Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

28 Φεβ 2013

Η ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Μια κορυφαία πολιτική μάχη

Στην τελική ευθεία προς τη μαζική κατάργησή τους έχουν μπει πλέον δεκάδες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, αφού, με βάση τις επιταγές του μνημονίου, στις 14 Φλεβάρη 2013 έληξαν περισσότερες από 40 κλαδικές συμβάσεις και μπήκαν στο καθεστώς της τρίμηνης μετενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι περισσότεροι από 600.000 εργαζόμενοι που καλύπτονται από τις συμβάσεις αυτές βρίσκονται μπροστά στην άμεση απειλή της σαρωτικής μείωσης των μισθών τους η οποία υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσει και το 30%.
Μέσα στο τρίμηνο που ακολουθεί, λοιπόν, τα κλαδικά σωματεία καλούνται να υπογράψουν νέες συλλογικές συμβάσεις με τις αντίστοιχες εργοδοτικές ενώσεις. Σε αντίθετη περίπτωση, μετά την πάροδο των τριών μηνών, η συλλογική σύμβαση καταργείται και οι εργοδότες έχουν τη δυνατότητα να μειώσουν τους μισθούς των ήδη εργαζομένων στο επίπεδο του βασικού κλαδικού μισθού προσαυξημένου μόνο με τα τέσσερα επιδόματα που άφησε όρθια το μνημόνιο (σπουδών, ωρίμανσης, τέκνων, επικινδυνότητας - το δε επίδομα ωρίμασης ), εάν βέβαια αυτά προβλέπονταν από την κλαδική σύμβαση που έληξε. Για τους δε νεοπροσλαμβανόμενους στον κλάδο το κατώτερο όριο του μισθού δεν είναι ο βασικός κλαδικός μισθός, αλλά ο βασικός μισθός της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) δηλαδή τα 586 ευρώ μικτά.
Ωστόσο, και η διαδικασία υπογραφής νέων συλλογικών συμβάσεων είναι ήδη ναρκοθετημένη από την κυβέρνηση και την τρόικα. Γιατί, πέρα από το γεγονός ότι η εξάμηνη διάρκεια της μετενέργειας μειώθηκε στο τρίμηνο με το «Μνημόνιο 2», τα κλαδικά σωματεία βρίσκονται αντιμέτωπα και με μια σειρά αντεργατικές εξελίξεις:
- Γιατί η κυβέρνηση έδωσε το πράσινο φως στο κεφάλαιο και τους εργοδότες με την πρόσφατη κίνησή της να ορίζει η ίδια το επίπεδο του βασικού μισθού, απογυμνώνοντας και ουσιαστικά καταργώντας την ΕΓΣΣΕ.
- Γιατί καταργείται ουσιαστικά η δυνατότητα διαμεσολάβησης, αφού η προσφυγή στον ΟΜΕΔ απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη εργαζομένων και εργοδοτών.
- Γιατί, ακόμη και αν υπογραφτεί, μια κλαδική συλλογική σύμβαση δεν δεσμεύει πλέον τους εργοδότες που δεν είναι μέλη της αντίστοιχης εργοδοτικής ένωσης.
- Γιατί, ακόμη και αν υπογραφτεί, μια κλαδική συλλογική σύμβαση είναι πλέον κατώτερη σε ισχύ από μια σύμβαση που έχει υπογράψει η εργοδοσία σε επιχειρησιακό επίπεδο είτε με επιχειρησιακό σωματείο είτε με «ένωση προσώπων».
Το αποτέλεσμα που έχουν ήδη δώσει αυτές οι εξελίξεις τον τελευταίο χρόνο (από τις 14 Φλεβάρη του 2012) είναι συντριπτικό:
- Περισσότερες από 100 κλαδικές συμβάσεις έληξαν ή καταγγέλθηκαν από την εργοδοσία χωρίς να υπογραφτούν νέες.
- Μόνο εφτά κλαδικές συμβάσεις ανανεώθηκαν και αυτές προβλέποντας μειώσεις μισθών.
- Υπογράφτηκαν 975 επιχειρησιακές συμβάσεις από τις οποίες οι 757 προέβλεπαν μειώσεις μισθών. Από τις 975 επιχειρησιακές συμβάσεις οι 706 υπογράφτηκαν με συμφωνία ένωσης προσώπων, ενώ οι 269 με συμφωνία επιχειρησιακού σωματείου. Είναι, δε, ενδεικτικό για το χαρακτήρα των «ενώσεων προσώπων» ότι από τις 706 συμβάσεις που συμφώνησαν ενώσεις προσώπων οι 701 προέβλεπαν μειώσεις μισθών, ενώ από τις 269 που συμφώνησαν επιχειρησιακά σωματεία μόνο 56 συμβάσεις προέβλεπαν μειώσεις μισθών.
Με βάση όλα αυτά, είναι φανερό ότι το εργατικό κίνημα βρίσκεται μπροστά σε μια κρίσιμη καμπή. Η αντιπαράθεσή του σε αυτήν την εξέλιξη δεν θα κρίνει μόνο το ύψος των μισθών ή τις διάφορες θεσμικές κατακτήσεις που περιλαμβάνονται σε κάθε συλλογική σύμβαση, αλλά θα κρίνει συνολικά τη δυνατότητά του να σταθεί μπροστά στον ταξικό αντίπαλο και τη σαρωτική επίθεσή του. Η υπεράσπιση των συλλογικών συμβάσεων και η διεκδίκηση νέων είναι ζήτημα ουσίας και όρος ύπαρξης για το εργατικό κίνημα. Ο αγώνας που θα δώσει για την υπεράσπισή τους και οι όροι με τους οποίους θα τον δώσει (και φυσικά το εάν θα μπορέσει να τον δώσει) θα κρίνουν την πορεία του από δω κι εμπρός.
