Το ιστολόγιο της Προλεταριακής Σημαίας παύει να λειτουργεί. Από αυτό το Σαββατοκύριακο συγχωνεύεται με την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ) σε μια νέα κοινή ιστοσελίδα της οποίας η διεύθυνση θα είναι η http://www.kkeml.gr/.

9 Απρ 2012

«Περί απαγορεύσεως συναθροίσεων πορειών συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων»!

Αυτό θα έπρεπε να είναι το πραγματικό όνομα της εκτρωματικής «πρότασης νόμου» που παρουσιάστηκε στις 2/4 απ’ το δήμαρχο της Αθήνας Καμίνη με στόχο τη δημιουργία ενός νέου, άκρως αντιδραστικού νομοθετικού πλαισίου που θα ορθώνεται απέναντι στις λαϊκές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις που θα πραγματοποιούνται από δω και στο εξής στην Αθήνα. Μετά από ένα ολόκληρο διάστημα προετοιμασίας με «οιωνούς», διάφορα στελέχη της κυβέρνησης και του συστήματος -απ’ τον Πάγκαλο και τον Καρατζαφέρη μέχρι την Μπακογιάννη κι απ΄ τον Καμίνη μέχρι το Μίχαλο- που έθεταν την ανάγκη επιβολής σκληρών όρων και «περιορισμού» στις διαδηλώσεις οδεύουν τώρα προς την επιβολή του πλαισίου αυτού, το οποίο μάλιστα ξεπερνά τους «οιωνούς» αυτούς.
Σ΄ αυτή την πρόταση νόμου «για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις», όπως ονομάζεται, που συντάχθηκε από ομάδα συνταγματολόγων, νομικών και καθηγητών και η οποία περιέχει 16 άρθρα, τίθενται οι έννοιες της «δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης», της «απαγόρευσής» της, της «διάλυσής» της, των «περιορισμών» της, της «διατάραξης» καθώς και του «οργανωτή» της.
Το όλο πνεύμα χαρακτηρίζεται καταρχάς από τη λογική λήψης «άδειας» για την πραγματοποίηση μιας συγκέντρωσης ή διαδήλωσης απ’ την αστυνομία – και τους πολιτικούς της προϊστάμενους βεβαίως: «Ο οργανωτής οφείλει να γνωστοποιήσει στην κατά τόπο αρμόδια αστυνομική αρχή την πρόθεσή του να καλέσει το ευρύ κοινό να συμμετάσχει σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Εφ’ όσον πρόκειται για διαδήλωση οφείλει επίσης να γνωστοποιήσει την ακριβή διαδρομή που αυτή θα ακολουθήσει. 2. Η γνωστοποίηση γίνεται εγγράφως πριν από την πρόσκληση προς το ευρύ κοινό και πάντως 24 ώρες τουλάχιστον πριν από την πραγματοποίηση της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα στοιχεία ταυτότητας και επικοινωνίας του οργανωτή». Το γεγονός της «γνωστοποίησης» βέβαια δεν αρκεί γιατί επαφίεται στην… κρίση των αρχών η πραγματοποίησή της ή όχι αφού μπορούν να επικαλεσθούν οποιαδήποτε πρόφαση απ΄ αυτές που θα προβλέπονται για την απαγόρευσή της: «Επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση μπορεί να απαγορευθεί αν επαπειλείται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια λόγω ιδιαιτέρως πιθανής διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων ιδίως κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ιδιοκτησίας και της πολιτειακής εξουσίας» αλλά και «αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής». Επίσης προβλέπονται περιορισμοί στη διεξαγωγή της «συνάθροισης» «εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής εν όψει ιδίως της συχνής διεξαγωγής συναθροίσεων σε αυτήν» ή «επιτρέπεται επίσης η επιβολή περιορισμών σε σχέση με δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που βρίσκεται σε εξέλιξη εάν η διεξαγωγή της προκαλεί δυσανάλογα μεγάλη διατάραξη στην κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής εν όψει του αριθμού των συμμετεχόντων των μέσων που αυτοί μετέρχονται για την προβολή των απόψεών τους και λαμβάνοντας υπ’ όψη τη συχνότητα με την οποία διεξάγονται συναθροίσεις στη συγκεκριμένη περιοχή». Πέρα από τις «πιθανολογήσεις» και τις «απειλές» που εδώ αποκτούν… αποφασιστική βαρύτητα για την πραγματοποίηση ή όχι μιας συγκέντρωσης ή διαδήλωσης, ποιος θα κρίνει τα παραπάνω; Και με ποιο κριτήριο; Πώς «ερμηνεύεται», για παράδειγμα, η «διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής» ή η «απειλή της πολιτειακής εξουσίας»; Προφανώς οι δυνάμεις καταστολής, βάσει των εντολών και των κατευθύνσεων που θα έχουν από την κυβέρνηση και τα υψηλότερα πολιτικά κλιμάκια του συστήματος, θα είναι αυτές που θα αποφασίζουν.
