της Κωστούλας Κανδηλιώτη
Το κείμενο που ακολουθεί αποτέλεσε εισήγηση στο 1ο πολιτικό - πολιτιστικό φεστιβάλ της Πρωτοβουλίας Κατοίκων στα Νότια. Δημοσιεύθηκε στη Προλεταριακή Σημαία που κυκλοφορεί. Υπάρχουν πλευρές που θεωρούν την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων αποτέλεσμα της επικράτησης μιας θεωρητικής οικονομικής αντίληψης, του νεοφιλελευθερισμού, ως απάντηση στην κρίση. Από άλλες πάλι ακούγεται πως το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας έρχεται να απαντήσει -με μια έννοια- στο ΧΤΕΣ, δηλαδή στην εξυπηρέτηση του χρέους και των τοκογλύφων δανειστών, στην κάλυψη των μαύρων τρυπών που άνοιξε η κρίση, αναγνωρίζοντας έστω πως αυτό γίνεται προς όφελος του κεφαλαίου.
H συνάρτηση της επίθεσης όμως με την οικονομική κρίση και μόνο, τουλάχιστον ενισχύει τη λογική της αντιμετώπισής της σαν κάτι προσωρινό και παροδικό και δεν αντιλαμβάνεται την πολιτική στόχευση του συστήματος (που αναδείχθηκε μέσα απ τα απανωτά μνηνόνια) που δεν είναι άλλη από το συνολικό πρόβλημα ανάπτυξής του με το πέρασμα σε μια νέα φάση. Πιστεύω δηλαδή πως αυτό που προωθείται έρχεται να υπηρετήσει το ΑΥΡΙΟ, να διαμορφώσει τους όρους ζωής των επόμενων γενιών σε βάθος χρόνου.
Δεν πρόκειται για μια άνευ περιεχομένου θεωρητική αναζήτηση αλλά για την αναγκαιότητα να δούμε με καθαρό νου το χαρακτήρα και τις ιδιαίτερες πλευρές αυτού που έχουμε να αντιπαλέψουμε και τα μέτωπα που πρέπει ν' ανοίξουμε.
Η κρίση του ιμπεριαλιστικού – καπιταλιστικού συστήματος έχει θέσει επί τάπητος το πέρασμα σε μια νέα φάση, που χαρακτηρίζεται από:
α) Τη ζωτική ανάγκη για το κεφάλαιο, τους ιμπεριαλιστές και το σύστημα να περάσουν σε μια νέα φάση, να αναδιαμορφώσουν τους συσχετισμούς και τις σχέσεις (οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές) με τους οποίους μέχρι τώρα κινούνταν. Να επιβάλλουν ταξικούς συσχετισμούς που θα εξασφαλιζουν την απόλυτη κυριαρχία τους. Αναδιαμορφώσεις που ετοιμάζονταν από την προηγούμενη “ήσυχη” περίοδο.
β) Η παραπάνω στρατηγική επιβάλλει μεταβολές και αναδιατάξεις των δυνάμεών τους σε πλήρη σύμπλεξη με αντίστοιχες αναδιαρθρώσεις στα εσωτερικά “εθνικά” πεδία, δικά τους ή των εξαρτημένων απ΄ αυτούς χωρών.
γ) Επιβάλλει η επίθεση να συντελείται πλέον όχι μόνο με όρους οικονομικής λεηλασίας των εξαθλιωμένων εργαζόμενων αλλά και με τη μετατραπή των χωρών που καταληστεύουν σε τεράστιες ΕΟΖ, ελκυστικές για επενδύσεις από τις πολυεθνικές και τα μονοπώλια, ντόπια και ξένα, με όρους ληστρικής εργασιακής εκμετάλλευσης, οικειοποίησης του δημόσιου πλούτου, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των στρατηγικών τομέων και των πηγών ενέργειάς τους, τέτοιας που παίρνει χαρακτήρα πρωταρχικής συσσώρευσης πλούτου (με τη λογική αρπαγής κ κατοχύρωσης θέσης περισσότερο παρά “ανάπτυξης”, μιας κι αυτό απαιτεί άλλες προϋποθέσεις.)
