του λαϊκού κινήματος, έτσι ώστε να είναι αδύναμο να αναμετρηθεί με την πολιτική της εξαθλίωσης και της εξάρτησης. Παράλληλα, για τους «αμετανόητους» προβλέπονται οι διώξεις και οι προβοκάτσιες, μαζί με την οικοδόμηση μίας «υγειονομικής ζώνης», για να μην «μολυνθεί» ο εργαζόμενος λαός από τις απελευθερωτικές ιδέες του αριστερού, του επαναστατικού και του κομμουνιστικού κινήματος.
Με τη μηδενική ανοχή στην λαϊκή οργάνωση και τους αγώνες, και τον αντι-κομμουνισμό στον «θρόνο» της επίσημης ιδεολογίας του αστικού κράτους, ανοίγει διάπλατα ο δρόμος της φασιστικοποίησης της δημόσιας και πολιτικής ζωής. Αυτή η αντιδραστική πολιτική, όχι μόνο δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή και να νομιμοποιηθεί στην συνείδηση του λαού, αλλά πρέπει να ξεσκεπαστεί ως προς τους πραγματικούς της στόχους, και να ανατραπεί, μέσα από την ανάπτυξη των εστιών αντίστασης και πάλης, την διεύρυνση των μετώπων αγώνα και διεκδίκησης του λαού.
Είναι φανερό, ότι, όταν η κυβέρνηση και όλες οι αντιδραστικές δυνάμεις επικαλούνται την νομιμότητα, στην ουσία αναφέρονται στο «νόμιμο δικαίωμά τους» να καταπιέζουν και να εκμεταλλεύονται τον λαό χωρίς αμφισβήτηση, αντίσταση και αγώνες, ενώ επιδιώκουν να βγάλουν στην «παρανομία» κάθε σκέψη και οργάνωση για την ανατροπή της πολιτικής και του σάπιου συστήματός τους. Για το αστικό πολιτικό σύστημα «νομιμότητα» σημαίνει υποταγή των εργαζόμενων στην αντεργατική λαίλαπα, αποδοχή της κόλασης της ανεργίας, υπομονή στην εξαθλίωση και την φτώχεια. Με λίγα λόγια, ισοδυναμεί με την πλήρη παραδοχή από τον εργαζόμενο λαό, ότι το μέλλον το δικό του και των παιδιών του εξαρτάται άμεσα από την πορεία του καπιταλιστικού συστήματος και από τις αποφάσεις των κάθε είδους εκπροσώπων του. Με την πλήρη κοινωνική, πολιτική, οικονομική και ιδεολογική κυριαρχία της άρχουσας τάξης πάνω στους εργαζόμενους και όλο τον λαό.
Η κυβέρνηση Σαμαρά, έχοντας εξασφαλίσει την στήριξη των ιμπεριαλιστών πατρώνων, μετά τον συμβιβασμό ΗΠΑ-ΕΕ για το «χρέος» και τις δόσεις, και με την πλήρη συστράτευση της ντόπιας αστικής ολιγαρχίας, κλιμακώνει την επίδειξη πυγμής στον λαό χωρίς φραγμούς και όρια. Σκοπεύει, έτσι, στην πλήρη υποταγή του, όχι μόνο στις πολιτικές της φτώχειας και της εξαθλίωσης, αλλά και στις θυσίες, όποτε παραστεί η «ανάγκη», για τα συμφέροντα και τους ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστών στην περιοχή. Όσο δυναμώνουν τα δεσμά της εξάρτησης, τόσο δυναμώνουν και οι πολιτικές της πλήρους ευθυγράμμισης με τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις. Και κάθε λαϊκή αντίσταση που αμφισβητεί ή βάζει σε κίνδυνο το «δικαίωμα» των ιμπεριαλιστών να ματοκυλούν και να κομματιάζουν χώρες και λαούς αποτελεί «τρομοκρατία» που πρέπει να παταχθεί.
Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ΗΠΑ και Ευρώπης, με τις «διασυνδέσεις» που έχουν δημιουργήσει εδώ και δεκαετίες στους ντόπιους μηχανισμούς, με την προετοιμασία πολυεθνικών δυνάμεων «καταστολής πλήθους», στα πλαίσια των ιμπεριαλιστικών οργανισμών (ΝΑΤΟ κ.ά), με τους «συμβούλους» και τα μέσα που αφειδώς παρέχουν στο ντόπιο αστικό σύστημα, έχουν άμεση και μόνιμη «συμβολή» στο χτύπημα των λαϊκών δυνάμεων.
