Με την απειλή της ανεργίας να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια των εργαζομένων, προχωρά ο δεύτερος γύρος του διαγωνισμού για την πώληση της ΣΕΚΑΠ. Η πάλαι ποτέ ισχυρή καπνοβιομηχανία της Ξάνθης, αφού απαξιώθηκε για χρόνια από τις διοικήσεις της και από τις διοικήσεις της Αγροτικής Τράπεζας, εντάχθηκε στην «κακή» ΑΤΕ και οδηγείται στο ξεπούλημα ή στο κλείσιμο. Ουσιαστικά πρόκειται για το αποτέλεσμα της πολιτικής που τα δίνει όλα στο κεφάλαιο και μαζί δίνει πεσκέσι τους εργαζόμενους, που έχουν μπροστά τους τη δραματική ανατροπή των εργασιακών τους σχέσεων ή την απόλυση.
Τα τελευταία δύο χρόνια υπήρξαν αρκετές κινητοποιήσεις των εργαζομένων της ΣΕΚΑΠ, με απεργίες, αποκλεισμούς της ΑΤΕ κ.λπ. Η αγωνιστική διέξοδος, που στην αρχή την εξέφραζαν ελάχιστοι εργάτες, κέρδιζε συνεχώς έδαφος και πολλές ήταν οι φορές που ξεπεράστηκαν οι ξεπουλημένες διοικήσεις των δύο σωματείων του εργοστασίου (ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ). Δεν έγινε όμως κατορθωτό να σταματήσει ο κατήφορος. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι αυτό που έρχεται είναι το κλείσιμο του εργοστασίου (πριν ή μετά την πώλησή του) ή, έστω, η συνέχιση της λειτουργίας του αλλά με απολύσεις και καταστρατήγηση κάθε κατακτημένου εργασιακού δικαιώματος. Σε μια περίοδο που τα εργοστάσια κλείνουν το ένα μετά το άλλο (Groupal, ΣΕΒΑΘ, ΣΕΠΕΚ, Diana κ.λπ.), που η ανεργία φτάνει στο 30% και κάθε απολυμένος είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν μπορεί να βρει δουλειά και να εξασφαλίσει τα στοιχειώδη για την οικογένειά του, αυτή η προοπτική βαραίνει πάρα πολύ πάνω από τους εργαζόμενους της καπνοβιομηχανίας.
Είμαστε σίγουροι ότι αυτή η προοπτική (μαζί με την ανεμπιστοσύνη στο εργατικό κίνημα και στους αγώνες του) είναι που δημιούργησε τις συνθήκες για να συζητηθεί και να κερδίσει έδαφος η πρόταση για «αυτοδιαχείριση του εργοστασίου». Μάλιστα το σωματείο πείστηκε να πάρει μέρος στον τελευταίο διαγωνισμό, χωρίς όμως να γίνει αποδεκτό στη διαδικασία της δεύτερης φάσης.
Η συγκεκριμένη πρόταση στη ΣΕΚΑΠ έρχεται να προστεθεί στην πολύ πιο γνωστή πρόταση του σωματείου της ΒΙΟΜΕ, αν και απ’ ό,τι φαίνεται περιέχει πολύ λιγότερα «κινηματικά» χαρακτηριστικά από εκείνη. Ωστόσο και οι δύο έχουν μια κοινή αφετηρία (και δεν εννοούμε το τεράστιο, κοινό πρόβλημα της δουλειάς και επιβίωσης των εργατών): την αυταπάτη ότι η κυβέρνηση μπορεί να πειστεί ή να πιεστεί να τους «παραχωρήσει» κατά κάποιον τρόπο τα εργοστάσια και έτσι να εξασφαλιστεί η συνέχιση της εργασίας τους.
Δεν χρειάζεται να πούμε ότι κατανοούμε απολύτως τις ανησυχίες και τα αδιέξοδα των εργατών, νομίζουμε όμως ότι όποιος αγωνιστής ή συλλογικότητα αγωνιά για την υπόθεση του κινήματος και του λαού οφείλει σεμνά αλλά καθαρά να παίρνει θέση. Να λέει τα πράγματα με το όνομά τους και να αντιπαρατίθεται με απόψεις που τις θεωρεί λαθεμένες.
Καταρχήν ας θέσουμε κάποια γενικά ζητήματα:
Είναι αυτονόητο ότι κάθε αριστερή οργάνωση που θέλει να αναφέρεται στην εργατική τάξη και στον λαό δεν μπορεί παρά να στέκεται με απόλυτο τρόπο στο πλευρό των εργαζομένων που παλεύουν για τα δικαιώματά τους, πολύ περισσότερο για το δικαίωμά τους στη δουλειά (ΣΕΚΑΠ, ΒΙΟΜΕ κ.λπ). Αυτή η στάση δεν έχει μόνο την πλευρά της αλληλεγγύης ή την «ανθρώπινη» πλευρά (εξεύρεση των βασικών πόρων ζωής), που σίγουρα την έχει, αλλά κυρίως την ταξική της πλευρά, δηλαδή την υπεράσπιση εκείνου του όρου (εργασία) που είναι απαραίτητος για τη συγκρότηση και πάλη της εργατικής τάξης.
