Γνωρίσαμε τον Σταύρο έξω από την πύλη της Χαλυβουργίας. Είχε φθάσει εκεί διανύοντας χιλιόμετρα με το ποδήλατό του. Ηταν η 123η μέρα της απεργίας των χαλυβουργών, των εργατών που αρνήθηκαν να δεχτούν την άλωση της ζωής τους από τα συμφέροντα του εργοδότη τους με πρόσχημα την οικονομική κρίση. Που αρνήθηκαν την κατάργηση της κατάκτησης του 8ώρου και δεν δίστασαν να βγουν αμέσως σε απεργία όταν ανακοινώθηκαν τα πρώτα ονόματα των απολυμένων συναδέλφων τους που δεν υπέκυψαν στον εκβιασμό.
Σε εκείνη την πύλη, που είχαμε βρεθεί πολλές φορές να ακούμε τις σκέψεις και τους προβληματισμούς των εργατών που δήλωναν καθημερινά με πίστη πως δεν θα υποχωρήσουν γιατί δεν έχουν τίποτε άλλο πια να χάσουν (παρά μόνο τις αλυσίδες τους), που είχαν αφήσει πίσω οικογένειες, νεογέννητα, υποχρεώσεις, θέτοντας πρώτη προτεραιότητά τους το δίκιο του αγώνα. Καθένας με τη δική του ιστορία, με τις δικές του πληγές από το μεροκάματο στη Χαλυβουργία, με τις δικές του αγωνίες και φόβους ή αμφιβολίες για το αύριο. Τη δεύτερη μέρα απεργίας που τους πρωτοσυναντήσαμε κανείς δε φανταζόταν ότι θα έφταναν να διανύσουν φθινόπωρο, ολόκληρο χειμώνα (και ιδιαίτερα σκληρό μάλιστα) και ότι θα τους έβρισκε η άνοιξη ακόμα εδώ. Ούτε κανένας φανταζόταν πως ο αγώνας τους θα γινόταν δρόμος αλληλεγγύης απ’ άκρη σε άκρη στην Ελλάδα και τον κόσμο.
123η μέρα, λοιπόν, γνωρίσαμε το Σταύρο. Ηταν ο χαλυβουργός ποιητής. Ετσι τον αποκαλούσαν οι συνάδελφοί του, έτσι τον γνωρίσαμε κι εμείς. Ο Σταύρος, από πατέρα στις γραμμές του ΕΑΜ, πήρε τα πρώτα ταξικά μηνύματα. Τα βήματά του τον οδήγησαν να περάσει τρεις μέρες στο Πολυτεχνείο, τότε που ο λαός εξεγείρονταν ενάντια στη χούντα και τους ιμπεριαλιστές. Οργανωμένος πια, άρχισε να βλέπει με άλλο μάτι τη ζωή. Μπορεί να μην κατάφερε να συνεχίσει οργανωμένα την πορεία του, αλλά ο καθημερινός αγώνας για την επιβίωση γέννησε μάσα του στίχους που ήθελε να εκφράσει. Ετσι απλά άρχισε να γράφει.
Κι έτσι αβίαστα βγήκε στο δρόμο του αγώνα, νιώθοντας ότι μερικά πράγματα είναι απαραβίαστα, όπως το 8ωρο. Δεν συζητιούνται, δεν αμφισβητούνται. Δεν έχασε τον προσανατολισμό του. Ενιωσε την ανάγκη να το εκφράσει, να το μοιραστεί. Οταν στην πύλη κατέφθαναν εκπαιδευτικοί, έφτιαχνε στίχους για το δάσκαλο, έφτιαχνε για τον άλλο αγωνιστή, το Νίκο Τεμπονέρα. Κι όταν έβλεπε λίγους από τους συναδέλφους του να διστάζουν να πάνε παραπέρα, τους μιλούσε μέσα από τους στίχους του, μόνο να…, έτσι, για να τους δώσει κουράγιο, να τους κάνει να δούνε με άλλα μάτια τη σημασία του αγώνα τους. Κανένας ενδοιασμός, καμιά αμφιβολία. Μιλάει για τα απλά καθημερινά που τους δυσκολεύουν και τους κάνουν να ατσαλώνονται.
Λίγο πριν φύγουμε, γράφει με το χέρι ένα ποίημα και μας το δίνει. Να το δούμε, λέει, αν μας αρέσει να το δημοσιεύσουμε. Διαβάζει την πρώτη στροφή και σχολιάζει: «Την ορθογραφία φτιάξτε την εσείς». Οι ιδέες, Σταύρο, δεν έχουν ορθογραφία. Κι ο δρόμος της ταξικής πάλης χαράζεται από τα βήματα αυτών που είναι διατεθειμένοι να τον διανύσουν. Κι εσύ, Σταύρο, κι όλοι οι εργάτες που τον διανύσατε ως εδώ ξέρετε πως, παρά τις όποιες «ανορθογραφίες» και τα λάθη, ο αγώνας αυτός ανοίγει δρόμους για το μέλλον, το δικό σας και του κάθε εργαζόμενου που θα σας μιμηθεί, που θα κάνει την εμπειρία σας παράδειγμα και αλληλεγγύη στο δικό του χώρο δουλειάς, ώσπου τα ρυάκια να γίνουν ποτάμι οργής που θα καταπιεί κάθε προσπάθεια διάλυσης της ζωής μας, που θα διαλύσει το σάπιο τους σύστημα.
Να ’στε καλά, εργάτες χαλυβουργοί. Μπορείτε να νικήσετε!
Ασε να παρω απ΄την ανάσα σου
Ξέρω πως μαζεύεις τα κομμάτια σου
Θέλω να σου πω πως είσαι ωραίος
Δυνατός, για μας ο πιο σπουδαίος.
Ζω την αγωνία που εκπέμπεις
Κρατησες την φλόγα αναμένη
Έφτασες στην άκρη αυτης της Γης
Μαραθωνοδρόμος της ζωής.
Χαλυβουργία, σαν επανάσταση
Βαδίζω, νιώθω μια Ανάσταση
Με το μυστήριο κάνω συνάντηση
Κρατάς ακόμα κι έρχεται η άνοιξη.
Και ποιος να μιλήσει για δουλειά
Σ’έλυωσαν οι νόμοι μονομιάς
Και ποιος θα μιλήσει για τη νίκη
Ζύμωσες προζύμι και θα δείξει.
Ο,τι και να ’ρθει έγινες Ήρωας
Έγινες θρύλος, λύγισες σίδερα
Θα’ σαι ελπίδα για την Υφήλιο
Και για ένα κόσμο χωρίς μαστίγιο.
Κόκκινος Μύλος 16-2-2012 07.10π.μ.
Σταύρος Δικαίου Φονικάκος (εργάτης Χαλυβουργός)