Η ωμότητα και η βαρβαρότητα που μπορεί να φτάσει η κάθε αστική κυβέρνηση, τα εγκλήματα που μπορούν να διαπράξουν οι αντιδραστικές δυνάμεις απέναντι στον λαό και τους αγωνιστές του κινήματος δεν έχουν όρια. Αυτή την πολιτική την έχει «γευτεί» ο λαός ,διαχρονικά, στους αγώνες του, που τους έχει ποτίσει με τεράστιες και απαράμιλλες θυσίες. Ό,τι έχει κατακτηθεί, οφείλεται σε μακροχρόνιους αγώνες, σε συγκρούσεις και αναμετρήσεις με το σύστημα και τις δυνάμεις του και όλα μπορούν να χαθούν χωρίς αυτές. Η υποταγή στον «νόμο και την τάξη» της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου, των ιμπεριαλιστών αφεντικών συνεπάγεται την παράδοση του λαού σιδηροδέσμιου στις ορέξεις τους.
Όλες οι αντιδραστικές δυνάμεις πιέζουν ασφυκτικά και με κάθε τρόπο τις ρεφορμιστικές δυνάμεις της αριστεράς να πάρουν θέση στο κατά πόσο είναι ή δεν είναι μέρος του «συνταγματικού τόξου». Γνωρίζουν πολύ καλά από την παλιότερη αλλά και την σημερινή εμπειρία του συστήματος, ότι αυτή η πίεση «πιάνει τόπο» σε αυτές τις δυνάμεις και έχει σαν αποτέλεσμα συνεχείς προσαρμογές και δεξιά μετατόπιση των ηγεσιών τους. Η γραμμή των εκλογικών αυταπατών για κυβερνητική «λύση» με «κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» αφήνει εκτεθειμένο τον λαό στην επίθεση, καθώς αποσυγκροτεί τα μέτωπα πάλης του λαού, περιορίζει την αντιπαράθεση με το σύστημα στα πλαίσια του αστικού πολιτικού παιχνιδιού και επιδιώκει να μετατρέψει αγωνιστικές δυνάμεις σε νεροκουβαλητές των κυβερνητικών του στόχων. Από την άλλη, η «λαϊκή συμμαχία» του ΚΚΕ, γύρω από τον εαυτό του, δεν μπορεί να στηρίξει ούτε τις ακτιβίστικες ενέργειες του παρελθόντος, ούτε όμως και τους αγώνες των εργατών στους χώρους που ξεσπούν. Τέλος, ο χώρος της αναρχίας/αυτονομίας έχει αποδειχθεί ότι, όχι μόνο δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της αντιπαράθεσης με το σύστημα, αλλά και η αντίληψή του για «εξεγερμένους» και «υποταγμένους», υψώνει τείχη διαχωρισμού μέσα σε λαϊκές και αγωνιστικές δυνάμεις, εμποδίζοντας, στο βαθμό που του αναλογεί, την ανάπτυξη μαζικού και οργανωμένου λαϊκού κινήματος. Ταυτόχρονα, οι αντιλήψεις σε μέρος του χώρου αυτού για «αποφασιστικές» ενέργειες, έξω και πέρα από τον λαό , αποτελούν σήμερα το πεδίο πάνω στο οποίο κλιμακώνεται η κυβερνητική και κρατική καταστολή.
Η αναμέτρηση με τις δυνάμεις του συστήματος διεξάγεται από την πλευρά του εργαζόμενου λαού με δυσμενείς όρους. Το μαύρο μέτωπο της αντίδρασης με όλους τους μηχανισμούς στα χέρια του επιτίθεται και απειλεί να συντρίψει όλα τα δικαιώματα και τις καταχτήσεις. Η απάντηση του λαϊκού παράγοντα οφείλει να είναι αντίστοιχη με την επίθεση που δέχεται και η προετοιμασία του σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, οργανωτικό, ιδεολογικό θα πρέπει να συντείνουν στην κατεύθυνση αυτή. Οι μαζικοί και καλά οργανωμένοι αγώνες, η άμεση συμμετοχή των εργαζόμενων σε αυτούς μέσα από συνελεύσεις και όχι κάθε είδους αναθέσεις, η αλληλεγγύη στους χώρους που παλεύουν, η αγωνιστική και αποφασιστική στάση απέναντι στις δυνάμεις καταστολής, με μαζικούς όρους, κάθε φορά που επιχειρούν να σταματήσουν μία πορεία, να διαλύσουν μία απεργιακή κινητοποίηση, να τρομοκρατήσουν τον λαό και τη νεολαία, αποτελούν σήμερα άμεσα ζητήματα για το εργατικό-λαϊκό κίνημα.