Η σημερινή συγκυρία, δηλαδή η ολομέτωπη, στρατηγικού χαρακτήρα επίθεση του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος ενάντια στην εργατική τάξη και στον λαό δημιουργεί τραγικές καταστάσεις για την πλειονότητα των λαϊκών στρωμάτων. Καταστάσεις πρωτόγνωρης φτώχειας, εξαθλίωσης, ανασφάλειας και ανεργίας, που επιδρούν καθοριστικά στη στάση των εργαζομένων.
Τα τελευταία χρόνια έχουν ξεσπάσει πολύ σημαντικοί και μαζικοί αγώνες, τόσο σε πανεργατικό, πανελλαδικό επίπεδο όσο και σε κλαδικό. Παρ' όλ' αυτά η οργάνωση και η πολιτική συγκρότηση της εργατικής τάξης είναι πολύ πίσω από τις σημερινές απαιτήσεις, με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε συνεχή υποχώρηση. Παράλληλα η Αριστερά (με τη σημερινή σύνθεση και συσχετισμούς) δεν θέλει και δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη να δώσει συνέχεια και προοπτική νίκης στους αγώνες αυτούς και να οικοδομήσει ένα μέτωπο αντίστασης και ανατροπής της επίθεσης.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες δεν είναι καθόλου παράξενο να επιλέγονται αδιέξοδοι δρόμοι από πολιτικές οργανώσεις, καθώς και από ομάδες εργαζομένων και νεολαίας.
Σε αυτήν την κατηγορία των «αδιέξοδων δρόμων» κατατάσσουμε και την πρόταση για αυτοδιαχείριση των εργοστασίων, όπως προβλήθηκε από το σωματείο της ΒΙΟΜΕ και όπως συζητιέται στη ΣΕΚΑΠ. Ποια είναι τα βασικά στοιχεία αυτής της πρότασης:
α. Διεκδίκηση από την κυβέρνηση ενός νομοθετικού πλαισίου που θα κατοχυρώνει την ύπαρξη και λειτουργία συνεταιριστικών επιχειρήσεων εργατών.
β. Διεκδίκηση χρηματοδότησης μέσα από τον ΟΑΕΔ (επιδότηση νέων επιχειρηματιών, επίδομα ανεργίας) ή μέσω πίστωσης εργασίας.
γ. Απελευθέρωση των νέων επιχειρήσεων από τα παλιά χρέη των προηγούμενων ιδιοκτητών.
Προβάλλεται δηλαδή η απαίτηση να «παραχωρηθεί» (μέσω νομοθετικής ρύθμισης και χρηματοδοτήσεων) από την κυβέρνηση (του κεφαλαίου και της εξάρτησης) οικονομικός-παραγωγικός «χώρος» σε εργάτες για να μπορέσουν να επιβιώσουν και να σωθεί τμήμα του παραγωγικού ιστού.
Μπορεί άραγε να γίνει στις σημερινές συνθήκες κάτι τέτοιο; Στις συνθήκες δηλαδή του εξαρτημένου ελληνικού καπιταλισμού, της τρόικας και των μνημονίων, που σαρώνουν δικαιώματα και κατακτήσεις, που διαλύουν τις δυνάμεις της εργασίας, τον παραγωγικό ιστό και πλούτο της χώρας, που οδηγούν σε καταστάσεις ερημοποίησης, με μοναδικό γνώμονα την απόλυτη κυριαρχία του κεφαλαίου και τον ιμπεριαλιστών. Λέμε κατηγορηματικά όχι, δεν μπορεί να γίνει αυτό! Όταν οι απολύσεις απελευθερώνονται, το επίδομα ανεργίας εκμηδενίζεται, η εργάσιμη ημέρα επιμηκύνεται, οι συντάξεις καταργούνται και τα ΑΜΕΑ ρίχνονται στον Καιάδα, γιατί άραγε να κάνουν «παραχωρήσεις» σε κάποιους εργάτες;
Μα, θα αγωνιστούμε, θα παλέψουμε, θα πιέσουμε γι' αυτό.
