Κράτος «έκτακτης ανάγκης», που ετοιμάζεται να καταργήσει ολοσχερώς το δικαίωμα στην απεργία, πριν καν αυτή εκδηλωθεί, με το επιχείρημα ότι θα πρέπει να ψηφίζουν και οι... απόντες (αφού παλαιότερα ψήφιζαν και τα.. δέντρα), κυβέρνηση «ειδικών συνθηκών», που σε συνεννόηση με το κράτος «έκτακτων αναγκών» επιστρατεύει απεργούς και βγάζει παράνομες όλες τις απεργίες για το ατομικό συμφέρον (συμφέρον που ανακηρύσσεται δημόσιο) των κεφαλαιοκρατών και των εργοδοτών, κοινωνία «εκτός εαυτού», που παλινδρομεί μεταξύ «κανιβαλικής» επιβίωσης (η προτεινόμενη συστημική εκδοχή) και αγωνιστικής ανάτασης (η αναγκαιότητα των εποχών).
«Εκτακτα μέτρα, εξαιρετικές ανάγκες, ειδικές συνθήκες», αυτά ήταν πάντα τα προσχηματικά επιχειρήματα και το άλλοθι της βαρβαρότητας, ώστε να κλέβουν οι χορτάτοι το ψωμί των πεινασμένων, για να υποτάσσεται ο λαός στη μοίρα που του επιφυλάσσουν οι κυρίαρχοι, για να γίνουν μόνιμα τα μέτρα των «έκτακτων, εξαιρετικών, ειδικών» συνθηκών.
Ποιός στα αλήθεια πιστεύει, ότι, μετά τη μίζερη ανάπτυξη που υπόσχεται ο Σαμαράς και η θλιβερή και τρισάθλια συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, ανάπτυξη που στο βαθμό που επιτραπεί και ενταχθεί στα σχέδια των «ευεργετών» ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ και της Ευρώπης, θα μετατρέψει, στην καλύτερη περίπτωση, ένα κομμάτι από τα εκατομμύρια των ανέργων σε εκατομμύρια εξαθλιωμένων εργαζομένων χωρίς δικαιώματα, θα επαναφέρει στην προηγούμενη -προ μνημονίου- κατάσταση την σημερινή κοινωνική σκλαβιά. Ότι η μεταμνημονιακή ανάπτυξη θα φέρει μισθούς ανακούφισης των εργαζομένων (το κορυφαίο στην ανοησία του αίτημα της ρεφορμιστικής Αριστεράς και του υποταγμένου συνδικαλισμού), ότι οι συντάξεις θα δίνονται μετά σε τιμές «ισχυρής Ελλάδας» και «λεφτά υπάρχουν», ότι οι εργασιακές σχέσεις σκλαβιάς θα «διορθωθούν» σε σχέσεις μεταξύ «ισότιμων κοινωνικών εταίρων». Είναι, πράγματι, δύσκολο να γίνει πιστευτή η μετάβαση από την ομαδική, προμνημονιακή ψευδαίσθηση ευημερίας (όπου όλοι τα τρώγαμε μαζί) σε μια εποχή ανανεωμένων ψευδαισθήσεων της γενικευμένης ευημερίας για όλους. Οσο κι αν μας το «μουρμουρίζει εμπιστευτικά» ο Σαμαράς, ότι, δηλαδή, θα υπάρξει “happy end”, είναι φανερό, ότι αυτό το παραμύθι δεν θα έχει αίσιο τέλος.