Οι δυνάμεις της επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς απαιτείται να συμβάλλουν, με όλες τους τις δυνάμεις, στην οικοδόμηση ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ στην επίθεση του συστήματος, να προωθήσουν την ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ αριστερών οργανώσεων και κομμάτων για να διευκολύνουν την ανάπτυξη της λαϊκής πάλης.
Ορισμένες διευκρινίσεις για τον όρο φασιστικοποίηση
Το ΚΚΕ (μ-λ) χρησιμοποίησε τον όρο αυτό, για πρώτη φορά, την περίοδο 1979-1980 θέλοντας με αυτό τον τρόπο να προσδιορίσει την γενικότερη τάση του συστήματος και της τότε κυβέρνησης της ΝΔ (Καραμανλής-Ράλλης) απέναντι στο λαϊκό κίνημα, τις οργανώσεις και τους αγωνιστές του και ιδιαίτερα απέναντι στις αγωνιστικές και επαναστατικές δυνάμεις. Οι αντιδραστικές δυνάμεις του συστήματος, για να επιβάλουν το λεγόμενο «ήπιο κλίμα» που χρειάζονταν το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο και οι ιμπεριαλιστές, για να προχωρήσουν στην ένταξη στην τότε ΕΟΚ, στην επανένταξη στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, στο χτύπημα του φοιτητικού και εργατικού κινήματος, εξαπέλυσαν μία ολομέτωπη επίθεση με «αντιτρομοκρατικούς νόμους», συλλήψεις, σκευωρίες και φυλακίσεις αγωνιστών, αστυνομικές επιχειρήσεις «αρετή», ΜΑΤ και αύρες σε κάθε κινητοποίηση, συστηματική παραβίαση ακόμα και των δικών τους νόμων και του δικού τους συντάγματος, για να επιβληθεί «ο νόμος και η τάξη», που είχε «διασαλευτεί» μετά την πτώση της χούντας και την σημαντική ανάπτυξη του κινήματος. Η ανοιχτή τρομοκρατία του συστήματος «κορυφώθηκε» με την δολοφονία των αγωνιστών Κουμή –Κανελλοπούλου τον Νοέμβρη του ΄80 στην απαγορευμένη πορεία προς την Αμερικάνικη πρεσβεία. Ταυτόχρονα, η χρησιμοποίηση του όρου αυτού ήθελε να επισημάνει, ότι το αστικό σύστημα και οι ιμπεριαλιστές, για να συντρίψουν το λαϊκό κίνημα και τις οργανώσεις του, δεν καταφεύγουν πάντα στον ανοιχτό φασισμό αλλά χρησιμοποιούν όλους τους θεσμούς της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και τους μηχανισμούς του αστικού κράτους σε διατεταγμένη υπηρεσία απέναντι στον «εχθρό-λαό». Επιπλέον, ο όρος «φασιστικοποίηση της δημόσιας ζωής» ήθελε να διαχωριστεί από τον όρο «κυβερνητικός αυταρχισμός», που χρησιμοποιούσαν τα ρεφορμιστικά κόμματα της αριστεράς (ΚΚΕ και ΚΚΕεσ.), αφού η επίθεση αυτή δεν τα αφορούσε άμεσα αλλά έμμεσα, για ακόμη μεγαλύτερη δεξιά μετατόπισή τους, πράγμα που γινόταν.
Σήμερα, στην ορολογία του κινήματος έχει εισέλθει και ο όρος «εκφασισμός». Μόνο που τον όρο αυτό τον εισήγαγε το ΠΑΣΟΚ την περίοδο που τα στελέχη του δεν μπορούσαν να σταθούν πουθενά, λόγω των εκδηλώσεων οργής και αγανάκτησης του λαού. Ο «εκφασισμός της κοινωνίας», όπως πολλές φορές λέει ο Βενιζέλος, αναφέρεται στις «αντιδημοκρατικές» εκδηλώσεις διαμαρτυρίας του λαού που πολλές φορές παρομοιάστηκαν με τις αντι-συγκεντρώσεις των παρακρατικών, τα «τρίκυκλα» του Γκοτζαμάνη και την δολοφονία του Λαμπράκη (!)
Η αντίληψη του «εκφασισμού της κοινωνίας» είναι ευθυγραμμισμένη με την αντιδραστική θεωρία των «άκρων» σήμερα, του «αριστεροχουντισμού» παλιότερα και όλων των ανάλογων θεωριών που θέλουν να ταυτίσουν τους λαϊκούς και επαναστατικούς αγώνες με ό,τι εγκληματικό και αντικοινωνικό.