Θα έρθουμε στον αγώνα, στην πάλη, στην πίεση, αφού πρώτα κάνουμε μια υπέρβαση, ένα άλμα, και πούμε ότι, έστω, το σύστημα και η κυβέρνησή του «παραχωρούν» αυτό το δικαίωμα στους εργάτες της ΒΙΟΜΕ ή της ΣΕΚΑΠ. Θα είναι πραγματικά μια πολύ σοβαρή ανάσα για τους εργαζόμενους, αφού θα συνεχίσουν να έχουν δουλειά. Θα είναι όμως έτσι; Τι σημαίνει μέσα σε αυτόν τον Αρμαγεδδώνα της κρίσης και της επίθεσης, που ο «μεγάλος» τρώει τον «μικρό», εξασφάλιση πρώτων υλών, ενέργειας, ρευστότητας (δανείων), μεριδίου αγοράς, βιωσιμότητα και όλα τα συναφή; Και τι σημαίνει, παράλληλα, η εμμονή σε αυτή τη λύση (την αδιέξοδη για μας) ενός εργατικού δυναμικού το οποίο διαφορετικά θα μπορούσε να αποδεσμευτεί σε πραγματικούς ταξικούς αγώνες, με προοπτική και νίκη;
Ας έρθουμε λοιπόν σε αυτούς τους αγώνες και στην προοπτική του κινήματος. Γιατί μέχρι τώρα απλώς μιλούσαμε για μια (αδύνατη για μας) σύσταση μιας άλλης μορφής επιχείρησης, που θα γίνει αποδεκτή από την κυβέρνηση και το σύστημα.
«Τα εργοστάσια στα χέρια των εργατών. Αυτοδιαχείριση σε όλους τους χώρους δουλειάς. Όλα τα μέσα παραγωγής να περάσουν στα χέρια αυτών που παράγουν τον πλούτο της κοινωνίας. Από εργοστάσια σε εμπορικά καταστήματα, από εμπορικά καταστήματα σε χωράφια και αγρούς». Αυτά διακηρύσσει αυτάρεσκα η «Πρωτοβουλία αλληλεγγύης στον αγώνα της ΒΙΟΜΕ» σε πρόσφατη προκήρυξή της. Έτσι απλά, χωρίς να οργανωθούμε, να αγωνιστούμε, να ματώσουμε, να πέσουμε κάτω και να ξανασηκωθούμε, χωρίς να στήσουμε τα δικά μας όπλα πάλης, τον δικό μας ταξικό στρατό. Με μια γενική απεργία διαρκείας θα ρίξουμε τον χάρτινο πύργο της εξουσίας του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού ή θα τον ξεφτίσουμε σιγά σιγά με την αυτοδιαχείριση. Θαρρείς και ζουν αλλού, κάπου στη Ρωσία του ’17, ή απλώς πιστεύουν ότι άπαξ και το διακηρύξουν, θα γίνει!
Αυτά δεν απλώς μια δήθεν επαναστατική φανφάρα. Ουσιαστικά είναι μια απόλυτη υποτίμηση της εργατικής τάξης. Αυτής που τα τελευταία χρόνια μάτωσε στις διαδηλώσεις και στις απεργίες, που πετάχτηκε στην ανεργία και βούλιαξε στην εξαθλίωση, που δεν κατάφερε παρά μονάχα μεμονωμένες επιτυχίες, αλλά έμαθε και μαθαίνει μέσα από τη σκληρή ταξική πάλη ότι απέναντί της έχει έναν βάρβαρο ταξικό εχθρό, που επιτίθεται με όλα τα όπλα του, που δεν ξεγελιέται, δεν καταλαβαίνει από παρακάλια, δεν αλώνεται από μέσα, αλλά μόνο ανατρέπεται. Και αν τους όρους ανατροπής δεν τους έχει στήσει ακόμη, μαθαίνει ότι δεν μπορεί να τους στήσει ούτε με άλματα στο κενό ούτε με προσγείωση στο δήθεν εφικτό των αυτοδιαχειριζόμενων, αμεσοδημοκρατικών «νησίδων». Μαθαίνει ότι μπορεί να τους στήσει μέσα από αγώνες, στόχους και μέσα πάλης που αντιστοιχούν στους σημερινούς ταξικούς συσχετισμούς, που γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο θα μπορεί να τους βαδίσει, να τους αναβαθμίσει και να τους φέρει μέχρι τη νίκη.
Έχουμε βέβαια την πεποίθηση ότι τέτοιες απόψεις και τέτοια «απογείωση» δεν θα βρούμε στη συντριπτική πλειοψηφία των εργατών της ΣΕΚΑΠ και της ΒΙΟΜΕ και εννοούμε αυτούς που υποστηρίζουν την υπόθεση της αυτοδιαχείρισης. Όμως αυτές οι απόψεις κυκλοφορούν στην «πιάτσα» και επηρεάζουν αγωνιστές, δημιουργούν αυταπάτες και αποπροσανατολισμούς κα πρέπει να απαντώνται.
Για να μην μπαίνουν εμπόδια στους πρωτοπόρους αγωνιστές εργάτες, που αναδεικνύονται συνεχώς μέσα από τις μάχες με το σύστημα, όπως αυτοί που έχουν ήδη αναδειχθεί στη Χαλυβουργία, στη ΒΙΟΜΕ, στη ΣΕΚΑΠ. Γιατί είναι αυτοί οι πρωτοπόροι που πρέπει να σηκώσουν στις πλάτες τους την ευθύνη και την προοπτική της τάξης τους.