Γιατί; Επειδή η μόνη περίπτωση γι αυτούς αντιμετώπισης της κρίσης -και χωρίς πάλι να είναι δεδομένη ούτε η έξοδος απ΄αυτή (δομική κρίση) ούτε το ευθύγραμμο και το σχεδιασμένο της- είναι η βίαιη εξασφάλιση της επεκτατικής δραστηριότητάς τους, η βίαιη μεταβολή, προς το απόλυτο όφελός τους, των συνθηκών που αυξάνουν την κερδοφορία τους, που εμπεδώνουν την κυριαρχία τους και τη διευρυμένη αναπαραγωγή τους, κατακτώντας καλύτερες θέσεις στον μεταξύ τους ανταγωνισμό.
Αυτό λοιπόν που φέρνουν οι ιδιωτικοποιήσεις είναι:
Η επιβολή και συστηματοποίηση των όρων εκείνων που θα δίνουν τη δυνατότητα στο ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο να απαλλοτριώνει και να συγκεντρώνει στα χέρια του το σύνολο των μέσων παραγωγής, να ελέγχει πλήρως τα παραγόμενα προϊόντα, να ελέγχει τομείς στρατηγικής σημασίας και ενέργειας, να προωθεί την καταστροφή παραγωγικών δυνατοτήτων σε εθνικό επίπεδο και να επιβάλλει την πλήρη απογύμνωση και αποστέρηση του λαού και εργαζομένων όχι μόνο από τους υλικούς όρους διαβίωσής τους, αλλά και από κατοχυρωμένα δικαιώματα και ελευθερίες και από κάθε έννοια ανεξαρτησίας και αυτοδιάθεσης. 'Όλα αυτά δεν είναι εξωτερικά γνωρίσματα της επίθεσης αλλά ουσιαστικοί όροι της που θέλουν να επιβληθούν.
Η ελληνική αστική τάξη, το ελληνικό κεφάλαιο και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι στην περίπτωση των έργων ανάπτυξης -και σε σχέση πάντα με τις ιδιωτικοποιήσεις- μετά το 2008 υποχρεώθηκαν να προσαρμοστούν στη στάση αναμονής αυτών που είχαν και το πεπόνι και το μαχαίρι. Είχαμε τότε ένα τοπίο που καθοριζόταν από:
α) την κρίση που είχε ήδη εκδηλωθεί
β) το γεγονός ότι οι “αναπτυξιακές επενδύσεις” δεν είχαν την απαιτούμενη διασφάλιση απόδοσης και διάρκειας ζωής
γ) τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και εντός και εκτός της ΕΕ να μαίνεται για τον έλεγχο στρατηγικών τομέων (Γάλλοι, Γερμανοί κλπ).
Από τότε μέχρι σήμερα οι συνθήκες αυτές εξακολουθούν βέβαια γενικά να ισχύουν. Όμως η επίθεση με την επιβολή των μνημονιακών μέτρων, η χρεολογία που μεταμόρφωσε τον αρπαγμένο πλούτο σε δανεικά, η διαμόρφωση ενός πολιτικού σκηνικού που υπηρέτησε με τον α ή β τρόπο αυτή την επίθεση έχουν στρώσει το έδαφος για την επιβολή των ιδιωτικοποιήσεων.
Οι πρόσφατες δηλώσεις του Μάρτιν Σουλτς, προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στερν, ότι: «Το ελληνικό κράτος θα πρέπει να δεχτεί να εφαρμόζουν ευρωπαίοι αξιωματούχοι μεταρρυθμίσεις επί ελληνικού εδάφους”, αλλά και εκείνες του Α. Σαμαρά στη Le Monde, αναφερόμενος στο ξεπούλημα των νησιών, ότι “Πρόκειται για μεταμόρφωση του αχρησιμοποίητου εδάφους σε κεφάλαιο” , είναι ενδεικτικές της σχέσης πραγμάτων και του τι θα συμβεί.
Έτσι σήμερα έχουμε:
α) Καθαρή εκποίηση ή και παραχώρηση δικαιώματος αποκλειστικής εκμετάλλευσης του Ελληνικού μέσω του θεσμού της επιφάνειας, θεσμοθέτηση fast track διαδικασιών με ανάλογη συγκρότηση εταιρικών μορφών, θέσπιση φοροαπαλλαγών και διευκολύνσεων των κεφαλαιουχικών σχηματισμών.