Το ευνοϊκό περιβάλλον που πρέπει να διαμορφωθεί για τους επενδυτές, ώστε να υπάρξει ανάπτυξη (λες και δεν ήταν η καπιταλιστική ανάπτυξη που μας έφερε εδώ), δεν επιτρέπει τέτοιες «ευνοϊκές επιστροφές» στο παρελθόν. Ούτε οι «ανταγωνιστικές συνθήκες εργασίας», οι υδρογονάνθρακες (... άνθρακας ο θυσαυρός) και άλλες αρλούμπες που ξεφουρνίζουν συγκυβερνητικοί απατεώνες δεν πρόκειται να αποτρέψουν αυτό που αποτελεί τη βάση του όλου πράγματος. Ότι, δηλαδή, η καπιταλιστική κρίση θα ξεπεραστεί πάνω από τα κορμιά και τα δικαιώματα των εργαζομένων και της εργατικής τάξης. Εχει ξανασυμβεί αρκετές φορές στο παρελθόν, με το σύστημα να διακινδυνεύει, μάλιστα, ακόμη και την ύπαρξή του.
Μπαίνουμε σε νέα φάση που θυμίζει πολλά από τα παλιά (τα... παλαιοκαπιταλιστικά και... παλιοκομμουνιστικά). Από το πώς θα διαβαστεί αυτή η νέα φάση θα εξαρτηθεί, αν η κρίση θα αποτελέσει ευκαιρία για τον καπιταλισμό ή ευκαιρία για τις λαϊκές δυνάμεις, για την Αριστερά, τους εργαζόμενους, τη νεολαία και το λαό γενικότερα.
Η κυβερνητική αναπτυξιακή αφήγηση βασίζεται σε έναν νέο διαμοιρασμό της χώρας στους ιμπεριαλιστές μνηστήρες. Στο έδαφος ενός σφοδρού ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, που τόσο συχνά κομματιάζει χώρες και βυθίζει τις κοινωνίες στη φρίκη. Κι όμως, αυτή η αναπτυξιακή αφήγηση πιάνει τόπο σε εχθρούς και φίλους.
Η σημερινή υποχώρηση και αμηχανία των λαϊκών διαθέσεων για αντίσταση σε σχέση με ένα προηγούμενο διάστημα, η προσαρμογή σε προσδοκίες για μια «ρεαλιστική» ανακοπή της κατηφόρας, αποτέλεσε κύρια συνέπεια και βασικό πυρήνα της πολιτικής μιας Αριστεράς της «παραγωγικής ανασυγκρότησης» εντός συστήματος, όσο κι αν εμφανίζεται, τώρα, αυτή η συστημική Αριστερά να διαμαρτύρεται ενάντια σε αυτήν την κατάσταση υποχώρησης και αποσπασματικών αντιστάσεων.
Ας αποδεχτούμε, ότι δεν είναι τόσο «έκτακτες» οι ανάγκες του καπιταλισμού, που για χρόνια αποζητούσε τη ρεβάνς απέναντι στο εργατικό και λαϊκό κίνημα και τις κατακτήσεις του. Δεν είναι «εξαίρεση» από τα «δημοκρατικά» ήθη του κεφαλαίου η σημερινή φασιστικοποίηση της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής. Ότι είναι ο πραγματικός, ο ανόθευτος ιμπεριαλισμός-καπιταλισμός αυτό που τώρα ζούμε, ένας καπιταλισμός που πασχίζει να απαλλαγεί από της «ανορθογραφίες» και τους «αναχρονισμούς» των εργατικών και λαϊκών κατακτήσεων, αλλά και από κάθε ανάμνηση των κατακτήσεων του σοσιαλισμού. Η περιβόητη «μνημονιακή» καταστροφή είναι ο πραγματικοις καπιταλισμός, είναι η Ειδική Οικονομική Ζώνη φτηνής και ελαστικής εργασίας, χωρίς μισθό και δικαιώματα, είναι η νεοαποικιοκρατία του «ευρωπαϊκού και αναπτυξιακού οράματος».
Όλα αυτά είναι η πραγματικότητα του «σύγχρονου» ιμπεριαλισμού-καπιταλισμού, για να εξασφαλιστεί η διαιώνισή του. Είναι μια ενδεχόμενη πραγματικότητα, που θα επιβληθεί, αν δεν βρει το αντίπαλο δέος του.