Και φυσικά ως υπεράσπιση των συλλογικών συμβάσεων δεν μπορεί να εννοηθεί η εκβιαστική αποδοχή μειώσεων στους μισθούς με «αντάλλαγμα» την αναγνώριση των επιδομάτων ή με στόχο τη διατήρηση της συλλογικής σύμβασης. Καθόλου δεν βοηθήθηκαν οργανωτικά ή πολιτικά οι ομοσπονδίες που δέχτηκαν να υπογράψουν τέτοιες συμβάσεις, όπως για παράδειγμα η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων, η ΟΜΕ-ΟΤΕ κ.ά. Γιατί στην ουσία αποτελούν «συμφωνίες υποταγής», μαρτυρία αδυναμίας απάντησης στην εργοδοτική επιθετικότητα. Και ως τέτοιες όχι μόνο δεν δημιουργούν καλύτερους όρους για το εργατικό κίνημα, όρους υπεράσπισης δικαιωμάτων και διεκδίκησης, αλλά προδιαγράφουν ακόμη χειρότερες εξελίξεις.
Δεν δίνουν χρόνο για την ανασύνταξη των εργατικών δυνάμεων, αλλά αναπαράγουν τη λογική του μικρότερου κακού, αποδεικνύουν την απροθυμία ή και την αδυναμία των συνδικαλιστικών ηγεσιών να οργανώσουν τους εργαζόμενους και τις αντιστάσεις τους μπροστά στη λαίλαπα που εξελίσσεται. Στηρίζονται στην αυταπάτη ότι με τους όρους του παρελθόντος, της ανάθεσης, της συνδιαλλαγής αλλά και της ανοχής του κεφάλαιου, θα αντιμετωπίσουν τη σφοδρή ταξική επίθεση των δυνάμεων του κεφάλαιου που αποτελεί κορυφαία στρατηγική του επιλογή. Στηρίζονται στην χρόνια απραξία του εργατικού κινήματος, στην ιδεολογική και πολιτική αποσυγκρότησή του και τη διαιωνίζουν.
Γι’ αυτό και όσοι θεωρούν ότι με αυτήν την τακτική, διασφαλίζονται τα εργατικά δικαιώματα, δίνουν -ηθελημένα ή άθελά τους- χρόνο στο σύστημα να επεκτείνει την επίθεσή του, να διαλύσει και τα τελευταία ψήγματα συγκρότησης του αντιπάλου του, της εργατικής τάξης, να την καθυποτάξει ολοκληρωτικά, να την υποδουλώσει.
Η πάλη για την υπεράσπιση και τη διεκδίκηση-επανακατάκτηση των συλλογικών συμβάσεων είναι μάχη του σήμερα, μια κορυφαία πολιτική μάχη. Πρέπει να τη δώσει το εργατικό κίνημα άμεσα και μαζικά. Με τους όρους και τη λογική που απαιτεί μια ταξική αναμέτρηση κορυφαίας σημασίας. Με τα σωματεία και τις ομοσπονδίες σε διάταξη μάχης. Με τους εργαζόμενους συσπειρωμένους και αποφασισμένους να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Με τη συγκρότηση σωματείων εκεί που δεν υπάρχουν.
Και αυτή η διαδικασία δεν μπορεί παρά να περάσει μέσα από τη σφοδρή αντιπαράθεση με την εργατική αριστοκρατία και τις υποταγμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Είναι σαφές ότι μια τέτοια μάχη δεν μπορεί να δοθεί με αυτές τις ηγεσίες γαντζωμένες στο σβέρκο των εργαζομένων, νομιμοποιημένες να καθυστερούν ή και να σαμποτάρουν την έκφραση των αγωνιστικών εργατικών διαθέσεων. Η μάχη για τις συλλογικές συμβάσεις (αλλά και κάθε μάχη που καλούνται να δώσουν οι εργαζόμενοι) δεν μπορεί να δοθεί με την αποδοχή των σημερινών συσχετισμών στα συνδικάτα και την υποταγή σε αυτούς. Μοιραία, θα βρεθεί μπροστά στην ανάγκη ανατροπής τους. Δεν μπορεί μια τέτοια μάχη να δοθεί με τους όρους που έγινε, για παράδειγμα, η απεργία στις 20 του Φλεβάρη. Δεν μπορεί να δοθεί με τους όρους που έγιναν οι απεργίες στο μετρό και στους ναυτεργάτες. Γιατί, τα όποια θετικά στοιχεία ανέδειξαν αυτές οι απεργίες, η επανειλημμένα εκφρασμένη αγωνιστική διάθεση πλατιών εργαζόμενων μαζών, σκοντάφτουν τόσο επάνω στις συνδικαλιστικές ηγεσίες όσο και (για να μην είμαστε «άδικοι») στο κλίμα και τις αντιλήψεις που καλλιεργούν επί δεκαετίες οι ηγεσίες αυτές στους εργαζόμενους, στα όρια και στα πλαίσια που οι αντιλήψεις αυτές έβαλαν στις εργατικές συνειδήσεις. Αυτά τα όρια καλούνται οι εργαζόμενοι να ξεπεράσουν σήμερα. Και οι δυνάμεις της επαναστατικής, κομμουνιστικής Αριστεράς πρέπει να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να υπηρετήσουν αυτήν την ανάγκη.