β) Συγκρότηση ειδικού φορέα που θα το πραγματοποιήσει αυτό με κατάργηση κάθε δικτύου ακόμη και της εναπομείνασας συνταγματικά κατοχυρωμένης από την αστική δημοκρατία προστασίας (νομοθετικής, πολεοδομικής, αρχαιολογικής, οικολογικής, κλπ). Άρα, θωράκιση της διαδικασίας εκποίησης ή παραχώρησης ακόμη και από την τυπική κοινοβουλευτική ή ελεγκτική διαδικασία.
Απαραίτηση η αναβαθμιση της τρομοκρατίας και της καταστολής σε όλα τα επίπεδα, από νομοθετικά μέχρι έμπρακτα (μέτρα κατά των διαδηλώσεων). Εδώ μπαίνει και το ζήτημα των “δογμάτων”, π.χ., των “άκρων”, που επιχειρεί να χρησιμοποιήσει το σύστημα κλπ)
Από τις διαπιστώσεις μας για το χαρακτήρα και τις ιδιαίτερες πλευρές αυτού που έχουμε ν' αντιμετωπίσουμε απορρέουν:
Ι) Το ποια μέτωπα πάλης θα ανοιχτούν
ΙΙ) Το με ποιον προσανατολισμό θα κινηθούμε
ΙΙΙ) Το ποιες μορφές συγκρότησης θα πάρει και ποιο περιεχόμενο πάλης θα έχει ένα κίνημα αντίστασης στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας -και εν προκειμένω του Ελληνικού- ένα κίνημα που θέλει να δώσει μάχες με νικηφόρα προοπτική.
Έχουμε να αποτρέψουμε την εκποίηση-παράδοση και να ακυρώσουμε τα σχέδια για επιχειρηματική “ανάπτυξη” ή “αξιοποίηση”.
--- Πιστεύουμε πως αυτός είναι ένας στόχος που μας αφορά όλους και με τον ίδιο τρόπο, με έναν πανεθνικό, ας πούμε, τρόπο;; Λέω πως όχι.
Όχι, επειδή έχουμε διαφορετική στόχευση! Γιατί ενώ εμείς βλέπουμε τη συνολική αντιπαράθεση με αυτούς τους σχεδιασμούς και την ανατροπή αυτής της πολιτικής, επειδή επισύρει όλα όσα προανέφερα, γιατί ενώ εμείς βλέπουμε το Ελληνικό ελεύθερο δημόσιο χώρο – πάρκο αναψυχής, υπάρχουν φορείς και δυνάμεις που προσδοκούν μια θέση στον ήλιο της “επιχειρηματικής ανάπτυξης”, που διακγωνίζονται για μια συμμαχία των υπεργολάβων, του ντόπιου κεφαλαίου με τα ξένα αφεντικά, που προσδοκούν να 'ναι εκείνοι που θα την εφαρμόσουν πάνω μας. Το με λιγότερη εμπορευματοποίηση, το με ντόπια κεφάλαια και όχι με ξένα, το με δικούς “μας” φορείς”, το με οικονομικότερο σχεδιασμό και κερδοφόρο για τη ντόπια επιχειρηματικότητα, άρα για εμάς, δεν κάνει καμία ουσιαστική διαφορά. Γιατί είναι τόσο η ελευθερία διακίνησης κεφαλαίων όσο και η ελευθερία των επενδύσεων (έχει και ο καπιταλισμός ελευθερίες), ένα διεθνές πλέγμα όρων που έχει από καιρό εγκαθιδρυθεί, που δίνει τη δυνατότητα στα ιμπεριαλιστικά κεφάλαια να απορροφούν όποια σχηματίζονται στις περιφέρειες ή στις εξαρτημένες χώρες ή να περνούν από αυτές και να επιστρέφουν υπερδιογκωμένα στις μητροπόλεις. Συνεπώς άποψη που δεν δίνει τη μάχη για αποτροπή της εκποίησης με εναντίωση ταυτόχρονα στην ΕΕ και τους περιφερειακούς σχεδιασμούς τους αλλά και σ' εκείνους που εδώ προωθούν και στηρίζουν αυτή την πολιτική, που δεν δίνει έμπρακτα έναν τέτοιο πολιτικό αγώνα δεν μπορεί να υπερασπιστεί το Ελληνικό.