Πράγματι, η κοινωνική έκρηξη και σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Δεν είναι, ωστόσο, αυταπόδεικτη και αυτόματη η μετατροπή της καπιταλιστικής κρίσης σε οργή και «ευκαιρία» αντίστασης και αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών. Αυτό, όμως, πρέπει να είναι το πεδίο δράσης της Αριστεράς και όσων θέλουν να υπηρετήσουν τη λαϊκή υπόθεση, δηλαδή η προώθηση, οργάνωση, ο συντονισμός ενός μαζικού παλλαϊκού ξεσηκωμού. Και όχι η αδράνεια, η ηττοπάθεια και η μιζέρια στο σαθρό έδαφος της αυτοεπιβεβαίωσης.
Απαιτείται μια αντιθετική πολιτική και κοινωνική δύναμη, με πυρήνα μια αντίπαλη τάξη που αποκτά, αγωνιζόμενη, τη συνείδηση του εαυτού της. Που θα ανοίξει το δρόμο για μια άλλη πραγματικότητα, για έναν πολύμορφο παλλαϊκό, ίσως και αντιφατικό, ξεσηκωμό του παρατεταμένου αγώνα. Που θα χαράξει το δρόμο της ανατροπής και τον κοινωνικό μετασχηματισμό προς τον σοσιαλισμό της εποχής μας.
Βέβαια, για να συμβούν όλα αυτά, προϋπόθεση είναι, πέρα από την «εκρηκτική ύλη», που σήμερα υπάρχει στα πρόσωπα των εκατοντάδων χιλιάδων οργισμένων εργαζομένων, στα πρόσωπα των εκατοντάδων χιλιάδων απελπισμένων άστεγων και απογοητευμένων νεολαίων, να ανάψει κάποιος το φιτίλι. Και αυτός που θα ανάψει το φιτίλι δεν είναι άλλος από το οργανωμένο εργατικό και λαϊκό κίνημα, με όλη την ποικιλομορφία του (οργανώνεις, συνδικάτα, παρατάξεις, σχήματα, πρωτοβουλίες κλπ), όπου και όπως αυτά εμφανίζονται. Να αναλάβουμε, δηλαδή, το ρόλο μας, να κάνουμε τα οργισμένα «ρυάκια» ένα ορμητικό κινηματικό ποτάμι παλλαϊκού ξεσηκωμού, αντίστασης και ανατροπής.
«Εκτακτα μέτρα, εξαιρετικές ανάγκες, ειδικές συνθήκες», αυτά ήταν πάντα τα προσχηματικά επιχειρήματα και το άλλοθι της βαρβαρότητας, ώστε να κλέβουν οι χορτάτοι το ψωμί των πεινασμένων, για να υποτάσσεται ο λαός στη μοίρα που του επιφυλάσσουν οι κυρίαρχοι, για να γίνουν μόνιμα τα μέτρα των «έκτακτων, εξαιρετικών, ειδικών» συνθηκών.