Μια συγκέντρωση ή διαδήλωση –ανεξάρτητα απ’ το αν θεωρηθεί «ολιγομελής» ή όχι– θα μπορεί ν’ απαγορευτεί εκ των προτέρων με εντολή του γενικού αστυνομικού διευθυντή και του προέδρου πρωτοδικών και με απλή γνώμη του δημάρχου ή να τεθούν όροι περιορισμού της. Θα μπορεί επίσης να απαγορευτεί, να διαλυθεί ή να «περιοριστεί» χωροταξικά κατά την εξέλιξή της.
Στη λογική της «πρότασης νόμου» τίθεται επίσης ο όρος της συνεργασίας με την αστυνομία. Με το μηχανισμό δηλαδή του συστήματος που ένας απ΄ τους βασικούς του προορισμούς είναι η καταστολή των λαϊκών αντιστάσεων και κινητοποιήσεων! Ο «οργανωτής» της συγκέντρωσης, που πρέπει να οριστεί σαφώς, θα είναι «ένα πρόσωπο που γνωστοποιεί αρμοδίως τη διεξαγωγή της, αποδέχεται την ευθύνη για την ειρηνική πραγματοποίησή της και συνεργάζεται εν γένει με την αστυνομία για ομαλή διεξαγωγή της. Με άλλα λόγια, ο οργανωτής είναι ο σύνδεσμος συναθροιζομένων και πολιτείας, το πρόσωπο δηλαδή που είναι όχι μόνον ο εκφραστής των απόψεων των πρώτων αλλά ταυτόχρονα και αυτός που δέχεται να αναλάβει τις ευθύνες που αναλογούν σε αυτούς έναντι της πολιτείας αλλά και των τρίτων».
Σε περίπτωση «μη συμμόρφωσης» με την απαγόρευση ή με τους περιορισμούς που τίθενται, η αστυνομία νομιμοποιείται με τη «βούλα» να προχωρήσει στη –βίαιη προφανώς- διάλυση της συγκέντρωσης ή διαδήλωσης αφού πρώτα ζητήσει απ’ τον «οργανωτή» να καλέσει σε «ειρηνική διάλυση» ή αφού «προειδοποιήσει» (sic) δύο φορές εάν αυτός αρνηθεί. Για όσους δεν συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις της απαγόρευσης προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι ένα χρόνο, ενώ για όσους θεωρηθεί ότι βιαιοπραγούν μέχρι δύο χρόνια. Ο «οργανωτής» επίσης θα υποστεί και την ευθύνη της αποζημίωσης όσων πιθανά υπέστησαν βλάβες «ζωής», «σωματικής ακεραιότητας» ή ιδιοκτησίας λόγω της διαδήλωσης εκτός εάν πρωτύτερα είχε ζητήσει την παρουσία εισαγγελέα και είχε λάβει τα απαραίτητα «προληπτικά» μέτρα. Ως «κερασάκι» στη σάπια αυτή τούρτα προτείνεται η απαγόρευση της χρήσης χημικών από την αστυνομία. Την ίδια βέβαια στιγμή, θα λέγαμε, που αναβαθμίζεται ο κάθε είδους εξοπλισμός και οι προετοιμασίες για την «καταστολή πλήθους».
Σ’ ένα χαρακτηριστικό σημείο της πρότασης αναφέρεται επίσης πως «οι κρατικές αρχές οφείλουν να προστατεύουν τους συμμετέχοντες έναντι αντιδιαδηλωτών που παρακωλύουν τη διεξαγωγή της συνάθροισης με βία ή και χωρίς βία». Μια συγκέντρωση καταγγελίας μιας άλλης φασιστικής συγκέντρωσης θα θεωρηθεί άραγε «αντιδιαδήλωση»; Και πώς θ αντιμετωπιστεί, για παράδειγμα, απ’ τις κρατικές αρχές η –μη βίαιη προφανώς– αναφώνηση συνθημάτων απέναντι σ΄ αυτήν;
Η πρόταση έχει σταλεί στα κόμματα τα οποία «καλούνται» -καθώς κι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις- να συμβάλουν σ’ ένα «δημόσιο και νηφάλιο διάλογο». Ευελπιστούν άραγε ότι αυτά θα μπορέσουν να «ελέγξουν» τη γενικευμένη λαϊκή οργή και αγανάκτηση που ολοένα και φουντώνουν; Την ίδια στιγμή που όλο και μεγαλύτερα τμήματα του λαού κατεβαίνουν μαζικά στο δρόμο απέναντι στη βάρβαρη καθημερινή επίθεση που δέχονται απ’ το σύστημα σ’ όλα τα επίπεδα της ζωής τους; Την ίδια στιγμή που οι εργατικές, οι απεργιακές, οι λαϊκές και οι νεολαιίστικες κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις αντιμετωπίζονται με «φωτιά και σίδερο», με τρομοκρατία, με ΜΑΤ και χημικά, με ομάδες ΔΙΑΣ και Δέλτα, με ασφαλίτες, με προσαγωγές και συλλήψεις;
Είναι ακριβώς αυτός ο τρόμος του συστήματος μπροστά στην αφύπνιση του «εχθρού λαού» που το οδηγεί σε λήψη μέτρων «εκτροπής» νόμων και μέτρων φασιστικής έμπνευσης μέσα στο πλαίσιο της κουρελιασμένης αστικής «μας» δημοκρατίας. Που «προχωρούν» το «έργο» της κατάργησης του ασύλου, των «τρομονόμων» και «κουκουλονόμων», της κήρυξης των απεργιών ως «παράνομων». Τέτοιες προτάσεις, μέτρα και νόμοι οφείλουν ν’ αντικρουστούν μαζικά απ΄ το λαό κι απ΄ όσες δυνάμεις, οργανώσεις και συλλογικότητες αναφέρονται στην υπόθεσή του. Για να διασφαλιστούν όσα μέσα, τρόποι και μορφές πάλης και αγώνα έχει κατακτήσει ο λαός αυτός για να υπερασπίσει όχι μόνο τα δικαιώματά του αλλά και την ίδια τη ζωή και την προοπτική του.