--- Μπορεί να εφαρμοστεί μια φιλολαϊκή, περιβαλλοντική ανάπτυξη, έτσι όπως είναι τα πράγματα, έστω στηριζόμενη σε συγκροτήσεις και συντονισμούς φορέων αυτοδιοικητικών, επιστημονικών, εναλλακτικών σχεδιαστών ή εναλλακτικών κινημάτων; Μπορεί να εξορθολογικοποιηθεί αυτό που συμβαίνει, έστω να τύχει άλλης διαχείρισης προς όφελος του λαού και των αναγκών του, να εφαρμοστεί ένα άλλο μοντέλο, ένας άλλος σχεδιασμός;;
Καταρχήν, χωρίς να είσαι σε στρατηγική αντιπαλότητα με το σύστημα, όχι όμως ιδεολογικά αλλά έμπρακτα πολιτικά και κοινωνικά, χωρίς να οργανώνεις την αντίσταση στην επίθεση και με στόχο την ανατροπή της, δεν μπορείς να παράξεις πραγματικούς όρους κινήματος, νίκης και αναστροφής των εξελίξεων.
Επίσης, δεν υπάρχουν δυνάμεις που ενώ αντιστρατεύονται μια τόσο ζωτική στρατηγική του συστήματος, κάθονται στο τραπέζι και τη συζητούν μαζί του. Ή, χρησιμοποιώντας πιο σκληρό παράδειγμα, το μεγάλο «καπιταλιστικό δίλημμα» μεταξύ της διατήρησης υψηλών κερδών της εταιρίας Λομιν στη Νότια Αφρική και του δικαιώματος των εργατών για ανθρώπινη ζωή, η ιμπεριαλιστική-καπιταλιστική (συλ)λογιστική το απάντησε απερίφραστα με τη σοκαριστική εκτέλεση 35 εργατών.
Κατά δεύτερον και οι καλλικρατικές δομές, στο σύνολό τους, συνιστούν ακόμα μια θωράκιση του κρατικού μηχανισμού που δεν μπορούν να αποτελέσουν το θερμοκήπιο μιας παράλληλης με την εξουσία δύναμης ανατροπής των σχεδιασμών αυτών, ούτε καν συνδιαχειριζόμενοι. Εδώ ούτε τους παιδικούς σταθμούς δεν μπορούν να υπερασπιστούν με πλήρη εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων τους, των γονιών και των παιδιών και στήνουν κοινωνικούς συνεταιρισμούς λαίκής βάσης, στους οποίους εγγράφουν ως μέλη ανέργους παιδαγωγούς με συμβάσεις έργου!
Κατά τρίτον, ακόμα και αυτά τα αυτονόητα, τα απλά, όπως τα της διαφύλαξης ή της συμβατής ανάπτυξης του αστικού περιβάλλοντος σε ένα λέκανοπέδιο που ασφυκτιά, η ελληνική αστική τάξη, για τους λόγους που αφορούν τη συγκρότησή της, τα έχει πασάρει στο.... κίνημα...
Μια απαραίτητη διευκρίνιση εδώ, που είναι και κρίσιμο ζήτημα: Αν σε επίπεδο μορφής ό,τι δημόσιο (και ο ελεύθερος χώρος του Ελληνικού) αφαιρείται από το κράτος, εντούτοις σε επίπεδο ουσίας αφαιρείται από την κοινωνία. Το κρίσιμο, που μας αφορά, είναι η μετατροπή των δημόσιων κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών (αιγιαλός, το πάρκο, η ελευθερία της αναψυχής, η ελεύθερη πρόσβαση και το περιβάλλον καθαυτό) από δικαιώματα σε είδη που μπορεί να εμπορεύεται και να κερδοσκοπεί είτε το κεφάλαιο (με όποια μορφή και εθνικότητα). Ο αγώνας που καλούμαστε να δώσουμε δεν μπορεί να έχει στοιχεία υπεράσπισης ούτε μιας κρατικίστικης καρικατούρας ούτε ενός πολιτικού αναχωρητισμού από το πεδίο του πολιτικού αγώνα του τύπου “εναλλακτικού εμπορίου” με χαμηλές τιμές αλλά ή μιας συγκρότησης τύπου ΜΚΟ.