Ποιός στα αλήθεια πιστεύει, ότι, μετά τη μίζερη ανάπτυξη που υπόσχεται ο Σαμαράς και η θλιβερή και τρισάθλια συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, ανάπτυξη που στο βαθμό που επιτραπεί και ενταχθεί στα σχέδια των «ευεργετών» ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ και της Ευρώπης, θα μετατρέψει, στην καλύτερη περίπτωση, ένα κομμάτι από τα εκατομμύρια των ανέργων σε εκατομμύρια εξαθλιωμένων εργαζομένων χωρίς δικαιώματα, θα επαναφέρει στην προηγούμενη -προ μνημονίου- κατάσταση την σημερινή κοινωνική σκλαβιά. Ότι η μεταμνημονιακή ανάπτυξη θα φέρει μισθούς ανακούφισης των εργαζομένων (το κορυφαίο στην ανοησία του αίτημα της ρεφορμιστικής Αριστεράς και του υποταγμένου συνδικαλισμού), ότι οι συντάξεις θα δίνονται μετά σε τιμές «ισχυρής Ελλάδας» και «λεφτά υπάρχουν», ότι οι εργασιακές σχέσεις σκλαβιάς θα «διορθωθούν» σε σχέσεις μεταξύ «ισότιμων κοινωνικών εταίρων». Είναι, πράγματι, δύσκολο να γίνει πιστευτή η μετάβαση από την ομαδική, προμνημονιακή ψευδαίσθηση ευημερίας (όπου όλοι τα τρώγαμε μαζί) σε μια εποχή ανανεωμένων ψευδαισθήσεων της γενικευμένης ευημερίας για όλους. Οσο κι αν μας το «μουρμουρίζει εμπιστευτικά» ο Σαμαράς, ότι, δηλαδή, θα υπάρξει “happy end”, είναι φανερό, ότι αυτό το παραμύθι δεν θα έχει αίσιο τέλος.
Το ευνοϊκό περιβάλλον που πρέπει να διαμορφωθεί για τους επενδυτές, ώστε να υπάρξει ανάπτυξη (λες και δεν ήταν η καπιταλιστική ανάπτυξη που μας έφερε εδώ), δεν επιτρέπει τέτοιες «ευνοϊκές επιστροφές» στο παρελθόν. Ούτε οι «ανταγωνιστικές συνθήκες εργασίας», οι υδρογονάνθρακες (... άνθρακας ο θυσαυρός) και άλλες αρλούμπες που ξεφουρνίζουν συγκυβερνητικοί απατεώνες δεν πρόκειται να αποτρέψουν αυτό που αποτελεί τη βάση του όλου πράγματος. Ότι, δηλαδή, η καπιταλιστική κρίση θα ξεπεραστεί πάνω από τα κορμιά και τα δικαιώματα των εργαζομένων και της εργατικής τάξης. Εχει ξανασυμβεί αρκετές φορές στο παρελθόν, με το σύστημα να διακινδυνεύει, μάλιστα, ακόμη και την ύπαρξή του.
Μπαίνουμε σε νέα φάση που θυμίζει πολλά από τα παλιά (τα... παλαιοκαπιταλιστικά και... παλιοκομμουνιστικά). Από το πώς θα διαβαστεί αυτή η νέα φάση θα εξαρτηθεί, αν η κρίση θα αποτελέσει ευκαιρία για τον καπιταλισμό ή ευκαιρία για τις λαϊκές δυνάμεις, για την Αριστερά, τους εργαζόμενους, τη νεολαία και το λαό γενικότερα.
Η κυβερνητική αναπτυξιακή αφήγηση βασίζεται σε έναν νέο διαμοιρασμό της χώρας στους ιμπεριαλιστές μνηστήρες. Στο έδαφος ενός σφοδρού ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, που τόσο συχνά κομματιάζει χώρες και βυθίζει τις κοινωνίες στη φρίκη. Κι όμως, αυτή η αναπτυξιακή αφήγηση πιάνει τόπο σε εχθρούς και φίλους.
Η σημερινή υποχώρηση και αμηχανία των λαϊκών διαθέσεων για αντίσταση σε σχέση με ένα προηγούμενο διάστημα, η προσαρμογή σε προσδοκίες για μια «ρεαλιστική» ανακοπή της κατηφόρας, αποτέλεσε κύρια συνέπεια και βασικό πυρήνα της πολιτικής μιας Αριστεράς της «παραγωγικής ανασυγκρότησης» εντός συστήματος, όσο κι αν εμφανίζεται, τώρα, αυτή η συστημική Αριστερά να διαμαρτύρεται ενάντια σε αυτήν την κατάσταση υποχώρησης και αποσπασματικών αντιστάσεων.