Και εδώ πρέπει να ξεκαθαρίζουμε -γιατί υπάρχουν διάφορα εγχειρήματα υπεράσπισης του Ελληνικού-. Κατά τη γνώμη μου έχουν κατεύθυνση προσανατολισμένη στο “τοπικό”, στην τοπικοποίηση, στήνουν μια “δομή”, ένα έτοιμο πράγμα, ενάντια στον καπιταλισμό... αλλά στα πλαίσια του καπιταλισμού, δεν είναι σε λογική ένταξης στη στοχοθεσία της ανατροπής αλλά στη συντήρηση της υπάρχουσας κατάστασης, βελτιώνοντας πρόσκαιρα και σε ελάχιστο βαθμό τις συνθήκες ζωής τμήματος του πληθυσμού. Είναι κατασκευές που έχουν το στοιχείο της ήττας και απαντούν σε όρους που διαμορφώθηκαν σε προηγούμενη εποχή.
Ο αγώνας που καλούμαστε να δώσουμε έχει χαρακτήρα μιας ενεργούς συγκροτημένης παρέμβασης του λαϊκού κινήματος που με όρους πραγματικούς, μαζικότητας, διαμόρφωσης παλιτικών θέσεων πάλης και πολιτικής βούλησης για αντίσταση και ανατροπή, θα συμβάλλει στην αναστροφή των εξελίξεων, τουλάχιστον σε πρώτη φάση.
Μα, καλά, θα σκεφτεί κανείς ένα πάρκο θέλουμε βρε αδερφέ! Ή, επίσης, τόσο “μόνοι μας” (ως άποψη) θα τη δώσουμε αυτή τη μάχη;
Καθόλου μόνοι. Εξ άλλου το πάρκο του Ελληνικού δεν είναι για να το περπατάμε εμείς οι αριστεροί αλλά όλοι οι κάτοικοι.
Δεν μιλάμε για το πώς θα περιχαρακωθούμε, πώς αυτάρεσκα θα παραμείνουμε σε μια κακώς εννοούμενη καθαρότητα αλλά για το κίνημα που πρέπει να οικοδομήσουμε και το πώς. Να το θέσω αλλιώς: Η ζωή είναι ανυπόφορη, οι άνεργοι 25%, η εργασία επισφαλής, οι μισθοί έγιναν επιδόματα. Αυτό δεν είναι το φορτίο των ανθρώπων που αφορά ο ελεύθερος δημόσιος χώρος-παρκο φυσικού πρασίνου του Ελληνικού;; Το φορτίο, οι λαϊκές ανάγκες, της πλειοψηφίας;; Πάνω πού θα τους συσπειρώσουμε;;
-- Θα αναμετρηθούμε ή όχι με την ηττοπάθεια, το ρεαλισμό, με την αντίληψη “να σώσω ο,τιδήποτε αν σώζεται με μια ήπια ανάπτυξη” ;;
-- Θα παλέψουμε τον άνεργο που θα χει μπροστά του το τυράκι της προσφοράς θέσεων εργασίας και πιθανώς θα εναντιώνεται στο “ελεύθερος δημόσιος χώρος καμία εμπορευματοποίηση”;; Θα έχουμε πολιτικό λόγο διεξόδου σ' αυτό;; Παραπέρα, θα είμαστε, και με ποια άποψη, έτοιμοι να παλέψουμε και να συγκροτήσουμε ένα μαχόμενο δυναμικό αντίστασης στο θέμα της ανεργίας.
-- Θα αναμετρηθούμε με την αντίληψη της αντιπροσωπευτικότητας, της ανάθεσης, του από τα πάνω συντονισμού, του ολίγον από κινηματισμό κι αλληλεγγύη αλλά κράτα δυνάμεις για την δια των εκλογών έκφρασή σου.... (που – παρένθεση-- είδαμε πόσο αρνητικά έκλεισαν την εξοδο του λαού στο προσκήνιο). Δεν έχω τίποτα με τη λαϊκή αυτοοργάνωση και την αλληλεγγύη, το αντίθετο μάλιστα. Απ΄αυτές όμως πρέπει να βγαίνει το συμπέρασμα ΖΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΜΑΣ.
Οι μάχες που ξέσπασαν στην Κερατέα, τη Λευκίμμη, στη Χαλκιδική στα ορυχεία, είχαν στο επίκεντρό τους τους όρους ζωής των ανθρώπων..Έκφρασαν την ανάγκη να βγει ο κόσμος εκεί έξω και να διεκδικήσει τη ζωή του. Σήμερα αυτό το φορτίο είναι πιο βεβαρημένο. Άρα, θέλουμε δε θέλουμε πρέπει να τ΄απαντήσουμε. Δεν δίνουμε περιβαλλοντικό αγώνα ούτε μάχη οπισθοφυλακής. Οι στοχεύσεις του συστήματος, ο τρόπος αντιμετώπισης δείχνουν πολεμικό τοπίο. Ακόμα κι αν τα αιτήματά μας αφορούν το πάρκο, δεν μπορούμε να τα ενδυναμώσουμε και να συσπειρώσουμε πάνω σ΄αυτά με άλλον τρόπο από το να μιλήσουμε και να παλέψουμε για το φορτίο καθαυτό. Βλέπουμε ότι είμαστε σε μια νέα φάση που όλα αυτά είναι αλληλοδιαπλεκόμενα, αλληλοτροφοδοτούμενα αλλά και απαιτείται επιτακτικά η διέξοδος που θα δίνουμε να τα χαρακτηρίζει από την άποψή μας και να λειτουργεί συγκροτητικά σε ανώτερο βαθμό.
Εδώ έρχεται το θέμα με ποιου είδους συγκρότηση.
Εδώ δεν υπάρχουν θερμοκήπια. Δεν μιλάμε για έτοιμη, επεξεργασμένη συνείδηση που θα τη δώσουμε κάποιοι στον κόσμο. Μέσα στους ανθρώπους που βιώνουν αυτή την πολύμορφη καταπίεση υπάρχουν όσα χρειάζονται για να αναζητήσουν απαντήσεις, για να βγουν στο δρόμο. Η συγκρότησή μας θα είναι καταλυτική, θα συμβάλλει σ΄αυτόν τον αγώνα με νικηφόρες προοπτικές αν κατορθώσει να αναδείξει, να συνθέσει και να συγκροτήσει σε άλλο επίπεδο αυτό που υπάρχει. Αν θα τον εντάξει σε μια διαδικασία αντίστασης, αλληλεγγύης, ανατροπής. Αν θα κατορθώσει να αναδείξει μορφές κοινής δράσης και λαίκής αυτοοργάνωσης και πάλης απέναντι στο προταγμα της προσαρμογής, της συναίνεσης, της υποταγής. Αν θ΄ανοίγει δρόμους ικανούς να δώσουν έκφραση στον κόσμο που θα αγωνίζεται ενώ ταυτόχρονα θα συμπυκνώνει συμπεράσματα, θα υπερασπίζεται τις λαϊκές ανάγκες και θα δημιουργεί όρους τουλάχιστον διασφάλισής τους. Δεν μιλάμε για απλούς συντονισμούς και ούτε θα μας συγχωρεθούν ακροβασίες. Δεν μπορούμε να πούμε: Από εδώ το σώμα και η δύναμη, κι από εκεί το μυαλό και και σκέψη, μιλώντας για την σχέση της αριστεράς με το κίνημα, που αφορά και αυτόν τον αγώνα. Τα αιτήματα πάλης, η λογική που θα τα συνδέει με την προοπτική και ο τρόπος με τον οποίο θα συγκροτείται ο αγώνας αυτός και θα τα υποστηρίζει δεν μπορεί να αναπαράγουν φαεινές, βερμπαλισμούς αλλά να αντανακλά πραγματικές σχέσεις, να αποτελεί βήματα πραγματικής συγκρότησης κινήματος. Δεν γίνεται να αποδίδει το ένα χωρίς το άλλο και σε μια διαλεκτική σχέση μετασχηματισμού μεταξύ τους και μέσα σε συνθήκες πάλης.