Ας αποδεχτούμε, ότι δεν είναι τόσο «έκτακτες» οι ανάγκες του καπιταλισμού, που για χρόνια αποζητούσε τη ρεβάνς απέναντι στο εργατικό και λαϊκό κίνημα και τις κατακτήσεις του. Δεν είναι «εξαίρεση» από τα «δημοκρατικά» ήθη του κεφαλαίου η σημερινή φασιστικοποίηση της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής. Ότι είναι ο πραγματικός, ο ανόθευτος ιμπεριαλισμός-καπιταλισμός αυτό που τώρα ζούμε, ένας καπιταλισμός που πασχίζει να απαλλαγεί από της «ανορθογραφίες» και τους «αναχρονισμούς» των εργατικών και λαϊκών κατακτήσεων, αλλά και από κάθε ανάμνηση των κατακτήσεων του σοσιαλισμού. Η περιβόητη «μνημονιακή» καταστροφή είναι ο πραγματικοις καπιταλισμός, είναι η Ειδική Οικονομική Ζώνη φτηνής και ελαστικής εργασίας, χωρίς μισθό και δικαιώματα, είναι η νεοαποικιοκρατία του «ευρωπαϊκού και αναπτυξιακού οράματος».
Όλα αυτά είναι η πραγματικότητα του «σύγχρονου» ιμπεριαλισμού-καπιταλισμού, για να εξασφαλιστεί η διαιώνισή του. Είναι μια ενδεχόμενη πραγματικότητα, που θα επιβληθεί, αν δεν βρει το αντίπαλο δέος του.
Πράγματι, η κοινωνική έκρηξη και σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Δεν είναι, ωστόσο, αυταπόδεικτη και αυτόματη η μετατροπή της καπιταλιστικής κρίσης σε οργή και «ευκαιρία» αντίστασης και αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών. Αυτό, όμως, πρέπει να είναι το πεδίο δράσης της Αριστεράς και όσων θέλουν να υπηρετήσουν τη λαϊκή υπόθεση, δηλαδή η προώθηση, οργάνωση, ο συντονισμός ενός μαζικού παλλαϊκού ξεσηκωμού. Και όχι η αδράνεια, η ηττοπάθεια και η μιζέρια στο σαθρό έδαφος της αυτοεπιβεβαίωσης.
Απαιτείται μια αντιθετική πολιτική και κοινωνική δύναμη, με πυρήνα μια αντίπαλη τάξη που αποκτά, αγωνιζόμενη, τη συνείδηση του εαυτού της. Που θα ανοίξει το δρόμο για μια άλλη πραγματικότητα, για έναν πολύμορφο παλλαϊκό, ίσως και αντιφατικό, ξεσηκωμό του παρατεταμένου αγώνα. Που θα χαράξει το δρόμο της ανατροπής και τον κοινωνικό μετασχηματισμό προς τον σοσιαλισμό της εποχής μας.
Βέβαια, για να συμβούν όλα αυτά, προϋπόθεση είναι, πέρα από την «εκρηκτική ύλη», που σήμερα υπάρχει στα πρόσωπα των εκατοντάδων χιλιάδων οργισμένων εργαζομένων, στα πρόσωπα των εκατοντάδων χιλιάδων απελπισμένων άστεγων και απογοητευμένων νεολαίων, να ανάψει κάποιος το φιτίλι. Και αυτός που θα ανάψει το φιτίλι δεν είναι άλλος από το οργανωμένο εργατικό και λαϊκό κίνημα, με όλη την ποικιλομορφία του (οργανώνεις, συνδικάτα, παρατάξεις, σχήματα, πρωτοβουλίες κλπ), όπου και όπως αυτά εμφανίζονται. Να αναλάβουμε, δηλαδή, το ρόλο μας, να κάνουμε τα οργισμένα «ρυάκια» ένα ορμητικό κινηματικό ποτάμι παλλαϊκού ξεσηκωμού, αντίστασης και ανατροπής.