Η Πρωτοβουλία Αγώνα Ενάντια στους Αυτοκινητόδρομους ήταν μια συγκρότηση που είχε πολλά από τα παραπάνω στοιχεία και έχει θετικό απολογισμό. Το κυρίως θετικό της ήταν ότι δεν έκανε στην άκρη τους πραγματικούς πρωταγωνιστές ενάντια στους νέους αυτοτινητόδρομους. Τους κατοίκους των περιοχών. Θα κάνουμε λάθος όμως αν αφεθούμε σε μια εύκολη, άνευ άλλου τινός, ανασύστασή της. Απαιτείται να αποδείχθεί η ωριμότητά όλων των συντελεστών της στις νέες συνθήκες .Γιατί ακόμα κι αν έχουμε νίκη, πρέπει να ξέρουμε πως θα υπάρξει και συνέχεια.
(* Στην Πρωτοβουλια Αγωνα για τους Αυτοκινητόδρομους δεν είχαμε επιτακτικά το θέμα της γενικής κατεύθυνσης της ανατροπής, εκ των πραγμάτων...).
Τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, θα αναφέρω ένα απόσπασμα από τον Μάρξ, όταν έγραφε για τη διαδικασία της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου που συντελέστηκε, τότε, κατά κύριο λόγο στο επίπεδο των εθνικών κρατικών σχηματισμών. Και έλεγε μιλώντας για την Αγγλία του 1688..
“Η ένδοξη επανάσταση έφερε στην εξουσία μαζί με τον Γουλιέλμο Β της Οράγγης και τους γαιοκτήτες και κεφαλαιούχους πλεονέκτες. Εγκαινίασαν τη νέα εποχή εξασκώντας σε κολοσσιαία κλίμακα την κλεψιά των κρατικών κτημάτων. Κοντά σ' αυτή τη νέα εδαφική αριστοκρατία ήταν η φυσική σύμμαχη της νέας τραπεζοκρατίας, της μόλις βγαλμένης απ΄τ' αυγό της ανώτατης χρηματοκρατίας...”
Ήταν τότε που θεσπίστηκαν κοινοβουλευτικά διατάγματα (ο Νόμος για την οριοθέτηση των κοινοτήτων/ νόμος περιφράξεων) με τα οποία χαριζόταν στους γαιοκτήμονες, σαν ατομική τους ιδιοκτησία, η γη του λαού. Συνακόλουθα, από το 1814 μέχρι το το 1820, 15.000 κάτοικοι στη Σκοτία κυνηγήθηκαν και εξοντώθηκαν συστηματικά, μετατράπηκαν είτε σε στρατιές εξουθενωμένων προλετάριων που δεν είχαν άλλο τρόπο να ζήσουν παρά πουλώντας την εργασιακή τους δύναμη στους ιδιοκτήτες του συνόλου των παραγωγικών μέσων είτε, όντας αδύνατο να απορροφηθούν τόσο γρήγορα από την ανδρούμενη βιοτεχνία, μετατράπηκαν μαζικά σε ζητιάνους, αλήτες, ληστές (Ετσι ακολούθησαν σε όλη τη δυτική Ευρώπη οι αιματηροί νόμοι ενάντια στην αλητεία).
Ας αναλογιστούμε μόνο αν η επιβολή των ιδιωτικοποιήσεων, που συμβαίνει σε συνθήκες άγριας επίθεσης του συστήματος στους όρους διαβίωσης των εργαζομένων, φτωχοποίησης κοινωνικών στρωμάτων και συνολικής υποχώρησης του λεγόμενου κοινωνικού κράτους, με το 25% του πληθυσμού να είναι άνεργοι, με τα νέα μέτρα που εξαγέλθηκαν για αναβάθμιση της καταστολής, αν παρουσιάζει κάποιες αναλογίες με την τότε εποχή, τηρουμένων πάντοτε των ιστορικών αναλογιών...